Μεγάλος αριθμός ευρημάτων από τις ανασκαφές της Γαλλικής Βιβλικής και Αρχαιολογικής Σχολής (EBAF) στη Γάζα «φυγαδεύτηκαν» από τους χώρους της αποθήκης αρχαιοτήτων που τα φιλοξενούσε, χάρη σε μια επιχείρηση εκκένωσης–αστραπή, πριν από τον βομβαρδισμό του κτιρίου.

Για μία εβδομάδα, ο Ισραηλινός στρατός (IDF) στην Πόλη της Γάζας στοχεύει και καταρρίπτει τα ψηλότερα κτίρια ώστε να εκδιωχθούν οι κάτοικοι προς τα νότια. Η στρατηγική αποτελεί προοίμιο της Επιχείρησης «Άρματα του Γεδεών ΙΙ», η οποία έχει στόχο την κατάληψη και κατοχή της πόλης. Στο πλαίσιο αυτό, στις 10 Σεπτεμβρίου 2025, ο IDF ανακοίνωσε τον βομβαρδισμό ενός πολυώροφου κτιρίου στη συνοικία Ριμάλ, του οποίου το ισόγειο –ένας αποθηκευτικός χώρος 180 κ.μ.– περιείχε αρχαιολογικά αντικείμενα από σχεδόν 30 χρόνια ανασκαφών της EBAF.

Ως σταυροδρόμι πολιτισμών για 5.000 χρόνια, η Γάζα αποτέλεσε κέντρο των ενδιαφερόντων της ΕΒΑF από την ίδρυση της Σχολής το 1890. Μετά τις Συμφωνίες του Όσλο, η αρχαιολογική της δράση συνδυάστηκε με το έργο της νεοσύστατης τότε (1995) Υπηρεσίας Αρχαιοτήτων της Γάζας, ενώ μετά τον ισραηλινό αποκλεισμό του 2007, η EBAF συνέχισε να δραστηριοποιείται στην περιοχή μέσω του προγράμματος Intiqal της ΜΚΟ Première Urgence Internationale, και του British Council. Οι ανασκαφές επικεντρώθηκαν σε πέντε σημαντικές θέσεις: το ρωμαϊκό λιμάνι Ανθηδών (δίπλα σε ρωμαϊκή νεκρόπολη), το μοναστήρι του Αγίου Ιλαρίωνα, το βυζαντινό συγκρότημα εκκλησίας στη Τζαμπάλια, καθώς και τα παλαιοχριστιανικά μνημεία στις θέσεις Αμπάσαν ελ-Καμπίρ και Αμπού Μπαράκα.

Από τις 7 Οκτωβρίου 2023, το μεγαλύτερο μέρος της υλικής αρχαιολογικής και πολιτιστικής κληρονομιάς της Γάζας έχει καταστραφεί ή πληγεί ανεπανόρθωτα, με την UNESCO να έχει καταγράψει ζημιές σε 110 μνημεία σε όλη τη Λωρίδα. Μεταξύ των χώρων που έχουν καταστραφεί είναι τα δύο αρχαιολογικά μουσεία της πόλης, αλ-Μάτχαφ και Αλ Καράρα. Τον Ιανουάριο του 2024, Ισραηλινοί στρατιώτες μαζί με τον διευθυντή της Αρχής Αρχαιοτήτων του Ισραήλ μπήκαν στην αποθήκη αρχαιοτήτων της EBAF στη Ριμάλ και επιδόθηκαν σε λεηλασίες τις οποίες κατέγραψαν και σε βίντεο που κοινοποιήθηκε στα κοινωνικά δίκτυα, ενώ ισχυρίστηκαν (για να διαψευστούν αργότερα) ότι ορισμένα αντικείμενα εκτέθηκαν «σε μια μικρή προθήκη στην Κνεσέτ» – ισχυρισμός που αργότερα διαψεύστηκε. Πολλά αντικείμενα είχαν καταστραφεί ή χαθεί και αργότερα, καθώς ράφια ξηλώθηκαν για καυσόξυλα. Ωστόσο, σύμφωνα με τον αρχαιολόγο και συντονιστή της Intiqal, Ρενέ Έλτερ, τα ευρήματα διατηρήθηκαν σε μεγάλο βαθμό καταγεγραμμένα, μεθοδικά τακτοποιημένα, και προστατευμένα χάρη στις συνεχείς προσπάθειες των αρχαιολόγων της Γάζας. Ως εκ τούτου, μαζί με τα 221 αντικείμενα που στάλθηκαν στην Ευρώπη το 2000 για έκθεση και παρέμειναν εκεί, το περιεχόμενο της αποθήκης της EBAF αποτελούσε έναν από τους τελευταίους μάρτυρες 5.000 ετών ιστορίας.

Μετά την ανακοίνωση της 10ης Σεπτεμβρίου για τον επικείμενο βομβαρδισμό του κτιρίου της πολύτιμης αποθήκης και την προειδοποίηση για εκκένωση με περιθώριο μόλις μισής ώρας, το προσωπικό της EBAF κινητοποιήθηκε άμεσα. Σε μήνυμα που στάλθηκε εκείνη την ημέρα σημειωνόταν ότι την επομένη, ολόκληρη η υλική και εθνολογική αρχαιολογική κληρονομιά της Γάζας θα μπορούσε να χαθεί. Διπλωμάτες, αρχαιολόγοι και άλλοι αξιωματούχοι κινητοποιήθηκαν άμεσα για να μεταφερθούν τα αντικείμενα. Έπειτα από κατεπείγουσες διαπραγματεύσεις και τη στήριξη της Γαλλίας, της UNESCO και του Λατινικού Πατριαρχείου, οι «μνημείων άνδρες» της Γάζας εξασφάλισαν μια σειρά αναβολών για το βομβαρδισμό του κτιρίου. Καθοριστικός παράγοντας στις διαπραγματεύσεις ήταν ότι η αποθήκη εμπίπτει στη Σύμβαση της Χάγης του 1954 για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς σε Περίπτωση Ένοπλης Σύγκρουσης και ανήκει σε εκκλησιαστικό ίδρυμα (την ΕΒAF). Σύμφωνα με την Haaretz, εκπρόσωπος του IDF επιβεβαίωσε ότι η αποθήκη ήταν γνωστή στους αξιωματικούς και θεωρούνταν τμήμα της «διεθνούς κοινότητας» – χαρακτηρισμός που επέτρεψε τη μεταφορά, η οποία έγινε σε συντονισμό με τη Διοίκηση Συντονισμού και Διασύνδεσης Γάζας.

Οι εργαζόμενοι στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς, μαζί με εθελοντές, έδρασαν υπό ασφυκτικές πιέσεις, επιβαρυμένοι από τις επιπτώσεις της συνεχιζόμενης ανθρωπιστική κρίσης στην περιοχή. Τελικά, μεγάλο μέρος της συλλογής φορτώθηκε εσπευσμένα σε έξι φορτηγά και μεταφέρθηκε σε άγνωστη τοποθεσία, εντός της Λωρίδας, καθώς η απομάκρυνση των αντικειμένων από την περιοχή θα τα στερούσε από το καθεστώς προστασία του διεθνούς δικαίου. Η Haaretz αναφέρει ότι τα σημαντικότερα ευρήματα βρίσκονται πλέον αποθηκευμένα σε μια εκκλησία στην Πόλη της Γάζας, η οποία δεν θεωρείται μελλοντικός στόχος, ενώ σημειώνει ότι το κτίριο στη Ριμάλ τελικά επλήγη. Για την ιστορία, η κατάληψη της πόλης της Γάζας στο πλαίσιο του σχεδίου «Άρμα του Γεδεών ΙΙ» ξεκίνησε το πρωί της 16ης  Σεπτεμβρίου 2025.