Ιωάννης Βιταλιώτης / Ιωάννης Βουρδαχάς / Χρήστος Καρύδης / Ελένη Κουλουμπή / Ελευθέριος Παπαϊωάννου, Η Πύλη του Ουρανού. Οι τοιχογραφίες του Τάσου Λουκίδη (1941) στο παρεκκλήσιο του Αγίου Σπυρίδωνος Σπάτων της οικογένειας Μανιά. Τεχνοϊστορική προσέγγιση – Φυσικοχημική τεκμηρίωση – Προληπτική και επεμβατική συντήρηση, έκδ. ΣΠΗΛΙΑΝΑ ΑΒΕΕ, Αθήνα 2022, 197 σελ. ISBN: 978-618-86281-0-6

Ο Τάσος Λουκίδης, γνωστός ζωγράφος του 20ού αιώνα που κινείται αισθητικά μεταξύ του ακαδημαϊσμού και της Art Νouveau, προσάρμοσε το εικονογραφικό του πρόγραμμα στη συγκεκριμένη μορφή και τις διαστάσεις του παρεκκλησίου, καταφεύγοντας ταυτόχρονα στην ανάκληση ενός ιδεατού «παλαιοχριστιανικού» ευκτηρίου. Δεν αυτονομήθηκε με προβολή της αισθητικής του μόνο, αλλά αποτύπωσε εικαστικά την ευλάβεια της οικογένειας Μανιά, αποδεκτών του έργου, οπτικοποιώντας την πνευματική πραγματικότητα και αποβλέποντας στη μέγιστη ψυχική ωφέλεια από την αμφίδρομη σχέση ανάμεσα στην εικόνα και τον πιστό. Συσχέτισε τις επιλογές του με την τόσο οικεία στους παραγγελιοδότες του, Σπήλιο και Χρυσαυγή Μανιά, «καθιερωμένη» ακαδημαϊκή ή υστερο-ναζαρηνή ζωγραφική, φυσικά στην ελληνορθόδοξη, ενίοτε και κάπως λαϊκότροπη, εκδοχή της. Στην εμβριθή ανάλυσή του προβάλλεται «το υποβλητικό σμίξιμο της Νέας Τέχνης (Art Νouveau) και του συμβολισμού με την ορθόδοξη αγιογραφία», καθώς και ο σημαντικός ρόλος που διαδραμάτισε ο χρωστήρας του Τάσου Λουκίδη στην απόπειρα αυτή μέσω των αγιογραφιών του Αγίου Σπυρίδωνος, «κύκνειου άσματος» του ζωγράφου. Η λειτουργική τέχνη έχει ιδιαίτερη σημασία ως «γλώσσα», ως εικόνα, αλλά και ως τεχνική, ως χρώμα, ως γραμμή. Έχει τη δική της θεολογική χροιά και η πρόσληψη της ύλης από την Εκκλησία γίνεται όχημα με το οποίο ο καλλιτέχνης-πιστός διαλέγεται με τον Θεό. Προσεγγίζοντας ο πιστός το ιερό παρεκκλήσιο στα Σπάτα εντυπωσιάζεται με την καλαίσθητη, όσο και λιτή εξωτερική του όψη. Η βίωση, όμως, της πνευματικής πραγματικότητας επέρχεται, μετά την πρώτη έκπληξη, μέσω του διακόσμου που φιλοτέχνησε ο ταλαντούχος εικαστικός. Μέσα από την ιερή τέχνη του Λουκίδη ο πιστός οδηγείται σε μνήμη Θεού και παιδαγωγείται κατά Θεόν.

Με χρήση της ορατής και υπεριώδους ακτινοβολίας στην οπτική μικροσκοπία και τη φασματοσκοπία υπέρυθρων και Raman, μελετήθηκαν τα υλικά και η στρωματογραφία των τοιχογραφιών και συλλέχθηκαν λεπτομερείς πληροφορίες αναφορικά με τη φύση των χρωστικών και την τεχνοτροπία του ζωγράφου Τάσου Λουκίδη. Η διατήρηση μιας καλής κατάστασης της εξωτερικής τοιχοδομής του παρεκκλησίου είναι ανάγκη να συνδυάζεται με τον έλεγχο του δημιουργούμενου μικροκλίματος εντός του χώρου του ναού. Η ζωγραφική επιφάνεια είναι ευαίσθητη στις αλλαγές της θερμοκρασίας, της υγρασίας και της ακτινοβολίας με αποτέλεσμα τον σχηματισμό ρωγμών, την απολέπιση και τον σχηματισμό αλάτων. Αλλοίωση στις τοιχογραφίες προκαλούν, επίσης, οι αιωρούμενοι ρύποι.

Η κτιστή φύση της ύλης των χρωμάτων, που ο ταπεινός χρωστήρας του χαρισματικού Μικρασιάτη ζωγράφου έχει εναποθέσει ως ορατό διάκοσμο στον ναΐσκο της οικογένειας Μανιά, διαφαίνεται και μετουσιώνεται σε ανταύγεια του ακτίστου φωτός. Είναι το φως που πληροί όλο τον ναό, αλλά και την καρδιά του πιστού, μεταμορφώνοντας χρώματα, σχήματα και πρόσωπα, εμφανίζοντάς τα «εν ετέρα μορφή», σε παραστάσεις και εμπειρίες ουράνιες.