Τόσο στην ηπειρωτική όσο και στη νησιωτική Ελλάδα, έχουν χαρακτηριστεί 69 Διατηρητέα Μνημεία της Φύσης. Ένα από αυτά είναι και το «Δάσος Παναγίας Βαλτινού» του Δήμου Τρικκαίων. Σημαντική είναι η συμβολή του συγκεκριμένου δάσους στη διατήρηση της βιοποικιλότητας, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε στο 20ό πανελλήνιο δασολογικό συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στα Τρίκαλα η Αικατερίνη Παπαδούλη, δασολόγος του Δήμου Τρικκαίων, αναπληρώτρια προϊσταμένη του Τμήματος Αγροτικής Ανάπτυξης.

Το Βαλτινό ως έδρα της ομώνυμης τοπικής Κοινότητας, βρίσκεται 12 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της πόλης των Τρικάλων σε υψόμετρο 120 μ., έχει επιφάνεια 4.975 τ.μ. και σύμφωνα με την τελευταία απογραφή του 2011 έχει 671 μόνιμους κατοίκους. Η ονομασία του χωριού οφείλεται στη μορφολογία του εδάφους, διότι στην περιοχή παλαιότερα υπήρχαν τέλματα (βαλτότοποι, βάλτοι). Ο προσδιορισμός της αρχαιότητας του χωριού, σύμφωνα με ιστορικές πηγές, ανάγεται στη μεταβυζαντινή εποχή. Παλαιότερα το χωριό ήταν κτισμένο βορειότερα, στη θέση «Παλιοχώρι», αλλά κάποια αρρώστια που έπληξε τους κατοίκους επέβαλε τη μετοίκισή τους στη σημερινή τοποθεσία. Διοικητικά το Βαλτινό υπάγεται στη δημοτική ενότητα Καλλιδένδρου του Δήμου Τρικκαίων.

Το δάσος της Παναγίας, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της κας Παπαδούλη, απέχει 2 χλμ. βορειοδυτικά της Τοπικής Κοινότητας Βαλτινού. Κηρύχθηκε με ΦΕΚ, χαρακτηρίζεται ως υπόλειμμα δάσους πεδινών περιοχών. Αποτελεί τμήμα του τεμαχίου αναδασμού της Τ.Κ. Βαλτινού με αριθμό 131, συνολικής έκτασης 35,671 στρεμμάτων και περιλαμβάνει πεδινή δασική έκταση 27,095 στρεμμάτων (27.095,45 τ.μ.) με αιωνόβια δέντρα, που στην πλειονότητά τους ανήκουν στο είδος Φράξινος στενόφυλλος (Fraxinus angustifolia). Πρόκειται για σπερμοφυές ομήλικο δάσος με μείξη των διαφόρων βαθμίδων διαμέτρου κατ’ άτομο ή συνδενδρίες. Η ηλικία τους από μαρτυρίες εκτιμάται στα 200 έτη. Η διάμετρος των ατόμων Φράξου φτάνει τα 100 εκατοστά ενώ ατόμων φτελιάς που βρίσκεται σε μίξη, τα 110 εκατοστά. Το δάσος αποτελείται από δύο τμήματα διαχωριζόμενα μεταξύ τους με αγροτικό χωματόδρομο και συνορεύει στα τρία σημεία του ορίζοντα με γεωργικές εκτάσεις. Στη δασική αυτή θέση υπάρχει το εξωκκλήσι της Παναγίας (Κοίμηση Θεοτόκου).

Το τοπίο της ευρύτερης περιοχής είναι καθαρά αγροτικό, χαρακτηριστικό του θεσσαλικού κάμπου. Ανήκει στον εξωαστικό χώρο του Δήμου Τρικκαίων που χαρακτηρίζεται λιγότερο από φυσικό τοπίο και περισσότερο από την ανθρώπινη επέμβαση, η οποία έχει δημιουργήσει το αγροτικό τοπίο, τη γεωργική γη με γόνιμο αρδευόμενο έδαφος καθώς αποτελεί τμήμα του θεσσαλικού κάμπου. Το φυσικό περιβάλλον λόγω των εντατικών καλλιεργειών περιορίζεται μόνο σε πολύ μικρούς θύλακες κυρίως κατά μήκος των ποταμών και των ρεμάτων που τον διασχίζουν. Είναι πεδινές επίπεδες εντατικά καλλιεργούμενες, εκτάσεις (μορφή σκακιέρας). Το δάσος αποτελεί καθοριστικό στοιχείο της περιοχής καθώς δεσπόζει από μακριά στον επίπεδο γυμνό κάμπο. Η βλάστηση του δάσους είναι χαρακτηριστική και προσδίδει ποικιλότητα στο τοπίο.

Η κα Παπαδούλη, μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ανέφερε πως το «Δάσος Παναγίας» Βαλτινού αποτελεί έναν από τους μοναδικούς μάρτυρες της φυσικής-αρχέγονης εικόνας του θεσσαλικού κάμπου. Η σύνθεση της δασικής βλάστησης, δηλωτική του αρχέγονου, παραποτάμιου δάσους Πηνειού, αποτελείται από τα ακόλουθα κυρίως είδη: Νερόφραξο, Ασημόλευκα, πεδινή Φτελιά (καραγάτσι), Χνοώδη ποδισκοφόρο δρυ (βελανιδιά), πεδινό Σφενδάμι, Ιτιά κ.ά. Όλα τα παραπάνω είδη είναι υδροχαρή και συνθέτουν παραποτάμια δάση ή δάση ελωδών περιοχών.

Αυτή ήταν η πρωτογενής εικόνα της βλάστησης, κατά μήκος του Πηνειού, αλλά και ευρύτερα του θεσσαλικού κάμπου, συμπληρωμένη και από μερικά ακόμη είδη, όσο απομακρυνόμασταν από την κοίτη του ποταμού.

Στο σημείο αυτό, τονίζει, έγκειται και η αξία του δάσους, που αποτελεί μικρογραφία και έναν από τους τελευταίους μάρτυρες της φυσικής εικόνας που επικρατούσε πριν από χιλιάδες χρόνια στο θεσσαλικό κάμπο. Αποτελεί ένα από τα πολύτιμα δασικά οικοσυστήματα της χώρας μας. Φυτοκοινωνίες του γένους Φράξου είναι σπάνιες σε αμιγή σύνθεση και διακρίνονται για τη φυσική τους ομορφιά, την οικολογική και βιολογική τους αξία, με διαχρονική αξία τόσο για τους ειδικούς επιστήμονες όσο και για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας.

Τέλος δεν παραλείπει να τονίσει πως τα προβλήματα και γενικότερα οι κίνδυνοι που διατρέχει καθημερινά το δάσος του Φράξου ως φυτοκοινωνία είναι οι εκχερσώσεις και καταπατήσεις για δημιουργία εκτάσεων για γεωργική καλλιέργεια, η παράνομη υλοτομία δέντρων για καύσιμη ύλη και πασσάλους, η έντονη παρουσία και ανάπτυξη αναρριχητικών φυτών και η αυθαίρετη ρίψη σκουπιδιών.