Στον κάστορα, που είναι εξαφανισμένος εδώ και χρόνια και στον οποίο ενδέχεται να οφείλει το όνομά της η πόλη της Καστοριάς, είναι στραμμένα τα βλέμματα επιστημόνων, μέσα από προγράμματα που υλοποιούνται στην περιοχή.

Πρόσφατα, η μακραίωνη παρουσία του κάστορα πιστοποιήθηκε από την αναγνώριση απολιθώματος από την ανασκαφή στο Δισπηλιό Καστοριάς που φανερώνει την ύπαρξη του συγκεκριμένου ζώου ήδη από τη Μέση Νεολιθική περίοδο, το 5600 π.Χ. Ωστόσο, επειδή πλέον ο κάστορας έχει εξαφανιστεί εδώ και δεκαετίες από την Ελλάδα, βρίσκεται σε εξέλιξη από το Εργαστήριο Θαλάσσιας και Χερσαίας Ποικιλότητας του τομέα Ζωολογίας του Τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ πρόγραμμα για την επανεισαγωγή του είδους στη χώρα μας, καθώς θεωρείται ότι η παρουσία του θα βοηθήσει σημαντικά στο οικοσύστημα.

«Αυτός ο “μηχανικός της φύσης” συντελεί με τα φράγματα που φτιάχνει στον σχηματισμό μικρών λιμνών, όπου ζει μεγάλος αριθμός ειδών. Επιπλέον, αυτά τα υδάτινα οικοσυστήματα αποτελούν φυσικές ζώνες για την αποτροπή πυρκαγιών», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο επιστημονικά υπεύθυνος του προγράμματος για την επανεισαγωγή του κάστορα «Hellenic Beaver», καθηγητής ζωολογίας Διονύσης Γιουλάτος.

Ο ευρασιατικός κάστορας (Castor fiber) ήταν γνωστό ότι υπήρχε στην Ελλάδα μέχρι τον 19ο αιώνα. Η τελευταία αναφορά για την ύπαρξη του κάστορα στην Ελλάδα προέρχεται από τον A. De Hoestin, ο οποίος επισκέφθηκε εκτός από το Μεσολόγγι και τον ποταμό Αλφειό στην Πελοπόννησο, τον 19ο αιώνα, αν και πιστεύεται ότι το είδος εξαφανίστηκε από τη βόρεια Ελλάδα πολύ αργότερα.

Όταν το Εργαστήριο Ζωολογίας του Τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ ολοκληρώσει την αναγκαία μελέτη σκοπιμότητας, μέχρι το προσεχές φθινόπωρο, αναμένεται να τεθούν και οι βάσεις για την επανεισαγωγή του κάστορα στην Ελλάδα.

«Τα πλεονεκτήματα είναι πολύ περισσότερα από τα μειονεκτήματα από την επανεισαγωγή του κάστορα. Μπορεί δηλαδή ενδεχομένως να δημιουργήσει ελάχιστα προβλήματα στα μαλακόξυλα φυτά καλλιεργειών, κάτι που όμως μπορεί να αντιμετωπιστεί ορθολογικά», αναφέρει ο κ. Γιουλάτος.

Το κοκαλάκι του κάστορα στον προϊστορικό λιμναίο οικισμό στο Δισπηλιό

Ένα κοκαλάκι…πιστοποίησε την παρουσία του κάστορα στην ευρύτερη περιοχή της Καστοριάς ήδη από τη Μέση Νεολιθική εποχή. «Πρόκειται για την ταυτοποίηση απολιθώματος από τις ανασκαφές που έκανε από το 1992 έως το 2013 το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με επικεφαλής τον καθηγητή Γ. Χουρμουζιάδη. Είναι ένα οστό από πόδι κάστορα που τεκμηριώνει την παρουσία του στην περιοχή σε τόσο πρώιμη περίοδο και συγκεκριμένα το 5600 π.Χ.», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ομότιμος καθηγητής Προϊστορικής Αρχαιολογίας στο Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης Κώστας Κωτσάκης, ο οποίος είναι διευθυντής της ανασκαφής Δισπηλιού και ένας από τους επιστημονικά υπεύθυνους στο έργο EXPLO, που υλοποιείται από μια διεπιστημονική ομάδα από τα πανεπιστήμια της Βέρνης, της Οξφόρδης και της Θεσσαλονίκης, με επιχορήγηση από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας (ERC).

«Στόχος μας είναι να συνθέσουμε με καινοτόμες τεχνικές και να μελετήσουμε την ανθρώπινη ζωή και τον πολιτισμό σε σχέση με τις περιβαλλοντικές συνθήκες και τις πρακτικές εκμετάλλευσης», διευκρινίζει ο κ. Κωτσάκης.

Η ομάδα των επιστημόνων, με επικεφαλής την ζωοαρχαιολόγο Βαλασία Ισαακίδου και την Amy Bogaard, από το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης διεξάγει συνολική μελέτη του οστεολογικού υλικού της ανασκαφής στο Δισπηλιό.

«Τα οστά είναι δύσκολο να ταυτιστούν χωρίς ειδική εμπειρία αλλά ήδη έχουμε εντοπίσει πολλά από άγρια ζώα, όπως ελάφια, αγριόχοιρους και αρκούδες και φυσικά, του κάστορα», λέει ο διευθυντής της ανασκαφής.

«Θέλουμε να ανασυνθέσουμε την τότε καθημερινή ζωή των ανθρώπων και να απαντήσουμε ίσως και στο ερώτημα γιατί επέλεξαν να κατοικήσουν σε μια τοποθεσία περίεργη, δίπλα δηλαδή σε μια λίμνη που πλημμύριζε, μέσα στις λάσπες», κατέληξε.