Το συνδρομητικό περιοδικό Αρχαιολογία και Τέχνες μόλις εξέδωσε το νέο του τεύχος (αρ. 136), που είναι αφιερωμένο στο έργο του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Αθηνών.

Το τεύχος του Αυγούστου ανοίγει με τη συνέντευξη που παραχώρησε στο περιοδικό η διευθύντρια του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, Katja Sporn.

Στην ενότητα «Ελλάδα εκτός Ελλάδος», ο Leif Hansen, o Roberto Tarpini και ο Dirk Krausse παρουσιάζουν το Χόυνεμπουργκ, μία από τις σημαντικότερες προϊστορικές αρχαιολογικές θέσεις της Κεντρικής Ευρώπης, και τα ευρήματα που τεκμηριώνουν επαφές με τον μεσογειακό χώρο.

Το Αφιέρωμα στο Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών περιλαμβάνει άρθρα που υπογράφουν οι: Joseph Maran, Άλκηστις Παπαδημητρίου, Katja Sporn, Θεμιστοκλής Μπιλής, Πέτρος Κουνούκλας, Eric Laufer, Άγγελος Σωτηρόπουλος και Δημήτρης Γρηγορόπουλος.

«Τέλος και αρχή. Η εκπληκτική ανάκαμψη της Τίρυνθας  μετά την καταστροφή των ανακτόρων το 1200 π.Χ.» είναι ο τίτλος του άρθρου που υπογράφουν ο Joseph Maran και η Άλκηστις Παπαδημητρίου. Όπως εξηγούν οι συγγραφείς: «Τα αποτελέσματα της έρευνας των τελευταίων δεκαετιών καθιστούν σαφές ότι ο συλλήβδην χαρακτηρισμός της Μετα-ανακτορικής περιόδου ως αφετηρίας των «Σκοτεινών Αιώνων» είναι αδόκιμος και ότι για την αξιολόγηση των συνθηκών που επικρατούσαν κατά τις δεκαετίες πριν και μετά την καταστροφή των ανακτόρων επιβάλλεται να γίνει, ανάμεσα σε περιοχές και μεμονωμένες θέσεις, μια πιο λεπτομερής και πολυδιάστατη διαφοροποίηση απ’ ό,τι στο παρελθόν. Χάρη σε αυτήν την αναθεωρημένη προσέγγιση είμαστε πλέον σε θέση να διακρίνουμε σε ορισμένες περιπτώσεις άρρηκτους δεσμούς μεταξύ της Ανακτορικής και Μετα-ανακτορικής εποχής, κάτι που μέχρι πρόσφατα δεν θεωρούνταν πιθανό. Η θέση που συνέβαλε τα μέγιστα στην ανάδειξη της συνέχειας μεταξύ της Ανακτορικής και Μετα-ανακτορικής εποχής είναι η Τίρυνθα».

Το Καλαπόδι, «ένα εθνικό ιερό των Φωκέων με μακρά ιστορία», και την έρευνα σε αυτό, παρουσιάζει σε άρθρο της η Katja Sporn. «Οι συστηματικές μελέτες των τελευταίων ετών έδειξαν ότι η αρχαιολογική θέση στο Καλαπόδι διαθέτει μεγάλες προοπτικές για την έρευνα» επισημαίνει, προσθέτοντας ότι με βάση τα αποτελέσματα των γεωφυσικών διασκοπήσεων μπορούμε να υποθέσουμε την ύπαρξη και άλλων, εντελώς άγνωστων έως σήμερα, κτισμάτων. «Αναμένεται οι μελλοντικές έρευνες να αποδώσουν περισσότερες πληροφορίες για τη συνολική διαμόρφωση του ιερού» καταλήγει.

Το ιερό στο Καλαπόδι, από τη σκοπιά όμως των έργων ανάδειξης και αναστήλωσης που υλοποιήθηκαν σε αυτό, είναι το θέμα του άρθρου του Θεμιστοκλή Μπιλή. «Το έργο στο Καλαπόδι διακρίνεται για τις καινοτομίες του σε σχέση με άλλα αρχαιολογικά έργα της Ελλάδας και έτσι ξεχωρίζει για πολλούς λόγους» αναφέρει χαρακτηριστικά.

«Τοπογραφικές έρευνες στην κοιλάδα του Kηφισού» είναι ο τίτλος άρθρου που συνυπογράφουν η Katja Sporn, o Πέτρος Κουνούκλας και ο Eric Laufer, και στο οποίο παρουσιάζουν το κοινό ερευνητικό πρόγραμμα της Εφορείας Αρχαιοτήτων Φθιώτιδας και Ευρυτανίας και του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Αθηνών που διεξάγεται από το 2017.

«Σκοπός του προγράμματος είναι η μελέτη της εξέλιξης των οικισμών κατά την αρχαιότητα με αφετηρία την κατανόηση του φυσικού τοπίου, που αποτελούσε τον κύριο χώρο βιοπορισμού των ανθρώπων, και των μεταβολών του. Έμφαση δίνεται στην οικιστική εξέλιξη από τη δημιουργία των πόλεων–κρατών μέχρι τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορική περίοδο, λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη κατά την αποτύπωση στο πεδίο τα τυχόν κατάλοιπα και στοιχεία τόσο των πρωιμότερων όσο και των μεταγενέστερων περιόδων. Προκειμένου να γίνει κατανοητή η οικονομική βάση των οικισμών και ως εκ τούτου η χωροθέτησή τους στο τοπίο, είναι απαραίτητη μια διεπιστημονική έρευνα του φυσικού και χωρικού τους περιβάλλοντος. Στο πλαίσιο αυτό ολοκληρώνεται η τεκμηρίωση και η καταγραφή των δεδομένων σε μία βάση Γεωγραφικού Συστήματος Πληροφοριών (GIS)» αναφέρουν χαρακτηριστικά.

«Τα τελευταία χρόνια το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών έχει στρέψει την προσοχή του στη συστηματική έρευνα της αρχιτεκτονικής και της ιστορίας του κτηρίου που στεγάζει τα γραφεία και τη βιβλιοθήκη του στην Αθήνα». Τους λόγους για τους οποίους η έδρα του Ινστιτούτου ξεχωρίζει ανάμεσα στα κτήρια του ιστορικού κέντρου των Αθηνών παρουσιάζει σε σχετικό κείμενο ο Θεμιστοκλής Μπιλής.

Ο Άγγελος Σωτηρόπουλος, με τη συμβολή του Jan-Marc Henke, κάνει μια αναδρομή στο ιστορικό της «Συντήρησης αρχαιοτήτων στο Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών», που αποτελεί σημαντικό μέρος των δράσεων του Ινστιτούτου.

«Εξερευνώντας τα προσωπικά αρχεία του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Αθηνών» είναι ο τίτλος του άρθρου που υπογράφει ο Δημήτρης Γρηγορόπουλος.

«Το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών είναι γνωστό για την πλούσια βιβλιοθήκη του και τη συλλογή φωτογραφικών αρνητικών, μία από τις παλαιότερες και εγκυρότερες στον τομέα της ελληνικής αρχαιολογίας. Τα τελευταία χρόνια στο επίκεντρο των προσπαθειών για τη βελτίωση της ποιότητας των ερευνητικών υποδομών έχει επίσης βρεθεί το αρχείο του Ινστιτούτου. Αφορμή για αυτό αποτέλεσε τόσο η αναθέρμανση του ενδιαφέροντος για την ιστορία του ιδρύματος και για τη δράση των στελεχών του και των προσώπων που συνδέθηκαν με αυτό σε διάφορες χρονικές περιόδους, όσο και η συνειδητοποίηση του πλούτου των τεκμηρίων που οφείλουν να διαφυλαχθούν και να αναδειχθούν ως πρωτογενείς πηγές ιστορικής έρευνας» αναφέρει.

Το τεύχος 136 ολοκληρώνεται με έναν αρχαιολογικό-περιηγητικό οδηγό στο Ηραίον της Σάμου, που υπογράφει ο διευθυντής της ανασκαφής Jan–Marc Henke.