Με ανακοίνωσή του, το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου εκφράζει τη βαθύτατή του θλίψη για την απώλεια της αρχαιολόγου δρος Carole McCartney, η οποία έφυγε ξαφνικά από τη ζωή το Σάββατο 13 Μαρτίου 2021.

Η Carole McCartney υπήρξε μια από τις κορυφαίες ερευνήτριες της πρώιμης Κυπριακής προϊστορίας παγκοσμίως και στενή συνεργάτιδα και φίλη του Τμήματος Αρχαιοτήτων. Πρωτίστως, όμως, υπήρξε λάτρης της Κύπρου, την οποία υπηρέτησε όχι μόνον επιστημονικά, αλλά την επέλεξε και για πατρίδα της. Η Carole McCartneyγεννήθηκε το 1965 και σπούδασε Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Από το ίδιο ακαδημαϊκό ίδρυμα το 1989 απέκτησε μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών, καθώς και τον τίτλο της Διδάκτορος στην Αρχαιολογία το 1996, με θέμα την Ανάλυση της Λίθινης Τεχνολογίας σε αρχαιολογικά σύνολα της Ύστερης Ακεραμικής Νεολιθικής περιόδου στην Ανατολική Μεσόγειο.

Το 1987 επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Κύπρο, ως μέλος της Αρχαιολογικής Αποστολής του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, υπό τη διεύθυνση του αείμνηστου Eddie Peltenburg, η οποία ανέσκαψε σημαντικές θέσεις της Χαλκολιθικής περιόδου στην επαρχία της Πάφου. Αυτό το ταξίδι για την Carole υπήρξε καθοριστικό, εφόσον έκτοτε παρέμεινε στην Πάφο, δημιουργώντας την οικογένειά της στην Κισσόνεργα. Πλέον, ως Κύπρια πολίτης με καλή γνώση της ελληνικής γλώσσας, υπήρξε ενεργό μέλος της κυπριακής κοινωνίας, αλλά και της κυπριακής αρχαιολογικής κοινότητας.

Συμμετείχε σε ανασκαφές στην Κύπρο και την Ανατολική Μεσόγειο για πάνω από 30 χρόνια, ενώ μέσα από τη σημαντικότατη έρευνά της συνέβαλε καθοριστικά στον επαναπροσδιορισμό και στη χρονολόγηση της πρώιμης οίκησης στο νησί και την κατανόηση των πρώιμων κοινωνιών της Νεολιθικής Ακεραμικής Περιόδου της Κύπρου. Έχαιρε διεθνούς φήμης ως επιστήμονας με ειδίκευση στην πρώιμη λιθοτεχνία και η συμβολή της υπήρξε σημαντική και για τις ταυτίσεις ευρημάτων από ανασκαφές σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο. Οι πολυάριθμες επιστημονικές δημοσιεύσεις των αποτελεσμάτων της έρευνάς της μαρτυρούν την έντονη δράση της και τη σπουδαιότητα του έργου της.

Υπήρξε στενή συνεργάτιδα και συνοδοιπόρος του Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου, προσφέροντας τις μοναδικές της γνώσεις σε σχέση με την επικαιροποίηση μόνιμων εκθέσεων στο Κυπριακό Μουσείο, την ετοιμασία της μουσειολογικής μελέτης για το Νέο Κυπριακό Μουσείο, τα Αρχαιολογικά Μουσεία της Επαρχίας Πάφου και Λάρνακας, αναφορικά με τις ενότητες που αφορούν στη Νεολιθική περίοδο. Αναμφίβολα, όμως, σημαντικός σταθμός στην επιστημονική της πορεία υπήρξε η ανασκαφή την οποία ανέλαβε, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Κύπρου και τα Πανεπιστήμια Cornell και Trent, στη θέση Αγία Βαρβάρα-Ασπρόκρεμνος στους πρόποδες του Τροόδους, της Ακεραμικής Νεολιθικής περιόδου (περίπου 9000 π.Χ.), η οποία συνδέεται με την εκμετάλλευση ορυκτών σε αυτή την πρώιμη περίοδο της προϊστορίας.

Η έρευνά της εμπλούτισε τις γνώσεις μας γύρω από τον χαρακτήρα της τεχνολογίας, των ανταλλαγών και γενικότερα των πρακτικών και του τρόπου ζωής της Ακεραμικής Νεολιθικής στη Μέση Ανατολή. Το έργο της θα παραμείνει πολύτιμη παρακαταθήκη για την Κυπριακή προϊστορία και το όνομά της για πάντα συνδεδεμένο με τη νέα γνώση για τον Νεολιθικό τρόπο ζωής και τον κεντρικό ρόλο που διαδραμάτισε η Κύπρος στις πρώιμες πληθυσμιακές εγκαταστάσεις και την εξάπλωση πολιτισμικών στοιχείων προς τη Δύση.

Εκτός από ακούραστη επιστήμονας, υπήρξε μοναδικό παράδειγμα υψηλού ήθους, θαυμάσια δασκάλα, ενώ ως επιστημονικός συνεργάτης της Ερευνητικής Μονάδας Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου μετέδιδε τις δικές της γνώσεις σε φοιτητές από την Κύπρο και το εξωτερικό, εκπαιδεύοντας την επόμενη γενιά αρχαιολόγων της Κυπριακής προϊστορίας. Το κενό που αφήνει η απώλειά της για την επιστήμη της Αρχαιολογίας και κυρίως για την Κυπριακή Αρχαιολογία είναι τεράστιο και δυσαναπλήρωτο. Την ευχαριστούμε για τη μεγάλη προσφορά και την αγάπη της, καταλήγει η ανακοίνωση.