«Απόηχοι αστικού πολιτισμού της οθωμανικής Αθήνας» είναι ο τίτλος διάλεξης που θα δώσει ο ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ Γιάννης Κίζης στο πλαίσιο σειράς διαλέξεων με τίτλο «Μαθήματα εμβαθύνσεως στην Ιστορία της Αρχιτεκτονικής» που διοργανώνει το Εργαστήριο Ιστορίας και Θεωρίας της Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ.

Στη διάλεξή του ο Γιάννης Κίζης θα επικεντρωθεί στα εξής ερωτήματα: Ποια ήταν η αστική αρχιτεκτονική των οθωμανικών χρόνων; Ποια ήταν η οθωμανική πρόταση για την πόλη; Τι απέμεινε από την πρώιμη οθωμανική πόλη; Για ποιο αστικό οθωμανικό τοπίο μπορούμε να μιλάμε σήμερα; Ποιες ήταν οι αντοχές του «παραδοσιακού» αστικού τοπίου; Πώς παρουσιάζεται ο «αστικός πολιτισμός» του παρελθόντος σε ένα σπίτι-μουσείο; Γιατί ένα ακόμα μουσείο;

Η διάλεξη θα δοθεί την Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2020, και ώρα 18.30, στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΕΜΠ (Κτήριο Αβέρωφ, Αμφιθέατρο 2, Πατησίων 42).

Η αστική αρχιτεκτονική των οθωμανικών χρόνων

«Στις επαρχιακές πόλεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, έδρες των Οθωμανών διοικητών τάξης και πυρήνες του ντόπιου αρχοντολογιού, γνωρίζει την ανάπτυξή της η αστική κατοικία» αναφέρει σχετικά ο Γιάννης Κίζης. «Η αρχιτεκτονική της σφραγίστηκε, ώς τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, από στοιχεία που της έδωσαν ενότητα ύφους και λειτουργίας, ανεξάρτητη από θρησκεύματα ή εθνοτικές ιδιαιτερότητες. Ένα διεθνικό μοντέλο αρχοντόσπιτου έφτασε στις εσχατιές της αυτοκρατορίας και μπόλιασε τις τοπικές παραδόσεις.

»Την παλιότερη ακριβή απεικόνιση της οθωμανικής Αθήνας έχουμε σε μεγάλη ελαιογραφία του 1674, στην οποία αποδίδεται με επιμέλεια η πόλη, πυκνοκτισμένη, με πολλά μεγάλα σπίτια με ανοιχτά χαγιάτια στον όροφο, αρκετά με επάλληλες σειρές παραθύρων και φεγγιτών. Δεκατρία χρόνια αργότερα ο Verneda σχεδιάζει “ένα από τα ακριβέστερα και λεπτομερέστερα σχέδια της Αθήνας”. Διακρίνονται γύρω στα είκοσι πέντε μεγάλα πλατυμέτωπα αρχοντόσπιτα με τοξωτές στοές στο ισόγειο, ξύλινα ανοιχτά χαγιάτια στον όροφο, τετράριχτες κεραμοσκεπές με πλατιά γείσα. Από αυτά το μόνο που σώζεται είναι το αρχοντικό των Μπενιζέλων στην οδό Αδριανού 96 στην Πλάκα. Αναστηλώθηκε πρόσφατα, με στόχο να βοηθήσει τον επισκέπτη να γνωρίσει την αστική αρχιτεκτονική πριν το νεοκλασικισμό και να συνειδητοποιήσει ότι η προεπαναστατική Αθήνα ήταν πόλη αξιόλογη, με πολίτες “μνήμονες και εύφωνους”».

Η οθωμανική πρόταση για την πόλη

«Η άνθηση της οικονομίας είναι αυτή που στηρίζει την αστική ζωή και διαμορφώνει την πόλη. Η χωροταξική οργάνωση κατά τον 15ο και 16ο αιώνα, αποσκοπώντας στον έλεγχο της γεωπροσόδου, έδωσε βάρος στον εμπορικό ρόλο του δικτύου των πόλεων. O οθωμανικός τύπος πόλης φαίνεται ότι αποκρυσταλλώνεται τις πρώτες δεκαετίες του 15ου αιώνα, με κεντρικά κτιριακά σύνολα αφιερωματικού χαρακτήρα, που σηματοδοτούσαν το κέντρο, εκεί όπου συνέκλιναν οι δρόμοι του αγροτικού παραγωγικού περίγυρου και του διαμετακομιστικού εμπορίου. Πολεοδομική πρακτική που συνδύαζε την οικονομική, την κοινωνική, τη θρησκευτική και τη διοικητική λειτουργία των επιμέρους κτισμάτων σε μια κεντρική ενότητα».

Τι απέμεινε από την πρώιμη οθωμανική πόλη;

«Η φυσιογνωμία των οικισμών, ιδιαίτερα του “καθ’ ημάς” ανατολικού πολιτισμικού χώρου, συνδέεται άρρηκτα με τη δομή και τη μορφή των κατοικιών. Η μορφολογική και η λειτουργική τυποποίηση της αστικής κατοικίας ανιχνεύεται στον 18ο και τον πρώιμο 19ο αιώνα, όταν το αστικό μοντέλο της Κωνσταντινούπολης απλώνεται στις πέριξ αναπτυσσόμενες επαρχίες (κυρίως στα νότια Βαλκάνια και τη δυτική και παρευξείνια Μικρά Ασία), διαμορφώνοντας αστικά τοπία με εκπληκτική ομοιομορφία. Αν σήμερα περιπλανηθεί κανείς μέσα στα “διατηρητέα” σκηνικά που απέμειναν, θα συνειδητοποιήσει τις ιλιγγιώδεις διαφορές ζωής και κοσμαντίληψης ανάμεσα στην προβιομηχανική κοινότητα και τη μεταβιομηχανική κοινωνία».

Οι αντοχές του «παραδοσιακού» αστικού τοπίου

«Αν τις πόλεις εκείνες διαμόρφωσαν οι οικονομικοκοινωνικές συγκυρίες, αυτές οι ίδιες ήταν που τις κατέστρεψαν, όταν τα πράγματα άλλαξαν. Τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα η βιομηχανική επανάσταση θέτει εκτός ανταγωνισμού την οικοτεχνία, ο Βαλκάνιος έμπορος χάνει τις αγορές της Δύσης. Οι αστυφιλικές μετακινήσεις και οι σαρωτικές κοινωνικές και οικονομικές μεταβολές οδήγησαν σε πολεοδομικές αναδιατάξεις. Παρεμβάσεις σε μεγάλες πόλεις δείχνουν την τάση του εκδυτικισμού, του οποίου ο απόηχος θα έρθει στις πολεοδομικές παρεμβάσεις μικρότερων βαλκανικών πόλεων, αρκετά αργότερα. Θα χρειαστεί πολλή δουλειά για τη σύνθεση της οικονομικής και πολιτικής ιστορίας με την αρχαιολογική και εθνολογική έρευνα, προκειμένου να συζητηθεί σοβαρά αν το Οθωμανικό μοντέλο άφησε καρπούς ενιαίου αστικού πολιτισμού στους ετερογενείς πληθυσμούς των Βαλκανίων. Το τέλος της Αυτοκρατορίας έδειξε τα εμπόδια της συγκατοίκησής τους».

Πώς παρουσιάζεται ο «αστικός πολιτισμός» του παρελθόντος σε ένα σπίτι-μουσείο;

«Ο μουσειογραφικός εμπλουτισμός του σπιτιού των Μπενιζέλων έγινε με στόχο την εξοικείωση του αθηναϊκού κοινού με ένα τυπικό αρχοντόσπιτο της πόλης του, αλλά και με την εντελώς διαφορετική φυσιογνωμία της Αθήνας της όψιμης Οθωμανικής περιόδου. Η εκθεσιακή παρέμβαση, συμπληρωματική και όχι ανταγωνιστική με το αποκαταστημένο μνημείο, εμπλουτίζει την εμπειρία της επίσκεψης και νοηματοδοτεί το αρχοντικό με πολλαπλούς τρόπους, κυρίως βιωματικούς».

Γιατί ένα ακόμα μουσείο;

«Η αποκατάσταση του αρχοντόσπιτου των Μπενιζέλων αποτέλεσε μια εξαιρετική ευκαιρία για να αναπληρωθεί εμπράκτως το έλλειμμα της γνώσης των νέων (και όχι μόνο) για τους “σκοτεινούς” αιώνες, οι οποίοι εξέθρεψαν “των Ελλήνων τις κοινότητες” μέσα σε οικισμούς “ανατολίτικους”. Η συνειδητοποίηση της διαχρονίας της Αθήνας από την κλασική αρχαιότητα μέχρι τη μεταβιομηχανική εποχή, μέσα από τα εναύσματα που προσφέρει η βίωση αυτού του κτιρίου, η συνειδητοποίηση της απώλειας της γοητείας του αστικού τοπίου των οθωμανικών χρόνων αλλά και η ερμηνεία των δραματικών μεταβολών των ιστορικών τόπων, είναι το επίτευγμα της μουσειακής επανάχρησης του “πιο παλιού σπιτιού της Αθήνας”» καταλήγει ο ομιλητής.