Το αποκλειστικά συνδρομητικό πλέον περιοδικό «Αρχαιολογία και Τέχνες» μόλις εξέδωσε το νέο του τεύχος (No 125).

Το τεύχος του Δεκεμβρίου ανοίγει με τη συνέντευξη που έδωσε ο καθηγητής Ιστορίας και Κλασικών Σπουδών στο Πρίνστον, Άγγελος Χανιώτης, στην Αγγελική Ροβάτσου, με αφορμή την έκθεση «εmotions ‒ ο κόσμος των συναισθημάτων», που παρουσιάστηκε πρόσφατα στο Μουσείο Ακρόπολης.

Ο Α. Χανιώτης μάς διευκρίνισε: «…εκείνο που μ’ ενδιαφέρει σε όλες μου τις ενασχολήσεις (…) είναι ο άνθρωπος. Δηλαδή αυτό το οποίο πάντοτε με έθελγε στην ιστορική επιστήμη δεν είναι η μεγάλη εικόνα, τα μεγάλα γεγονότα, είναι κυρίως πώς αυτά έχουν επιπτώσεις στη συμπεριφορά και τις εμπειρίες των ανθρώπων» .

Στην ενότητα «Ελλάδα εκτός Ελλάδος», η Ντόρα Κατσωνοπούλου (Καθ. Αρχαιολογίας, Ινστιτούτο Αρχαιολογίας Πάρου και Κυκλάδων), ο Vedat Keleş (Καθ. Αρχαιολογίας, Ondokuz Mayıs University) και ο Μichael Deniz Yılmaz (Αρχαιολόγος, Υποψ. Δρ, Ondokuz Mayıs University) παρουσιάζουν το Πάριον, την πρώτη αποικία της Πάρου που ιδρύθηκε στα μέσα ή στα τέλη του 8ου αιώνα π.Χ. στην περιοχή της Τρωάδας, σε στρατηγική θέση με φυσικά λιμάνια και εύφορη γη. Οι συστηματικές ανασκαφές που διενεργούνται στη θέση από το 2005 έχουν φέρει στο φως την αρχαία νεκρόπολη, το θέατρο, τα ρωμαϊκά λουτρά, το ωδείο, την Αγορά και τα καταστήματα της πόλης.

Η αρχαιολόγος Ζωή Ασλαματζίδου-Κωστούρου, στο άρθρο της με τίτλο «Ρωμαϊκή έπαυλη με θέα» παρουσιάζει μια μεγάλης έκτασης έπαυλη που ήρθε στο φως κατά τις πολυετείς ανασκαφές που ξεκίνησαν το 1996 κοντά στο Λουτράκι, στη θέση Κατουνίστρα. Το πολυτελές συγκρότημα χρονολογείται στον 2ο αιώνα μ.Χ., είχε θέα στον Κορινθιακό και διέθετε εντυπωσιακό λουτρό. Ανήκε μήπως σε κάποιο γαιοκτήμονα ή ήταν η εξοχική κατοικία ενός πλούσιου εμπόρου ή κάποιου αξιωματούχου της τότε ρωμαϊκής αποικίας της Κορίνθου; Οπωσδήποτε όμως κτίστηκε την περίοδο ανάδειξης της πόλης σε εμπορικό κέντρο και παρήκμασε πιθανόν λόγω του καταστροφικού σεισμού του 551.

Η αρχαιολόγος Ελένη Κονσολάκη-Γιαννοπούλου αναζητά τα ίχνη της μυθικής πατρίδας του Θησέα στο άρθρο της με τίτλο «Η προϊστορική Τροιζήνα». Όπως επισημαίνει, οι τρεις θολωτοί τάφοι που ανασκάφηκαν στο λόφο Μεγάλη Μαγούλα έδωσαν νέα, πολύ σημαντικά στοιχεία για την αρχιτεκτονική εξέλιξη των θολωτών τάφων στη βορειοανατολική Πελοπόννησο.

Η τεχνολόγος αρχαίου υφάσματος Σοφία Τσουρινάκη μάς εισάγει «Στα άδυτα των εργαστηρίων της πορφύρας» στην ελληνορωμαϊκή Αίγυπτο. Η βαφή της θαλασσινής πορφύρας, ένδειξη πλούτου, κύρους και ισχύος, ήταν για τους αρχαίους ίσης αξίας με το χρυσάφι. Χιλιάδες κοχύλια όμως χρειάζονταν για να εξαχθούν λιγοστά γραμμάρια της πολύτιμης βαφής. Δημιουργήθηκαν έτσι απομιμήσεις της από φθηνότερα χρωστικά, ζωικής ή φυτικής προέλευσης.

Το παραμύθι, με την αφήγηση και τη δημιουργία νοερών εικόνων, διευρύνει την αντίληψη της πραγματικότητας και του εαυτού. Χάρη σ’ αυτό δημιουργήθηκε μια ιδιαίτερη εικαστική τέχνη που το εικονογραφεί ή εμπνέεται από τους ήρωες και τις ηρωίδες του. Γι’ αυτήν την «Τέχνη του παραμυθιού» γράφουν η ιστορικός τέχνης Μαρία Αθανασέκου και η κοινωνιολόγος Ασημίνα Μερτζάνη.

Μέχρι τα μέσα της Πλειστοκαινικής περιόδου, προβοσκιδωτά, δηλαδή ελέφαντες, μαμούθ και μαστόδοντες, είχαν βρει στον ελλαδικό χώρο καταφύγιο από το δριμύ ψύχος που επικρατούσε στην υπόλοιπη Ευρώπη. Η Ευαγγελία Τσουκαλά, καθηγήτρια του Τμήματος Γεωλογίας του ΑΠΘ, μας καλεί σε ένα «Κυνήγι ελεφάντων στη δυτική Μακεδονία», παρουσιάζοντας τα σημαντικότερα, και αρκετές φορές εξαιρετικά σπάνια, απολιθώματα που έχουν έρθει στο φως στη Βόρεια Ελλάδα. Παράλληλα, καταθέτει ένα σημαντικό προβληματισμό: Μήπως o γεωτουρισμός, αξιοποιώντας τα εντυπωσιακά προβοσκιδωτά, θα μπορούσε να οδηγήσει στην ενίσχυση και την ανάπτυξη των λιγότερο προβεβλημένων περιοχών της χώρας μας;

Γύρω στο 260 π.Χ. άρχισε μια περίοδος παρακμής για τα μεταλλεία της Λαυρεωτικής που είχαν χρηματοδοτήσει την αθηναϊκή δημοκρατία. Ο Στράβων μαρτυρεί ότι στο τέλος του 1ου αιώνα π.Χ. τα μεταλλεία είχαν επικεντρωθεί στην ανάκτηση αργύρου από την ανακύκλωση των απορριμμάτων που είχαν σωρευτεί στη διάρκεια των κλασικών χρόνων. Για το σκοπό αυτό, απαιτήθηκε η δημιουργία μιας νέας τεχνολογικής εφαρμογής: «Τα κυκλικά τριβεία του Λαυρίου» που παρέτειναν τις μεταλλουργικές δραστηριότητες των αρχαίων για δύο τουλάχιστον αιώνες, παρουσιάζει στο άρθρο του ο ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ Γεώργιος Δ. Παπαδημητρίου.

Τέλος, η αρχαιολόγος Κωνσταντίνα Ζήδρου υπογράφει τον αρχαιολογικό–περιηγητικό Οδηγό σε ένα από τα πιο φημισμένα μαντεία της αρχαιότητας, το Νεκρομαντείο του Αχέροντα.

«Η έκδηλη μυστικιστική–αποκρυφιστική ατμόσφαιρα κατά τη διάρκεια της διαδρομής διαμορφώνει τις κατάλληλες συνθήκες και δημιουργεί τα αναγκαία ερεθίσματα προκειμένου ο αναγνώστης, με τον Οδηγό ανά χείρας, να επισκεφθεί το χώρο, να ακολουθήσει την πορεία των προσκυνητών της αρχαιότητας και να επιδιώξει να ανακαλύψει τα μυστήρια του Κάτω Κόσμου, όπως και τα βαθύτερα μυστικά του εαυτού του», αναφέρει χαρακτηριστικά στο κείμενό της.