Τον Νοέμβριο του 2015, η 38η Γενική Διάσκεψη της UNESCO υιοθέτησε (σημ. 1) την εξαετή Στρατηγική (σημ. 2) της «για την ενίσχυση των δράσεων προστασίας του πολιτισμού και την προώθηση του πολιτιστικού πλουραλισμού σε περίπτωση ένοπλων συγκρούσεων». Ο διπλός της στόχος (παρ. 16) είναι αφενός να ενισχύσει την ικανότητα των κρατών μελών να προλαμβάνουν, να μετριάζουν και να αποκαθιστούν τις απώλειες της πολιτιστικής κληρονομιάς και πολυμορφίας, και αφετέρου να ενσωματώσει την προστασία του πολιτισμού στην ανθρωπιστική δράση, τις στρατηγικές ασφαλείας και τις διαδικασίες οικοδόμησης της ειρήνης, με τη συμμετοχή φορέων εκτός τομέα πολιτισμού. Οι στόχοι (παρ. 15) εξυπηρετούν τον διπλό σκοπό της Στρατηγικής: αφενός τη μείωση της ευαλωτότητας της πολιτιστικής κληρονομιάς, που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της σύγκρουσης, και αφετέρου την ενίσχυση της ικανότητας της UNESCO να ανταποκρίνεται σε καταστάσεις κρίσεων.

Η μείωση της ευαλωτότητας θα επιτευχθεί μέσω της ενίσχυσης ικανοτήτων των κρατών μελών να προστατεύουν την πολιτιστική τους κληρονομιά και να συντρέχουν όχι μόνο προς βοήθεια άλλων κρατών όταν τους ζητείται, αλλά και προς βοήθεια ειρηνευτικών αποστολών των Ηνωμένων Εθνών (ΗΕ) όταν το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (ΣΑΗΕ) το κρίνει απαραίτητο. Αυτό με τη σειρά του θα ενσωματώσει τον πολιτισμό στο σχεδιασμό ασφαλείας, ανθρωπιστικής βοήθειας και οικοδόμησης της ειρήνης σε εθνικό, περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Ως εκ τούτου, η UNESCO θα μπορεί να κεφαλαιοποιήσει το δυναμικό των κρατών μελών, βελτιώνοντας την επιχειρησιακή της ικανότητα, και θα μπορεί να συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων για θέματα διατήρησης της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας, αναβαθμίζοντας το κύρος της ως διεθνούς παράγοντα. Βασικό εργαλείο για την επίτευξη των παραπάνω είναι η δημιουργία ενός Μηχανισμού Ταχείας Αντίδρασης. Γιατί;

Καταρχάς, ο Μηχανισμός Ταχείας Αντίδρασης (Rapid Reaction Mechanism-RRM) θα είναι ένας πυρήνας εθνικών εμπειρογνωμόνων, που θα βοηθήσει στη δημιουργία, μέσω συμβουλευτικής, προγραμμάτων κατάρτισης και τεχνικής βοήθειας, άλλων τέτοιων πυρήνων, σε χώρες που πλήττονται από ένοπλες συγκρούσεις. Δεύτερον, θα συμβάλει στη δημιουργία πιο ολοκληρωμένων, πολυδιάστατων ειρηνευτικών αποστολών σταθεροποίησης εύθραυστων κρατών, ενισχύοντας την ικανότητα των κυανόκρανων να προστατεύουν τις αδύναμες κρατικές αρχές στην προσπάθειά τους να περισώσουν την πολιτιστική τους κληρονομιά.  Τρίτον, θα βοηθήσει την ενσωμάτωση του πολιτισμού στη δομή της ανθρωπιστικής βοήθειας των ΗΕ, ενδεχομένως με τη δημιουργία ενός πολιτιστικού «cluster» (σημ. 3).

Σύμφωνα με το ψήφισμα 38C/48, η Γενική Διευθύντρια θα έπρεπε να επεξεργαστεί, σε συνεργασία με κράτη μέλη και σχετικούς φορείς, ένα Σχέδιο Δράσης και να διερευνήσει με τα κράτη μέλη πρακτικούς τρόπους υλοποίησης ενός RRM, καταλήγοντας σε μια πρόταση (Πρόταση). Συνακόλουθα, ξεκίνησε μια διαβούλευση, η οποία παρατάθηκε πέρα από το προβλεπόμενο (σημ. 4), λόγω διαφωνιών και επιφυλάξεων για τον τρόπο υλοποίησης και διατήρησης του RRM.

Στο πρώτο μέρος, θα εξετάσουμε το ρόλο του RRM στην επίτευξη των δύο στρατηγικών στόχων, έχοντας υπόψη το κείμενο της Στρατηγικής, το προτεινόμενο Σχέδιο Δράσης και τα σχόλια των κρατών μελών κατά τη διάρκεια της διαβούλευσης. Επιλέγουμε να αναδείξουμε τις προκλήσεις που θέτει στον υπό διαμόρφωση RRM, αφενός η στρατιωτική διαδικασία στόχευσης (targeting process), αφετέρου η προσέγγιση των μη κρατικών ένοπλων ομάδων, προκειμένου να αναδείξουμε νομικές, πολιτικές, οργανωτικές πτυχές της διαβούλευσης για τη δημιουργία του RRM. Ακολούθως, θα παρουσιάσουμε ερωτήματα που προσπαθεί να απαντήσει η Πρόταση, όπως: πώς θα γίνει η επιλογή εμπειρογνωμόνων, ποιες οι υποχρεώσεις τους, σε ποιο πλαίσιο, πώς και πότε θα κινητοποιούνται; Θα είναι προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουν προκλήσεις ασφαλείας; Τέλος, θα εντάξουμε τη συζήτηση στους περιορισμούς και τις προοπτικές του ψηφίσματος ΣΑΗΕ 2347 (2017) (σημ. 5), του πρώτου που εστιάζει αποκλειστικά στην πολιτιστική κληρονομιά.

Ο RRM υπό το πρίσμα του πρώτου στρατηγικού στόχου

Σε επίπεδο τεχνικής βοήθειας, οι εμπειρογνώμονες του RRM θα πρέπει να προβούν σε ταχεία αξιολόγηση των ζημιών, να καθορίσουν ποια επείγοντα μέτρα πρέπει να εφαρμοστούν αλλά και να τα υποστηρίξουν τεχνικά, συμπεριλαμβανομένης επείγουσας τεκμηρίωσης, σταθεροποίησης δομών, διάσωσης και αποθήκευσης των συλλογών, μεταφοράς κινητών πολιτιστικών αγαθών σε ασφαλή καταφύγια. Σχετική είναι η βραχυπρόθεσμη δράση «Πρώτες βοήθειες και μέτρα μετριασμού» και η μεσοπρόθεσμη «Διευκόλυνση δημιουργίας ασφαλών καταφυγίων για τα πολιτιστικά αγαθά».

Σε επίπεδο εξειδικευμένης κατάρτισης, οι εμπειρογνώμονες θα χρησιμοποιήσουν προσαρμοσμένο εκπαιδευτικό υλικό για:

Κατάρτιση του προσωπικού του στρατού, της αστυνομίας και των τελωνείων της χώρας υποδοχής, των επαγγελματιών του τομέα δικαιοσύνης και του πολιτισμού, των δημοσίων υπαλλήλων και των επαγγελματιών της αγοράς τέχνης, προκειμένου να εξοικειωθούν με το Διεθνές Δίκαιο, την πρόληψη και αντιμετώπιση της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών. Σχετική η βραχυπρόθεσμη δράση «Ανάπτυξη εργαλείων κατάρτισης και κατάρτιση για τις δυνάμεις επιβολής του νόμου, ένοπλες δυνάμεις, εξειδικευμένες μονάδες και τον νομικό τομέα σχετικά με την προστασία των πολιτιστικών αγαθών και την παράνομη διακίνησή τους».

Κατάρτιση στις πρώτες βοήθειες, όπου με χρήση εργαλείων ταχείας αξιολόγησης ζημιών και με βάση το διεθνές πρόγραμμα κατάρτισης του ICCROM (σημ. 6), «First Aid to cultural heritage in times of crisis» (σημ. 7) και την εμπειρία του προγράμματος για τη Λιβύη (σημ. 8) θα βοηθήσουν τους εγχώριους φορείς να ενισχύσουν τις ικανότητές τους σε διαδικασίες εκκένωσης, προστασίας, αποκατάστασης κατά τη διάρκεια καταστάσεων έκτακτης ανάγκης. Σχετική η βραχυπρόθεσμη δράση «Κατάρτιση στις Πρώτες Βοήθειες».

Κατάρτιση για υποστήριξη εσωτερικά εκτοπισμένων και προσφύγων, όπως ψυχοκοινωνικά και εκπαιδευτικά προγράμματα, επαγγελματική κατάρτιση κ.λπ. Οι εμπειρογνώμονες θα συνεργαστούν με τοπικούς φορείς, που επιχειρούν στα στρατόπεδα προσφύγων και εκτοπισμένων, και θα εκπαιδεύσουν «διευκολυντές» που αργότερα θα εργαστούν για την ανάπτυξη προσαρμοσμένου μαθησιακού υλικού. Σχετική η μεσοπρόθεσμη δράση «Μάθηση μέσω της κληρονομιάς: προώθηση του πολιτιστικού πλουραλισμού και ενίσχυση της συμμετοχής των νέων γύρω από τον πολιτισμό».

Σε επίπεδο συμβουλευτικής, μεταξύ άλλων, θα βοηθήσουν τις εθνικές αρχές να τεκμηριώσουν ψηφιακά την πολιτιστική τους κληρονομιά και να καταρτίσουν λίστες «no-strike» που θα ενημερώνουν το στρατό για πολιτιστικές θέσεις που δεν θα πρέπει να στοχοποιηθούν. Σχετική η μεσοπρόθεσμη δράση «Προπαρασκευαστική τεκμηρίωση, αξιολόγηση κινδύνου και σχέδια έκτακτης ανάγκης για την κληρονομιά».

Λίστες «no-strike» και διαδικασία στόχευσης (targeting process)

Οι ΗΠΑ, κατά τη διάρκεια της πρώτης διαβούλευσης (σημ. 9), επισήμαναν ότι η τοποθέτηση περιοχών σε λίστα «no-strike» είναι ευθύνη του στρατού που τη χρησιμοποιεί, υποστηρίζοντας ότι η ορθότητα της στρατιωτικής δράσης δεν καθορίζεται από την UNESCO, αλλά βασίζεται στις νομικές υποχρεώσεις των αντιπάλων. Επανέλαβαν τα παραπάνω κατά τη διάρκεια της δεύτερης διαβούλευσης (σημ. 10), διευκρινίζοντας ότι οι λίστες «no-strike» είναι εργαλεία που χρησιμοποιεί ο στρατός για να εφαρμόσει πολιτική και να επιβάλει νομικούς περιορισμούς στις στρατιωτικές επιχειρήσεις.

Η επισήμανση αυτή εγείρει αφενός θέματα αρμοδιότητας μεταξύ του στρατού και της UNESCO στο πεδίο, συνακόλουθα μεταξύ των εμπειρογνωμόνων και του στρατιωτικού επιχειρησιακού διοικητή, αφετέρου τη σκοπιμότητα θεσμοθέτησης ενός ρόλου που θα συνοψίζει σε ένα πρόσωπο την τεχνική, νομική και στρατιωτική εξειδίκευση σχετικά με την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς σε ένοπλες συγκρούσεις και θα συμβουλεύει το διοικητή.

Ποιος έχει την ευθύνη και αρμοδιότητα; Σύμφωνα με το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο (ΔΑΔ), τα πολιτιστικά αγαθά είναι εγγενώς μη στρατιωτικά αντικείμενα (civilian) ως εκ τούτου απαγορεύεται (σημ. 11) η στοχοποίησή τους και μάλιστα κάποια από αυτά τίθενται σε ειδική ή ενισχυμένη προστασία, η παραβίαση της οποίας επισύρει ποινικές ευθύνες.

Ωστόσο, μια αλλαγή στα επίκτητα (σημ. 12) χαρακτηριστικά του πολιτιστικού αγαθού, π.χ. αν μετατραπεί από οίκος προσευχής σε αποθήκη όπλων, μπορεί να το μετασχηματίσει από πολιτιστικό αγαθό σε νομιμοποιημένο στρατιωτικό στόχο. Το αν η καταστροφή του, στον συγκεκριμένο χρόνο και περίσταση, σκόπιμη ή παράπλευρη, πληροί τις προϋποθέσεις της «στρατιωτικής αναγκαιότητας», δηλαδή αν συμβάλλει αποτελεσματικά στη στρατιωτική δράση, προσφέρει σαφές στρατιωτικό πλεονέκτημα, και δεν υπάρχει άλλη εφικτή εναλλακτική λύση (σημ. 13), μπορεί να κριθεί μόνο από το διοικητή του τάγματος που επιχειρεί στην περιοχή όπου βρίσκονται πολιτιστικά αγαθά και ο οποίος είναι αποκλειστικά υπεύθυνος να λάβει μια τέτοια απόφαση (σημ. 14).

Ωστόσο, ένας τέτοιος στόχος κατά τη διαδικασία στόχευσης, παραμένει «ευαίσθητος» (sensitive), γιατί κάθε επίθεση εναντίον του, σκόπιμη ή παράπλευρη, δικαιολογείται μόνο αν, σε συγκεκριμένο χρόνο και περίσταση, υπάρχει επιτακτική στρατιωτική αναγκαιότητα. Ως εκ τούτου, οι ένοπλες δυνάμεις των κρατών που έχουν κυρώσει τη Σύμβαση της Χάγης (1954) υπόκεινται στους νομικούς περιορισμούς της, αλλά και στην πίεση που τους θέτει η διεθνής κοινή γνώμη, η οποία αναμένει ότι ο στρατός δεν θα στοχοποιεί τα μνημεία, ούτε σκόπιμα ούτε παράπλευρα, εκτιμώντας ότι με τα όπλα σύγχρονης τεχνολογίας που διαθέτει δεν δικαιολογούνται παράπλευρες απώλειες και όταν αυτές συμβαίνουν, τότε είναι σκόπιμες (σημ. 15).

Επομένως, στο πνεύμα του αναθεωρημένου Σχεδίου Δράσης, όπως παρουσιάστηκε στη Διασυνοδική Συνάντηση του Φεβρουαρίου (σημ. 16), ο ρόλος των πολιτιστικών εμπειρογνωμόνων δεν είναι να επιβάλουν περιοριστικές λίστες στον επιχειρησιακό στρατιωτικό διοικητή, αλλά να τον βοηθήσουν να αναπτύξει, κατά τη διαδικασία στόχευσης, κατάλληλους επιχειρησιακούς χάρτες.

Ο Hallet, διερευνώντας τρόπους με τους οποίους μπορεί το ΝΑΤΟ να ενσωματώσει στις επιχειρήσεις του την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, υποστηρίζει ότι η ίδια η διαδικασία στόχευσης ευνοεί αυτή την ενσωμάτωση, κυρίως γιατί είναι ανοιχτή στις εισροές από επιστημονικά πεδία που προσφέρουν μέσα επίτευξης των επιθυμητών αποτελεσμάτων και αποφυγής των ανεπιθύμητων (σημ. 17). Ως εκ τούτου, η εμπειρογνωμοσύνη του RRM και οι σχετικές «non strike» λίστες θα μπορούσαν να διευρύνουν τα μέσα που έχει στη διάθεσή του ο στρατός.

Παρόμοια, η κατάρτιση που θα παρέχει ο RRM (εξοικείωση με τα βασικά κανονιστικά κείμενα, τεχνικές και διαδικασίες αναγνώρισης των πολιτιστικών αντικειμένων στο πεδίο, καθοδήγηση για την πρόληψη ζημιών κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων και την πρόληψη λεηλασίας και λαθρεμπορίου) θα μπορούσε να ενισχύσει την ικανότητα του στρατού να επιτυγχάνει τους στόχους του, να συμμορφώνεται με τη Σύμβαση της Χάγης και να διαλειτουργεί (σημ. 18) με την UNESCO.

Το οργανωτικό στοιχείο που θα διευκόλυνε τη διαλειτουργικότητα είναι η θεσμοθέτηση μιας υπηρεσίας πολιτιστικής προστασίας στη δομή του στρατού, σύμφωνα με το άρθρο 7 της Σύμβασης, που αφενός θα μεσολαβεί ανάμεσα στο διοικητή, τις αρμόδιες πολιτικές αρχές, και τους εμπειρογνώμονες, και αφετέρου θα συμβουλεύει τον επιχειρησιακό διοικητή του να διατηρεί την ισορροπία ανάμεσα στις νομικές υποχρεώσεις και τη στρατιωτική αναγκαιότητα (σημ. 19).

Συνοψίζοντας, ο RRM, μετά από σχετικό αίτημα κρατών που πλήττονται από κρίσεις, θα τους παρέχει τεχνική υποστήριξη, μεταξύ άλλων για δημιουργία λιστών «no-strike», ικανοποιώντας τον πρώτο στρατηγικό στόχο της «ενίσχυσης ικανοτήτων» των εθνικών αρχών. Παρόμοια, η προώθηση των λιστών αυτών στη διάθεση της στρατιωτικής ηγεσίας, συνδυασμένη με την κατάρτιση του προσωπικού, εξυπηρετεί όχι μόνο την «ενίσχυση ικανοτήτων» του στρατού, αλλά και τη «μείωση της ευαλωτότητας» της πολιτιστικής κληρονομιάς που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της σύγκρουσης. Τέλος, η θεσμοθέτηση μιας συμβουλευτικής υπηρεσίας στις δομές του στρατού όχι μόνο ενισχύει την κανονιστική ισχύ της UNESCO, αλλά και διευκολύνει τη διεύρυνση του «προσανατολισμού» (σημ. 20) των ληπτών αποφάσεων στόχευσης, ικανοποιώντας έτσι τον δεύτερο στρατηγικό στόχο, την «ένταξη της πολιτιστικής κληρονομιάς στους σχεδιασμούς ασφαλείας».

Ο RRM υπό το πρίσμα του δεύτερου στρατηγικού στόχου

Ως προς την ενσωμάτωση της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς στις ειρηνευτικές αποστολές των ΗΕ, ο RRM προβλέπεται ότι θα επιχειρεί στο πεδίο, αν το ΣΑΗΕ δώσει σχετική εντολή, προκειμένου να συμβάλει στην εξειδικευμένη κατάρτιση και ενίσχυση της ευαισθητοποίησης των κυανόκρανων για τις βασικές αρχές του ΔΑΔ σχετικά με την πολιτιστική κληρονομιά, αλλά και στην ανάπτυξη «no-strike» λιστών, με πρότυπο τη συνεργασία της UNESCO με τη MINUSMA (σημ. 21) στο Μάλι. Σχετική η βραχυπρόθεσμη δράση «Ενσωμάτωση της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς στις ειρηνευτικές επιχειρήσεις των ΗΕ…».

Ως προς την ενσωμάτωση του πολιτισμού στην ανθρωπιστική δράση, ο RRM θα μπορούσε να συμμετάσχει μαζί με ανθρωπιστικούς φορείς στην οργάνωση ειδικών εκδηλώσεων και προγραμμάτων κατάρτισης ειδικά για εκτοπισμένους και πρόσφυγες, με σκοπό την τοπική ενσωμάτωσή τους στις κοινότητες υποδοχής ή την επανένταξή τους. Σχετική η μεσοπρόθεσμη δράση «Ενσωμάτωση του πολιτισμού στις προσπάθειες ανθρωπιστικής βοήθειας σχετικά με την εκτόπιση».

Ως προς την προώθηση της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς στους ένοπλους μη κρατικούς δρώντες (Armed Non-State Actors – ANSAs) η συνεισφορά του RRM είναι αμφίβολη. Σχετική η βραχυπρόθεσμη δράση «Προώθηση της προστασίας των πολιτιστικών αγαθών σε καιρό ένοπλων συγκρούσεων μη διεθνούς χαρακτήρα –ως μέρος του ΔΑΔ– μεταξύ των μη κρατικών ένοπλων ομάδων». Η δράση περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την ανάπτυξη εκπαιδευτικού υλικού για κατάρτιση και ευαισθητοποίηση των ANSAs, άμεσα ή μέσω ΜΚΟ, όπως η Geneva Call. Αν και η δράση είναι στη λογική της δημιουργίας «προστατευμένων πολιτιστικών ζωνών» μέσω συμφωνίας κρατικών και μη κρατικών ένοπλων ομάδων, θέτει προκλήσεις ασφαλείας στους κρατικούς δρώντες, επομένως η συνδρομή του RRM σε εκπαιδευτικές δράσεις με ANSAs δεν φαίνεται πιθανή. Παρακάτω θα εξηγήσουμε γιατί.

Κρατική κυριαρχία και συμμόρφωση των ANSAs

Όσον αφορά στην προώθηση της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς στους ANSAs, υπήρξαν αντιδράσεις: η Βραζιλία και η ομάδα GRULAC (σημ. 22) πρότειναν τη διαγραφή της δράσης με το σκεπτικό ότι υπερβαίνει την εντολή και την ικανότητα της UNESCO, αλλά και γιατί δεν υπάρχει συμφωνημένη έννοια στο διεθνές δίκαιο για τις «μη κρατικές ένοπλες ομάδες». Η Τουρκία υποστήριξε ότι οι ANSAs είναι τρομοκρατικές οργανώσεις, στις οποίες το ΔΑΔ δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Και επειδή μια τέτοια δράση θα τις νομιμοποιούσε, πρότεινε τη διαγραφή κάθε αναφοράς στους ANSAs και στη Geneva Call, λόγω των σχέσεών της με το PKK (σημ. 23).

Καταρχάς, ένοπλες συγκρούσεις «μη διεθνούς χαρακτήρα» καλούνται οι εμφύλιες ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ κυβερνητικών δυνάμεων και αντίπαλων ένοπλων ομάδων, οι οποίες, κάτω από υπεύθυνη διοίκηση, ελέγχουν μέρος κρατικού εδάφους, στο οποίο μπορεί να εφαρμόζουν τις αρχές του ΔΑΔ χωρίς αυτό να αναιρεί την κρατική κυριαρχία (σημ. 24). Στο άρθρο 19, η Σύμβαση της Χάγης (1954) προβλέπει ότι κάθε μέρος στη σύγκρουση μη διεθνούς χαρακτήρα, επί εδάφους συμβαλλόμενου μέρους, δεσμεύεται να σέβεται τα πολιτιστικά αγαθά μέσω σύναψης ειδικών συμφωνιών.

Κατά δεύτερον, η Geneva Call (σημ. 25) είναι μια ΜΚΟ που βοηθάει τους ANSAs, μετά από αίτημά τους, να συμμορφώνονται με τους κανόνες του ΔΑΔ, μέσω κατάρτισης και συμβουλευτικής. Η προσέγγισή της βασίζεται σε «θεματικές» συμφωνίες (Deed of Commitments), π.χ. συμφωνία για αποφυγή ναρκοθέτησης, προστασία των παιδιών κ.λπ., που ακολουθούνται από καθορισμό μέτρων εφαρμογής και παρακολούθηση της συμμόρφωσης. Αν διαπιστωθούν παραβιάσεις της συμφωνίας, η ηγεσία των ANSAs πρέπει να διεξαγάγει εσωτερική έρευνα και να τιμωρήσει τους υπαίτιους. Η Geneva Call βοηθάει στην ενίσχυση μηχανισμών συμμόρφωσης, αλλά αν διαπιστώσει ότι η ίδια η ηγεσία παραβιάζει σκόπιμα τη συμφωνία, έχει δικαίωμα να το δημοσιοποιήσει.

Τρίτον, ο Γενικός Γραμματέας των ΗΕ υποστήριξε στην αναφορά του (σημ. 26), το 2009, ότι πρέπει να ενισχυθεί η συμμόρφωση των ANSAs (παρ. 26) και να αναπτυχθεί επειγόντως μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για αυτό τον σκοπό (παρ. 39). Αναγνώρισε την προσέγγιση της Geneva Call ως πρότυπο καλής πρακτικής (παρ. 43) και διευκρίνισε ότι τα κράτη μέλη δεν πρέπει να εμποδίζουν τις ανθρωπιστικές οργανώσεις να συνεργάζονται με τους ANSAs, ακόμα και με αυτούς που απαγορεύονται στην εθνική νομοθεσία (παρ. 45), προκειμένου να προστατεύσουν τους άμαχους.

Επομένως, η επικύρωση της Σύμβασης από τα κράτη και ενός συμφωνητικού από τους ANSAs θα παρείχαν πρόσβαση στον RRM, όχι μόνο σε περιοχές που ελέγχει το κράτος αλλά και σε αυτές που ελέγχουν οι ANSAs. Θα επιτρέψει η UNESCO στους εμπειρογνώμονες να προσεγγίσει τους ANSAs σε περιοχές συγκρούσεων;

Το αρχικό Σχέδιο Δράσης του Ιουνίου (σημ. 27) δεν προέβλεπε κάτι τέτοιο, παρά μόνο την εκπόνηση υλικού κατάρτισης και ευαισθητοποίησης προς χρήση των ανθρωπιστικών φορέων που αλληλεπιδρούν με τους ANSAs. Στη Διασυνοδική Συνάντηση του Σεπτεμβρίου (σημ. 28), η Βενεζουέλα εξέφρασε το φόβο ότι η προσέγγιση των ANSAs θα περιθωριοποιήσει τη θέση της κρατικής κυριαρχίας και ασφάλειας στο Διεθνές Δίκαιο. Ο Francesco Bandarin (σημ. 29) αντέτεινε ότι η UNESCO έχει προσεγγίσει ξανά τους ANSAs, π.χ. τους Ταλιμπάν το 2001 σχετικά με την καταστροφή στο Μπαμπιγιάν, και υπενθύμισε ότι και ο ίδιος είχε αποσταλεί στο Κονγκό για να προσεγγίσει τους αντάρτες.

Παρά τη διαβεβαίωση ότι δεν προβλέπεται άμεση επαφή (σημ. 30) κατά τη διάρκεια της γραπτής διαβούλευσης που ακολούθησε (σημ. 31) η Τουρκία, η Βραζιλία και η ομάδα GRULAC διέγραψαν τη δράση. Στη Διασυνοδική Συνάντηση του Φεβρουαρίου του 2017 (σημ. 32), τονίστηκε το καταστατικό δικαίωμα της UNESCO να προσφέρει υπηρεσίες «στα μέρη» της μη διεθνούς σύγκρουσης, «άμεσα ή έμμεσα μέσω ΜΚΟ». Στην ενημερωτική συνάντηση του Μαρτίου (σημ. 33), η Mechtild Rossler (σημ. 34) πρόσθεσε το τριπλό επιχείρημα: η επίμαχη δράση αντανακλά τις διατάξεις της Σύμβασης του 1954, την οποία η Τουρκία και οι ΗΠΑ έχουν επικυρώσει, είναι καθιερωμένη πολιτική των ΗΕ, και δεν επηρεάζει το νομικό καθεστώς των μερών στη σύγκρουση. Σε μια προσπάθεια να επιτευχθεί συναίνεση, πρότεινε να αφαιρεθεί η φράση «άμεσα ή έμμεσα μέσω ΜΚΟ». Εντυπωσιακά, στην αναφορά προόδου που υποβλήθηκε στις 24 Μαρτίου στην 201η Σύνοδο είχε αφαιρεθεί όχι μόνο η φράση, αλλά ολόκληρη η δράση (σημ. 35).

Επί του πρακτέου, η Geneva Call ήδη προσφέρει προγράμματα κατάρτισης για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς σε καιρό πολέμου, π.χ. σε ANSAs στη Συρία (σημ. 36), και έχει ήδη εκπονήσει μελέτη διερεύνησης σχετικά με το νομικό πλαίσιο και το είδος των δράσεων που μπορεί να αναλάβει η UNESCO σε σχέση με τους ANSAs, τους κινδύνους και τις ευκαιρίες που χαρακτηρίζουν ένα τέτοιο εγχείρημα (σημ. 37).

Β. Πρόταση για τη δημιουργία RRM

Τα κράτη μέλη της UNESCO κλήθηκαν να διαμορφώσουν μια Πρόταση για τη δημιουργία και λειτουργία του RRM. Η Πρόταση βασίστηκε εξ αρχής στην παραδοχή ότι, για να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα και η επάρκεια της αντίδρασης ο RRM θα έπρεπε να βασιστεί σε ένα Μητρώο (Roster) εθνικών εμπειρογνωμόνων που θα δημιουργήσει η UNESCO, από εμπειρογνώμονες του πολιτισμού, έτοιμους να αποσταλούν στο πεδίο.

Η UNESCO ήδη τηρεί μητρώα εμπειρογνωμόνων (σημ. 38): πολιτισμού, εκπαίδευσης, εξωτερικών σχέσεων, φυσικών επιστημών κ.ά. Το μητρώο πολιτισμού περιλαμβάνει ειδικότητες αρχαιολογίας, αρχιτεκτονικής, ιστορίας της τέχνης, συντήρησης, πολιτιστικής διαχείρισης κ.ά. Ορίζει (σημ. 39) τον «expert» ως έναν αναγνωρισμένο ειδικό με συγκεκριμένες δεξιότητες, εμπειρογνωμοσύνη ή γνώση, που συνάπτει μια σύμβαση με την UNESCO, για μια μικρή χρονική περίοδο, είτε λόγω της συμβουλευτικής του ικανότητας είτε για να παρέχει ένα προϊόν ή μια υπηρεσία. Προτρέπει τους υποψήφιους από όλες τις γεωγραφικές περιοχές να καταχωρήσουν το ενδιαφέρον τους στον οικείο σύνδεσμο (σημ. 40) προσφέροντας σχετικό οδηγό υποβολής αίτησης.

O εμπειρογνώμονας του RRM θα έχει το στάτους του «UNESCO expert» είτε συνάψει ατομική σύμβαση με την UNESCO, είτε διατεθεί μέσω δανεισμού (σημ. 41) (loan) από την κρατική υπηρεσία όπου εργάζεται, με την οποία θα διατηρήσει την εργασιακή του σχέση μεν, αλλά θα υπαχθεί, από ένα ως τρία χρόνια συνήθως, υπό τη λειτουργική και τεχνική επίβλεψη της UNESCO. Αυτό σημαίνει ότι οι εμπειρογνώμονες δεν μπορούν να ζητούν ή να δέχονται οδηγίες από άλλους φορείς, ούτε να συμμετέχουν σε ασυμβίβαστες προς τους όρους της σύμβασής τους δράσεις, αλλιώς ο εργοδότης τους πρέπει να αποζημιώσει την UNESCO ανάλογα. Σύμφωνα με την Πρόταση, θα τους ζητηθεί να επιβεβαιώνουν κάθε δύο χρόνια την ετοιμότητά τους να κινητοποιούνται εντός μικρού χρονικού διαστήματος, πιθανώς σε περιοχές που πλήττονται από συγκρούσεις ή φυσικές καταστροφές.

Η UNESCO ήδη αντλεί εμπειρογνώμονες από δύο «Stand-by» εταίρους, δηλαδή οργανώσεις που διατηρούν μεγάλα μητρώα πιστοποιημένου προσωπικού: τις ΜΚΟ Norwegian Refugee Council (NRC) και CANADEM (Canada’s Civil Reserve), με τις οποίες σύναψε συμφωνίες «Stand-by» το 2007 και το 2010 αντίστοιχα. Μετά από αίτημα της UNESCO, και αφού το εγκρίνει ο «Stand-by εταίρος», οι εμπειρογνώμονες κινητοποιούνται στα περιφερειακά γραφεία της UNESCO για να βοηθήσουν σε καταστάσεις μετά τη σύγκρουση ή τη φυσική καταστροφή (σημ. 42).

Ερωτήματα

Όσον αφορά στην επιλεξιμότητα των υποψηφίων, η αρχική Πρόταση (σημ. 43) προέβλεπε ότι το Μητρώο θα ήταν ανοιχτό για όλους, συμπεριλαμβανομένων εμπειρογνωμόνων από ΜΚΟ ή αποσπασμένων από κυβερνήσεις, μέσω μιας πρόσκλησης ενδιαφέροντος που θα απηύθυνε η UNESCO. Η διατύπωση αυτή εγκαταλείφθηκε σύντομα και το θέμα περιορίστηκε στο ότι οι υποψήφιοι θα είναι «εθνικοί» και η κινητοποίησή τους υποκείμενη μιας συμφωνίας μεταξύ της UNESCO και της κυβέρνησης της χώρας καταγωγής.

Τα παραπάνω έχουν ενδιαφέρον σε σχέση με μια επισήμανση του Καναδά, ότι πρέπει να γίνει σαφής διάκριση ανάμεσα στη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων από την αστυνομία ή το στρατό και αυτών που είναι πολίτες, κυρίως σε σχέση με αποστολές σε συγκρουσιακές καταστάσεις (σημ. 44). Σε όλες τις εκδοχές της Πρότασης εμφανίζεται η έμμεση απάντηση ότι οι εμπειρογνώμονες θα ασκούν καθήκοντα που σχετίζονται αποκλειστικά με την τεχνική ή νομική εξειδίκευσή τους, ανεξάρτητα αν στη χώρα τους ήταν πολίτες, στρατιωτικοί ή αστυνομικοί. Αυτό είναι σημαντικό, δεδομένου ότι υπάρχουν χώρες που ήδη έχουν συμπεριλάβει την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς στη στρατιωτική εκπαίδευση (σημ. 45), οπότε αναμένουμε να τροφοδοτήσουν τον RRM με στρατιωτικό προσωπικό.

Η Αυστρία, π.χ., ενσωματώνει την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς σε στρατιωτικές ντιρεκτίβες και έχει θεσμοθετήσει θέση «Αξιωματικού Συνδέσμου» (Liaison Officer: Military Cultural Property Protection), ενώ μέσω της Austrian Society for the Protection of Cultural Property, μιας ΜΚΟ της οποίας τα περισσότερα μέλη του διοικητικού συμβουλίου είναι αξιωματικοί του στρατού, διασφαλίζει δεξαμενή στρατιωτικής εμπειρογνωμοσύνης για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς (σημ. 46). Η Ολλανδία, επίσης (σημ. 47), διατηρεί μονάδα εφέδρων που στην πολιτική ζωή τους είναι επαγγελματίες του πολιτισμού, διαθέσιμοι όταν κληθούν να συνοδεύσουν τον ολλανδικό στρατό σε διεθνείς επιχειρήσεις.

Στην αναφορά προόδου του Μαρτίου (σημ. 48) αποσαφηνίστηκε ότι τα κριτήρια επιλογής θα διαμορφωθούν με τη βοήθεια μιας συμβουλευτικής επιτροπής από θεσμικούς εταίρους της UNESCO, όπως τα ICOM (σημ. 49), ICCROM, ICOMOS (σημ. 50) και ICBS (σημ. 51). Οι επιθυμητές ικανότητες δεν θα περιορίζονται στις γνώσεις και τις δεξιότητες μέσα σε μια ειδική γνωστική περιοχή της προστασίας του πολιτισμού, αλλά θα περιλαμβάνουν ικανότητα εργασίας σε πολυπολιτισμικό περιβάλλον σε καταστάσεις κρίσεων, με προκλήσεις ασφαλείας. Ειδική προσοχή θα δοθεί στη διασφάλιση της πολυμορφίας χαρακτηριστικών, εθνικότητας,  περιφερειακής εμπειρίας, γλωσσικών ικανοτήτων, φύλου.

Ποιος ο ρόλος των κρατών μελών στη στελέχωση του RRM; Κάποια κράτη εκδήλωσαν την επιθυμία να έχουν ρόλο στη διαδικασία επιλογής: η Γαλλία επισήμανε ότι πρέπει να ζητηθεί η γνώμη των κρατών για το σχεδιασμό του προφίλ, η Μαδαγασκάρη ότι το Μητρώο πρέπει να στελεχωθεί βάσει προτάσεων των κρατών μελών (σημ. 52), η Εσθονία ότι τα κράτη πρέπει να γνωρίζουν αν μπορούν ή όχι να διορίζουν τους εμπειρογνώμονές τους στο Μητρώο. Η Κίνα άφησε να εννοηθεί ότι θα ορίσει εκείνη τους εμπειρογνώμονές της που θα συμμετάσχουν στη γνωμοδοτική επιτροπή ή στο Μητρώο, η Ελλάδα δήλωσε ότι σε συμμόρφωση του ΣΑΗΕ 2199 (2015) έχει ήδη δημιουργήσει Μητρώο (σημ. 53).

Στην παραπάνω δράση προβλέπεται, επίσης, ότι ο RRM θα οικοδομεί πάνω στο «Memorandum of Understanding» (σημ. 54) που υπογράφηκε μεταξύ της UNESCO και της ιταλικής κυβέρνησης στις 16 Φεβρουαρίου 2016. Με το Μνημόνιο αυτό, δημιουργήθηκε η «Italian Task Force» (σημ. 55) ως RRM από εμπειρογνώμονες και εξειδικευμένους αξιωματικούς που ανήκουν στο Σώμα των καραμπινιέρων που είναι υπεύθυνο για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς (Comando Carabinieri Tutela Patrimonio Culturale), με καθήκοντα (σημ. 56) σύμφωνα με αυτά που ορίζει η Πρόταση. Η ιταλική κυβέρνηση θα ορίσει ένα Εστιακό Σημείο (Focal Point) ως σύνδεσμο της «Italian Task Force» με την UNESCO (σημ. 57). Ωστόσο, οι λεπτομερείς επιχειρησιακές και διοικητικές διαδικασίες θα καθοριστούν σε επικείμενη ξεχωριστή συμφωνία.

Μετά από αίτημα της Ιταλίας, συμπεριλήφθηκε στην Πρόταση του Μαρτίου (σημ. 58) ότι θα υπάρχει δυνατότητα κινητοποίησης όχι μόνο μεμονωμένων ατόμων αλλά και ομάδων, μέσω εταιρικών συμφωνιών με κυβερνήσεις. Επομένως, υποθέτουμε ότι η Ιταλία θα έχει τον έλεγχο της επιλογής, κατάρτισης και διατήρησης της «Italian Task Force», η οποία θα μπορεί να κινητοποιείται ως ομάδα μετά από εντολή της UNESCO και ίσως αυτό τελικά θα είναι το πρότυπο για τη δημιουργία και τη λειτουργία εθνικών RRM.

Πότε και για πόσο θα κινητοποιούνται οι εμπειρογνώμονες; Η Πρόταση προβλέπει ότι θα συμμετέχουν σε όλες τις φάσεις κρίσεων που συνδέονται με ένοπλες συγκρούσεις ή/και φυσικές καταστροφές. Η Ισπανία επισήμανε (σημ. 59) ότι «είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς μπορεί (ο RRM) να προστατεύει τον πολιτισμό στο απόγειο της σύγκρουσης». Οι ΗΠΑ δεν θεώρησαν σωστό να κινητοποιείται ο RRM αδιάκριτα, τόσο σε μη επικίνδυνες καταστάσεις φυσικών καταστροφών, όσο και σε εξαιρετικά επικίνδυνες καταστάσεις πριν και κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης. Ως διαφορετικά περιβάλλοντα ασφαλείας, απαιτούν διαφορετικούς τύπους εκπαίδευσης (σημ. 60). Η αναφορά στις φυσικές καταστροφές παρέμεινε στην αναφορά προόδου του Μαρτίου (σημ. 61), με το σκεπτικό ότι η UNESCO έχει γίνει δέκτης πολλών αιτημάτων βοήθειας, ανέπτυξε σχετική εμπειρία και ότι η κινητοποίηση σε καταστάσεις φυσικών καταστροφών είναι μέρος της ολοκληρωμένης της προσέγγισης.

Σε ποιου τα αιτήματα θα κινητοποιείται ο RRM; Καταρχάς η UNESCO θα μπορεί να κινητοποιήσει τον RRM μετά από αίτημα των εθνικών αρχών και σε συνεννόηση μαζί τους. Αυτή η επισήμανση, παρότι είναι η συνήθης πρακτική της UNESCO, τονίστηκε από πολλά κράτη, σε όλη τη διάρκεια της διαβούλευσης.

Δεύτερον, μετά από εντολή του ΣΑΗΕ, στο πλαίσιο μιας ειρηνευτικής αποστολής που η εντολή της συμπεριλαμβάνει την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και απαιτεί από την UNESCO να βοηθήσει, π.χ. όπως προβλέπει η εντολή της MINUSMA στο Μάλι.

Τρίτον, η πιθανότητα κινητοποίησης του RRM στο πλαίσιο αποστολών της ΕΕ, του ΟΑΣΕ ή του ΝΑΤΟ ελαχιστοποιήθηκε. Ήδη από την πρώτη Διασυνοδική Συνάντηση (σημ. 62), τον Φεβρουάριο του 2016, ο Bandarin είχε επισημάνει ότι η ανάπτυξη εταιρικής σχέσης με το ΝΑΤΟ ήταν στους στόχους της UNESCO, ακολούθως συμπεριλήφθηκε σχετική αναφορά (δράση 27) στο αρχικό Σχέδιο Δράσης τον Ιούνιο (σημ. 63). Η Φινλανδία τον Ιούλιο (σημ. 64) πρότεινε να διερευνηθεί η πιθανότητα συνεργασίας με το ΝΑΤΟ, την ΕΕ, τον ΟΑΣΕ. Στην αναφορά προόδου του Αυγούστου (σημ. 65) αναφέρθηκε ότι η UNESCO είχε διερευνητικές επαφές με το ΝΑΤΟ για πιθανή συνεργασία και στο αναθεωρημένο σχέδιο που υποβλήθηκε για διαβούλευση τον Οκτώβριο (σημ. 66) προβλέφθηκε η αποστολή των εμπειρογνωμόνων στο πλαίσιο των αποστολών του ΝΑΤΟ, της ΕΕ, του ΟΑΣΕ.

Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της δεύτερης διαβούλευσης (σημ. 67) που ακολούθησε, η Βραζιλία και η ομάδα GRULAC υποστήριξαν ότι «η συμμετοχή σε στρατιωτικές επιχειρήσεις διεθνών οργανισμών ή συνασπισμών που επιχειρούν έξω από το σύστημα των ΗΕ και δεν έχουν σαφή αρμοδιότητα, εντολή και επίβλεψη από το ΣΑΗΕ, πρέπει να αποφεύγεται». Με τη Γαλλία στο ίδιο μήκος κύματος, κάθε σχετική αναφορά εξαφανίστηκε από την αναφορά προόδου του Μαρτίου (σημ. 68).

Θα είναι αρκετά προετοιμασμένοι οι εμπειρογνώμονες για να ανταπεξέλθουν στις προκλήσεις ασφαλείας; Η Πρόταση προβλέπει ότι θα παρακολουθήσουν εισαγωγικά και ειδικά μαθήματα για θεσμικά θέματα, το πλαίσιο ασφαλείας της χώρας προορισμού, και για διαδικασίες στις οποίες θα συμβάλουν, όπως το PDNA for Culture (σημ. 69). Επίσης, τα διαδικτυακά μαθήματα των ΗΕ για την ασφάλεια και ειδική ενημέρωση στο πεδίο. Η κινητοποίησή τους απαιτεί ευθυγράμμιση με τις τυπικές διοικητικές διαδικασίες των ΗΕ.

Η Φινλανδία εξέφρασε την επιφύλαξή της για την επάρκεια των διαδικτυακών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αντ’ αυτών πρότεινε τα πιστοποιημένα από το ENTRi (σημ. 70) προγράμματα κατάρτισης HEAT (σημ. 71) και με το ρεαλιστικό επιχείρημα ότι η καλή εκπαίδευση κοστίζει, πρότεινε να αναλάβουν τα ίδια τα κράτη την ευθύνη κατάρτισης των εμπειρογνωμόνων τους πριν από την αποστολή (σημ. 72). Επομένως, τουλάχιστον οι χώρες των οποίων τα εκπαιδευτικά κέντρα διαχείρισης κρίσεων είναι εταίροι υλοποίησης του ENTRi, όπως π.χ. η Φινλανδία, η Αυστρία, η Ιταλία, η Ολλανδία κ.λπ., έχουν προηγμένη ικανότητα και εμπειρία που συνδέεται και με την ενεργή συμμετοχή τους σε διεθνείς αποστολές διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, του ΟΑΣΕ ή σε ειρηνευτικές αποστολές των ΗΕ (σημ. 73).

Ποιος θα οργανώσει την αποστολή; Η UNESCO θα λάβει την απόφαση να κινητοποιήσει τους εμπειρογνώμονες, δεν είναι σαφές όμως αν θα διοργανώνει τις αποστολές. Αν το κάνει, θα πρέπει είτε να συνάψει ένα συμφωνητικό (consultant contract) απευθείας με μεμονωμένους εμπειρογνώμονες, αναλαμβάνοντας όλες τις δαπάνες, είτε μια συμφωνία δανεισμού (loan agreement) με μια κυβέρνηση προκειμένου να της προμηθεύσει προσωπικό. Ωστόσο, τα κράτη μέλη έχουν σοβαρές επιφυλάξεις για την ικανότητα της UNESCO να προστατεύσει και να καταρτίσει σωστά και επαρκώς τους εμπειρογνώμονες που θα αποσταλούν σε εμπόλεμες ζώνες.

Η περίπτωση της «Italian Task Force» ως ολοκληρωμένη ομάδα από επαγγελματίες της πολιτιστικής κληρονομιάς και εξειδικευμένη στρατιωτικοποιημένη αστυνομία, φαίνεται να είναι ιδανικό πρότυπο. Οι καραμπινιέροι υπάγονται λειτουργικά στο ιταλικό υπουργείο πολιτισμού και, μεταξύ άλλων, έχουν εμπειρία σε διεθνείς αποστολές, διαθέτουν προηγμένα μέσα για την πρόληψη της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών και έγκυρα προγράμματα κατάρτισης για διαχείριση κρίσεων (σημ. 74). Αν είναι η ιταλική κυβέρνηση που θα οργανώσει την αποστολή, θα το κάνει μάλλον μέσω μιας εταιρικής συμφωνίας «Stand-by», δηλαδή θα κινητοποιεί, μετά από εντολή της UNESCO, την «task force» ως ομάδα, και θα έχει την οργανωτική και οικονομική ευθύνη της επιχείρησης.

Ο Καναδάς πρότεινε (σημ. 75) ότι ένας έμπειρος «Stand-by» εταίρος θα μπορούσε να αναλάβει όχι μόνο τη διαδικασία επιλογής και κινητοποίησης των εμπειρογνωμόνων, αλλά και την οργάνωση της αποστολής. Δεδομένου ότι το CANADEM, εμβληματική πρωτοβουλία (1996) του καναδού ΥΠΕΞ, Lloyd Axworthy, στο πλαίσιο μιας πολιτικής προώθησης του Καναδά στην πρώτη γραμμή υπεράσπισης της «ανθρώπινης ασφάλειας» μέσω τροφοδότησης των ειρηνευτικών αποστολών των ΗΕ (σημ. 76), πολιτική που φαίνεται να επανέρχεται με την κυβέρνηση Trudeau (σημ. 77), θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η πρόταση αυτή, αναδεικνύει την αξία του RRM στην προώθηση στόχων εξωτερικής πολιτικής.

Επίλογος

Η δημιουργία και η διατήρηση ενός RRM για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς σε ένοπλες συγκρούσεις είναι θέμα που εγείρει γόνιμα ερωτήματα. Κυρίως την ανάγκη συνεργασίας με το στρατό, είτε μέσω της εκπαίδευσής του είτε μέσω της συνύπαρξης μαζί του σε μια πολυδιάστατη αποστολή. Η «ενσωμάτωση» αρχαιολόγων στις στρατιωτικές δυνάμεις που εισέβαλαν στο Ιράκ το 2003 προκάλεσε κριτική, κυρίως με το επιχείρημα ότι οι επαγγελματίες του πολιτισμού δεν πρέπει να δρουν σε ένα αφηρημένο και απολίτικο πλαίσιο διάσωσης του πολιτισμού, αλλά ως ενεργοί πολίτες να εξετάζουν κατά πόσο είναι νόμιμο το εγχείρημα στο οποίο συμμετέχουν (σημ. 78). Το «φάντασμα» της μη εξουσιοδοτημένης από το ΣΑΗΕ επέμβασης στο Ιράκ το 2003 φαίνεται πως εξηγεί την επιμονή των κρατών στην τήρηση τριών προϋποθέσεων: ότι η κινητοποίηση των εμπειρογνωμόνων νομιμοποιείται μόνο μετά από σχετικό αίτημα κράτους μέλους, σε πλήρη διαβούλευση με αυτό, και με ρητή εντολή του ΣΑΗΕ.

Υπό αυτή την έννοια, το «momentum» είναι πιο ευνοϊκό από ποτέ. Το ΣΑΗΕ όχι μόνο έχει αναγνωρίσει με το ψήφισμα 2199 (2015) την παράνομη εμπορία πολιτιστικών αγαθών ως μια από τις απειλές διεθνούς ασφάλειας που θέτουν οι τρομοκρατικές οργανώσεις στη Συρία και το Ιράκ, αλλά και έχει αφιερώσει για πρώτη φορά ένα ψήφισμα, το 2347 (2017), εξ ολοκλήρου στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς σε καιρό συγκρούσεων, χωρίς να περιορίζεται στη Μέση Ανατολή ή μόνο στις τρομοκρατικές οργανώσεις. Ως εκ τούτου, ο RRM γίνεται αντιληπτός όχι μόνο στο πλαίσιο συμμόρφωσης προς τις Συμβάσεις της UNESCO, αλλά προς τις αποφάσεις του ΣΑΗΕ, οι οποίες είναι εκτελεστές από όλα τα κράτη μέλη.

Το ψήφισμα ΣΑΗΕ 2347 (2017) προβλέπει ότι τα κράτη φέρουν την πρωταρχική ευθύνη προστασίας της κληρονομιάς τους (παρ. 5), καλεί τη διεθνή κοινότητα να προσφέρει βοήθεια σε όσα κράτη τη ζητήσουν (παρ. 6) και επιβεβαιώνει (άρθρο 19) ότι οι ειρηνευτικές αποστολές των ΗΕ μπορεί να περιλαμβάνουν την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς στην εντολή τους, σε συνεργασία με την UNESCO.

Τι συμπεραίνουμε; Αφότου έγινε αποδεκτό ότι ένας σοβαρός παράγοντας χρηματοδότησης της τρομοκρατίας είναι οι χώρες της «αγοράς», το ΣΑΗΕ προσανατολίστηκε στην ενίσχυση διεθνούς συνεργασίας και εθνικών ικανοτήτων καταπολέμησης της παράνομης διακίνησης  πολιτιστικών αγαθών, που χρηματοδοτεί την τρομοκρατία. Ουσιαστικά, ενίσχυσε εντυπωσιακά τη συμμόρφωση των κρατών προς τις Συμβάσεις της UNESCO, η οποία από μόνη της δεν έχει επαρκή μέσα για να το κάνει.

Δεύτερον, το ψήφισμα 2347 αφιερώνει μόνο μια μικρή παράγραφο στη ένταξη της προστασίας των πολιτιστικών αγαθών στην εντολή των ειρηνευτικών αποστολών των ΗΕ. Στο ίδιο πνεύμα, το παράδειγμα της MINUSMA, αν και αναφέρεται στη Στρατηγική και το Σχέδιο Δράσης ως επιτυχημένο προηγούμενο, καταλήγει σχεδόν ακατέργαστη παράγραφος στην αναφορά προόδου του Μαρτίου (σημ. 79). Εκτιμούμε πως η συμμετοχή του RRM σε μια τέτοια αποστολή απαιτεί ξεχωριστή ανάλυση, που θα λαμβάνει υπόψη αφενός τις προκλήσεις που θέτει κάτι τέτοιο στην ισορροπία ισχύος των κρατών που επηρεάζουν τις αποφάσεις στο ΣΑΗΕ, και αφετέρου τη φύση, την οργάνωση και τους σκοπούς των σύγχρονων πολυδιάστατων ειρηνευτικών αποστολών των ΗΕ.

Συνοψίζοντας, η δράση του RRM μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να απομακρύνεται από την έως τώρα συνήθη πρακτική της UNESCO. Μένει να δούμε σε ποιο σχήμα και υπό ποια οργανωτική διαχείριση θα κινητοποιείται στις χώρες που πλήττονται από συγκρούσεις ή φυσικές καταστροφές. Η UNESCO θα αντλεί πλέον από τα υπό διαμόρφωση μητρώα των κρατών, πράγμα που θα αναδείξει τα ειδικά εθνικά και περιφερειακά συμφέροντα αλλά και τα όριά της ως διακυβερνητικής οργάνωσης. Τέλος, η υπαναχώρηση από τη συμμετοχή σε αποστολές του ΝΑΤΟ, της ΕΕ, του ΟΑΣΑ χρειάζεται ξεχωριστή προσοχή, καθώς καθένας από αυτούς τους οργανισμούς επανεξετάζει το ρόλο του πολιτισμού στην εξωτερική πολιτική (σημ. 80) και τις διεθνείς αποστολές (σημ. 81) του.

 

Βασιλική Γεωργοπούλου

Απόφοιτος ΠΜΣ «Πολιτικές, οικονομικές και διεθνείς σχέσεις στη Μεσόγειο» Πανεπιστημίου Αιγαίου, ΥΝΜΤΕ Δωδεκανήσου

Ελένη Παπαβασιλείου

Αρχαιολόγος, ΕΦΑ Δωδεκανήσου

 

Πηγές εικόνων

Εικ. 1. Elias Manuel. The Security Council unanimously adopts resolution 2347 (2017), condemning the unlawful destruction of cultural heritage in the context of armed conflicts, notably by terrorist groups. 2017. UN Photo. Πρόσβαση 9 Απριλίου 2017. http://www.un.org/apps/news/story.asp?NewsID=56428#.WPUMOWclEuU.

Εικ. 2. http://unpeacekeepers.tumblr.com/post/158711511184/un-peacekeeping-mission-in-mali-minusma-works. Πρόσβαση 9 Απριλίου 2017.