Οι εργασίες στη γραμμή C του μετρό της Ρώμης δεν σταματούν να φέρνουν στο φως εκπληκτικά αρχαιολογικά ευρήματα. Έπειτα από την ανακάλυψη ενός εξαιρετικά διατηρημένου ρωμαϊκού στρατώνα, τώρα οι εκσκαφικές εργασίες στη διασταύρωση μεταξύ των οδών Φερατέλα και Αραντάμ έφεραν στο φως ένα εύρημα εφάμιλλο της Πομπηίας: αποκαλύφθηκε μία ξύλινη κατοικία, που διάφορα δομικά στοιχεία της «πέτρωσαν» και διατηρήθηκαν σχεδόν άθικτα έπειτα από μία πυρκαγιά που την κατέστρεψε, αλλά κυρίως μεγάλη εντύπωση προξενούν τα διάφορα τμήματα από έπιπλα, καθώς και το δάπεδο με τα απαράμιλλης αισθητικής ψηφιδωτά, μνημεία εξαιρετικής σημασίας για την ιστορία της αρχαίας Ρώμης.

Ιδιαίτερη αίσθηση προκαλεί επίσης κι η ανακάλυψη εντός της κατεστραμμένης οικίας και των σκελετών ενός σκύλου και του κουταβιού του, ή όπως προτείνουν κάποιοι ενός γάτου -γεγονός που απομένει να διαπιστωθεί επιστημονικά.

Στις εργασίες στο σκάμμα του μετρό που πραγματοποιεί η αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων υπό τον καθηγητή Φραντσέσκο Προσπερέτι, έρχονται σταδιακά στο φως νέα στοιχεία για τις οικοδομικές τεχνικές των ρωμαϊκών κατοικιών, αλλά και της κατασκευής επίπλων στη Μέση Αυτοκρατορική εποχή. Εξίσου σημαντική είναι για τους αρχαιολόγους η γνώση που αποκτούν για την επιλογή των υλικών – ιδίως των τύπων της ξυλείας. Κυρίως επειδή το ξύλο αποτελεί ένα ιδιαίτερα φθαρτό υλικό, το οποίο μπορεί να διατηρηθεί μόνο υπό συγκεκριμένες συνθήκες, κλιματικές και περιβαλλοντικές. Τέτοιες όπως αυτές που ευνόησαν τη διατήρησή του στην Πομπηία και το Ερκολάνο.

Η ευρύτερη περιοχή των ανασκαφών, υπό τη Σιμόνα Σιμονέτα, εκτείνεται στη νότια πλευρά των υπωρειών του λόφου Τσέλιο, όπου ήταν κτισμένες οι πολυτελείς επαύλεις στην Αυτοκρατορική εποχή, καθώς και μία σειρά από στρατιωτικά κτήρια – όπως ο στρατώνας που ήλθε πρόσφατα στο φως στην οδό Ιπονάτεο.

Οι ανασκαφές, που ξεκίνησαν υπό το φως των ευρημάτων στη γραμμή του μετρό τον Δεκέμβριο του 2016, έφεραν στην επιφάνεια σημαντικό αριθμό τεκμηρίων της εποχής του Τιβερίου (αρχές 2ου αι. μ.Χ.). Όμως είναι η ανακάλυψη του εκπληκτικού αυτού δαπέδου, στις 23 Μαΐου, που προκάλεσε τον ενθουσιασμό των αρχαιολόγων. Και τούτο γιατί στο ανώτερο στρώμα του σκάμματος εντοπίστηκε το δάπεδο του άνω ορόφου με ασπρόμαυρο ψηφιδωτό και τμήματα με το λευκό επίχρισμα των τοίχων και της οροφής του. Η πυρκαγιά διατήρησε τις εγκάρσιες δοκούς, που αποτελούσαν τις αντηρίδες για να τοποθετηθούν τα τοιχία και το δάπεδο από καλάμια που πάνω τους εφαρμοζόταν το επίχρισμα.

Επιπλέον, έχουν αποκαλυφθεί τμήματα που σχετίζονται με τα ξύλινα στηρίγματα της κατασκευής του δαπέδου, το λεγόμενο contignatio, το οποίο περιγράφεται από τον Βιτρούβιο: μια μεγάλη δοκός οροφής, η οποία διατηρεί είτε τις επαμείβουσες για την εισαγωγή των εγκάρσιων δοκών, είτε τις μεγάλες σιδερένιες κάρφους στήριξης.

Σε ορισμένα τμήματα είναι εμφανή τα σημάδια της εκλεπτυσμένης εργασίας ενός ικανού μαραγκού. Τα τμήματα από την επιπλοποιΐα της κατοικίας είναι επίσης αξιοθαύμαστα. Αποκαλύφθηκαν τα πόδια ενός σκαμνιού, ή ενός τραπεζιού, όπως και άλλων βαρύτερων επίπλων και ντουλαπιών, καθώς και τμήματα που παραπέμπουν σε ξύλινο κάγκελο σκάλας. Τέλος, βρέθηκε ένα μεγάλο τραπέζι και ένα παραπέτο με ίχνη του υαλοπίνακα του παραθύρου.

Όσον αφορά το κατεξοχήν δάπεδο του ισογείου της οικίας, που κατέρρευσε λόγω της πυρκαγιάς, αποκαλύφθηκε ένας τοίχος με μία νωπογραφία γραμμικής τεχνοτροπίας, με φυτικά μοτίβα πάνω σε λευκό φόντο, που χρονολογείται από τις αρχές του 3ου αιώνα.

Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών αποκαλύφθηκαν και οι σκελετοί δύο ζώων, ενός σκύλου κι ενός μικρότερου ζώου, ίσως του κουταβιού του, ή ενός γάτου. Ο σκύλος βρισκόταν κουλουριασμένος κοντά σε μία από τις πόρτες του σπιτιού, πιθανότατα παγιδεύτηκε εκεί από την πυρκαγιά, δείγμα ότι η κατοικία δεν κατεδαφίστηκε, αλλά κατέρρευσε απότομα.

Εκείνο που προκαλεί μεγάλο θαυμασμό, εντούτοις, είναι ένα ψηφιδωτό, που αποτελείται από μαυρόασπρες ψηφίδες, που συνθέτουν κυματοειδή σχήματα και καρδιόσχημες παραστάσεις.

Οι υποθέσεις για τη χρήση του κτηρίου είναι διχασμένες: είτε πρόκειται για τμήμα της παρακείμενης στρατιωτικής εγκατάστασης, γεγονός που δικαιολογεί τα βαθιά ίχνη και τις μακριές χαραγματιές στο πάτωμα, ίσως τμήμα των λουτρών, όπως μαρτυρεί και η προσεγμένη διακόσμηση, είτε πρόκειται για μία αριστοκρατική έπαυλη, όπως τα αντίστοιχα domi στις υπώρειες του Τσέλιο (π.χ. το γνωστό domus Valerii σε κοντινή απόσταση). Καθώς οι ανασκαφές θα συνεχιστούν σε βάθος άλλων τεσσάρων μέτρων, ώστε να εξαντλήσουν το περιθώριο της έρευνας, δεν αποκλείονται κι άλλα ευρήματα που θα ρίξουν επιπλέον φως στο ένδοξο παρελθόν της Ρώμης.