Ο εμβληματικός και διαπολιτισμικός χαρακτήρας της Ροτόντας, μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, και η σημασία φιλοξενίας στη Θεσσαλονίκη 70 εκπροσώπων Εθνικών Επιτροπών του οργανισμού από 35 χώρες της Ευρώπης και από τον Καναδά τονίστηκε στην εναρκτήρια εκδήλωση της Ετήσιας Συνάντησης του Ευρωπαϊκού Δικτύου UNESCO.

Την έναρξη της 3ης Ετήσιας Άτυπης Συνάντησης των Εθνικών Επιτροπών του Ευρωπαϊκού Δικτύου UNESCO κήρυξαν στη Ροτόντα η πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής για την UNESCO, Αικατερίνη Τζιτζικώστα, και ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής της UNESCO για θέματα Εξωτερικών Σχέσεων, Έρικ Φαλτ.

Βασικός στόχος της Ετήσιας Συνάντησης του Ευρωπαϊκού Δικτύου της UNESCO στη Θεσσαλονίκη είναι η τόνωση της συνεργασίας των μελών του Δικτύου τόσο μεταξύ τους όσο και με πολυάριθμα Δίκτυα της UNESCO και την κοινωνία των πολιτών, καθώς και ο σχεδιασμός κοινών πρωτοβουλιών και η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών στα πεδία της εκπαίδευσης, του πολιτισμού, των επιστημών και της επικοινωνίας. Απώτερος στόχος της συνάντησης είναι η συμβολή των Εθνικών Επιτροπών στην αποτελεσματικότερη και ποιοτικότερη υλοποίηση των αποστολών του διεθνούς οργανισμού, υπογράμμισε η κα Τζιτζικώστα.

H UNESCO είναι ο μοναδικός οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών που διαθέτει Δίκτυο Εθνικών Επιτροπών σε 155 κράτη–μέλη, τονίζοντας ότι προτεραιότητες του οργανισμού είναι η προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, υλικής ή άυλης, η διασφάλιση της εκπαίδευσης για όλους, η ελευθερία της έκφρασης, ο διαπολιτισμικός διάλογος, η προσέγγιση των πολιτισμών, η βιώσιμη ανάπτυξη, η ισότητα των φύλων με μεγάλη έμφαση στη νεολαία. Αυτές οι προτεραιότητες βρίσκονται στο επίκεντρο της αποστολής των Εθνικών Επιτροπών της UNESCO, τόνισε.

Την ολοένα και αυξανόμενη ευαισθητοποίηση των πολιτών της χώρας ως προς την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, παρά την οικονομική κρίση, ίσως και εξαιτίας της, καθώς και ως προς τη σύνδεση της πολιτιστικής κληρονομιάς, της προστασίας του περιβάλλοντος και της βιώσιμης ανάπτυξης τόνισε η υπουργός Πολιτισμού, Λυδία Κονιόρδου.

Η ευαισθητοποίηση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική σήμερα ενόψει των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, αλλά και χώρες που βάλλονται από ένοπλες συρράξεις. Η συμβολή της UNESCO στον τομέα αυτό είναι καθοριστικής σημασίας, επισήμανε.

Ιδιαίτερη αναφορά έκανε σε δύο πρόσφατες ελληνικές επιτυχίες, στην εγγραφή του Παπύρου του Δερβενίου στον διεθνή κατάλογο του προγράμματος της UNESCO Μνήμη του Κόσμου και τη συμπερίληψη του αρχαιολογικού χώρου των Φιλίππων στον κατάλογο των μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς.

Ο Πάπυρος του Δερβενίου είναι ένα μοναδικό εύρημα, με το οποίο μας φιλοδώρισε ο συγκεκριμένος τόπος. Από αυτόν τον Πάπυρο έγινε κατανοητή η μελέτη της αρχαίας ελληνικής θρησκείας και φιλοσοφίας. Η φιλοσοφική έκθεση του άγνωστου συγγραφέα σχετικά με τη Γέννηση των Θεών αντικατοπτρίζει την προσπάθεια και την επιθυμία του ανθρώπου να κατανοήσει τον κόσμο και την ανάγκη του να ανήκει σε μία κοινωνία με κοινώς παραδεκτούς κανόνες και αντανακλά την ανθρώπινη αγωνία για το τέλος της ζωής, όπως αναφέρεται από τον Διακυβερνητικό Οργανισμό της UNESCO, κάτι που επιβεβαιώνει τον οικουμενικό χαρακτήρα του έργου, είπε η υπουργός Πολιτισμού.

Αναφερόμενη στον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων υπογράμμισε ότι είναι ένας από τους σημαντικότερους και πληρέστερους της Βόρειας Ελλάδας με πλήθος μνημείων που συνδέονται με τη διαχρονική εξέλιξη της πόλης από την Ελληνιστική περίοδο μέχρι τα ύστερα βυζαντινά χρόνια.

«Ο κατάλογος Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO αριθμεί πλέον 18 εγγραφές από την Ελλάδα. Ευελπιστούμε πως σύντομα ακόμα περισσότερα μνημειακά συγκροτήματα θα ενταχθούν στον κατάλογο της UNESCO» σημείωσε.

«Η Ευρώπη γίνεται ισχυρότερη, όταν ακολουθεί τις επιθυμίες των λαών της απέναντι σε γραφειοκρατικές και απρόσωπες διαδικασίες και οι Εθνικές Επιτροπές της UNESCO συνιστούν παράδειγμα ουσιαστικής και γόνιμης διαμεσολάβησης ανάμεσα στους λαούς και στους διεθνείς οργανισμούς, παράδειγμα από το οποίο οφείλουμε να διδαχθούμε» τόνισε ο υφυπουργός Εξωτερικών Γιάννης Αμανατίδης.

«Η παρουσία των εκπροσώπων των Εθνικών Επιτροπών της UNESCO θέτει τη Θεσσαλονίκη στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών εξελίξεων, η σχέση ωστόσο της πόλης μας με το διεθνή οργανισμό της UNESCO είναι βαθιά και ουσιαστική» είπε σημειώνοντας ότι με την υποστήριξη των Εθνικών Επιτροπών του οργανισμού η Θεσσαλονίκη φιλοξενεί το Κέντρο UNESCO για τις Γυναίκες και την Ειρήνη στα Βαλκάνια, έχει επιτύχει την ένταξη παλαιοχριστιανικών και βυζαντινών μνημείων της πόλης στην Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά της UNESCO, ενώ απέκτησε πρόσφατα Κέντρο UNESCO για την «Ολοκληρωμένη Διαχείριση Υδάτων» στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Σκοπός και ουσία της ύπαρξης της UNESCΟ είναι η υπεράσπιση των κοινών αξιών, των ιδεωδών όλων των πολιτισμών, τόνισε η υφυπουργός Μακεδονίας-Θράκης Μαρία Κόλλια-Τσαρουχά και συνέδεσε τη συνάντηση της UNESCO και το μήνυμά της με τις προσπάθειες που κάνει η χώρα μας σήμερα. «Δεν αναζητούμε απλά και μόνο μία οικονομική διέξοδο από την κρίση, υπερασπιζόμαστε ταυτόχρονα τα βασικά στοιχεία του ευρωπαϊκού ιδεώδους και του ευρωπαϊκού κεκτημένου» επισήμανε.

Ο περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας Απόστολος Τζιτζικώστας τόνισε ότι η συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Δικτύου της UNESCO είναι πολύ σημαντική συνάντηση. «Ως Περιφέρεια στηρίζουμε αυτές τις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης, διότι πιστεύουμε ότι μέσα από τέτοιες εκδηλώσεις, υψηλής προστιθέμενης αξίας, μπορούμε να παρουσιάσουμε το πολιτιστικό και τουριστικό προϊόν της περιοχής μας σε όλο τον κόσμο».

Ο κ. Τζιτζικώστας εκτίμησε ότι ο πολιτιστικός τουρισμός θα αυξηθεί στην Κεντρική Μακεδονία περισσότερο και από τον κλασικό τουρισμό και έθεσε ως στόχο του την ένταξη της Αμφίπολης στον κατάλογο των μνημείων της UNESCΟ.

Η πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Θεσσαλονίκης, Καλυψώ Γούλα, είπε ότι η συνάντηση θα βοηθήσει στην ανάδειξη του πολυπολιτισμικού χαρακτήρα της πόλης και ότι το όραμα του δημάρχου, Γιάννη Μπουτάρη, και όλων των πολιτών είναι η πόλη να είναι συνέχεια στον ευρωπαϊκό και στον διεθνή χάρτη.

Στις σημερινές συνθήκες αβεβαιότητας και προκλήσεων πρέπει να κοιτάμε πίσω στην κοινή μας ιστορία και να ανακαλούμε στη μνήμη όλα τα σημαντικά μαθήματα που μας δίδαξε το παρελθόν, τόνισε ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής της UNESCO για θέματα Εξωτερικών Σχέσεων. Ευχήθηκε καλή επιτυχία στους συμμετέχοντες στις εργασίες της συνάντησης και είπε ότι ανυπομονεί να επιστρέψει στη χώρα μας, στις 23 Απριλίου του 2018, στην Αθήνα, η οποία θα είναι Παγκόσμια Πρωτεύουσα Βιβλίου της UNESCO (World Book Capital).