Η προσωρινή έκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου Ρεθύμνου εντυπωσίασε τους Έλληνες και ξένους επισκέπτες, οι οποίοι παρευρέθηκαν στα εγκαίνιά της που έγιναν τη Δευτέρα 8 Αυγούστου 2016 από τον Υπουργό Πολιτισμού, Αριστείδη Μπαλτά.

«Το Ρέθυμνο διαθέτει τεράστιο πλούτο από όλες τις εποχές της ελληνικής ιστορίας και για το λόγο αυτό έχει πραγματική ανάγκη για ένα καινούργιο, νέο σύγχρονο Μουσείο» δήλωσε ο Υπουργός στην ομιλία του. «Το Αρχαιολογικό Μουσείο που στεγάζει την προσωρινή έκθεση και που σήμερα εγκαινιάζουμε, είναι ένα κάλεσμα για να γίνει το μόνιμο και πιστεύω πως όλος ο κόσμος αρχίζει και καταλαβαίνει ότι ο τουρισμός, ο πολιτισμός, η ανάπτυξη, όλες οι πλευρές της σύγχρονης ζωής, συνομιλούν ενεργά με τον αρχαίο κόσμο, τον κόσμο της κληρονομιάς μας και αν αυτά τα συνειδητοποιήσουμε, καταλαβαίνουμε τότε σε ποια χώρα ζούμε και το τι μπορούμε να κάνουμε για να πετύχουμε» ανέφερε επίσης ο κ. Μπαλτάς.

Αμέσως μετά την τελετή, οι πόρτες του ναού του Αγίου Φραγκίσκου, που θα φιλοξενήσει την προσωρινή έκθεση έως τη δημιουργία του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Ρεθύμνου, άνοιξαν και αποκαλύφθηκε το τεράστιο έργο των αρχαιολόγων αλλά και όσων εργάζονται κοπιαστικά για τη διάσωση και τη διάδοση της ιστορίας. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε στην ομιλία της η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ρεθύμνου, Αναστασία Τζιγκουνάκη: «Οι ανασκαφές από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα έως και σήμερα αποκαλύπτουν την εξέλιξη μέσα από την προϊστορία, την πρωτοϊστορία και την ιστορία του Ρεθύμνου. Μέρος της ιστορίας οι ίδιες οι ανασκαφές, που διαπλάθουν γενεές αρχαιολόγων από διάφορα μέρη του κόσμου, οι οποίοι υιοθετούν το Ρέθυμνο και γίνεται δεύτερη πατρίδα τους». Η κα Τζιγκουνάκη αναφέρθηκε επίσης στη δυνατότητα το Νέο Μουσείο να λειτουργήσει ως ένα μεγάλο διεθνούς εμβέλειας ερευνητικό κέντρο.

Η ανθρώπινη παρουσία στο Ρέθυμνο

Τα αντικείμενα που περιλαμβάνονται στην Προσωρινή Έκθεση δίνουν μια διαχρονική εικόνα της ανθρώπινης παρουσίας στο Ρέθυμνο από την Παλαιολιθική περίοδο έως και την Ενετοκρατία. Η παρουσίαση του αρχαιολογικού υλικού οργανώνεται σε τρεις βασικές χρονολογικές ενότητες: των προϊστορικών, ιστορικών και βυζαντινών/μεταβυζαντινών χρόνων.

Η περιοχή του Ρεθύμνου κατοικείται από την απώτατη αρχαιότητα, όπως μαρτυρεί η παρουσία λίθινων εργαλείων της Παλαιολιθικής περιόδου που βρέθηκαν στις νότιες ακτές του. Στους Νεολιθικούς χρόνους ίχνη ανθρώπινης παρουσίας έχουν εντοπιστεί κυρίως σε σπήλαια όπως αυτά του Γερανίου και των Ελλενών. Κατά την Προανακτορική περίοδο, χρονολογείται εγκατάσταση με στοιχεία εργαστηρίου στην περιοχή του Χαμαλευρίου. Στην Παλαιοανακτορική περίοδο, πρώτη περίοδο ακμής του μινωικού πολιτισμού, εμφανίζεται η εγκατάσταση ανακτορικού χαρακτήρα στο Μοναστηράκι και ο οικισμός στο Αποδούλου, ενώ ξεκινά η λατρεία στο ιερό κορυφής του Βρύσινα. Οι παράκτιες θέσεις του Καλού Χωραφιού και των Πέρα Γαλήνων, όπως και η Ζώμινθος χρονολογούνται στα Νεοανακτορικά χρόνια. Η τελική Ανακτορική και η Μετανακτορική περίοδος είναι γνωστές κυρίως από ταφικά σύνολα, ενώ στην περίοδο αυτή ανάγεται η Νεκρόπολη των Αρμένων, όπου έχει ανασκαφεί το μεγαλύτερο έως σήμερα μινωικό νεκροταφείο της Κρήτης, με 231 έως σήμερα θαλαμωτούς τάφους, οργανωμένους χωροταξικά σε συστάδες. Ενδείξεις λατρείας προέρχονται από το σπήλαιο του Αγίου Αντωνίου στην Πατσό και τον Άγιο Ιωάννη Αμαρίου. Στην τελευταία φάση των προϊστορικών χρόνων εμφανίστηκαν νέοι οικισμοί σε φυσικά οχυρές θέσεις όπως η Σύβριτος, η Αγία Ειρήνη και η Ορνέ.

Στα πρώιμα ιστορικά χρόνια ιδρύονται ισχυρές πόλεις στην Ελεύθερνα, την Αξό, την Ονυθέ, τη Σύβριτο και στη Λάππα, ενώ στην Παντάνασσα ανασκάφηκε σημαντικό ταφικό σύνολο.

Κατά την Ελληνιστική περίοδο, αναπτύχθηκαν οι παράκτιοι οικισμοί της Ρίθυμνας και αυτοί στο Πάνορμο και στο Σφακάκι/Σταυρωμένο. Η Κρήτη εντάχθηκε στο ρωμαϊκό κράτος, μετά την κατάκτησή της από τον Μέτελλο το 67 π.Χ. και γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη που αποτυπώνεται στην πληθώρα των θέσεων σε όλη την περιοχή του Ρεθύμνου, ενώ τα ενάλια ευρήματα της Αγίας Γαλήνης υποδεικνύουν τη σημασία των λιμανιών των νοτίων ακτών στους ναυτικούς δρόμους από την Ανατολή προς τη Ρώμη.

Μετά την εδραίωση του Χριστιανισμού ως επίσημης λατρείας και τη μεταφορά της πρωτεύουσας του ρωμαϊκού κράτους στην Κωνσταντινούπολη, τον 4ο αι. μ.Χ., η Κρήτη εντάχθηκε στο Ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Οι βασιλικές που ανασκάφηκαν στην περιοχή του Ρεθύμνου μαρτυρούν τη διάδοση της νέας θρησκείας, ενώ ήκμασαν οικισμοί όπως η Λάππα και η Ελεύθερνα. Τέσσερις αιώνες αργότερα, η Κρήτη καταλήφθηκε από τους Άραβες, για 150 χρόνια περίπου, ενώ από το 961 και την ανακατάληψή της από τον Νικηφόρο Φωκά, εντάχθηκε ξανά στους κόλπους της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, το νησί περιήλθε στα χέρια των Ενετών και το Ρέθυμνο έγινε η τρίτη σημαντικότερη πόλη του Βασιλείου της Κρήτης. Η περίοδος της Ενετοκρατίας έληξε για το Ρέθυμνο το 1646 με την κατάληψή του από τους Οθωμανούς.

Ο ναός του Αγίου Φραγκίσκου

Ο ναός του Αγίου Φραγκίσκου, που στεγάζει σήμερα την Προσωρινή Έκθεση, αποτελούσε το καθολικό της μονής του τάγματος των Φραγκισκανών μοναχών. Η κατασκευή του ανάγεται στις αρχές του 16ου αι. μ.Χ. Αποκαταστάθηκε την περίοδο 2003-2005 με χρηματοδότηση από το Γ’ ΚΠΣ, ενώ τον Μάρτιο του 2014 εντάχθηκε στο ΕΣΠΑ 2007-2013, με χρηματοδότηση περίπου 230.000 ευρώ, δημιουργήθηκε ο εκθεσιακός χώρος της Προσωρινής Έκθεσης του Αρχαιολογικού Μουσείου Ρεθύμνου.

Να σημειωθεί ότι η έκθεση είναι ανοιχτή Τρίτη-Κυριακή 10.00-18.00.