Το ταφικό μνημείο της Αμφίπολης παρήγγειλε και χρηματοδότησε ο Μέγας Αλέξανδρος προς τιμήν του αγαπημένου φίλου του, Ηφαιστίωνα. Είναι σχεδιασμένο από τον αρχιτέκτονα Δεινοκράτη ή Στησικράτη και υλοποιήθηκε ως έργο στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ από τον Αντίγονο τον Μονόφθαλμο.

Τις νέες υποθέσεις -με βάση και πρόσφατα ευρήματα– ανακοίνωσαν οι ανασκαφείς και μελετητές του μνημείου «αποκωδικοποιώντας» τρεις οικοδομικές επιγραφές που εντοπίστηκαν πρόσφατα, όπως είπαν, στην περιοχή όπου βρίσκεται ο Λέων, λίγα χιλιόμετρα νότια της περιοχής της Αμφίπολης.

Οι ευμεγέθεις επιγραφές (περί τα 25 εκατοστά σε ύψος) με την «υπογραφή» ΑΝΤ («υπογραφή» που συναντάται σε όλους τους Αντιγονίδες και εδώ αποδίδεται στον Αντίγονο τον Μονόφθαλμο [323-318 π.Χ.]) φέρουν χαραγμένη τη λέξη «ΠΑΡΕΛΑΒΟΝ» και στο τέλος το σύμπλεγμα γραμμάτων που σχηματίζει τo όνομα «Ηφαιστίωνος» (Δηλαδή, εγώ ο Αντίγονος, παρέλαβα οικοδομικό υλικό για την ανέγερση μνημείου προς τιμήν του Ηφαιστίωνος).

Τα νέα στοιχεία (και τα νέα ευρήματα) παρουσίασαν την Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2015, σε εκδήλωση του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με τίτλο «Ερευνώντας τον τύμβο Καστά Αμφίπολης: 2012-2014».

Στην εκδήλωση επίσημοι ομιλητές ήταν η Κατερίνα Περιστέρη, ανασκαφέας του Τύμβου Καστά Αμφίπολης και προϊστάμενη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Σερρών, και ο καθηγητής Γρηγόρης Τσόκας, πρόεδρος του τμήματος γεωλογίας του ΑΠΘ. Εμβόλιμα (εκτός προγράμματος) στο πάνελ των ομιλητών προστέθηκε ο αρχιτέκτονας-υπεύθυνος στην ανασκαφή Μιχάλης Λεφαντζής, στο έργο του οποίου είχε αναφερθεί στην ομιλία της κατά κόρον η κα Περιστέρη.

Την παρουσίαση των νέων ευρημάτων ανέλαβε ο κ. Λεφαντζής που παρουσίασε, εκτός από τις επιγραφές, και σχέδια από το σύνολο της κατασκευής (του ταφικού μνημείου). «Το μυστικό της κατασκευής του μνημείου της Αμφίπολης βρίσκεται στην κορυφή του μνημείου. Εκεί τοποθετήθηκε ο ξύλινος στύλος, ώστε να χαραχθεί ο κύκλος του κτίσματος αλλά και να “στηριχθεί” σε αυτόν ο περίφημος μαρμάρινος Λέοντας» ανέφερε χαρακτηριστικά.

Στην ομιλία της νωρίτερα η κα Περιστέρη παρουσίασε αναλυτικά τα μέχρι σήμερα ευρήματα (στη διάρκεια της διετίας της ανασκαφής) και επέμεινε κατηγορηματικά στην αρχική της άποψη ότι πρόκειται για μνημείο του τελευταίου τετάρτου του 4ου αιώνα π.Χ. Προς επίρρωσιν της άποψής της παρουσίασε σειρά ανάλογων ευρημάτων (ψηφιδωτά, αγάλματα, σφίγγες κ.ά.) από άλλους αρχαιολογικούς χώρους της Μακεδονίας αλλά και της νότιας Ελλάδας, της ίδιας περιόδου (του τελευταίου τετάρτου του 4ου αι. π.Χ.), τα οποία παρουσιάζουν κοινά στοιχεία τεχνικής και αισθητικής με τα ευρήματα της Αμφίπολης. Ενδιαφέρον έχει δε η ανάγνωση (και ο επανασχεδιασμός από τον κ. Λεφαντζή) της γραπτής ζωφόρου που εντοπίστηκε στο εσωτερικό του ταφικού μνημείου και στην οποία απεικονίζεται μεταξύ άλλων μορφή ανδρός, ο οποίος εμφανίζεται έφιππος με τον οπλισμό του και σε άλλα σημεία ξαπλωμένος σε ανάκλιντρο σε σύναξη νεκρών (νεκρόδειπνο;) συνοδευόμενος από τον Ύπνο και τον Θάνατο.

Σε αποστροφές του λόγου της κατά τη διάρκεια της 55λεπτης ομιλίας της, η κα Περιστέρη έκανε λόγο για «διακοπή των εργασιών τους τελευταίους μήνες», στην «ελπίδα» της για συνέχιση της χρηματοδότησης και ολιγωρία των υπευθύνων στον τομέα της συντήρησης των ευρημάτων.

Στο κατάμεστο αμφιθέατρο της αίθουσας τελετών του ΑΠΘ περιορισμένη ήταν η παρουσία αρχαιολόγων και πανεπιστημιακών, ενώ αντίθετα αισθητή ήταν η παρουσία ιερωμένων αλλά και δεκάδων κατοίκων της περιοχής της Αμφίπολης και του νομού Σερρών που συμπαρίσταντο στην πρώτη παρουσίαση του ευρήματος στο πανεπιστήμιο.

«Το κουφάρι της Αμφίπολης βρωμάει εθνικισμό…» αναγραφόταν σε ροζ αφισέτες με τις οποίες είχε γεμίσει ο περίβολος αλλά και η είσοδος της Αίθουσας Τελετών του πανεπιστημίου. Στο κείμενο, το οποίο υπογράφει το «αυτόνομο σχήμα ιστορικού-αρχαιολογικού» του ΑΠΘ, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «η αρχαιολογία στην Ελλάδα ανέκαθεν εξυπηρετούσε εθνικά συμφέροντα ως ένας από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους».

Οι πρώτες αντιδράσεις

«Ενδιαφέρουσα πρόταση» χαρακτήρισε η καθηγήτρια Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Χρύσα Παλιαδέλη, τη θεωρία της ανασκαφικής ομάδας. Μιλώντας την Πέμπτη στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ, η κα Παλιαδέλη, δήλωσε ότι «μπορούμε να πούμε με ασφάλεια ότι το μνημείο χρονολογείται στα τέλος του 4ου π.Χ. αιώνα ή στα πρώιμα ελληνιστικά χρόνια».

«Έχει γίνει δουλειά για το μνημείο… Χρειάζεται πολλή δουλειά ακόμη, για χρόνια θα συζητάμε τις προτάσεις και θα δοθούν κι άλλα στοιχεία» σημείωσε η αρχαιολόγος, ενώ για το λιοντάρι της Αμφίπολης δήλωσε κατηγορηματικά ότι ανήκει στο μνημειακό σύνολο, και ήταν τοποθετημένο στην κορυφή του λόφου.

Διαφορετική άποψη έχει ο καθηγητής κλασικής αρχαιολογίας, Παναγιώτης Φάκλαρης ο οποίος, μιλώντας σε εκπομπή του Realfm, δήλωσε: «Με τα στοιχεία που έχουμε ως τώρα αυτό που μπορώ να πω είναι ότι δεν μπορεί να συνδεθεί σε καμία περίπτωση με τον Ηφαιστίωνα». «Πρόκειται για ένα ταφικό μνημείο με ταφές μέσα, ενώ ο Ηφαιστίωνας δεν είχε ταφεί στη Μακεδονία», πρόσθεσε, ενώ σημείωσε ότι «το λιοντάρι της Αμφίπολης πρέπει να αποσυσχετιστεί από τον τύμβο Καστά γιατί βρέθηκε σε απόσταση 2 χλμ.». Όσον αφορά την επιγραφή επισήμανε ότι «δεν υπάρχει κανένα στοιχείο ότι ο Μέγας Αλέξανδρος έδωσε εντολή να χτιστεί αυτό το μνημείο».

Εν αναμονή της επίσημης δημοσίευσης των αποτελεσμάτων της ανασκαφικής έρευνας στην Αμφίπολη, το μόνο σίγουρο είναι ότι ο «διάλογος» μπροστά στις κάμερες θα συνεχιστεί.