Γιωργής Κάρταλης, Στην Διοίκηση της Αυτοκρατορικής Οθωμανικής Τράπεζας (ιστορικό Ιουλίου – Αυγούστου 1915), εκδ. Αρχείο, 100 σελ. ISBN 978-618-81681-3-8

Ένα «αυστηρώς εμπιστευτικό» κείμενο, γραμμένο το 1915 από τον Γιωργή Κάρταλη, Έλληνα διοικητή της Αυτοκρατορικής Οθωμανικής Τράπεζας στην Κωνσταντινούπολη, έφτασε στα χέρια μας 100 χρόνια μετά και αποκαλύπτει ότι η Τουρκία βρισκόταν τότε, τηρουμένων των αναλογιών και για άλλους λόγους, σε δεινή οικονομική κατάσταση. Χρέος, δάνεια, καταθέσεις, Γερμανία, κρατικοποίηση: λέξεις επίκαιρες στα ελληνικά πράγματα, που όμως για την Τουρκία είναι παρελθόν. Το κείμενο δεν είναι τεχνικό, παρά το θέμα του.

Πρόκειται για μια γαλήνια, γλαφυρή, σεναριακή όσο και επαγγελματική περιγραφή της πίεσης που υπέστη ο ειρηνικός και ευσυνείδητος τραπεζίτης, φίλος των Αρμενίων, από έναν επίμονο και ανενημέρωτο Υπουργό Οικονομικών, τον Ταλαάτ Μπέη, ο οποίος υπήρξε και ο βασικός υποκινητής της Γενοκτονίας των Αρμενίων, τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς.

Το βιβλίο περιλαμβάνει ανέκδοτο αρχειακό φωτογραφικό υλικό.

Απόσπασμα

– «Λοιπόν, Εφέντη Κάρταλη», είπε ο Υπουργός Οικονομικών, «δεν θέλετε να πάρουμε την Τράπεζα;»

– «Κύριε Υπουργέ», απάντησα, «ζητήσατε τη γνώμη μου σχετικά με την απόφασή σας να δημεύσετε το Ίδρυμα και να το μετατρέψετε σε Κρατική Τράπεζα και σας εξέθεσα ειλικρινώς την άποψή μου επί του θέματος. Επιτρέψτε μου σήμερα να προσθέσω πως, αν την εκτελέσετε, δεν θα περάσει ούτε μήνας και θα δείτε την αναποτελεσματικότητα του μέτρου και θα τραβάτε τα μαλλιά της κεφαλής σας όταν συνειδητοποιήσετε τι λάθος κάνατε».

– «Εφέντη Κάρταλη», μου είπε ο Υπουργός, «αυτό που πιστεύετε δεν θα συμβεί, γιατί θα είστε εσείς που θα παραμείνετε επικεφαλής της Τράπεζας. Γνωρίζω ότι το κοινό σάς εμπιστεύεται και ότι ποτέ δεν θα γίνει εκροή καταθέσεων όπως το προβλέπετε, ούτε υποτίμηση των Τραπεζογραμματίων. Αν δεν παραμένατε επικεφαλής της Τράπεζας, θα σας τοποθετούσα διά της βίας».

– «Εξοχότης», του είπα, «έχετε την εξουσία στα χέρια και μπορείτε αναμφισβήτητα να μου κάνετε ό,τι θέλετε. Αλλά δεν βλέπω πώς θα μπορέσετε να με αναγκάσετε να κάνω κάτι, το οποίο δεν θέλω. Θα στείλετε δύο αστυνομικούς να με φέρουν στην Τράπεζα, έστω. Θα μείνω άπραγος. Το βράδυ, θα επιστρέψω στο σπίτι μου και την άλλη μέρα δεν θα πάω στο γραφείο. Θα επαναλάβετε την ίδια διαδικασία με το ίδιο αποτέλεσμα. Τι άλλο θα σας απομείνει να κάνετε λοιπόν; Να με τιμωρήσετε βάζοντάς με φυλακή ή διώχνοντάς με από την χώρα. Είμαι έτοιμος να τα υποστώ όλα, γιατί θα έχω την συνείδησή μου ήσυχη πως έκανα το καθήκον μου.

»Παρόλ’ αυτά», συνέχισα, «εάν νομίζετε ότι υπερβάλλω ως προς την αναποτελεσματικότητα των μέτρων που έχετε αποφασίσει να πάρετε και, εάν κατά την γνώμη σας κάνω λάθος, τότε γιατί δεν ζητάτε επίσης την γνώμη άλλων ικανών ατόμων; Σίγουρα υπάρχουν στην Κωνσταντινούπολη άνθρωποι τους οποίους εμπιστεύεστε και θα μπορούσαν να σας διαφωτίσουν ως προς το ζήτημα».

– «Το έκανα ήδη», είπε ο Ταλαάτ Μπέης, «και μου είπαν ό,τι και σεις».