Πόσο αρχαίο είναι το παρελθόν; Υπάρχουν ιστορικές περίοδοι λιγότερο σημαντικές από άλλες; Ποια «λάθη» στην ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς καλούμαστε να μην επαναλάβουμε; Ο διευθυντής της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, δρ Τζέιμς Ράιτ, μίλησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για τους προβληματισμούς που θα θιχτούν στη δημόσια συζήτηση η οποία διοργανώνεται στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης σε συνεργασία με το Ιρλανδικό Ινστιτούτο Ελληνικών Σπουδών, τη Δευτέρα 16 Μαρτίου 2015, στις 19:00.

«Πόσο αρχαίο λοιπόν είναι το παρελθόν;», ήταν η πρώτη ερώτηση του ΑΠΕ-ΜΠΕ προς τον συνομιλητή του, δανειζόμενο τον τίτλο της παραπάνω εκδήλωσης; «Η απάντηση είναι απλή, αλλά λίγο δύσκολη η εξήγησή της. Θα λέγαμε λοιπόν ότι το παρελθόν είναι το παρόν, επειδή είναι αυτό που βλέπουμε τώρα. Με αυτό το σκεπτικό, έχουμε τη δυνατότητα να φτιάξουμε πολλές αφηγήσεις για τον επισκέπτη, δηλαδή τι μπορεί να μάθει από το παρελθόν. Για παράδειγμα, μπορούμε να δείξουμε αντικείμενα από τη νεολιθική εποχή, αλλά και να δούμε τη σχέση της νεολιθικής με τη σημερινή ζωή», αναφέρει ο καθηγητής.

Έχει όμως σχέση η σημερινή ζωή με τη νεολιθική; «Φυσικά και έχει», απαντά ο κ. Ράιτ. «Δεν τρώμε “ήμερο” σιτάρι; Δεν χρησιμοποιούμε τον πηλό στην κεραμική; Οι πρώτοι άνθρωποι που τα έκαναν αυτά ήταν οι νεολιθικοί και αυτό είναι μια πολύ ωραία αφήγηση», εξηγεί.

Ενδιάμεσα, ωστόσο, υπάρχουν μια σειρά από άλλες περιόδους, όπως η αρχαϊκή, η κλασική, η ρωμαϊκή, η βυζαντινή, η οθωμανική… «Για παράδειγμα, η οθωμανική αυτοκρατορία συνδέεται με το παρόν γιατί η κρίση που βιώνει η Ελλάδα έχει ρίζες σε αυτήν και στον αγώνα των Ελλήνων να γίνουν ένα κράτος κατ’ εικόνα των ευρωπαϊκών. Η Ελλάδα όμως είχε προπορευτεί όλων. Όταν οι νεότεροι πολιτικοί φιλόσοφοι στην Ευρώπη διάβασαν τους ιστορικούς, όπως τον Θουκυδίδη και τον Ηρόδοτο, κατανόησαν αυτό που είχε συμβεί στην Αθήνα και στην Αττική τον 5ο αι. π.Χ. Βάσισαν δηλαδή τις γνώσεις τους πάνω στην ιδέα της αθηναϊκής δημοκρατίας και αυτονομίας», τόνισε, συνεχίζοντας το σκεπτικό του: «Μπορούμε λοιπόν να φτιάξουμε μια αφήγηση από τα ερείπια της Αρχαίας Αγοράς, όπως η Βασίλειος Στοά που ήταν η έδρα των αρχόντων ή το Βουλευτήριο, όπου συνεδρίαζε η Βουλή των 500, η οποία να μιλάει για την εξέλιξη της δημοκρατίας που ξεκίνησε στην Αθήνα. Να εξηγήσουμε ότι “το παρελθόν είναι το παρόν”. Έχουμε λοιπόν διάφορες αφηγήσεις που ενώνουν την αρχαιότητα με τη σημερινή πολιτική και οικονομική ζωή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι θεσμοί δεν εξελίχθηκαν ή δεν μεταμορφώθηκαν. Κατά τη γνώμη μου αυτό ενδιαφέρει ιδιαίτερα το ευρύ κοινό και δεν γίνεται συχνά», σημείωσε.

Με αφορμή την κλασική αρχαιότητα, γιατί κάποιες ιστορικές περίοδοι θεωρούνται περισσότερο σημαντικές από άλλες; «Ο Alois Riegl, που ήταν ιστορικός της τέχνης στη Βιέννη τον 19ο αιώνα, αναγνώρισε ότι η σημασία των αρχαιοτήτων αλλάζει από άνθρωπο σε άνθρωπο, δηλαδή κάποιος μπορεί να ενδιαφέρεται για τα νεότερα μνημεία, άλλος να προτιμά τα ρωμαϊκά κ.ο.κ. Έτσι, δεν μπορούμε να πούμε ότι μια εποχή ή ένα μνημείο είναι σημαντικότερο από άλλο. Για παράδειγμα, η κατεδαφισμένη σήμερα βυζαντινή εκκλησία που ήταν χτισμένη στον δυτικό τοίχο της Βιβλιοθήκης του Αδριανού ίσως ήταν πολύ σημαντική. Πώς μπορούμε να το ξέρουμε όμως;» επισήμανε και συνέχισε: «Και όλα τα αρχαία από την οθωμανική εποχή που βρέθηκαν στην Αρχαία Αγορά ή στην Ακρόπολη, δεν θα έπρεπε κάποια να διατηρηθούν ώστε να διακρίνονται οι διάφορες εποχές; Ή να δώσουμε τη δυνατότητα να φανεί η στρωματογραφία για την κατανόηση των ιστορικών περιόδων; Σήμερα μπορούμε να πούμε “κρίμα” για όλα αυτά, είναι όμως κάτι που έχει γίνει και δεν αλλάζει», είπε, ενώ έφερε και το παράδειγμα των περίπου 500 ανθρώπων που άφησαν τα σπίτια τους για να διεξαχθούν οι ανασκαφές στην Αρχαία Αγορά τη δεκαετία του ’30.

«Τότε ήταν πολύ δύσκολο για τους κατοίκους. Εντάξει έγινε απαλλοτρίωση, πήραν χρήματα. Αλλά ποιος θέλει να φύγει από το σπίτι του;» αναρωτήθηκε ως προς τα τεκταινόμενα προ του 1931, χρονιά που ξεκίνησαν οι ανασκαφές στη γειτονιά γνωστή τότε με το όνομα Βρυσάκι. «Το όνομα ακόμα υπάρχει στην περιοχή. Γι’ αυτό η απάντηση στο “πόσο αρχαίο είναι το παρελθόν” είναι μεν εύκολη, αλλά η εξήγηση είναι πιο περίπλοκη», τόνισε.

Η παλιά γειτονιά πάντως συνεχίζει να «ζει» μέσα από ένα πλούσιο φωτογραφικό υλικό, καθώς η Σχολή χρησιμοποίησε εξαρχής πρακτικές συστηματικής αρχειοθέτησης, που αποδίδουν σήμερα ένα σπάνιο σε πληρότητα και συνοχή υλικό το οποίο πληροφορεί επαρκώς τόσο για την πρόοδο των ανασκαφών όσο και για τη σταδιακή μετατροπή της περιοχής σε έναν από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους στην Ελλάδα.

Το παράδειγμα της Αρχαίας Κορίνθου

Το ΑΠΕ-ΜΠΕ ρώτησε και για την Αρχαία Κόρινθο, τη δεύτερη μεγάλη ανασκαφή που πραγματοποιεί η Σχολή από τα τέλη του 19ου αιώνα. Ο κ. Ράιτ δήλωσε αποφασισμένος και ενθουσιασμένος με το νέο πρόγραμμα ανάδειξης της περιοχής. «Η Σχολή σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κορίνθου φτιάχνει ένα σχέδιο-πλαίσιο για την αρχαία Κόρινθο. Θέλουμε να γίνει ένα αρχαιολογικό πάρκο που θα περιλαμβάνει το λιμάνι του Λεχαίου, την αρχαία πόλη, μέχρι και την Ακροκόρινθο. Θα αποτελεί μια ενότητα που θα δείχνει πώς είναι σήμερα η πόλη, πώς ήταν τον 19ο αιώνα, την ενετική εποχή, την αρχαία. Είναι το πιο σπουδαίο πρόγραμμα που έχω στη Σχολή, μια ευκαιρία μοναδική να αναδειχτεί ένα τοπίο που δεν υπάρχει πουθενά αλλού στην Ελλάδα. Μια πόλη με ιστορία από τη νεολιθική εποχή ως σήμερα, την οποία μπορούμε να δείξουμε» είπε εμφατικά.

«Το θέμα είναι να συνδέσουμε όλες τις προσβάσεις, να βάλουμε ενημερωτικά κέντρα που να εξηγούν στον επισκέπτη ότι, για παράδειγμα, από τον προαστιακό σταθμό μπορεί να πάει κάτω στο Λέχαιο και να δει μια τεράστια παλαιοχριστιανική βασιλική του 5ου αι. μ.Χ. που είναι μεγαλύτερη από του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη. Και από εκεί να είναι εύκολο, ακολουθώντας ένα μονοπάτι με τα πόδια, το ποδήλατο, το αυτοκίνητο ή το πούλμαν, να φτάσει στην αρχαία Κόρινθο, να δει όλες τις φάσεις μέχρι τη σημερινή πλατεία. Επίσης, να βελτιώσουμε τη σύνδεση με την Ακροκόρινθο, να τοποθετήσουμε καλύτερες πινακίδες, κιόσκια, να υπάρχει δυνατότητα για εκπαιδευτικά προγράμματα κ.λπ. Είναι ένα μεγάλο πρόγραμμα που βρίσκεται σε εξέλιξη και δουλεύει γι’ αυτό μια ολόκληρη ομάδα από αρχαιολόγους, αρχιτέκτονες, πολιτικούς μηχανικούς. Επίσης, θα συνεργαστούμε με τη Δημαρχία και την Περιφέρεια» εξήγησε ο κ. Ράιτ.

Ετήσια συνάντηση για τα πεπραγμένα της Σχολής

Όσο για τα πεπραγμένα της Σχολής για το 2014, που θα ανακοινωθούν στην ετήσια συνάντηση που θα πραγματοποιηθεί σήμερα, Παρασκευή 13 Μαρτίου, ώρα 19:00, στο Cotsen Hall (Αναπήρων Πολέμου 9, Κολωνάκι), ο ίδιος πληροφόρησε: «Η Σχολή έχει δύο ανασκαφές, την Αρχαία Αγορά της Αθήνας και την Αρχαία Κόρινθο. Επιπλέον, το υπουργείο Πολιτισμού μας παραχωρεί κάθε χρόνο έξι άδειες που δίνονται, μέσω επιτροπής, σε διάφορα πανεπιστήμια στην Αμερική. Εμείς αντιπροσωπεύουμε 197 πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα των ΗΠΑ», είπε. Έτσι, υπό την αιγίδα της Σχολής και σε συνεργασία με τις Εφορείες Αρχαιοτήτων, σε εξέλιξη βρίσκονται σήμερα ανασκαφές και έρευνες στην Ανατολική Κρήτη, στο Λύκαιο Όρος στην Αρκαδία, στα Ίσθμια, στη Θήβα, στη θέση Μήτρου και στις αρχαίες Αλές στη Λοκρίδα, στην αρχαία Μεθώνη Πιερίας, στη Θράκη, στο Ιερό των Μεγάλων Θεών. Επίσης, συνεχίζεται η συντήρηση και ανάδειξη στο ανάκτορο του Νέστορα στην Πύλο, καθώς και οι μελέτες στην αρχαία Νεμέα.

Τέλος, μια σειρά από ενδιαφέρουσες δραστηριότητες πραγματοποιούνται κάθε χρόνο στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, στο Cotsen Hall, καθώς και δύο καλοκαιρινά προγράμματα για τα βυζαντινά ελληνικά (Byzantine Greek), ενώ το εργαστήρι Wiener της Σχολής παρέχει όλα τα σύγχρονα μέσα για τις έρευνες που διαφόρων τομέων της αρχαιολογικής επιστήμης, όπως της βιοαρχαιολογίας, της ζωοαρχαιολογίας και της παλαιοβοτανικής.