Συνέδριο και έκθεση αρχιτεκτονικού έργου με θέμα «Βιομηχανική κληρονομιά: αναβίωση και βιωσιμότητα» διοργανώνουν το Ελληνικό Τμήμα της Διεθνούς Επιτροπής για τη Διατήρηση της Βιομηχανικής Κληρονομιάς (TICCIH), το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής (ΕΙΑ), η Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΕΜΠ, το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΑΠΘ, το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Παν/μίου Πατρών, το Τμήμα Αρχιτεκτόνων ΠΘ, το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΔΠΘ, το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Πολυτεχνείου Κρήτης, το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος και το Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου (ΕΤΕΚ) στις 7-9 Ιουνίου 2013, στο Μουσείο Μπενάκη (Πειραιώς 138 και Ανδρονίκου).

Στόχος των διοργανωτών του συνεδρίου είναι να αποτυπωθούν οι προσεγγίσεις της βιομηχανικής κληρονομιάς στην Ελλάδα και την Κύπρο, την περίοδο 1980‐2012, καταδεικνύοντας παράλληλα το πολυσχιδές του αντικειμένου και την ανάγκη για τη διεπιστημονική προσέγγισή του. Στο πλαίσιο του Συνεδρίου θα πραγματοποιηθεί και έκθεση αρχιτεκτονικού έργου (30 Μαΐου – 28 Ιουλίου 2013), η οποία περιλαμβάνει έναν περιορισμένο αριθμό υλοποιημένων έργων, μελετών και διακριθεισών σε διαγωνισμούς προτάσεων.

Ιστορικό βιομηχανικό απόθεμα αποτελεί κάθε στοιχείο, υλικό ή άυλο, που μπορεί να ανασυστήσει το βιομηχανικό παρελθόν. Κατά συνέπεια, μια ολοκληρωμένη μελέτη της βιομηχανικής  κληρονομιάς περιλαμβάνει την εξέταση όχι μόνον των υλικών και φυσικών καταλοίπων της συγκεκριμένης δραστηριότητας, αλλά και κάθε είδους πηγής που μπορεί να μαρτυρήσει γι’ αυτήν.

Βιομηχανικό τοπίο και αρχιτεκτονήματα (από τα απλοϊκά, χρηστικά κτίσματα έως τα πλέον οργανωμένα και εκλεπτυσμένα), καταγεγραμμένα μνημεία και τεκμήρια, εργαλειακός και μηχανολογικός εξοπλισμός, ανασυγκροτημένη γραμμή παραγωγής και προϊόντα, βιομηχανικά (δημόσια και ιδιωτικά) αρχεία, γραπτές πηγές και προφορικές μαρτυρίες αποτελούν παραμέτρους αυτής της κληρονομιάς. Ζωηρή παραμένει η συζήτηση σχετικά με την προστασία, συντήρηση, αποκατάσταση και επανάχρηση των βιομηχανικών μνημείων και περιοχών. Ιδιαίτερα σήμερα, ο επιστημονικός διάλογος δεν μπορεί παρά να εμπεριέχει το ζήτημα της βιωσιμότητας κάθε σχετικού εγχειρήματος. Περισσότερο παρά στο παρελθόν, στη σύγχρονη οικονομική συγκυρία προβάλλει η αναγκαιότητα για τη «σωστική» καταγραφή της μνήμης που αφορά την ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής στην Ελλάδα και την Κύπρο. Η τεκμηριωμένη συνθετική εξέταση χαρακτηριστικών κλάδων της βιομηχανικής κληρονομιάς της χώρας, επιπλέον, φωτίζει περαιτέρω το φαινόμενο.

Τέλος, η ανάδειξη της κληρονομιάς αυτής θέτει ζητήματα που αφορούν τη μουσειακή αναπαράστασή της, την ευαισθητοποίηση μέσω της εκπαίδευσης και την προβολή της σημασίας της σε ευρύτερες ομάδες αποδεκτών.