Λίγοι τα επιλέγουν, κι όμως, τα κεντρικά νεκροταφεία κάθε πόλης είναι συχνά η καλύτερη διαδρομή για να γνωρίσουμε την ιστορία ενός τόπου και των ανθρώπων που μετείχαν στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική του ζωή. Γιατί παρότι είναι χώροι σιωπής, είναι εξαιρετικά εύγλωττοι.

Αυτή την απλή σκέψη έκαναν ο Δήμος Πειραιά, ο Οργανισμός Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας και το Ιστορικό Αρχείο της πόλης, και αποφάσισαν να ανοίξουν στο κοινό το ιστορικό Νεκροταφείο της Ανάστασης που ιδρύθηκε το 1909. Είναι ένας τόπος που δεν έχει να δείξει μόνο σπουδαία ταφικά μνημεία — εφάμιλλα σε αξία και κάλλος με εκείνα του Α′ Νεκροταφείου της Αθήνας. Ξετυλίγει, παράλληλα, και όλη την ιστορία του πρώτου λιμανιού της χώρας, τον 19ο και τον 20ό αιώνα. Έτσι, την περασμένη εβδομάδα, την ημέρα που εορτάζεται η Παγκόσμια Ημέρα των Μουσείων, πραγματοποιήθηκε η πρώτη ξενάγηση στο Νεκροταφείο της Ανάστασης, από την ιστορικό Ευαγγελία Μπαφούνη, που εδώ και χρόνια καταγράφει την ιστορία της πόλης μέσα από τις δράσεις του Ιστορικού Αρχείου.

Η «Καθημερινή» είχε την τύχη να γνωρίσει σε μια ξεχωριστή ξενάγηση τις περιόδους ακμής και τα πρόσωπα που έγραψαν τη σύγχρονη ιστορία του Πειραιά μέσα από τους οίκους των μεγάλων οικογενειών, τα ταφικά μνημεία, την αισθητική και το ήθος μιας άλλης εποχής, έτσι όπως αποτυπώνονται πάνω στο λευκό μάρμαρο.

«Το Νεκροταφείο της Ανάστασης έχει πολλά ταφικά μνημεία που υπογράφουν πολλοί επώνυμοι καλλιτέχνες. Θέλουμε μέσα από τα ταφικά μνημεία να αναδείξουμε την ιστορία της πόλης. Δεν θέλουμε να το κάνουμε γλυπτοθήκη. Θέλουμε να το κάνουμε ένα ανοιχτό μουσείο του 19ου και του 20ού αιώνα», λέει η Ευ. Μπαφούνη. «Μέσα από τα ταφικά μνημεία και την ιστορία των οικογενειών θέλουμε να αναδείξουμε αυτή την άγνωστη ιστορία του 19ου αιώνα». Με αυτά τα λόγια ξεκινήσαμε τη διαδρομή στην ιστορία του αστικού Πειραιά, των βιομηχάνων, των φωτισμένων αστών, των τολμηρών επενδυτών αλλά και του εργατικού κινήματος, που συνδέεται έτσι κι αλλιώς με τις ιστορίες μεγάλων, κάποτε, βιομηχανιών.

Ανάγκη για λιμάνι

«Τα μέσα του 19ου αιώνα είναι η περίοδος του μεγάλου πειραματισμού. Ο Πειραιάς χρειάστηκε να φτιαχτεί επειδή φτιάχτηκε η Αθήνα. Υπήρχε ανάγκη ενός λιμανιού. Από το ελληνικό κράτος παρουσιάζεται ως Ελ Ντοράντο, που όμως δεν ελκύει νέους κατοίκους. Μέχρι το 1840-45 οι δήμαρχοι κάνουν εκκλήσεις να κατοικηθεί η πόλη από νέους κατοίκους. Από τους πρώτους που κάνουν το μεγάλο βήμα είναι ο Λουκάς Ράλλης από τη Χίο. Οι Χιώτες έχουν πολύ έντονη παρουσία στον Πειραιά. Φτάνουν εδώ πλούσιοι Χιώτες για τα δεδομένα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, οι «φτωχότεροι» όμως από τους πλούσιους. Οι Ράλληδες που φτάνουν στον Πειραιά, λοιπόν, είναι πολύ πλούσιοι για μας, αλλά πολύ φτωχοί για τους άλλους κλάδους της οικογένειας, που πηγαίνουν στο Λονδίνο, την Ινδία κ.λπ. Ο Λουκάς Ράλλης, που έγινε και δήμαρχος Πειραιά, έφτιαξε το πρώτο μεταξουργείο, που είχε όλα τα χαρακτηριστικά ενός μεγάλου εργοστασίου. Ήταν ένας πολύ ανοιχτόμυαλος άνθρωπος. Ο αδελφός του θα κάνει μια δωρεά χάρη στην οποία το 1855 θα δημιουργηθεί το «Παρθενικό Σχολείο», το σημερινό Ράλλειο Πειραματικό Λύκειο Θηλέων Πειραιά. Πριν από τους Χιώτες, στον Πειραιά είχαν φτάσει μετανάστες από τις κοντινές ανατολικές ακτές της Πελοποννήσου και τα νησιά, κυρίως την Ύδρα.

Πόλη μεταναστών

» Οι Πελοποννήσιοι, μαζί με τους Χιώτες και τους Υδραίους, είναι οι πιο δραστήριοι νέοι κάτοικοι αυτής της πόλης. Μιας πόλης μεταναστών, με τον ίδιο τρόπο που γίνεται πάντα η μετανάστευση. Μέχρι περίπου το 1860, υπάρχουν μικροβιοτεχνίες στον Πειραιά. Από τότε αρχίζει σιγά σιγά η βιομηχανική άνθηση της πόλης. Εκείνη την εποχή, ένας Έλληνας της Κωνσταντινούπολης, o Γ. Βασιλειάδης, κάνει μια επένδυση 250 χιλ. δραχμών και φτιάχνει το πρώτο σιδηρουργείο. Το κράτος στηρίζει αυτές τις επενδύσεις δίνοντας παραγγελίες στις νέες βιομηχανίες».

Οι άνθρωποι που έπαιξαν τότε καθοριστικό ρόλο σε αυτή τη διαδρομή βρίσκονται στους περίτεχνους τάφους που βλέπουμε. Άλλοι λιγότερο κι άλλοι περισσότερο λαμπροί. Άλλοι επιλέγουν λογότυπα που παραπέμπουν στη διαδρομή τους, όπως ο οίκος Μεταξά, κι άλλοι χαράσσουν στο μάρμαρο λόγια αγάπης για εκείνον που έφυγε («εσκόρπισε έδωκε τοις πένησι. Η δικαιοσύνη αυτής μένει εις τον αιώνα») ή φράσεις που περιγράφουν τα έργα και τις δραστηριότητες του θανόντος. Με τη γλώσσα της εποχής πάντα. Άλλοι κοσμούνται με έργα τέχνης, όπως η «Κλαίουσα κόρη» διά χειρός Φιλιππότη, ή με έργα του γλύπτη Θωμόπουλου, ενώ στη διαδρομή μας συναντήσαμε και τη λιτή επιτύμβια στήλη που σχεδίασε ο Δημήτρης Πικιώνης το 1934 για τον τάφο του Λάμπρου Πορφύρα, που ήταν πρώτος του ξάδελφος από την πλευρά της μητέρας του. Παρούσα και η νεότερη ιστορία του Πειραιά, με τα μνημεία των θυμάτων από τους βομβαρδισμούς της Κατοχής, αλλά και ο τάφος του ρεμπέτη Μιχάλη Γενίτσαρη. «Ο καθένας διαλέγει το μνημείο που ταιριάζει στον χαρακτήρα του και σε αυτό που θέλει ν’ αφήσει ως αποτύπωμα κατά την έξοδό του από τη ζωή», λέει η Ευ. Μπαφούνη. Σήμερα στο Νεκροταφείο της Ανάστασης γίνονται ταφές μόνο στους οικογενειακούς τάφους.

O Άγιος Διονύσιος και η Ευγένεια

Δεν ήταν εκεί το πρώτο Νεκροταφείο του Πειραιά. Ήταν γύρω από τον ναό του Αγίου Διονυσίου. Όμως, γρήγορα η μικρή πόλη, που ιδρύθηκε το 1835 με πληθυσμό 1.000 κατοίκους, μεγάλωσε.

«Το 1889, αποφασίζεται από τον δήμο η αγορά ενός γηπέδου συνολικής επιφάνειας 48.452 στρεμμάτων στην περιοχή Ευγένεια, για να χρησιμοποιηθεί ως δημοτικό νεκροταφείο, ενώ το 1890, δημοπρατείται η περιτοίχισή του καθώς και η κατασκευή του δρόμου που θα το συνδέει με την πόλη. Η κατασκευή της κυρίας εισόδου γίνεται το 1892, ενώ την περίοδο 1893-1894 κατασκευάζεται ο θάλαμος νεκροψίας. Την ίδια χρονιά εγκρίνεται από το Δημοτικό Συμβούλιο πίστωση 12.307 δρχ. για την ανέγερση ναού στο νεκροταφείο, ενώ ανατίθεται στον αγιογράφο Παντ. Ζωγράφο η αγιογράφηση 12 εικόνων για τον ναό της Ανάστασης στο Νέο Νεκροταφείο. Τα εγκαίνιά του γίνονται τον Μάρτιο του 1904, παρότι η λειτουργία του τελικά αποφασίζεται το 1909», σημειώνεται στο φυλλάδιο που εξέδωσε ο δήμος με την αφορμή τής πρώτης ξενάγησης που πραγματοποιήθηκε και στην οποία, παρά τις κακές καιρικές συνθήκες της Παρασκευής 18 Μαΐου, ανταποκρίθηκαν περισσότερα από 40 άτομα. Το Ιστορικό Αρχείο του Δήμου Πειραιά υπόσχεται να επαναλάβει τις ξεναγήσεις, ενώ στις προθέσεις του δημάρχου Πειραιά, Βασίλη Μιχαλολιάκου, είναι η ένταξη του Νεκροταφείου της Ανάστασης στα νεότερα μνημεία της χώρας.