Νέο αίτημα για τη συνέχιση των ερευνών του στην περιοχή του Αφιάρτη της Καρπάθου υπέβαλε στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Τις έρευνες οι οποίες έχουν φέρει στο φως σημαντικά ευρήματα για το μινωικό οικισμό, επιβλέπει ο καθηγητής αρχαιολογίας του πανεπιστημίου κ. Μανώλης Μελάς, ο οποίος κατάγεται από το νησί.

Τα προηγούμενα χρόνια οι ανασκαφές στους Φούρνους του Αφιάρτη που έγιναν στο πλαίσιο των ερευνητικών προγραμμάτων του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, έδειξαν ότι ο μινωικός οικισμός καταστράφηκε από τους σεισμούς.

Τα κεραμικά ευρήματα που είναι διάσπαρτα στα χωράφια μπροστά από τα κτίσματα, τα οποία ήρθαν στο φως, έδειξαν, όπως και οι στρωματογραφικές λεπτομέρειες, ότι οι χώροι βορειοανατολικά του οικισμού πρωτοχρησιμοποιήθηκαν κατά τους μινωικούς ανακτορικούς χρόνους. Η ανασκαφή, ωστόσο, αποκαλύπτει ότι περίπου δύο χιλιάδες χρόνια αργότερα, στο τέλος δηλαδή της ύστερης ρωμαϊκής περιόδου, χρησιμοποιήθηκε και πάλι ο χώρος.

Οι έρευνες ξεκίνησαν το 2001, κατά τη διάρκεια των οποίων αποκαλύφθηκαν λείψανα από πέτρινα θεμέλια και συναφή δάπεδα από δυο κατοικίες αλλά και σύγχρονους με αυτές αγροτικούς τοίχους.

Πρόκειται, όπως σημειώνει ο ανασκαφέας, για «ένα χαμηλό και επίπεδο ύψωμα που ορίζεται ΒΔ. από συμπαγή πεσμένη βραχοσκεπή, απέναντι από την οποία κατασκευάστηκε ένα είδος ελλειψοειδούς χαλαρού επικλινούς πέτρινου αναλήμματος. Στις παρυφές του πλατώματος αυτό συναντάει συμπαγή αναλημματικό τοίχο από επεξεργασμένους βράχους και αργολιθοδομή, πιθανότατα μέρος ορθογώνιου περιβόλου».

Στην τομή που ανοίχτηκε μπροστά και κατά μήκος της βραχοσκεπής, φάνηκε πως ο χώρος στην παλαιοανακτορική περίοδο προοριζόταν για διάφορες δραστηριότητες. Ανάμεσα στα ευρήματα ήταν μέρος λιθόστρωτου καθώς και τμήματα από πλακόστρωτο και από το αρχικό χωμάτινο πάτωμα. Eπίσης ήρθαν στο φως, δυο-τρεις μυλόλιθοι, συσσωρευμένα δεκάδες απολεπίσματα διαφόρων μεγεθών από πέτρες παρόμοιας υφής με την πεσμένη βραχοσκεπή, που κατά τον Μ. Μελά «φανερώνει επεξεργασία οικοδομικού υλικού».

Η πρώτη φάση πιθανολογείται ότι τελειώνει κάπου προς το τέλος της παλαιοανακτορικής περιόδου, στη διάρκεια μάλλον κάποιου μεγάλου σεισμού, «ίσως του ίδιου που προκάλεσε την πτώση του βράχου στο δάπεδο του σπιτιού το οποίο αποκαλύφθηκε πέρυσι, με συνέπεια την ξαφνική κατάρρευση της βραχοσκεπής, που με τη σειρά της συνέθλιψε τις συναφείς κατασκευές και τον εργαλειακό εξοπλισμό».

Η δεύτερη φάση φαίνεται να ξεκινά με κάποιες εργασίες προστασίας και αναπροσαρμογής του χώρου μπροστά στην πεσμένη βραχοσκεπή, όπου χτίζεται κατά μήκος της μονοπρόσωπος τοίχος, ενώ τα θεμέλια ενός άλλου τοίχου καθώς και δύο ακόμη εγκάρσιοι δείχνουν ότι ανήκουν σε ένα σχέδιο λιθοπερίφραξης για νέες μάλλον δραστηριότητες.

«Ο χώρος ΝΔ. και χαμηλότερα της βραχοσκεπής είναι από τους πιο πρόσφορους σε όλο τον οικισμό για κατοίκηση ή καθημερινή δραστηριότητα». Την ανθρώπινη παρουσία μάλιστα επιβεβαιώνουν οι υποδομές αλλά και οι επιφάνειες δαπέδων, καθώς και η κεραμική.

Ο ανασκαφέας χαρακτηρίζει ενδιαφέρουσα την αρχιτεκτονική που ανακαλύφθηκε, ενώ η κεραμική που περισυνελέγη είναι μινωική και υστερορωμαϊκή. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις μινωικής εγκατάστασης, πιθανότατα στεγασμένης.

Από τη νότια γωνία του υπό συζήτηση χώρου, μπροστά σε μεταγενέστερη παραστάδα, ξεκινάει ένα χαμηλό βραχώδες υπόβαθρο τοίχου που φαίνεται να το συμπληρώνει, ως βάση για τη θεμελίωση τοίχου, μια σειρά από τρεις αλληλοεπικαλυπτόμενες πλακοειδείς πέτρες. Έχει ενδιαφέρον ο μεσότοιχος ή κοντοτοίχι, που ξεκινάει καθέτως προς αυτές, μια ευρεσιτεχνία για τη στήριξη της στέγης που είναι γνωστή από την παραδοσιακή αρχιτεκτονική της περιοχής αλλά και από το μινωικό κτίριο στη μέση του οικισμού.

Ο περίβολος που αποκαλύφθηκε, και όπως φαίνεται χρησίμευε για μάντρισμα ζώων, είναι καλοχτισμένος και η αρχή και το τέλος του «οριοθετούνται από ογκώδεις κροκαλοπαγείς παραστάδες που προφανώς εξυπηρετούσαν συστήματα εισόδων της ρωμαϊκής εποχής και φαίνεται ως να είχαν “εμφυτευτεί” μέσα σε μινωικά θεμέλια».

Με τον τοίχο αυτό γωνιάζει ένας εγκάρσιος τοίχος, που η όλη του εμφάνιση, όπως υπογραμμίζει ο κ. Μελάς, όπως και της μικρής βραχοσκεπής που έπεσε επάνω του, «δείχνει ότι κατέρρευσε στη διάρκεια σεισμού, πιθανότατα στην ύστερη ρωμαϊκή περίοδο».