Στην ολλανδική εφημερίδα Der Volkskrant έμελλε να δημοσιευθούν οι πρώτες εκτιμήσεις εμπειρογνωμόνων σχετικά με την κατάσταση των μνημείων της Λιβύης, μετά από την πρώτη τους μετεπαναστατική επιθεώρηση. Πρόκειται για δηλώσεις του Γιόρις Κίλα, επιστήμονα του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ ο οποίος επέστρεψε πρόσφατα από ένα ταξίδι στη Λιβύη. Σκοπός του ταξιδιού του, η  επιθεώρηση των μνημείων της χώρας από μέλη της Διεθνούς Στρατιωτικής Ομάδας Εργασίας Πολιτιστικών Πόρων (IMCuRWG), της οποίας ο ίδιος προΐσταται.

Στα πλαίσια της  συνέντευξής του λοιπόν ο  δρ. Κίλα δήλωσε ότι τα νέα είναι ανέλπιστα καλά. Καμία ζημιά δεν εξακριβώθηκε στη θέση Λέπτις Μάγκνα ενώ μικρές μόνο υλικές ζημιές διαπιστώθηκαν στη Σάμπραθα. Όσο για το Εθνικό Μουσείο της Τρίπολης, βρέθηκε ουσιαστικά άθικτο καθώς ελάχιστα αντικείμενα έλειπαν ενώ κλοπιμαία από διάρρηξη που είχε σημειωθεί γρήγορα επιστράφηκαν. Σοβαρές υλικές ζημιές έχουν συμβεί, σύμφωνα με φήμες, στη Μιζράτα, αν και η ομάδα δεν επισκέφθηκε το χώρο για να τις διαπιστώσει από μόνη της.

Πού οφείλονται όμως τα καλά νέα για τις αρχαιότητες; Ο κ. Κίλα τα αποδίδει παραδόξως  στο ότι  η κυβέρνηση Καντάφι δεν ασχολήθηκε ποτέ με τις αρχαιότητες ώστε το καθεστώς του να συνδεθεί με αυτές. Έτσι, κατά την επανάσταση αναπτύχθηκε μια θετική διάθεση του λαού απέναντι στις αρχαιότητες τις οποίες αντιλαμβάνεται και ως κληρονομιά αλλά και ως πηγή πλούτου μέσω μελλοντικής τουριστικής εκμετάλλευσης. Χαρακτηριστικό είναι ότι στο Εθνικό Μουσείο της Τρίπολης οι αρχαιότητες είχαν φυλαχθεί με πρωτοβουλία προσωπικού και πολιτών, με αποτέλεσμα τα μόνα που καταστράφηκαν να είναι τα πορτρέτα του Καντάφι. Τέλος, οι “βομβαρδισμοί ακριβείας” του ΝΑΤΟ λόγω της φύσης τους δεν  έθιξαν τα μνημεία.

Συνεχίζοντας, ο κ. Κίλα διαπιστώνει ότι αν και υπάρχουν διεθνείς συνθήκες για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών σε καιρό πολέμου, δύσκολα εφαρμόζονται. Και καταλήγει: “Η πολιτιστική κληρονομιά δεν είναι μόνο αγγεία, σκεύη και χρυσές μάσκες, είναι και η ταυτότητα των ταλαιπωρημένων μαχητών. Γι αυτό και μόνο είναι σημαντικό να συνεχίσει ο αγώνας. Οι κάτοικοι της περιοχής αισθάνονται την παρουσία μας ως μια πολύ μεγάλη ώθηση. Και αυτό είναι η αλήθεια.”