Ένα μεγάλο έργο αποκατάστασης προωθείται στη μονή Τιμίου Προδρόμου Σερρών, το περίφημο βυζαντινό μοναστήρι του 13ου αιώνα, από τα αρχαιότερα ολόκληρης της Μακεδονίας, που υπήρξε για αιώνες σημαντικό κέντρο πνευματικής και καλλιτεχνικής ακτινοβολίας.

Το έργο αφορά στη συντήρηση και αποκατάσταση της βορειοδυτικής πτέρυγας της μονής και την απόδοσή της σε χρήση για την ικανοποίηση σύγχρονων λειτουργικών αναγκών διαμονής και φιλοξενίας, καθώς και για δημιουργία χώρων παραγωγής και επεξεργασίας προϊόντων. Θα χρηματοδοτηθεί με 3.300.000 ευρώ μέσω του ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας, όπως ανακοινώθηκε από την Ενδιάμεση Διαχειριστική Αρχή της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, μετά από αίτηση που κατέθεσε η Διεύθυνση Αναστηλώσεων Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού.

Το βυζαντινό μοναστήρι, που έχει κηρυχθεί διατηρητέο μνημείο, είχε υποστεί σοβαρές ζημιές σε πυρκαγιά τον περασμένο Δεκέμβριο, όμως οι εργασίες που γίνονται τώρα δεν αφορούν το καμένο τμήμα.

Στη βορειοδυτική πτέρυγα της μονής έχουν διαπιστωθεί φθορές των αρχιτεκτονικών και μορφολογικών στοιχείων, καθώς και προβλήματα στατικής επάρκειας. Η πτέρυγα αυτή έχει κτιστεί σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, από το 14ο έως και το 19ο αιώνα, και έχει ενσωματώσει σειρά επεμβάσεων και μορφολογικών χαρακτηριστικών.

Αφορά συνολική επιφάνεια 1.300 τετραγωνικών μέτρων και συγκροτείται σε τέσσερις ενότητες με κυρίαρχη αυτήν της πτέρυγας των ξενώνων, καθώς και μικρό κτίσμα στον κήπο, σιταποθήκη και κτίριο του φούρνου.

Η μονή Τιμίου Προδρόμου βρίσκεται σε απόσταση 12 χλμ. βορειοανατολικά των Σερρών, στο βάθος χαράδρας του Μενοικίου όρους. Ιδρύθηκε περί τα 1270-1278 από το μοναχό Ιωαννίκιο και από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής της γνώρισε την εύνοια των βυζαντινών αυτοκρατόρων αποκτώντας σημαντική περιουσία. Με την ιστορία της μονής είναι συνδεδεμένο το όνομα του τσάρου της Σερβίας Στεφάνου Δουσάν, ο οποίος την ευεργέτησε. Στη μονή του Προδρόμου αποσύρθηκε ο πρώτος μετά την άλωση Πατριάρχης, Γεννάδιος Β′ Σχολάριος, όπου πέθανε και τάφηκε.

Η μονή έχει την όψη μίας μικρής οχυρωμένης πολιτείας: εκτός από το Καθολικό και τον πύργο που ανήκουν στην αρχική φάση (14ος αι.), τα υπόλοιπα κτίρια (πτέρυγες κελιών, αποθήκες, εργαστήρια) χρονολογούνται σε διαφορετικές εποχές, από τον 15ο ως τον 19ο αιώνα.

Στο Καθολικό και τα παρεκκλήσια σώζονται τοιχογραφίες που καλύπτουν μια περίοδο έξι αιώνων της ζωγραφικής τέχνης από τους χρόνους των Παλαιολόγων ως τους νεότερους, καθώς και εικόνες, εκκλησιαστικά κειμήλια, χειρόγραφα και αντικείμενα μικροτεχνίας που την καθιστούν αληθινό μουσείο της βυζαντινής τέχνης.

Το έργο χρηματοδοτείται από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Μακεδονίας-Θράκης 2007-2013» και συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης.