Μακεδονικοί θησαυροί στην Οξφόρδη, κυκλαδικά ειδώλια στην Κωνσταντινούπολη… Χάρη στις περιοδικές εκθέσεις που διοργανώνουν τα μουσεία ανά τον κόσμο, το κοινό έχει την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με τον πολιτισμό άλλων λαών χωρίς να χρειάζεται να ταξιδέψει. Όταν όμως το απαιτούμενο ποσό για την ασφάλιση των εκθεμάτων ξεπερνά το 15% του συνολικού προϋπολογι σμού της διοργάνωσης -και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να φτάσει το 40%-, οι δυνατότητες των μικρότερων μουσείων είναι σαφώς περιορισμένες. Τουλάχιστον αυτό υποστηρίζουν οι ερευνητές, που ανέλαβαν να εξετάσουν το καθεστώς δανεισμού εκθεμάτων σε 31 κράτη-μέλη της Ε.Ε., στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος «Collections Mobility 2.0. – Lending for Europe 21st Century 2003-2011».

Πάγια πολιτική των μουσείων είναι να ασφαλίζουν τις συλλογές τους πριν τις παραχωρήσουν ως δάνειο, με τα έξοδα της ιδιωτικής ασφάλισης και μεταφοράς να βαρύνουν τον παραλήπτη. Τα ασφάλιστρα ποικίλλουν αναλόγως με τη διάρκεια του δανείου, την αναμενόμενη επισκεψιμότητα της έκθεσης, τα πιθανά ρίσκα και την εκτιμώμενη αξία των αντικειμένων, η οποία διαμορφώνεται σύμφωνα με τις εξελίξεις στην αγορά τέχνης. Οι εντεινόμενες ανησυχίες για τη διεθνή τρομοκρατία έχουν εξίσου σημαντικό αντίκτυπο: Στον απόηχο της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, τα ασφάλιστρα αυξήθηκαν κατά 20% με 25%. Σύμφωνα με τον Γιάννη Καραβία της εταιρείας «Καραβίας & Συνεργάτες», που δραστηριοποιείται στην ασφάλιση έργων τέχνης από το 1990 ως εκπρόσωπος της Lloyds και έχει συνεργαστεί με τα περισσότερα μουσεία της χώρας, το κόστος ασφάλισης στην Ελλάδα «είναι κατά 20-30% φθηνότερο από ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη».

Αφορμή για την έρευνα ήταν η διαπίστωση ότι μόλις 300 από τα περίπου 30.000 μουσεία της Ευρώπης διοργανώνουν περιοδικές εκθέσεις. Ως λύση προτείνεται η διαμόρφωση ενός κοινού θεσμικού πλαισίου μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, που θα διευκολύνει την προσωρινή ανταλλαγή μουσειακών εκθεμάτων μέσω ενός συστήματος εγγύησης κρατικής αποζημίωσης. Οι συγγραφείς της μελέτης υποστηρίζουν ότι το σύστημα εγγύησης αποζημίωσης από το κράτος επιτρέπει στα μουσεία να εξοικονομούν χρήματα, χωρίς να επιβαρύνει ιδιαίτερα τον κρατικό προϋπολογισμό. Aιτήσεις αποζημίωσης υποβλήθηκαν μόλις για επτά από τα περίπου 5.000 δάνεια που λήφθηκαν σε 18 κράτη-μέλη στο διάστημα 2003-2008. Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών έχει δηλώσει ότι δεν αντίκειται στη δημιουργία ενός συστήματος, που θα επιτρέπει ένα συνδυασμό ιδιωτικής και κρατικής ασφάλισης. Στο παρελθόν η Εθνική Πινακοθήκη έχει δεχτεί εγγύηση αποζημίωσης από τη Βρετανία και τις ΗΠΑ, προκειμένου να δανείσει έργα του Ελ Γκρέκο. «Οτιδήποτε μπορεί να χαμηλώσει το λειτουργικό κόστος μιας έκθεσης είναι ευπρόσδεκτο, με την προϋπόθεση τα εκθέματα να είναι ασφαλή» τονίζει ο Νικόλαος Κοντοπρίας, διευθυντής του Μουσείου Ηρακλειδών. «Ένα σύστημα κρατικής εγγύησης θα μπορούσε να λειτουργήσει σωστά μόνο εφόσον οι αρμόδιοι φορείς διαθέτουν την απαραίτητη τεχνογνωσία και οργάνωση».

Λύνουν όμως οι οποιοιδήποτε οικονομικοί διακανονισμοί το θέμα της ουσιαστικής ασφάλειας των δανειακών εκθεμάτων; Όχι, ισχυρίζεται ο Michael Daley, διευθυντής του βρετανικού παραρτήματος της οργάνωσης ArtWatch, ο οποίος ισχυρίζεται ότι η Ε.Ε. θα έπρεπε να εστιάσει «στην αύξηση των μέτρων προστασίας στα μουσεία που επιθυμούν να δανείζονται έργα από άλλες συλλογές». Κατά καιρούς και άλλοι ειδικοί έχουν εκφράσει την άποψη ότι η πίεση που δέχονται τα μουσεία για τη διοργάνωση μεγάλων -και εμπορικών- περιοδικών εκθέσεων δεν μπορεί παρά να θέτει σε κίνδυνο τα εκθέματά τους. Επιπλέον, η συχνότητα με την οποία τα εκθέματα πέφτουν θύματα καταστροφικών ατυχημάτων καθώς μεταφέρονται, είναι δύσκολο να υπολογιστεί, αφού -σύμφωνα με το ArtWatch- τα μουσεία προτιμούν να αποκαθιστούν τις φθορές με μυστικότητα, αποφεύγοντας την αρνητική δημοσιότητα και τα αυξημένα ασφάλιστρα σε μελλοντικές διοργανώσεις. Το γεγονός επιβεβαιώνει ο κ. Καραβίας, αναγνωρίζοντας ότι οι ζημιές είναι κάθε άλλο παρά σπάνιο φαινόμενο αν και, σε αντίθεση με τις κλοπές, σπάνια δημοσιοποιούνται. Το γαλλικό υποκατάστημα της AXA-Art εκτιμά ότι τα ρίσκα, στα οποία εκτίθενται τα έργα τέχνης κατά τη διάρκεια προσωρινών εκθέσεων, είναι έξι φορές μεγαλύτερα από όταν βρίσκονται στη μόνιμη στέγη τους.