Αρχαία – φωτοβολταϊκά, σημειώσατε Χ. Η σχέση των αρχαίων με την πράσινη ενέργεια (φωτοβολταϊκά και ανεμογεννήτριες) δοκιμάζεται από ένα αίσθημα αμηχανίας και διστακτικότητας με το οποίο αντιμετωπίζει το καινούργιο η Αρχαιολογική Υπηρεσία, είτε βρίσκεται στα κεντρικά γραφεία είτε στην αγροτική περιφέρεια.

Οι αρχαιολόγοι, αν και αναγνωρίζουν την ανάγκη να περιοριστεί η ρύπανση του περιβάλλοντος, όπως και των αρχαίων, που επιβαρύνονται στην περίπτωση της Μεγαλόπολης από τα φουγάρα της ΔΕΗ, εν τούτοις διστάζουν να δεχθούν ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά σε οπτική επαφή με αρχαία. Η ζήτηση όμως αδειών για την εγκατάσταση τέτοιων συστημάτων έχει αρχίσει πάνω από μια πενταετία. Για ένα μεγάλο διάστημα δεν υπήρχε συνεδρίαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου που να μην είχε να εξετάσει ένα ιδιωτικό αίτημα εγκατάστασης φωτοβολταϊκών σε κάποιο χωράφι το οποίο γειτνίαζε με αρχαιότητες ή τις έβλεπε από χιλιόμετρα μακριά.

Οι εισηγήσεις των τοπικών αρχαιολόγων (κλασικών, βυζαντινών) ήταν συχνά αντιφατικές και ενίοτε παράλογες. Εφορία Αρχαιοτήτων έφτασε να απαγορεύει σε μικροεπενδυτή ιδιώτη να εγκαταστήσει στο χωράφι του φωτοβολταϊκά με το αιτιολογικό ότι είναι ορατά από κάποια αρχαία, εγκαταλειμμένα και κρυμμένα μέσα στη βλάστηση. Μετά τη διαμαρτυρία του ανθρώπου, η ίδια Εφορία απαίτησε να προηγηθεί ανασκαφή στην ιδιοκτησία του και με δικές του δαπάνες. Αγανακτισμένος, ο ενδιαφερόμενος αναφέρθηκε στο ΚΑΣ λέγοντας: «Τη δική μου επένδυση επιθυμώ να κάνω και όχι την επένδυση της Εφορίας. Αν θέλει η έφορος να κάνει ανασκαφή, ας την κάνει. Αλλά όχι με δικά μου λεφτά…». Τα φωτοβολταϊκά, ως γνωστόν, τοποθετούνται επιφανειακά, άρα δεν βλάπτουν τα θαμμένα αρχαία. Έτσι, η απαίτηση της Εφορίας δεν έγινε δεκτή.

Ένα δεύτερο παράδειγμα αποτελεί η  χωροθέτησης αιολικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειαςστα βουνά της Βοιωτίας, που απασχόλησε τουλάχιστον δύο φορές τα δύο τελευταία χρόνια το ΚΑΣ καθώς οι ανεμογεννήτριες θα ήταν ορατές από τη Μονή Οσίου Λουκά. Το αίτημα  αφορούσε την τοποθέτηση των γεννητριών σε απόσταση 10 χλμ. από τη Μονή. Τελικά, η άδεια δόθηκε και οι ανεμογεννήτριες ορθώθηκαν στη θέση «Τσιβέρι-Παξιβάλα» του Δήμου Λεβαδέων και είναι πράγματι ορατές από το μοναστήρι.

Μια τρίτη περίπτωση ήταν οι αντιδράσεις το 2007, για την εγκατάσταση 600 φωτοβολταϊκών (σε μήκος 1,5 χλμ.) μέσα στον κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο της Μάχης των Πλαταιών, που είναι ζώνη Α απόλυτης προστασίας. Τότε, ήταν ακόμη νωρίς για να «ανεχθεί» η τοπική Εφορία Αρχαιοτήτων την «ύβρι» της συνύπαρξης ενός αρχαιολογικού χώρου με τα κάτοπτρα. Το Συμβούλιο, όμως, αποδέχθηκε ότι η εγκατάσταση είναι «αναστρέψιμη» και «επωφελής» για τη χώρα, που «προωθεί τα φωτοβολταϊκά ως εναλλακτική πηγή ενέργειας». Και για να χρυσώσει το χάπι στους μαινόμενους γείτονες που δήλωναν αρχαιόφιλοι, το ΚΑΣ έδωσε ρητή εντολή να φυτευτούν τρία στρέμματα περιμετρικά με πικροδάφνες, ώστε να μη φαίνονται τα συστήματα και αλλοιωθεί το τοπίο.

Από όλες όμως τις περιπτώσεις, τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με ότι συνέβη στην Αρχαία Μεσσήνη, όπου το αίτημα του διαπρεπούς αρχαιολόγου Πέτρου Θέμελη να  φωτίσει με φωτοβολταϊκά τον τεράστιο αρχαιολογικό χώρο της Μεσσήνης, έπεσε σε…τοίχο! Με το αιτιολογικό ότι «τα φωτοβολταϊκά θα είχαν οπτική επαφή με τα αρχαία και εφόσον το ΚΑΣ έχει αρνηθεί ανάλογες άδειες σε ιδιώτες, δεν θα το επιτρέψει ούτε στον εαυτό του». «Χώρια που μπορεί κάποιοι να επανέλθουν ζητώντας επαναξέταση παλιών αιτημάτων που έχουν απορριφθεί», όπως είπαν. Έτσι, έμεινε στο σκοτάδι η Μεσσήνη γιατί το κόστος του φωτισμού της με ηλεκτρισμό δεν είναι αντιμετωπίσιμο σήμερα.

Την ίδια στιγμή, το ΚΑΣ ενέκρινε  ως συμβατή με το τοπίο της Μάνης την εγκατάσταση ανεμογεννητριών στην κορυφογραμμή του Σαγγιά, σε ένα ορεινό, άδενδρο τοπίο, που γι αυτό ακριβώς θεωρείται μοναδικό.

Φαίνεται όμως ότι οι αρχαιολογικοί παράγοντες ξεκινούν να βάζουν νερό στο κρασί τους. Έχουν αποδεχθεί την αναγκαιότητα εκμετάλλευσης της πράσινης ενέργειας, που έχει και μηδενικό κόστος λειτουργίας. Πριν από λίγες μέρες το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων περιόρισε το έλειψαν της Γυάρου ως «ιστορικού τόπου» στην έκταση γύρω από τις φυλακές, ενώ το 2002 είχε χαρακτηριστεί όλο το νησί. Και εδώ όμως οι αντιδράσεις δεν έλειψαν. Φοβούμενες οι αντιστασιακές οργανώσεις την εγκατάσταση ανεμογεννητριών στην υπόλοιπη έκταση ζήτησαν από το Συμβούλιο να μην αλλάξει η κήρυξη, γιατί «μπορεί το νησί να μετατραπεί σε χώρο επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, κάτι που θα αλλοιώσει τη μορφολογία του, αλλά και την ιστορική του μνήμη».

Στο εξωτερικό τί γίνεται σε ανάλογες περιπτώσεις; Ο ανασκαφέας της Νικόπολης Κωνσταντίνος Ζάχος μόλις επέστρεψε από μια επιστημονική συνάντηση που έγινε στη Βιέννη στο πλαίσιο της οποίας επισκέφθηκε τα ερείπια της ρωμαϊκής πόλης Καρνούντουμ.

Οι Αυστριακοί έχουν ανακατασκευάσει τα ρωμαϊκά λουτρά για να δείξουν στο κοινό πώς ακριβώς λειτουργούσαν και έχουν περιποιηθεί το αρχαίο τους θέατρο όπου γίνεται κάθε χρόνο και το Φεστιβάλ Αρχαίου Ελληνικού Δράματος. Εκεί λοιπόν, δίπλα στα αρχαία, είδε μια σειρά από φωτοβολταϊκά, που φωτίζουν τον αρχαιολογικό χώρο.

« Ήταν μια σειρά από κολόνες. Κάθε κολόνα είχε στην κορυφή ένα σκιάδιο (0,30 χ 0,30) που αποτελούσε το συλλέκτη του ηλίου. Διαπίστωσα πως η μέθοδος είναι εξαιρετικά απλή, εύκολη στην εγκατάστασή της και κομψότατη. Δεν χρειάζεται να ανοίξεις αυλάκια για να περάσεις καλώδια. Κάθε κολόνα είναι αυτόνομη. Επίσης, δεν απαιτεί κόστος για τη συντήρησή τους. Είναι από ανοξείδωτο μέταλλο.

Εμείς στη Νικόπολη, που έχουμε έναν εκτεταμένο αρχαιολογικό χώρο με πολλά μνημεία, θα επιθυμούσαμε να φωτίσουμε τουλάχιστον τις διαδρομές και κάποια επιλεγμένα μνημεία. Με τις κολόνες αυτές μπορεί εύκολα να φωτιστεί ο χώρος, όπως και τα μνημεία. Με αυτό τον τρόπο το κόστος είναι μηδενικό».

Φεύγοντας από εκεί, ο κ. Ζάχος είδε σε κοντινή απόσταση από τον αρχαιολογικό χώρο, στην πεδιάδα ενός αυστριακού χωριού, μια σειρά από ανεμογεννήτριες. Ρώτησε ποιος τις διαχειρίζεται; Το ίδιο το χωριό, του είπαν. «Οι ανεμογεννήτριες είχαν περάσει μέσα από τα χωράφια των κατοίκων. Μη σας πω ότι στο Ζάλτσμπουργκ κάθε σπίτι έχει τα δικά του φωτοβολταϊκά. Αναρωτιέμαι, λοιπόν, δεν είναι προστατευόμενα και τα γραφικά αυτά χωριά;»

Το θέμα προβληματίζει έτσι μια σειρά διακεκριμένων Ελλήνων αρχαιολόγων. Ο Πέτρος Θέμελης για παράδειγμα, υποστηρίζει: “Θεωρώ ότι η πράσινη ενέργεια είναι απόλυτα συμβατή με τις αρχαιότητες¨. Η Αρχαία Μεσσήνη είναι ένας χώρος που ανήκει στο κράτος. Έχει έκταση 350 στρεμμάτων και χρειάζεται φωτισμό, ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες που συγκεντρώνει πολλούς επισκέπτες, γιατί λειτουργεί ως τις 8 το βράδυ. Ο τεράστιος αυτός χώρος θα ήταν σημαντικό να αυτονομηθεί ενεργειακά και να φωτιστεί εξ ολοκλήρου από φωτοβολταϊκά. Διαθέτει μουσείο, περίπτερο, αναψυκτήριο κι όλα αυτά μαζί με την πορεία επισκεπτών και τα μνημεία (θέατρο, βουλευτήριο, αρχαία αγορά, στάδιο) θα μπορούσαν να φωτιστούν χωρίς κανένα κόστος. Η άρνηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου να δώσει την άδεια για την εγκατάσταση των συστημάτων αυτών σε παρακείμενο οικόπεδο, έξω από το αρχαίο στάδιο, τον ενόχλησε. Γιατί το οικόπεδο αυτό αγοράστηκε με δαπάνες της Εταιρείας Μεσσηνιακών Σπουδών, ερευνήθηκε ανασκαφικά και δεν έχει αρχαία, ούτε και οπτική επαφή με τα μνημεία της Αρχαίας Μεσσήνης, καθώς βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο από αυτά. «Αντίθετα, αν ποτέ αποφασιστεί να φωτιστεί η Μεσσήνη από τη ΔΕΗ, θα μπουν κολόνες, θα περάσουν υπόγεια καλώδια, άρα θα χρειαστεί να ανοίξουν αυλάκια μέσα στον αρχαιολογικό χώρο. Συνεπώς, η επέμβαση θα είναι πολύ βαρύτερη. Για τα φωτοβολταϊκά έχουμε έτοιμη την προκαταρκτική μελέτη. Μας την πρόσφερε δωρεάν το Πανεπιστήμιο. Αν την είχε εγκρίνει το ΚΑΣ, θα προχωρούσαμε σε μελέτη εφαρμογής. Φοβούμαι πως δεν έγινε κατανοητό από τα μέλη του Συμβουλίου πού ακριβώς χωροθετούσαμε το έργο. Γιατί, αλλιώς, δεν μπορώ να καταλάβω πώς επιτρέπεται η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σε ταράτσες σπιτιών -εμείς εκεί δυστυχώς δεν έχουμε ταράτσες- και δεν επιτρέπεται σε έναν αρχαιολογικό χώρο όταν δεν βλάπτονται τα αρχαία. Αν το πρόβλημα ήταν αισθητικό, θα το φροντίζαμε. Θα το καλύπταμε με φυτεύσεις και θα επιλέγαμε διακριτικά φωτιστικά για το χώρο. Η πράσινη ενέργεια θεωρώ ότι είναι απόλυτα συμβατή με τις αρχαιότητες, ιδίως όταν τα συστήματα αυτά δεν έχουν οπτική επαφή με τα μνημεία, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της Αρχαίας Μεσσήνης».

“Πιστεύω πως κάτω από προϋποθέσεις μπορούν να συνυπάρξουν”, λέει για το θέμα ο Πάνος Βαλαβάνης, καθηγητής Αρχαιολογίας και μέλος του ΚΑΣ. Όταν έβλεπε να πληθαίνουν οι αιτήσεις ιδιωτών και μεγάλων εταιρειών για εγκατάσταση ανεμογεννητριών και φωτοβολταϊκών σε διάφορες περιοχές αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, σκέφθηκε πως το υπουργείο Πολιτισμού έπρεπε να θέσει τις προδιαγραφές για τη χορήγηση αδειών ώστε να γνωρίζουν οι πολίτες το πλαίσιο στο οποίο θα μπορούσαν να κινηθούν. Στην πορεία όμως κατάλαβε πως κάθε περίπτωση είναι διαφορετική και ως εκ τούτου πρέπει να εξετάζεται ξεχωριστά. Πιστεύει ότι κάθε παρέμβαση στο περιβάλλον είναι ενοχλητική και μη αποδεκτή. Με την έννοια αυτή, οι ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά είναι παράγοντες ξένοι προς το περιβάλλον. «Αποτελούν παρέμβαση στο τοπίο, που αποτελεί το φυσικό πλαίσιο κάθε αρχαίου μνημείου. Από την άλλη πλευρά, ευρύτεροι περιβαλλοντικοί λόγοι, όπως επίσης εθνικοί και οικονομικοί, για τη μείωση της εξάρτησης από άλλες πηγές ενέργειας επιβλαβείς στην ατμόσφαιρα και στα μνημεία, δεν μπορούν να αφήσουν κανέναν αδιάφορο. Γι αυτό πιστεύω πως κάτω από προϋποθέσεις μπορούν να συνυπάρξουν. Σοβαρή προϋπόθεση αποτελεί για μένα η μεταξύ τους απόσταση και να μην παρεμβάλλεται στο μάτι του θεατή όταν θεάται ένα μνημείο. Εννοώ να μην είναι και τα δύο ορατά από την ίδια γωνία. Με την ευκαιρία να σας πω πως οι ανεμογεννήτριες που μπήκαν στην κορυφογραμμή Άμφισσας-Γαλαξιδίου δεν ενοχλούν το δελφικό τοπίο, δεν είναι ορατές από τους Δελφούς, αλλά φαίνονται από τον Όσιο Λουκά κι ας απέχουν 14 χλμ. Γι αυτό πιστεύω πως το μείζον είναι η θέση που επιλέγεται και, πάντως, αυτή δεν μπορεί να είναι η γραμμή του ορίζοντα».