1. Εισαγωγή – 2. Επαναπατρισμός πολιτιστικών αγαθών: μελέτη περιπτώσεων3. Εργαστήρια4. Προτροπή για διεθνή συνεργασία και έρευνα5. Προτάσεις του Υπουργού Πολιτισμού Μιχάλη Λιάπη6. Στοιχεία συγγραφέων


1. Εισαγωγή

Στις 17 και 18 Μαρτίου 2008 πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο του Νέου Μουσείου Ακροπόλεως το 1o Παγκόσμιο Συνέδριο της UNESCO σε συνεργασία με το Υπουργείο Πολιτισμού της Ελλάδας, με θέμα την επιστροφή των πολιτιστικών αγαθών στις χώρες προέλευσής τους. Αποτελεί το πρώτο από επτά συνέδρια με παρεμφερή θεματική που προγραμματίζει η UNESCO – το επόμενο με θέμα την παράνομη εξαγωγή πολιτιστικών θησαυρών θα γίνει στη Δημοκρατία της Κορέας το 2009. Οι δράσεις αυτές καταδεικνύουν τη θέληση της UNESCO να συμβάλλει ουσιαστικά στην επίτευξη μιας κοινής στρατηγικής για την αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτών των θεμάτων.

Μετά την έναρξη των εργασιών του συνεδρίου παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας Κάρολου Παπούλια, ο υπουργός Πολιτισμού Μιχάλης Λιάπης αναφέρθηκε στην προσπάθεια του υπουργείου να δημιουργήσει ένα αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο που θα προστατεύει αποτελεσματικά την πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδος. Αναφέρθηκε ειδικά στο Νέο Μουσείο Ακροπόλεως, ως ιδανικού χώρου στέγασης και ανάδειξης των γλυπτών του Ιερού Βράχου, ενώ θεώρησε ότι οι συνθήκες είναι πλέον ώριμες ώστε να αναζητηθούν ξεκάθαρες λύσεις μεταξύ της Μεγάλης Βρετανίας και της Ελλάδος για το ζήτημα της επιστροφής των γλυπτών του Παρθενώνα. Η εφαρμογή του προωθούμενου προς ψήφιση στη Βουλή νόμου για τη δημιουργία μιας ειδικής Διεύθυνσης στο ΥΠΠΟ, αρμόδιας για τη δίωξη του εγκλήματος της αρχαιοκαπηλίας στην Ελλάδα, θα αποτελέσει ένα σημαντικό βήμα. Το νομοθετικό αυτό πλαίσιο που καταρτίστηκε επί υπουργίας του Γ. Βουλγαράκη και κατατέθηκε από τον νυν υπουργό Πολιτισμού Μ. Λιάπη, υπέστη σημαντικές αλλαγές μέχρι να καταλήξει στην ολομέλεια της Βουλής. Μετά την ψήφισή του θα είναι αποφασιστικής σημασίας η επιλογή του επιστημονικού προσωπικού που θα στελεχώσει τη νέα Διεύθυνση (αρχαιολόγοι, νομικοί σύμβουλοι, ειδικό επιστημονικό προσωπικό, κ.ά.).

Ακολούθησε η ομιλία του προέδρου της Γενικής Διασκέψεως της UNESCO, πρέσβη Γεωργίου Αναστασόπουλου, ο οποίος σκιαγράφησε την παρούσα κατάσταση. Ειδικότερα, ανέφερε ότι 115 χώρες έχουν μέχρι σήμερα επικυρώσει τη Συνθήκη της UNESCO του 1970, μεταξύ των οποίων βρίσκονται και χώρες που ήταν στο παρελθόν αρνητικές όσον αφορά στην συμμετοχή τους (ΗΠΑ, Ελβετία, Γερμανία, Δανία, Ιαπωνία, κ.ά.). Σημείωσε ακόμη ότι η βάση δεδομένων της UNESCO περιέχει πλέον τη σχετική νομοθεσία 65 χωρών, ότι η Αφρική έχει απωλέσει το 95% της πολιτιστικής της ιδιοκτησίας (!), ότι η παγκόσμια κατανάλωση του εμπορίου πολιτιστικών αγαθών έχει αυξηθεί τα τελευταία 10 χρόνια από 39,3 δις δολάρια σε σχεδόν 60 δις, ότι οι χώρες που πλήττονται περισσότερο σήμερα από το παράνομο εμπόριο αρχαιοτήτων κατά τη διάρκεια συγκρούσεων είναι το Αφγανιστάν και το Ιράκ. Τέλος, αναφέρθηκε στην ιστορική συμφωνία μεταξύ του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης και της Ιταλίας, για τον επαναπατρισμό πολλών αρχαιοτήτων που εξήχθησαν παράνομα από το ιταλικό έδαφος.

Στη συνέχεια, η Françoise Rivière, Γενική Υποδιευθύντρια Πολιτισμού της UNESCO, προετοίμασε το κοινό για τον διδακτικό χαρακτήρα του συνεδρίου χάρη στην παρουσίαση ορισμένων επιτυχών επαναπατρισμών. Υπογράμμισε τη θέση του πρέσβη Γ. Αναστασόπουλου, ότι «μας απασχολεί η τυμβωρυχία στο Αφγανιστάν και ο διαμελισμός της πολιτιστικής κληρονομιάς του Ιράκ» και εξέφρασε την άποψη ότι «όταν ένας νόμος έχει κενά οφείλουμε να προσπαθήσουμε περισσότερο για την βελτίωσή του».

[Αρχή]

2. Επαναπατρισμός πολιτιστικών αγαθών: μελέτη περιπτώσεων

Επιστροφή του οβελίσκου της Αξώμης
Στην πρώτη συνεδρία εξετάστηκε καταρχήν η επιστροφή του οβελίσκου της Αξώμης από την Ιταλία στην Αιθιοπία, με πρόεδρο τον Patrick O’ Keefe, Διεθνή Νομικό Σύμβουλο και Αναπληρωτή Καθηγητή του Εθνικού Πανεπιστημίου της Αυστραλίας. Πριν από την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η Ιταλία υπό τον Μπενίτο Μουσολίνι εισέβαλε στην Αιθιοπία, δόθηκε εντολή από τον δικτάτορα αυτό το 1937 να αφαιρεθεί και να μεταφερθεί στην Ιταλία ο οβελίσκος της Αξώμης, του οποίου τα τμήματα (4 κατά τον Croci, 5 κατά τον Scovazzi) κείτονταν στο έδαφος, ως αποτέλεσμα ισχυρής σεισμικής δόνησης που είχε σημειωθεί αρκετούς αιώνες νωρίτερα. Ο Μουσολίνι μετέφερε τα τμήματα του μνημείου και το αποκατέστησε πλήρως στη Ρώμη, εσκεμμένα μάλιστα μπροστά από το Υπουργείο Αποικιών της Ιταλίας (εικ. 1-2). Ο καθηγητής Δομικής Αποκατάστασης Ιστορικών Κτηρίων του Πανεπιστημίου La Sapienza στη Ρώμη, Giorgio Croci, παρέθεσε ενδιαφέροντα στοιχεία, που καταδεικνύουν το μέγεθος των προσπαθειών για την αποκατάσταση του μνημείου. Ο καθηγητής Διεθνούς Δικαίου του Πανεπιστημίου Milano-Bicocca, Tullio Scovazzi τόνισε ότι το μνημείο παρέμεινε επί 67 ολόκληρα χρόνια στην Ιταλία και όλα τα συνανήκοντα τμήματά του επιστράφηκαν στην Αιθιοπία μόλις το 2004 (εικ. 3). Η UNESCO ανέλαβε τη διαδικασία συντήρησης και αποκατάστασης του μνημείου στην αρχική του θέση, ενώ η Ιταλία κάλυψε το συνολικό κόστος της μεταφοράς, συντήρησης, αναστήλωσης και αποκατάστασης του εν λόγω μνημείου, που ανήλθε στα 4 εκατομμύρια δολάρια (εικ.4). Η διαδικασία προβλέπεται να ολοκληρωθεί τον Σεπτέμβριο του 2008. Τέλος, το λόγο έλαβε ο Γενικός Διευθυντής του Φορέα Έρευνας και Συντήρησης της Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Αιθιοπίας, Jara Haile Mariam, ο οποίος υπογράμμισε το καλό κλίμα που επικράτησε στις διαπραγματεύσεις των δύο χωρών, την ιδιαίτερη πολιτιστική και ιστορική σημασία που έχει ο οβελίσκος για το λαό της Αιθιοπίας και τόνισε ότι μετά τη μεταφορά του οβελίσκου στην Ιταλία, σημειώθηκε στην περιοχή της Αξώμης πλήθος λαθρανασκαφών, υπονοώντας ότι μία πολιτιστική διαρπαγή ακολουθείται από πολυάριθμες ανάλογου είδους καταστροφές.

[Αρχή]

Επανένωση του λίθινου πτηνού της Μεγάλης Ζιμπάμπουε
Η δεύτερη περίπτωση που εξετάστηκε αφορούσε στην επανένωση του λίθινου πτηνού της Μεγάλης Ζιμπάμπουε. Στις 14 Μαΐου 2003, δύο τμήματα ενός λίθινου πτηνού, εθνικού συμβόλου της δημοκρατίας της Ζιμπάμπουε, επανενώθηκαν και το γλυπτό παραδόθηκε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Ζιμπάμπουε Robert Mugabe από τον γερμανό πρέσβη στη Ζιμπάμπουε, Δρα Peter Schmidt. Όπως εξήγησε η Christiane Titgat, τέως Έφορος των Βασιλικών Μουσείων Τέχνης και Ιστορίας των Βρυξελλών και Διευθύντρια του Ολλανδικού Ινστιτούτου Αθηνών, το κατώτερο τμήμα του πτηνού είχε ανακαλυφθεί στα τέλη του 19ου αιώνα στη Ζιμπάμπουε και, αφού αγοράστηκε από Γερμανούς για 500 μάρκα, μεταφέρθηκε στο Μουσείο του Βερολίνου. Στις αρχές του 20ού αιώνα ανακαλύφθηκε –και παρέμεινε– στη Ζιμπάμπουε το ανώτερο τμήμα, μήκους 26 εκατοστών, του λίθινου πτηνού. Ο Dawson Munjeri, αναπληρωτής μόνιμος αντιπρόσωπος της Ζιμπάμπουε στην UNESCO και τέως Διευθυντής των Εθνικών Μουσείων και Μνημείων στη Ζιμπάμπουε, ανέφερε ότι ο Δρ. Bill Dewey, επιμελητής της έκθεσης “Legacy of Stone: Zimbabwe Past and Present”, ανακάλυψε το κατώτερο τμήμα στο Μουσείο του Βερολίνου, ταυτίζοντάς το ως συνανήκον με το ανώτερο τμήμα που βρισκόταν στη Ζιμπάμπουε. Η επανένωση του αντικειμένου έγινε κατά τη διάρκεια έκθεσης του Βασιλικού Μουσείου Κεντρικής Αφρικής στο Τερβίρεν του Βελγίου. Ο ομιλητής έκανε ειδική μνεία στα ακριβή λόγια που αντάλλαξαν ο γερμανός πρεσβευτής και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας της Ζιμπάμπουε – ο πρώτος έκανε λόγο για μόνιμο δάνειο προς τη Ζιμπάμπουε και όχι για αναγνώριση του αντικειμένου ως ιδιοκτησία της Ζιμπάμπουε.

[Αρχή]

Επιστροφή προγονικών λειψάνων στους αυτόχθονες Ngarrindjeri
Το πρώτο τμήμα της δεύτερης συνεδρίας ήταν αφιερωμένο στην υπόθεση της επιστροφής προγονικών λειψάνων από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου στους εκπροσώπους της αυτόχθονης φυλής Ngarrindjeri της νότιας Αυστραλίας (εικ. 5-6). Όπως τόνισε η Cressida Fforde, Σύμβουλος Πολιτιστικής Κληρονομιάς στο Ηνωμένο Βασίλειο, το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου υπήρξε, το 1990, το πρώτο ίδρυμα εκτός Αυστραλίας που –διαθέτοντας μία τόσο μεγάλη συλλογή ανθρωπίνων οστών αυτοχθόνων της Αυστραλίας– υιοθετούσε μία πολιτική επιστροφής αυτών. Μετά την επιστροφή των προγονικών λειψάνων στους Ngarrindjeri, πολλά αντίστοιχα λείψανα επιστράφηκαν σε φυλές της Αυστραλίας, της Νέας Ζηλανδίας και της Χαβάης. Ο Christopher Wilson, Επιστημονικός Σύμβουλος – Λέκτορας στο Κέντρο Έρευνας και Επιμόρφωσης των Αυτοχθόνων Yunggorendi στο Πανεπιστήμιο Flinders της Αυστραλίας, τόνισε ότι εκατό χρόνια μετά την απομάκρυνσή τους και μόλις τον Απρίλιο του 2003, έγινε δυνατός ο επαναπατρισμός διαφόρων οστών περίπου 300 προγόνων τους από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, αλλά και άλλων 74 ατόμων από το Μουσείο της Βικτόρια, το 2004.

[Αρχή]

Επαναπατρισμός αντικειμένων από τη Δανία στη Γροιλανδία
Στη συνέχεια εξετάστηκε ο επαναπατρισμός 35.000 αντικειμένων, χρονολογούμενων από την προϊστορική περίοδο μέχρι και τον 19ο αιώνα, που επιστράφηκαν από τη Δανία στη Γροιλανδία (εικ. 7-8). Η Mille Gabriel, συνεργάτις ερευνήτρια στο Κέντρο Έρευνας της Γροιλανδίας και στο Εθνικό Μουσείο της Δανίας, αναφέρθηκε στην επιτυχία του προγράμματος “Utimut”, για το σταδιακό επαναπατρισμό χιλιάδων αντικειμένων αρχαιολογικής και εθνογραφικής αξίας, κατά την περίοδο 1982-2001, από το Εθνικό Μουσείο της Δανίας στο Εθνικό Μουσείο της Γροιλανδίας και Κέντρο Αρχειακού Υλικού. Στο πλαίσιο του προγράμματος “Utimut” και χάρη στην τήρηση των κανόνων που το διέπουν και από τις δύο χώρες, ιδρύθηκε το SILA, το Γροιλανδικό Κέντρο Ερευνών. Ο Daniel Thorleifsen, Διευθυντής του Εθνικού Μουσείου και των Αρχείων της Γροιλανδίας, σημείωσε ότι η επιστροφή των αντικειμένων αυτών, τουλάχιστον από την πλευρά της Δανίας, ήταν ζήτημα ανύψωσης της εθνικής υπερηφάνειας και υπογράμμισης της εθνικής ταυτότητας των Γροιλανδών.

[Αρχή]

Επανένωση και εκ περιτροπής έκθεση του αγαλματιδίου του Ur-Ningirsu
Ως πέμπτη περίπτωση εξετάστηκε η επανένωση του νεοσουμεριακού ενεπίγραφου ανδρικού αγαλματιδίου του Ur-Ningirsu, χρονολογημένου γύρω στο 2080 π.Χ., ως αποτέλεσμα της συνεργασίας μεταξύ του Μουσείου του Λούβρου και του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης (εικ. 9). Κάθε μουσείο είχε στην κατοχή του τμήμα του αγάλματος: το Λούβρο από το 1925 το ενδεδυμένο σώμα ως το σημείο του λαιμού, το Μητροπολιτικό από το 1947 την κεφαλή. Αμέσως μετά την αναγνώριση από την επιστημονική κοινότητα ότι τα δύο αυτά τμήματα συνανήκουν, ξεκίνησαν το 1955 διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο μουσείων, που κατέληξαν σε μια επίσημη συμφωνία μόλις το 1974. Η συμφωνία προέβλεπε την έκθεση ολόκληρου του συγκολλημένου πλέον αγαλματιδίου σε ένα από τα δύο μουσεία, εκ περιτροπής, κάθε τέσσερα χρόνια. Η συγκεκριμένη περίπτωση διαφοροποιείται από τις προηγούμενες διότι δεν αποτελεί υπόθεση επαναπατρισμού, αλλά διαπραγμάτευσης μεταξύ δύο μουσείων-κολοσσών, τα οποία αρνούμενα να αποχωριστούν από τις συλλογές τους σε μόνιμη βάση το πολύτιμο «ήμισυ», συμφώνησαν να διασχίζει αυτό κάθε 4 χρόνια τον Ατλαντικό. Το ιστορικό των γαλλικών ανασκαφών στη θέση Tello στο νότιο Ιράκ παρουσίασε η Annie Caubet, επίτιμη έφορος του Τμήματος της Αρχαίας Εγγύς Ανατολής του Λούβρου – τόσο το χρονικό της απόκτησης του αγαλματιδίου από το Λούβρο όσο και τις λαθρανασκαφές στην περιοχή, κατά την περίοδο 1909-1925 και στη σύγχρονη ιστορία, μετά το 2003. Η Joan Aruz, προϊσταμένη του Τμήματος Τέχνης της Αρχαίας Εγγύς Ανατολής του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης, τόνισε τη σημασία που έχει για όλους, επιστήμονες και ευρύ κοινό, η έκθεση ολόκληρου του έργου τέχνης, πράγμα που αποτέλεσε και το σημαντικότερο όφελος αυτής της συμφωνίας. Παρά ταύτα, διατυπώθηκαν επιφυλάξεις ως προς την αποτελεσματικότητα και το νόημα μιας τέτοιας απόφασης, όχι βέβαια για τις επανενώσεις αντικειμένων που βρίσκονται εξ ολοκλήρου σε ξένα εδάφη, αλλά για τα αντικείμενα των οποίων ορισμένα τμήματα φυλάσσονται σε ξένο έδαφος ενώ τα υπόλοιπα βρίσκονται ακόμη στη χώρα, το χώμα της οποίας τα κρατούσε φυλαγμένα μέχρι την αποκάλυψή τους. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί ο ιππέας από την Ακρόπολη στον οποίο ανήκει η λεγόμενη “κεφαλή Rampin” στο Λούβρο, όπως αναγνώρισε ο αρχαιολόγος Η. Payne. Ο περιοδικός δανεισμός ίσως αποτελεί τη μόνη λύση για τα αντικείμενα της δεύτερης κατηγορίας, των οποίων τα συμπληρωμένα τμήματα από γύψο αποκαλύπτουν τόσο την απώλεια του υπόλοιπου έργου όσο και την αναποτελεσματικότητα των διαπραγματεύσεων.

[Αρχή]

Μακροχρόνιος δανεισμός της τελετουργικής μάσκας των αυτοχθόνων Kwakwaka’wakw
Τέλος, παρουσιάστηκε ο μακροχρόνιος δανεισμός της τελετουργικής μάσκας της φυλής των αυτοχθόνων Kwakwaka’wakw από το Βρετανικό Μουσείο στο Πολιτιστικό Κέντρο U’mista της Βρετανικής Κολομβίας του Καναδά, στο πλαίσιο μακροχρόνιου δανεισμού (εικ. 10-11). Ο Jonath C. H. King, Έφορος του Τμήματος Αφρικής, Ωκεανίας, Βορείου και Νοτίου Αμερικής του Βρετανικού Μουσείου, αναφέρθηκε στην τελετουργική σημασία αυτού του είδους μασκών, καθώς επίσης και στο χρονικό των διαπραγματεύσεων και της κατάληξης, μέσω νόμιμων διαδικασιών, της μάσκας στο Βρετανικό Μουσείο, το οποίο δεν είναι σε καμία περίπτωση διατεθειμένο να παραχωρήσει την κυριότητα του. Ωστόσο, το μουσείο διατίθεται μέσω της πολιτιστικής διπλωματίας να προβεί σε μακροχρόνιους δανεισμούς. Στην περίπτωση αυτή το δάνειο έλαβε χώρα τον Νοέμβριο του 2005, ύστερα από 25 χρόνια διαπραγματεύσεων. Η Andrea Sanborn, Διευθύνουσα Σύμβουλος του Πολιτιστικού Κέντρου U΄mista, καθήλωσε το κοινό με τον έντονα συναισθηματικό λόγο της και την ρεαλιστική θεώρηση της υπόθεσης ταυτόχρονα. Τόνισε ότι όλες αυτές οι τελετουργικές μάσκες και τα εμβλήματα αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της πολιτιστικής τους ταυτότητας, όχι μόνο της πολιτιστικής τους κληρονομιάς αλλά και της σημερινής τους ζωής. Οι θερμές ευχαριστίες προς το Βρετανικό Μουσείο, και ιδιαίτερα προς τον Jonath C. H. King, ο οποίος συνέβαλε προσωπικά τα μέγιστα για την επίτευξη του μακροχρόνιου δανεισμού, καταδεικνύουν, μεταξύ άλλων, την καίρια σημασία των σωστών επιλογών ανθρώπινου δυναμικού σε θέσεις κλειδιά για τέτοιου είδους διαπραγματεύσεις. Αναμφίβολα η λύση των μακροχρόνιων δανείων σε περιπτώσεις όπου τα πολιτιστικά αγαθά έχουν αποκτηθεί με νόμιμους τρόπους είναι η πλέον δόκιμη και αποτελεσματική.

[Αρχή]

3. Τα εργαστήρια

Εργαστήριο “Δεοντολογία και Νομική Θεώρηση”
Τη δεύτερη ημέρα του συνεδρίου, το πρώτο εργαστήριο με θέμα “Δεοντολογία και Νομική Θεώρηση” ήταν αφιερωμένο στον επαναπατρισμό πολιτιστικών αγαθών. Ο Udo Gobwald, πρόεδρος του ευρωπαϊκού ICOM και εκπρόσωπος του προέδρου του διεθνούς ICOM, εξέθεσε τις ξεκάθαρες θέσεις του ICOM σχετικά με την επιστροφή αντικειμένων που αποτελούν προϊόντα λαθρανασκαφής, κλοπής και παράνομης διακίνησης, παρακινώντας τα μουσεία να δείχνουν έμπρακτα την καλή τους πρόθεση. Ο Βοηθός Εισαγγελέα στη Ρώμη Paolo Ferri, ανάλυσε το παράδειγμα της συμφωνίας μεταξύ του ιταλικού κράτους και του μουσείου Getty, του μεγαλύτερου ιδιωτικού μουσείου του κόσμου. Τόνισε ότι στην εποχή μας ο συνεχής δανεισμός και η ανανέωση των εκθεμάτων βοηθούν σημαντικά στην καταπολέμηση της αρχαιοκαπηλίας και του παράνομου εμπορίου, ενώ η συνεργασία και η εκπαίδευση επιμελητών αρχαιοτήτων και από τις δύο διαπραγματευόμενες χώρες αποτελεί όρο μιας καλής διμερούς συμφωνίας. Αίσθηση προκάλεσε η πρόταση που διατυπώθηκε από τον Louis Godart, σύμβουλο του Προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας για θέματα πολιτισμού, για την έκδοση ψηφίσματος για την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα στην Ελλάδα. Τέλος, ο Neil Brodie, αρχαιολόγος του Κέντρου Αρχαιολογίας στο Στάνφορντ των ΗΠΑ, διερωτήθηκε εάν οι χώρες που διεκδικούν τον επαναπατρισμό αρχαιοτήτων από διάφορα μουσεία, θα άφηναν τις αρχαιότητες αυτές στα μουσεία ως μακροχρόνια δάνεια, εφόσον τα μουσεία αναγνώριζαν την κυριότητα της χώρας επί των αντικειμένων.

[Αρχή]

Εργαστήριο “Διαμεσολάβηση και πολιτιστική διπλωματία”
Στο δεύτερο εργαστήριο για τη “Διαμεσολάβηση και πολιτιστική διπλωματία” οι ομιλητές, Jeannette Greenfield, δικηγόρος ειδικευμένη σε θέματα δεοντολογίας ως προς την αφαίρεση πολιτιστικών αγαθών, και Tristram P. Besterman, σύμβουλος στους τομείς μουσείων, πολιτιστικής και ανώτατης εκπαίδευσης στη Μ. Βρετανία, συζήτησαν υποθέσεις επαναπατρισμών ανθρώπινων προγονικών λειψάνων, τον τρόπο χειρισμού των υποθέσεων και τα ευεργετικά αποτελέσματα που επιφέρει για τα δύο εμπλεκόμενα μέρη η τήρηση των κανόνων της διαδικασίας. Ο συνταγματάρχης του αμερικανικού στρατού και επικεφαλής της έρευνας για τις αρχαιότητες του Εθνικού Μουσείου του Ιράκ Matthew Bogdanos, πρότεινε ένα σχέδιο παγκόσμιας στρατηγικής πέντε σημείων για την άμεση και αποτελεσματική αντιμετώπιση της τυμβωρυχίας και του παράνομου εμπορίου, που, κατά την άποψή του, χρηματοδοτεί τις τρομοκρατικές οργανώσεις. Αναφέρθηκε στην ευαισθητοποίηση του αμερικανικού λαού μετά τη λεηλασία του μουσείου της Βαγδάτης και στον επαναπατρισμό των μισών, σχεδόν, αρχαιοτήτων από το σύνολο των κλεμμένων (λινκ στην Είδηση). Το δεύτερο εργαστήριο ολοκληρώθηκε με την ομιλία της Ειρήνης Σταματούδη, διευθύντριας του Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας, η οποία τάχθηκε υπέρ της εξωδικαστικής επίλυσης μίας διεκδίκησης νόμιμης ιδιοκτησίας μεταξύ δύο μερών σε ένα γόνιμο κλίμα συνεργασίας, καθώς και στα οφέλη που αποκομίζουν και οι δύο πλευρές, με τον κατάλληλο χειρισμό.

[Αρχή]

Εργαστήριο “Μουσεία, αρχαιολογικοί χώροι και πολιτιστικό περιβάλλον”
Το τρίτο εργαστήριο με θέμα “Μουσεία, αρχαιολογικοί χώροι και πολιτιστικό περιβάλλον” και πρόεδρο την Έλενα Κόρκα, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟ. Η Lee Rosenbaum, η γνωστή αρθρογράφος της Wall Street Journal και του Art in America, αναφέρθηκε σε ζητήματα προβολής των μουσειακών εκθεμάτων σε αμερικανικά μουσεία, ιδίως υπό το πρίσμα της παγκόσμιας ευαισθητοποίησης σε ζητήματα ιδιοκτησίας πολιτιστικών αγαθών. Αναφέρθηκε, επίσης, στη σύγχυση ορισμένων μουσειολόγων όταν προβάλλουν πολιτισμούς μέσω των υλικών καταλοίπων τους στις προθήκες πολλών αμερικανικών μουσείων. Το πρόβλημα ξεκινά με την επιλογή του θέματος και του τρόπου παρουσίασης, π.χ. συνήθως μόνο την καλλιτεχνική αξία του έργου ή τη δεινότητα του δημιουργού του, παραβλέποντας τις πολιτιστικές και τις γεωγραφικές συνθήκες που το γέννησαν, εξαιτίας της απουσίας μιας οργανωμένης μουσειολογικής πολιτικής. Ο Ricardo Elia, Πρόεδρος του Τμήματος Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Βοστόνης, επέστησε την προσοχή του κοινού στο γεγονός ότι ένα από τα ισχυρότερα μέσα επίτευξης του επαναπατρισμού πολιτιστικών αγαθών, προϊόντων αρχαιοκαπηλίας, είναι η πάταξη κάθε μορφής σύγχρονης αρχαιοκαπηλίας. Τόνισε ιδιαιτέρως μια πτυχή που θα έπρεπε να είναι αυτονόητη, δηλαδή την οριστική απώλεια πληροφοριών για κάθε μορφή τέχνης, όταν αυτή αποσπάται βίαια από το περιβάλλον της, μέσω λαθρανασκαφής, και όχι μέσα από τη διαδικασία της επιστημονικής ανασκαφής. Όταν τα μουσεία του κόσμου ή οι ιδιωτικές συλλογές μετατρέπονται σε χώρους φύλαξης κλοπιμαίων, τότε αυτά δεν αποτελούν τίποτα άλλο παρά τους τελικούς χρήστες μίας συστηματικής καταστροφικής διαδικασίας. Η Moira Simpson, Λέκτορας του Πανεπιστημίου της Νότιας Αυστραλίας, αναφέρθηκε στη σχέση των επαναπατρισμών πολιτιστικών αγαθών με τα μουσεία, καταρχήν στον τρόπο αντιμετώπισης του επαναπατρισμού ιερών κειμηλίων, που απωλέσθηκαν κυρίως κατά την περίοδο της αποικιοκρατίας, από τους αυτόχθονους πληθυσμούς. Οι επαναπατρισμοί αυτοί συμβάλλουν στην παλινόρθωση της πολιτιστικής γνώσης και των εθίμων αλλά και στην εξυγίανση κοινωνικο-πολιτιστικών και ψυχολογικών τραυμάτων μετά το τέλος της αποικιοκρατίας. Στη συνέχεια, εστίασε σε έργα που προέρχονται από χώρους που έχουν κηρυχθεί επίσημα ως παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά απευθύνοντας κάλεσμα στις εκάστοτε κυβερνήσεις να αναλάβουν τις ευθύνες τους για την αποκοπή των τεχνέργων από το περιβάλλον τους. Στο τέλος του τρίτου εργαστηρίου, το λόγο πήρε ο Maurice Davies, Αναπληρωτής Διευθυντής της Ένωσης Μουσείων του Ηνωμένου Βασιλείου. Με έξοχη ρητορική δεινότητα έθιξε το ζήτημα της επιστροφής των παρθενώνειων γλυπτών, κρατώντας τις ισορροπίες και προτείνοντας βήματα που θα βασίζονται καταρχήν στην πλήρη κατανόηση της κάθε πλευράς, αλλά και τονίζοντας ταυτόχρονα το πόσο διαφορετικές από τη φύση τους είναι οι εμπλεκόμενες πλευρές. Αφενός για την ελληνική πλευρά αποτελεί ζήτημα της κυβερνητικής πολιτικής, με ό,τι αυτό προϋποθέτει και συνεπάγεται, αφετέρου για τους Βρετανούς εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από το Βρετανικό Μουσείο, στο οποίο δεν μπορεί με κανένα τρόπο να εμπλακεί νομικά η εκάστοτε κυβέρνηση. Αλλά και οι διαπραγματευτές προέρχονται από τελείως διαφορετικά περιβάλλοντα. Αν δεν αρθούν και από τις δύο πλευρές οι δυσκολίες αυτές, τότε αποτελεί, κατά τη γνώμη του, ανέφικτο πόθο η οποιαδήποτε λύση. Πιστεύει ότι ίσως ένας πρώτος ουσιαστικός διάλογος θα μπορούσε να διεξαχθεί καλύτερα στα στρογγυλά τραπέζια των δυο εμπλεκόμενων μουσείων, δηλαδή του Νέου Μουσείου Ακροπόλεως και του Βρετανικού Μουσείου.

[Αρχή]

4. Προτροπή για διεθνή συνεργασία και έρευνα

Στην τελευταία συνεδρία εξετάστηκαν ζητήματα “Διεθνούς Συνεργασίας και Έρευνας”. Ο Γενικός Διευθυντής του ICCROM, Mounir Bouchenaki, τόνισε την αλματώδη αύξηση του παράνομου εμπορίου πολιτιστικών αγαθών τις τελευταίες δεκαετίες, παραβάλλοντάς το χαρακτηριστικά με το εμπόριο ναρκωτικών. Ως μέσο αντιμετώπισης του φαινομένου πρότεινε την υιοθέτηση επαγγελματικών δεοντολογιών ηθικής από τα μουσεία και τους εμπόρους έργων τέχνης, βασισμένων στη συνειδητοποίηση των επιπλοκών και των προβλημάτων μιας τέτοιας αποδοχής. Η παράνομη κυκλοφορία έργων τέχνης αποτελεί παγκόσμια «γάγγραινα», και μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με διεθνή συνεργασία, μέσω της κοινής αποδοχής διεθνών συνθηκών, όπως η Συνθήκη της UNESCO του 1970 ή η Συνθήκη UNIDROIT του 1995. Όμως, η ισχύς των διεθνών συμφωνιών θα είναι περιορισμένη, αν αυτές δεν συνοδεύονται από επιμέρους διακρατικές συμφωνίες για την προστασία και τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Ο ομιλητής τόνισε ιδιαίτερα την ανάγκη διάσωσης της πολιτιστικής κληρονομιάς κατά τη διάρκεια αλλά και μετά τη λήξη του Πολέμου του Κόλπου στο Ιράκ. Η Blanca Margarita Alva Guerrero, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Προστασίας της Ιστορικής Κληρονομιάς στο Εθνικό Ινστιτούτο Πολιτισμού στο Περού, αναφέρθηκε στην πολιτική επαναπατρισμού περουβιανών αντικειμένων που ακολουθεί η χώρα της, κυρίως από μουσεία των Ηνωμένων Πολιτειών. Κατά το 2007, επαναπατρίστηκαν 475 αντικείμενα με εθνική δαπάνη, παρά τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η χώρα. Οι διμερείς συμφωνίες που έχει συνάψει το Περού με άλλες χώρες αποτελούν τη βάση της διεκδίκησης και απόκτησης των αντικειμένων.
Το συνέδριο από πλευράς των ομιλητών έκλεισε ο Άγγελος Χανιώτης, Καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας στο All Souls College του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, που συνέβαλε στην επιστροφή από το Μουσείο της Χαϊδελβέργης ενός θραύσματος της ζωφόρου του Παρθενώνα, στο Μουσείο Ακροπόλεως, στις 4 Σεπτεμβρίου 2006. Ως ιστορικός αναφέρθηκε στη δυνατότητα συμβολής των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων σε θέματα επαναπατρισμού έργων πολιτιστικής κληρονομιάς, τονίζοντας ωστόσο την έλλειψη διδασκαλίας στα Τμήματα Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης των ηθικών και νομικών πτυχών των συγκεκριμένων θεμάτων, αφού η χάραξη πολιτιστικής στρατηγικής αποτελεί δευτερεύον ζήτημα στον αυστηρά δομημένο ακαδημαϊκό χώρο. Σημείωσε επίσης ότι οι κατάλογοι ή τα αρχεία των κλεμμένων ή λεηλατημένων αντικειμένων ανά χώρα δεν έχουν συνταχθεί συστηματικά ή/και δεν έχουν γίνει με ηλεκτρονικό τρόπο, ώστε να είναι προσβάσιμοι σε διεθνές επίπεδο. Παρότρυνε όλους τους φορείς έρευνας να δράσουν άμεσα προς την κατεύθυνση αυτή, υπονοώντας ότι η μέχρι τώρα συμβολή τους παραμένει μικρότερη από όσο τους αρμόζει.

[Αρχή]

5. Προτάσεις του Υπουργού Πολιτισμού Μιχάλη Λιάπη

Μετά την ανακεφαλαίωση των πορισμάτων των εργαστηρίων, το λόγο έλαβε και πάλι ο Υπουργός Πολιτισμού Μιχάλης Λιάπης, κλείνοντας το συνέδριο με ευχάριστο τόνο και αισιοδοξία. Ευχαρίστησε και συνεχάρη τους συμμετέχοντες για τη θετική εξέλιξη των συνεργασιών σε διεθνές επίπεδο, τονίζοντας ιδιαίτερα τον σημαίνοντα ρόλο της Διακυβερνητικής Επιτροπής της UNESCO σε θέματα προώθησης της επιστροφής πολιτιστικών αγαθών στις χώρες προέλευσής τους. Πρέπει να ενδυναμωθεί ο ρόλος της Επιτροπής ως διαμεσολαβητή αλλά και με κάθε άλλο νόμιμο μέσο, επισήμανε ο Υπουργός. Αναφέρθηκε τέλος “στις μοναδικές και εξαιρετικές εκείνες περιπτώσεις, όπου συγκεκριμένα αγαθά διατηρούν την αυθεντικότητά τους και εκπέμπουν τα μηνύματά τους, μόνο ενταγμένα στο γενεσιουργό πολιτιστικό τους περιβάλλον. Τέτοια είναι η περίπτωση των Γλυπτών του Παρθενώνα. Πιστεύουμε ακράδαντα στην αδιαμφισβήτητη ανάγκη για την επανένωση και των δικών μας συμβόλων. Του Παρθενώνα. Ενός κατ’ εξοχήν διαμελισμένου μνημείου που επιζητεί την επανένωση των μελών του”, κάτι που είχε συμμεριστεί επισήμως από το βήμα του ομιλητή και αμέσως πριν τον Μ. Λιάπη ο καθηγητής και σύμβουλος του Προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας σε θέματα πολιτισμού, Louis Godart.

Τα Πρακτικά του συνεδρίου θα εκδοθούν τον επόμενο χρόνο.

[Αρχή]

6. Στοιχεία συγγραφέων

Ελισάβετ Σιουμπάρα
Διδάκτωρ Αρχαιολογίας
Υπηρεσία Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης (ΥΣΜΑ)
Έργο Διασπάρτων Αρχιτεκτονικών Μελών
e-mail: sioumpara@gmx.de

Χρήστος Περ. Τσιρογιάννης
Αρχαιολόγος, ειδικευμένος σε θέματα αρχαιοκαπηλίας
Συνεργάτης Υπουργείων Πολιτισμού (επαναπατρισμοί αρχαιοτήτων), Εσωτερικών (Τμήμα Δίωξης Αρχαιοκαπηλίας της Αστυνομίας) και Δικαιοσύνης (υποθέσεις του Διεθνούς Κυκλώματος Αρχαιοκαπηλίας)

[Αρχή]