Η αρχαιοκαπηλία είναι η τρίτη επικερδέστερη μορφή παράνομης δραστηριότητας σε παγκόσμιο επίπεδο μετά από τo παράνομο εμπόριο όπλων και τη διακίνηση ναρκωτικών. Άλλωστε ο αυξανόμενος αριθμός μουσείων, όπως και η μεγάλη ζήτηση για αρχαιότητες από συλλέκτες στην Ευρώπη , τη Βόρειο Αμερική, την Αυστραλία, την Ιαπωνία έχουν εξαντλήσει τα αποθέματα του νόμιμου εμπορίου. Στην παγκόσμια αγορά κυκλοφορούν πια ελάχιστα αντικείμενα από παλιές συλλογές , με αποτέλεσμα το εμπόριο αρχαιοτήτων να στηρίζεται κυρίως στη λαθρανασκαφή, την κλοπή και τη λεηλασία.
Γι’ αυτό το λόγο η επικαιροποίηση των διατάξεων του νομικού πλαισίου περί αρχαιοκαπηλίας κρίθηκε από την κυβέρνηση απαραίτητη.
Οι βασικές ρυθμίσεις του νόμου κατά της αρχαιοκαπηλίας, που ψηφίστηκε κατά πλειοψηφία τον περασμένο Απρίλιο από τη Βουλή, αφορούν στη βάση τους στη διοικητική διάρθρωση του Υπουργείου Πολιτισμού καθώς και στη διασύνδεσή τους με τις διωκτικές αρχές.
Οι δομικές αλλαγές, που έχουν ως σκοπό να ενισχύσουν το οπλοστάσιο της πολιτείας για την πάταξη της αρχαιοκαπηλίας, είναι αναλυτικά οι εξής:

• Σύσταση Διεύθυνσης Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών: βασικό μέλημα της νέας αυτής υπηρεσιακής μονάδας είναι η καταπολέμηση της αρχαιοκαπηλίας κυρίως μέσα από τη διεκδίκηση αντικειμένων, τα οποία είναι προϊόντα κλοπής, λαθρανασκαφής ή παράνομης διακίνησης στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Σε οργανωτικό επίπεδο η εν λόγω Διεύθυνση πρόκειται να απασχολήσει εξειδικευμένο προσωπικό, θα αξιοποιήσει τις νέες τεχνολογίες για την έρευνα, ενώ στις αρμοδιότητές της θα συγκαταλέγεται η παρακολούθηση αγοραπωλησιών και δημοπρασιών στην παγκόσμια αγορά και η δημιουργία διαρκώς ενημερωμένων βάσεων δεδομένων.
Μέχρι σήμερα οι αρμοδιότητες του Υπουργείου Πολιτισμού σε σχέση με την προστασία των πολιτιστικών αγαθών και την πάταξη της αρχαιοκαπηλίας ήταν διάσπαρτες σε διάφορες υπηρεσίες του Υπουργείου. Αυτός ήταν και ο λόγος που θεσπίσθηκε η σύσταση της νέας αυτής Διεύθυνσης, η οποία θα έχει την ευθύνη για τη διεκπεραίωση όλων των υποθέσεων αρχαιοκαπηλίας. (άρθρο 1,2)

Αξιωματικός της ΕΛΑΣ: η υπό σύσταση Διεύθυνση θα μπορεί να έχει στη διάθεσή της αξιωματικό της ΕΛΑΣ από το Τμήμα Δίωξης Αρχαιοκαπηλίας, ο οποίος θα λειτουργεί ως άμεσος σύνδεσμος του Υπουργείου Πολιτισμού και των διωκτικών αρχών (άρθρο 5).

Συγκρότηση Επιτροπής Εμπειρογνωμώνων: αποτελούμενη από εννιά επιστήμονες, με τριετή θητεία, η Επιτροπή Εμπειρογνωμώνων θα παρέχει συνδρομή στη Διεύθυνση για την επιστημονική τεκμηρίωση και την προέλευση των κινητών μνημείων, καθώς θα γνωμοδοτεί και για κάθε επιστημονικό θέμα που θα ανακύπτει. (άρθρο 7)

• Ορισμός Εισαγγελέα Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών: πρόκειται για καινοτομία για τα ελληνικά δεδομένα, που υιοθετήθηκε από την εμπειρία ξένων χωρών. Έργο του ειδικού Εισαγγελικού λειτουργού θα είναι να διευθύνει, να εποπτεύει όλη την προανακριτική διαδικασία και να ασκεί ποινική δίωξη για τα αδικήματα, που σχετίζονται με την προσβολή των πολιτιστικών αγαθών. Μέχρι σήμερα ό,τι αφορούσε στην αρχαιοκαπηλία ήταν διασπαρμένο σε διάφορες εισαγγελίες, με αποτέλεσμα να μην αντιμετωπίζεται ενιαία και υπό την εποπτεία ειδικού κάθε υπόθεση. (άρθρο 6).

Οι αρχαιοκάπηλοι στα Ελληνικά Δικαστήρια: σε ελληνικό έδαφος και με τους εθνικούς νόμους πρόκειται να δικάζονται οι υπόδικοι για αρχαιοκαπηλία. Η Ελλάδα αποκτά αποκλειστική Διεθνή Δικαιοδοσία σε υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας και ορίζει ότι τα αδικήματα που προβλέπονται στον αρχαιολογικό νόμο θα τεκμηριώνονται σύμφωνα με τους ελληνικούς ποινικούς νόμους, ακόμη και στην περίπτωση που αυτά τελέσθηκαν σε ξένη χώρα. Αυτό γίνεται για να αποφευχθεί η ήπια αντιμετώπιση της αρχαιοκαπηλίας σε χώρες που δεν έχουν ειδικό νομικό πλαίσιο. (άρθρο 13).

 • Αυστηροποίηση ποινικών διατάξεων: στον πρόσφατα ψηφισμένο νόμο ορίζεται ρητά η αρχαιοκαπηλική δράση ως μορφή οργανωμένου εγκλήματος κι αυτό πρακτικά σημαίνει ότι αυστηροποιείται η ποινική αντιμετώπιση των παρανομούντων. Επιπλέον θα επιτρέπεται η άρση του απορρήτου των επικοινωνιών σε περιπτώσεις που κρίνεται απαραίτητο για τη διαλεύκανση υποθέσεων αρχαιοκαπηλίας. (άρθρο 12).

Χρηματική και ηθική αμοιβή: θεσπίζεται οικονομικό κίνητρο κατά περίπτωση για όποιον συμβάλλει στην ανάκτηση πολιτιστικών μνημείων. Όποιος παραδώσει αρχαίο αντικείμενο στο κράτος ή δώσει σχετική σημαντική πληροφορία θα εισπράττει χρηματικό ποσό, που θα καθορίζεται από σχετική υπουργική απόφαση και θα του απονέμεται εύφημη μνεία. (άρθρο 9).

Πάταξη της κιβδηλείας: πρόκειται για ειδική ποινική διάταξη, που προβλέπει ποινές για την κατοχή ή χρήση εκμαγείων ή αντιγράφων μνημείων, καθώς και για την εφαρμογή του Ποινικού Κώδικα για κακουργήματα που προβλέπονται από τη νομοθεσία για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. (άρθρα 10, 11)

Η διεθνής εμπειρία
Στην Αγγλία όπως και στη Γαλλία λειτουργεί ο θεσμός των ορκωτών εκτιμητών: ο πολίτης σ’ αυτές τις χώρες έχει τη δυνατότητα να αποταθεί στους εκτιμητές του κράτους και να φέρει αντικείμενα τέχνης, παλιά ή σύγχρονα, ώστε να πάρει επίσημη γνωμάτευση για τη γνησιότητά τους ή ακόμη να του γίνει γνωστό εάν πρόκειται για αρχαίο αντικείμενο. Στην Ελλάδα κανείς ιδιώτης-συλλέκτης δεν μπορεί να πάρει γνωμάτευση από το Υπουργείο Πολιτισμού για τα έργα τέχνης που περιήλθαν στην κατοχή του. Να σημειώσουμε ότι ,σύμφωνα με το νόμο Βενιζέλου 3028/2002, τα αρχαία αντικείμενα θεωρούντα εκτός συναλλαγής, ανήκουν στο ελληνικό δημόσιο και ο ιδιώτης έχει απλώς τη χρήση τους, όπως και διατηρεί το δικαίωμα κληροδοσίας.
Στην Ιταλία υπάρχει ειδικό Σώμα της Αστυνομίας, το οποίο ασχολείται με την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και κυρίως με την αρχαιοκαπηλία. Διαθέτει αυτόνομη υπηρεσία με άρτια υλικοτεχνική υποδομή, πλήρες δίκτυο κλιμακίων σε όλη τη χώρα, όπου συνεργάζονται αρχαιολόγοι με ένα μεγάλο αριθμό καραμπινιέρων, εκπαιδευμένων στο αντικείμενο της αρχαιοκαπηλίας. Τα στατιστικά στοιχεία της τελευταίας τριετίας αποκαλύπτουν ότι στην Ιταλία έγιναν 15.000 συλλήψεις αρχαιοκαπηλίας, ενώ στην Ελλάδα αντιστοίχως έγιναν μόνο 150.

Οι ενάλιες αρχαιότητες
Καμία ειδική αναφορά δε γίνεται στην προστασία των ενάλιων αρχαιοτήτων. Ο ν.3028/2002 αναφέρει ότι οι ρυθμίσεις για τις αρχαιότητες της ξηράς ισχύουν και για τη θάλασσα. Κι αυτό γιατί με το νόμο 3409 του 2005 για τον καταδυτικό τουρισμό περιορίζονται οι αρμοδιότητες που είχε μέσω του άρθρου 15 του νόμου «Βενιζέλου» για την προστασία των ενάλιων αρχαιοτήτων. Σύμφωνα με το νόμο αυτό επιτρέπονται οι καταδύσεις σε όλη τη χώρα, αφού η διαχείριση των καταδύσεων αφήνεται σε ανώνυμες εταιρείες με την επωνυμία «Καταδυτικά Πάρκα ΑΕ». Αφήνεται ελεύθερη η χρήση μηχανημάτων απεικόνισης του βυθού, τη στιγμή που τα νησιά δε διαθέτουν υποδομές και προσωπικό για τη φύλαξη των ενάλιων αρχαιοτήτων…

Αργυρώ Μαυροζούμη