Στους 28 ανέρχονται οι τάφοι τους οποίους έφεραν στο φως προσφάτως οι αρχαιολόγοι της ΚΣτ´ Εφορείας Αρχαιοτήτων σε οικόπεδο της Βούλας, έκτασης περίπου ενός στρέμματος. Με χρονολόγηση από τον 5ο και τον 4ο αιώνα π.Χ. το σύνολο των τάφων αποτελεί τμήμα μόνο ενός μεγαλύτερου και οργανωμένου νεκροταφείου. Τα ευρήματα, πολυπληθή αγγεία ιδιαίτερης αρχαιολογικής αξίας αλλά και εξαιρετικής τέχνης, υποδηλώνουν την ακμή και τον πλούτο του αρχαίου δήμου των Αιξωνίδων Αλών με το αναπτυγμένο βιοτικό επίπεδο των κατοίκων του.
Ανάμεσα στις 28 ταφές υπήρχε μια σαρκοφάγος από πωρόλιθο συλημένη ήδη από την αρχαιότητα, ένας τάφος κεραμοσκεπής καλυβίτης, δύο εγχυτρισμοί (δηλαδή ταφή μέσα σε πίθους), ενώ οι υπόλοιπες 24 ήταν ταφικές πυρές. Στα δυτικά του νεκροταφείου έχει εντοπισθεί ο ταφικός του περίβολος, σε αποσπασματική όμως κατάσταση. Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι το νεκροταφείο γειτνιάζει με την αρχαία οδική αρτηρία που συνέδεε κατά την αρχαιότητα τους παράκτιους δήμους της περιοχής.

Οι πυρές
Οργανωμένες σε συστάδες δύο έως τεσσάρων ήταν οι ταφικές πυρές και το πλήθος των ευρημάτων προήλθε κυρίως από αυτές. Για τη συγκεκριμένη ταφική πρακτική ανοιγόταν ένας μεγάλος ορθογώνιος λάκκος και μέσα σε αυτόν τοποθετούνταν ο νεκρός και ξύλα. Στη συνέχεια οι υψηλές θερμοκρασίες που αναπτύσσονταν με την πυρά στερεοποιούσαν τα τοιχώματα του λάκκου, ο οποίος τελικώς σκεπαζόταν. Με μήκος από 2 ως 2,5 μέτρα και βάθος από 1 ως 2 μέτρα αυτές οι ταφικές πυρές της Βούλας χαρακτηρίζονται ως ιδιαίτερα μεγάλες.
Έκπληξη προκάλεσε ο ένας από τους εγχυτρισμούς, καθώς μέσα στον πίθο δεν βρίσκονταν οστά, αντίθετα υπήρχαν 17 γραπτά αγγεία, συγκεκριμένα σκύφοι και ληκύθια με πλούσια διακόσμηση. Ο δεύτερος εγχυτρισμός ήταν σε μια «όλπη» (αγγείο τύπου οινοχόης), ύψους 40 εκατοστών, η οποία βρέθηκε μέσα σε τετράγωνη κατασκευή από ασβεστόλιθο, ενώ η ίδια εδραζόταν σε έναν δουλεμένο λίθο με κυκλική διατομή. Περί τα 66 αγγεία ήρθαν συνολικά στο φως, τα περισσότερα από τα οποία ακέραια, αλλά επίσης μεταλλικοί ήλοι και τμήματα χάλκινων αντικειμένων, πιθανώς αγγείων, όπως και δύο επιτύμβιες στήλες.
Σε βάθος δύο μέτρων εντόπισαν οι αρχαιολόγοι το νεκροταφείο, που ωστόσο δεν είναι το μοναδικό του αρχαίου δήμου. Αντιθέτως, το κύριο νεκροταφείο της Κλασικής Εποχής των Αιξωνίδων Αλών έχει αποκαλυφθεί από χρόνια στην περιοχή Πηγαδάκια, έχοντας υποστεί όμως αρχαιοκαπηλική δράση ευρείας κλίμακας ήδη από τον 19ο αιώνα, αλλά και στις αρχές του 20ού. Μουσεία του εξωτερικού και ιδιωτικές συλλογές εμπλουτίστηκαν τότε από τα προϊόντα των λαθρανασκαφών τόσο του συγκεκριμένου νεκροταφείου όσο και εκείνου της Μυκηναϊκής Εποχής, που εντοπίστηκε στα σύνορα Γλυφάδας – Βούλας.

Οι αλυκές
Η γεωγραφική θέση του δήμου, που ήταν όμορος της Αιξωνής, και η ύπαρξη αλυκών κατά μήκος της ακτής τον ονομάτισαν. Οι αλυκές βρίσκονταν στη θέση των σημερινών πλαζ του ΕΟΤ και ως πριν από μερικές δεκαετίες ήταν εμφανείς. Ο δήμος λοιπόν μπορεί κατά βάση να ήταν αγροτικός, όμως οι Αλαιείς αποτελούσαν ένα καλά οργανωμένο σύνολο τόσο οικιστικά όσο και παραγωγικά έχοντας πληθώρα δραστηριοτήτων. Και αυτό μαρτυρούν τα κεραμικά εργαστήρια που έχουν έρθει στο φως, οι αναλημματικοί τοίχοι για τη δημιουργία καλλιεργήσιμων εκτάσεων, τα αποστραγγιστικά και υδραυλικά έργα για τη διαχείριση του ύδατος. Το πυκνό δίκτυο δρόμων εξάλλου εξασφάλιζε την επικοινωνία μέσα στον δήμο, αλλά και με τους γειτονικούς του. Μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις αυτοί οι αρχαίοι δρόμοι ταυτίζονται με τους σημερινούς και συγκεκριμένα τη Βάρης – Κορωπίου, τη Βουλιαγμένης, την Καλύμνου και την Ελευθερίας, ιδιαίτερα σημαντική στην Αρχαιότητα, αφού οδηγούσε στο θρησκευτικό κέντρο του δήμου, το ιερό του Απόλλωνα Ζωστήρα, ο οποίος βρίσκεται εντός των τουριστικών εγκαταστάσεων του Αστέρα. Από εκεί άλλωστε έφευγαν στην Αρχαιότητα τα πλοία με προσκυνητές για τον Απόλλωνα στη Δήλο.
Τμήματα αυτών των αρχαίων δρόμων έχουν εντοπισθεί σε διάφορα σημεία, με πρόσφατο εύρημα, πριν από περίπου έναν χρόνο, αυτό που αποκαλύφθηκε κατά τη διάρκεια των εργασιών για την επέκταση του τραμ. Ήταν ο αρχαίος παραλιακός δρόμος του δήμου, που βρέθηκε σε μήκος 40 μέτρων, για να καταχωσθεί όμως εν συνεχεία προκειμένου να περάσουν οι σιδηροτροχιές.

Πηγή: Το Βήμα, 30/3/2008 (Μ. Θερμού)