Σκοτεινή προσωπικότητα; Αιμοσταγής σουλτάνος; Ένας άνθρωπος γεμάτος φοβίες; Ένας «γιατρός» που προσπαθούσε να σώσει τον «μεγάλο ασθενή»; Ένας καλλιτέχνης; Ένας εκσυγχρονιστής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας; Τι απ’ όλα αυτά υπήρξε ο σουλτάνος Αμπντουλχαμίτ Β’;

Απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα έδωσε ο πρόεδρος του Τουρκικού Ιδρύματος Ιστορίας, καθηγητής Μετίν Χιουλαγκιού, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, με αφορμή το συμπόσιο «Ο Σουλτάνος Αμπντουλχαμίτ Β’», που διεξήχθη στη Θεσσαλονίκη, με τη συμμετοχή κυρίως Τούρκων ιστορικών και πανεπιστημιακών.

Το συμπόσιο διοργανώθηκε από το Τουρκικό Ίδρυμα Ιστορίας και ο λόγος που επιλέχθηκε η Θεσσαλονίκη για τη διεξαγωγή του, όπως εξηγεί ο κ. Χιουλαγκιού, είναι ότι η πόλη σχετίζεται με δύο σημαντικές προσωπικότητες, τον Κεμάλ Ατατούρκ, που γεννήθηκε και μεγάλωσε σε αυτήν, και τον Αμπντουλχαμίτ, ο οποίος μετά την εκθρόνισή του εξορίστηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου έζησε τρία χρόνια φυλακισμένος στη Βίλα Αλατίνι.

«Ο Αμπντουλχαμίτ προσπαθούσε να εμποδίσει την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ενώ ο Κεμάλ Ατατούρκ είναι ο ιδρυτής της σύγχρονης Τουρκικής Δημοκρατίας μετά την κατάλυση του Οθωμανικού κράτους. Είναι δύο σημαντικές προσωπικότητες, που άφησαν τα ίχνη τους τόσο στην πολιτική όσο και στην ιστορία. Η προσέγγιση στον Αμπντουλχαμίτ στο συμπόσιο είναι ιστορική και όχι πολιτική», επισημαίνει ο κ. Χιουλαγκιού.

Ο Αμπντουλχαμίτ Β’ ανέβηκε στον θρόνο σε μία ταραγμένη περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το 1876, δηλαδή την ίδια χρονιά που εκθρονίστηκε και πέθανε, υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, ο θείος του Αμπντουλαζίζ και μετά την εκθρόνιση (σύμφωνα με ισχυρισμούς, λόγω ψυχικής διαταραχής) του μεγαλύτερου αδελφού του Μουράτ Ε’, ο οποίος έμεινε στον θρόνο μόνο για τρεις μήνες.

Το όνομα του Αμπντουλχαμίτ συνδέεται με το πρώτο Σύνταγμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1876) και τη συγκρότηση της Βουλής των Αντιπροσώπων και της Γερουσίας (1877). Λόγω της κριτικής που δεχόταν από τη Βουλή για την πολιτική που ακολουθούσε στον πόλεμο με τη Ρωσία, στις 18 Φεβρουαρίου 1878 ο Αμπντουλχαμίτ ανέστειλε τη λειτουργία της Βουλής (η οποία στα επόμενα 30 χρόνια δεν ξαναλειτούργησε) και το Σύνταγμα έμεινε μόνο στα χαρτιά.

Ο πόλεμος με τη Ρωσία έληξε στις 3 Μαρτίου του 1878, με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου. Ο Αμπντουλχαμίτ, λόγω των πιέσεων που δεχόταν από την Επιτροπή Ένωση και Πρόοδος, αναγκάστηκε το 1908 να επαναφέρει το Σύνταγμα και να θέσει ξανά σε λειτουργία τη Βουλή.

Το 1909, μετά την εξέγερση της 31ης Μαρτίου, εκθρονίστηκε και εξορίστηκε στη Θεσσαλονίκη. Η επιλογή της Θεσσαλονίκης ως τόπου εξορίας του Αμπντουλχαμίτ έγινε προκειμένου να επιτηρείται καλύτερα και να μην επιχειρήσει να επανέλθει στον θρόνο. Ο Αμπντουλχαμίτ, στα 30 χρόνια που έμεινε στον θρόνο, είχε να αντιμετωπίσει πολέμους αλλά και εξεγέρσεις στο εσωτερικό της Αυτοκρατορίας.

Το όνομά του συνδέθηκε και με διωγμούς σε βάρος των Αρμενίων, λόγω των οποίων χαρακτηρίστηκε ως «κόκκινος σουλτάνος». Το όνομά του συνδέθηκε, επίσης, με την ίδρυση οργανωμένης Αστυνομίας και Υπηρεσίας Πληροφοριών καθώς και με την εφαρμογή λογοκρισίας.

Από την άλλη, όμως, συνδέθηκε και με τον εκσυγχρονισμό των υποδομών της Αυτοκρατορίας και του στρατού, αλλά και με τη λειτουργία για πρώτη φορά σχολείων θηλέων. Ίσως λόγω των δολοφονικών επιθέσεων που δέχτηκε, ήταν φοβικός και μυστικοπαθής. Κανείς δεν ήξερε τι σκέπτεται – ούτε οι σύζυγοί του ούτε τα παιδιά του. Οι μόνοι άνθρωποι με τους οποίους είχε πιο στενή επαφή ήταν οι γραμματείς του.

Είχε ως χόμπι την ξυλουργική/ξυλογλυπτική, απεχθανόταν την τουρκική μουσική και λάτρευε την ιταλική, αλλά και τα αστυνομικά μυθιστορήματα, με ιδιαίτερη προτίμηση στις περιπέτειες του Σέρλοκ Χόλμς.

«Είναι αλήθεια ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία απέκτησε το πρώτο της Σύνταγμα την περίοδο του Αμπντουλχαμίτ Β’. Ωστόσο ήταν μια θολή και αμφισβητήσιμη περίοδος. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, για να καταλάβουμε το σήμερα, θα πρέπει να γνωρίζουμε την περίοδο του Αμπντουλχαμίτ. Γιατί τα γεγονότα του σήμερα ξεκινούν κατά την περίοδο του Αμπντουλχαμίτ και συνεχίζονται. Για παράδειγμα, το Αρμενικό ζήτημα. Οι πρώτες εξεγέρσεις των Αρμενίων αρχίζουν την περίοδο του Αμπντουλχαμίτ, όμως αυτό το θέμα ακόμη συνεχίζεται. Όταν προσεγγίζουμε την περίοδο του Αμπντουλχαμίτ, το κάνουμε ως ακαδημαϊκοί και ιστορικοί και όχι ως πολιτικοί. Επίσης, δεν μπορούμε να προσεγγίσουμε το θέμα προσωπικά. Βλέπουμε τα γεγονότα υπό το φως των τεκμηρίων και προσπαθούμε να τα κατανοήσουμε, ακολουθώντας μια ακαδημαϊκή προσέγγιση, πάντα μακριά από την πολιτική», εξηγεί ο κ. Χιουλαγκιού, πριν αρχίσει να απαντά στις ερωτήσεις του ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Προσεγγίζοντας την αυταρχική πολιτική του Αμπντουλχαμίτ από μακιαβελική άποψη, ο κ. Χιουλαγκιού ουσιαστικά τη δικαιολογεί.

«Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ένα πολυεθνικό κράτος, υπήρχαν άνθρωποι από κάθε εθνότητα, θρησκεία και πολιτισμό. Δεν υπήρχε πολιτική καταπίεσης ή απομόνωσης ή απαγορεύσεων. Αν κοιτάξουμε τους Αρμένιους κατά την περίοδο του Αμπντουλχαμίτ, βλέπουμε ότι ζούσαν υπό πολύ καλές συνθήκες. Όμως υπήρξε εκμετάλλευση από το εξωτερικό – δηλαδή η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία, με τις πολιτικές που ακολουθούσαν, προσπαθούσαν να χρησιμοποιήσουν τους Αρμένιους. Εκείνη την εποχή, στην Ευρώπη κέρδιζαν έδαφος τα εθνικιστικά κινήματα και σε διεθνές επίπεδο γίνονταν διακρίσεις σε βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Επομένως τι να έκανε ο Αμπντουλχαμίτ; Προσπαθούσε να διασώσει την αυτοκρατορία του. Στο πλαίσιο αυτό έσφαξε τους Αρμένιους; Όχι, αλλά επειδή δεν ακολουθούσε την πολιτική που ήθελαν η Αγγλία και η Γαλλία, δηλαδή να κάνει μεταρρυθμίσεις, να απαλλάξει από φόρους και να τους δώσει δικαιώματα κ.λπ., επειδή αντιστάθηκε σε αυτά τού βγήκε το όνομα “κόκκινος σουλτάνος”. Ο Αμπντουλχαμίτ ήταν ο “γιατρός” που προσπαθούσε να σώσει τον “μεγάλο ασθενή”. Ήταν ολομόναχος και περικυκλωμένος από παντού. Ήταν επικεφαλής ενός κράτους που ήθελαν να το διαλύσουν και προσπαθούσε να εκπροσωπήσει αυτό το κράτος. Αυτό δεν θα αρέσει πολύ στους Αρμένιους και σε άλλους λαούς, αλλά είναι φυσικό», υποστηρίζει ο κ. Χιουλαγκιού.

Στο ερώτημα αν, λόγω φοβίας, ο Αμπντουλχαμίτ συγκρότησε Αστυνομία και Υπηρεσία Πληροφοριών, οι πράκτορες της οποίας (χαφιέ στα τουρκικά) χρηματοδοτούσαν πληροφοριοδότες, ο κ. Χιουλαγκιού κάνει ένα λογοπαίγνιο στα τουρκικά. «Ο Αμπντουλχαμίτ είχε και φομπί (φοβία) και χόμπι», λέει και συνεχίζει: «Ο Αμπντουλχαμίτ ήταν ένας σουλτάνος που δεν μπόρεσε να τον καταλάβει κανείς, ήταν ένας ιδιόρρυθμος σουλτάνος. Αν κοιτάξετε την Οθωμανική ιστορία, θα δείτε ότι ο Αμπντουλχαμίτ, με τις πολιτικές και με τις μεθόδους που ακολουθούσε, ήταν ένας σουλτάνος διαφορετικός – π.χ. ίδρυσε την Υπηρεσία Πληροφοριών. Σήμερα, όλα τα κράτη έχουν Υπηρεσίες Πληροφοριών, οι δράσεις των οποίων δεν περιορίζονται στα σύνορά τους, αλλά παρακολουθούν και άλλες χώρες και ξένους ηγέτες. Στην ιστορία μας, για πρώτη φορά δημιουργήθηκε τέτοια υπηρεσία, την οποία μπορεί να την έχουν εκμεταλλευτεί ή να την έχουν χρησιμοποιήσει για κακό σκοπό. Αυτό δεν πηγάζει από τον Αμπντουλχαμίτ, αλλά από το σύστημα».

Ο κ. Χιουλαγκιού αποδίδει τις φοβίες του Αμπντουλχαμίτ στον πόλεμο που δεχόταν εκ των έσω και εκ των έξω. «Έγιναν τόσες φορές πραξικοπήματα για να τον εκθρονίσουν και δολοφονικές επιθέσεις σε βάρος του. Τελευταία φορά, το 1905, θέλησαν να τον ανατινάξουν, βάζοντας βόμβα στο όχημα που θα τον μετέφερε από το τζαμί όπου είχε πάει για την προσευχή της Παρασκευής. Η βόμβα εξερράγη αλλά ο Αμπντουλχαμίτ σώθηκε», λέει.

Η περίοδος του Αμπντουλχαμίτ χαρακτηρίζεται από αυστηρή λογοκρισία. Ο κ. Χιουλαγκιού δικαιολογεί τη λογοκρισία, υποστηρίζοντας ότι νόμος περί λογοκρισίας προϋπήρχε, αλλά ο Αμπντουλχαμίτ τον έθεσε σε εφαρμογή προκειμένου να εμποδίσει τη διάδοση διαμελιστικών ιδεών.

«Μιλάτε για λογοκρισία. Δηλαδή σήμερα δεν υπάρχει λογοκρισία; Σήμερα τα γαλλικά, τα αγγλικά, τα ρωσικά αρχεία είναι ανοιχτά; Κατά πόσο είναι ανοιχτά; Μπορείτε να έχετε πρόσβαση σε κάθε πληροφορία; Έχετε την ελευθερία να γράψετε ό,τι θέλετε; Π.χ. τότε απαγορευόταν να γράφει κανείς “κόκκινος”. Ναι, απαγορευόταν αλλά αυτό ήταν προσβολή για τον ηγέτη της αυτοκρατορίας. Ακόμη και σήμερα, αυτό δεν θα το δεχόταν κανένας ηγέτης κράτους. Ούτε στην Αγγλία, ούτε στην Αμερική. Φυσικά και θα υπήρχε λογοκρισία, η οποία ίσως να χρησιμοποιήθηκε και κάπως υπερβολικά. Ήταν μια περίοδος, που μέσα σε ένα πολυεθνικό κράτος, ζητούσαν ελευθερίες και γίνονταν εξεγέρσεις. Φυσικά και ήταν υποχρεωμένος να εφαρμόζει λογοκρισία, επειδή προσπαθούσε να προστατεύσει την αυτοκρατορία και παράλληλα στόχευε στις ιδέες εκείνων που επιδίωκαν την κατάλυση του κράτους. Δεν μπορούμε να προσεγγίζουμε εκείνη την περίοδο με τις συνθήκες του σήμερα. Θα πρέπει να την εξετάσουμε με τις συνθήκες του τότε και επομένως, τότε, είτε το ήθελε είτε όχι, ήταν υποχρεωμένος να εφαρμόσει λογοκρισία επειδή κάποιοι παροτρύνουν σε εξέγερση κάποιους ανθρώπους», αναφέρει ο κ. Χιουλαγκιού.