Στη Λάκκα Παξών ο πύργος του φάρου μαζί με την αρχική κατοικία των φαροφυλάκων χτίστηκε το 1825 όταν τα νησιά του Ιονίου ήταν υπό την προστασία της Μεγάλης Βρετανίας.
Για πρώτη φορά όμως άναψε την 1η Ιουνίου του 1831 και λειτούργησε αρχικά με ελαιόλαδο και κατοπτρικό μηχάνημα με σταθερά παραβολικά κάτοπτρα.
Η λειτουργία του βελτιώθηκε το 1887 και το 1890, όταν και αντικαταστάθηκε ο παλιός μηχανισμός του και λειτούργησε με πετρέλαιο έως το 1913.
Από τον Μάρτιο του 1913 ο φάρος λειτουργεί ως αυτόματος με ασετιλίνη. Το 1982 αντικαταστάθηκαν τα φωτιστικά του μηχανήματα και λειτούργησε ως αυτόματος ηλιακός με χαρακτηριστικό μια ερυθρή αναλαμπή ανά 5” και φωτοβολία 5 ναυτικά μίλια.
Στις 11 Μαρτίου του 1913 στη θέση όπου βρισκόταν ο Φάρος και η οικία των φαροφυλάκων το έδαφος υποχώρησε και ανοίχθηκε χαράδρα 200μ. μήκους, και βάθους 20μ. Καθορίσθηκε πλησιέστερο ασφαλές σημείο και άρχισαν οι εργασίες ανέγερσης νέου κτιρίου στη θέση Κουέρο.
Εξαιτίας του πολέμου, η κατασκευή του καθυστέρησε και η παραλαβή του κτιρίου έγινε τον Απρίλιο του 1916, που όμως άρχισε να λειτουργεί το 1919 μετά την τοποθέτηση των φωτιστικών μηχανημάτων, η αρχιτεκτονική δομή του είναι τετράγωνος λιθόκτιστος πύργος, ύψους 9,1μ. ενσωματωμένο στην νοτιοδυτική πλευρά του κτιρίου, που συμπληρώνεται από ένα σπίτι και βοηθητικό κτίσμα. Στον περίβολο του φάρου βρίσκεται ο ναϊσκος του Αγίου Νικολάου.
Εντάχθηκε στο Ελληνικό Φαρικό Δίκτυο ΤΟ 1864. Κατά την διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου ο Φάρος παρέμεινε σβηστός. Το 1951 επαναλειτούργησε ως επιτηρούμενος. Το 1979 ο Φάρος ηλεκτροδοτήθηκε και λειτουργεί ως επιτηρούμενος.
Η πρόσβαση στον φάρο γίνεται οδικώς από το χωριό Λάκκα. Είναι εγκατεστημένος στο βορινότερο σημείο των Παξών και απέχει γύρω στα 10 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα του νησιού τον Γάιο.
