Μουσείο Ελληνικής Ιστορίας | Παύλος Βρέλλης

Η Ανατίναξη στο Κούγκι, Μουσείο Ελληνικής Ιστορίας | Παύλος Βρέλλης

Η σύνθεση του συγκεκριμένου θέματος είναι έμπνευσης του Παύλου Βρέλλη.
Στη νοτιοανατολική πλευρά της Παραμυθιάς, επάνω σε βραχότοπο, ήταν χτισμένα τα Σουλιωτοχώρια. Στα δυτικά της Σαμονίβας, υψώνεται υπερήφανος ο βράχος του Κουγκίου, με την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής. Η ανατίναξη –το ολοκαύτωμα– έγινε από τον κοσμοκαλόγερο Σαμουήλ, τον Δεκέμβριο του 1803, για να μην παραδοθεί ο ίδιος και 5 άλλοι νομάτοι του (γέροι και βαριά τραυματίες), οι οποίοι έμειναν πίσω για να παραδώσουν στον Αλή–πασά τη μπαρουταποθήκη, που ήταν μέσα στην Εκκλησία της Αγίας Παρασκευής (στο σωρό της εκκλησίας στο Κούγκι, προπολεμικά, βρέθηκε μια πέτρα σκαλισμένη, με χρονολογία 1793. Πιθανολογείται ότι τότε χτίστηκε η εκκλησία και από τα όστρακα που διακρίνονται στο ανέβασμα ο χώρος αυτός πιθανόν να ήταν κλασική ακρόπολη).
Όπως αναφέρει ο Περραιβός, κατά το τέλος της παράδοσης, ένας Τουρκαλβανός είπε στον Σαμουήλ:
«Πόσα κολαστήρια στοχάζεσαι καλόγερε, θα σε κάμει ο Βεζίρης οπόταν σε βάλει εις το χέρι, από το οποίο και δε γλιτώνεις;» και ο Σαμουήλ του απάντησε:
«Δεν είναι άξιος ο Βεζίρης, να πιάσει άνθρωπον, όστις εκτός οπού δε φοβάται, γνωρίζει και άλλον δρόμον: του θανάτου…» Τότε άπλωσε το χέρι του με τα λιανοκέρια αναμμένα, έβαλε φωτιά στο χυμένο από τα βαρέλια μπαρούτι και ανατινάχτηκαν όλοι στον αέρα.
Ο χώρος έχει δημιουργηθεί αφότου ο καλλιτέχνης επισκέφτηκε το 1957 πολλές φορές το Κούγκι και το Σούλι και πάντα με γνώμονα εκείνη την εποχή, το Δεκέμβριο του 1803, γι’ αυτό τα ρούχα τους, οι κάπες τους, οι γιδίσιες τσέργες τους και τα διάφορα άλλα μικροπράγματα είναι ανάλογα με την εποχή και προέρχονται από δωρεές Παρασουλιωτών φίλων και συγγενών. Επίσης ανάλογος είναι και ο φυτικός διάκοσμος.
Οι μορφές μελετήθηκαν φυσιογνωμικά και χαρακτηρολογικά, για τον καθένα και με βάση τις ψυχικές τους καταστάσεις, το ίδιο και οι θέσεις και οι στάσεις τους. Αγέρωχοι καθώς ήταν όλοι τους λεβέντες, στη ζωή και στο θάνατο.
Για παράδειγμα το πρόσωπο του Εθνομάρτυρα Σαμουήλ, το τόσο δυνατό, που κυριαρχεί με τη στάση και την αποφασιστικότητά του, είναι φτιαγμένο βάσει περιγραφών και συγκεκριμένα από το βιβλίο «Βίοι Παράλληλοι», του Αναστάσιου Γούδα ο οποίος τον γνώριζε προσωπικά.
Βλέπουμε το πίσω μέρος της Εκκλησίας, με το χωνευτήρι, όπου κάθεται ένας Σουλιώτης ενώ άλλος ακουμπά. Στην ανοιχτή ξύλινη πόρτα απέναντι είναι ο Τουρκαλβανός που βγάζει και το τελευταίο του βαρέλι από τη μικρή πόρτα του κατωγείου, ο καλόγερος με αγέρωχο βλέμμα και στάση, είναι έτοιμος και αποφασισμένος, μετά τη λογομαχία, να βάλει φωτιά στο βαρέλι με το χυμένο μπαρούτι. Γέροντες ανήμποροι και σακάτηδες, από τον πόλεμο που ’χαν πριν λίγο, μαζί με έναν νέο πληγωμένο, δένουν την υπόλοιπη σύνθεση.
Τα καινούργια σχιστόξυλα και τα μεγάλα παραθυρόφυλλα πατιναρίστηκαν με διάφορα χρώματα και τρόπους ώστε να δώσουν την ανάλογη ατμόσφαιρα. Τα εικονίσματα, μικρά και μεγάλα, είναι φτιαγμένα από ξύλο και χαρτί με ανάλογη πατίνα για να φαίνονται παλιά.
Τα λίγα στασίδια είναι από το χωριό Κωστάνιανη, της περιοχής της Δωδώνης, τα βαρέλια είναι από ξύλα πεύκου (λυγισμένα σε φωτιά), δεμένα με αγριόκλημα γύρω γύρω και πατιναρισμένα ανάλογα.

Πηγή: Οδηγός του Μουσείου «Παύλος Βρέλλης – Μουσείο Ελληνικής Ιστορίας – Κέρινα Ομοιώματα».