Τον ναό του Μάρτυρα Λεωνίδη στο Κλαυσί, το σημαντικότερο υλικό τεκμήριο και μοναδικό ανασκαμμένο μνημείο της παλαιοχριστιανικής περιόδου στην Ευρυτανία, θέλησε να προβάλλει η 24η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στο πλαίσιο του εορτασμού της Διεθνούς Ημέρας Μουσείων 2014, που είχε θέμα «Οι συλλογές των μουσείων μας ενώνουν».

Μετά από πρόσκληση της Εφορείας στη Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ευρυτανίας, πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά εκπαιδευτική ξενάγηση σε μαθητές του 1ου Δημοτικού Σχολείου Καρπενησίου από την αρχαιολόγο της Εφορείας Αθανασία Τσόκα. Οι μαθητές παρέλαβαν εποπτικό υλικό και ξεναγήθηκαν στο εσωτερικό του ναού γνωρίζοντας τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του και την ιστορία του.

Ο ναός του Μάρτυρα Λεωνίδη ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης ξυλόστεγης βασιλικής εξωτερικών διαστάσεων 28×18,50 μ., με εγκάρσιο κλίτος στα ανατολικά που καταλήγει σε κόγχες και νάρθηκα στα δυτικά, χωρίς προσκτίσματα. Από την ανωδομή του κτιρίου διατηρήθηκαν σε μικρό ύψος οι περιμετρικοί τοίχοι και η βάση του συνθρόνου στην κόγχη του ιερού.

Όλοι οι χώροι, πλην της κόγχης του ιερού, καλύπτονταν από ψηφιδωτό δάπεδο το οποίο διασώζεται κατά το μεγαλύτερο μέρος του, με φυτική και γεωμετρική διακόσμηση και σκηνές από το ζωικό βασίλειο (παραστάσεις με ζώα, πτηνά και ψάρια). Ιδιαίτερη σημασία μεταξύ των ψηφιδωτών έχουν οι αφιερωτικές επιγραφές, οκτώ τον αριθμό, στις οποίες αναφέρονται μέλη της τοπικής εκκλησιαστικής κοινότητας, η αφιέρωση του ναού στον Μάρτυρα Λεωνίδη και η χρονολογία κατασκευής των ψηφιδωτών, η οποία θα πρέπει να τοποθετηθεί στο β’ τέταρτο του 6ου αι. μ.Χ. Το κτήριο καταστράφηκε πιθανότατα από σεισμό, ίσως του 551 μ.Χ., τον οποίο ακολούθησε πυρκαγιά. Ο Άγιος Λεωνίδης είχε εκτεταμένη λατρεία κατά τον 5ο-6ο αι. στην Κόρινθο, την Αθήνα (Βασιλική Ιλισσού) και ενδεχομένως τη Θεσσαλία. Μετά τις καταστροφές του 6ου αι. το όνομα και η λατρεία του νεανία αγίου δεν εμφανίζονται ξανά.

H βασιλική εντοπίστηκε το 1956 μετά από έντονες βροχοπτώσεις. Η πλήρης αποκάλυψή της πραγματοποιήθηκε σε δύο ανασκαφικές περιόδους (1958 και 1959) με δαπάνες της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Το 1966 έγινε απόσπαση, συντήρηση και επανατοποθέτηση των ψηφιδωτών. Ακολούθησε η συμπλήρωση της τοιχοδομίας και η τοποθέτηση ξύλινης στέγης, η οποία ανακαλεί τη μορφή της στέγης των ναών αυτού του τύπου. Οι εργασίες συντήρησης του δαπέδου επαναλήφθηκαν τα έτη 1975 και 1990. Περιμετρικά της Παλαιοχριστιανικής Βασιλικής έχει θεσμοθετηθεί Ζώνη Α προστασίας του αρχαιολογικού χώρου. Το 2013 τοποθετήθηκαν οδικές και ενημερωτικές πινακίδες και ελήφθησαν άμεσα μέτρα συντήρησης του κτιρίου και των ψηφιδωτών.

Η υλοποίηση του εκπαιδευτικού προγράμματος εντάσσεται στη γενικότερη προσπάθεια της 24ης ΕΒΑ και των τοπικών αρχών για την περαιτέρω αποκατάσταση και ανάδειξη του μνημείου και του περιβάλλοντος χώρου του, ώστε να αποτελέσει έναν οργανωμένο με σύγχρονες προδιαγραφές αρχαιολογικό χώρο και σημαντικό πόλο έλξης επισκεπτών στην περιοχή.