Για τη μινωική διατροφή, τη δημιουργία αντιγράφων των μινωικών σκευών μαγειρικής που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη και το όνειρό της να να «στήσει» μια μικρή βιοτεχνία παραγωγής τέτοιων σκευών, η οποία θα προσφέρει θέσεις εργασίας στο τοπικό εργατικό δυναμικό και ιδίως σε νεαρούς τεχνίτες και σπουδαστές κεραμικής της Κρήτης, μίλησε σε συνέντευξή της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Αμερικανίδα ανθρωπολόγος και αρχαιολόγος Τζέρολιν Μόρισον.

Αφορμή της συνέντευξης η συμμετοχή της κας Μόρισον σε ιστορικό συμπόσιο αφιερωμένο σε μινωικές και βυζαντινές συνταγές, μαγειρεμένες σε σκεύη-ρέπλικες των αρχαιολογικών ευρημάτων, το οποίο διοργανώθηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή της Θεσσαλονίκης. Εκεί παρουσίασε ένα μενού εμπνευσμένο από την αρχαιότητα: φακές με κόλιανδρο και μέλι, σαλιγκάρια σωτέ με δενδρολίβανο και φιλέτο μαύρου χοίρου με χαρουπόμελο, μαγειρεμένο σε πήλινη ρέπλικα μινωικής σχάρας.

Ήταν, λοιπόν, η μινωική διατροφή παρόμοια με τη σύγχρονη ελληνική; «Υπάρχουν πολλά φαγητά που τρώμε σήμερα και τα έτρωγαν και στη μινωική Κρήτη» επισημαίνει η αρχαιολόγος. Και ποια ήταν αυτά;

«Τόσο στη μινωική εποχή, όσο και στη σύγχρονη Κρήτη, οι άνθρωποι καταναλώνουν τροφές από τη θάλασσα, όπως μικρά και μεγάλα ψάρια, πεταλίδες, σουπιές και θαλασσινά σαλιγκάρια. Έτρωγαν επίσης αρκετό κρέας, από ζώα που εξέτρεφαν ή κυνηγούσαν, όπως κατσίκι, πρόβατο, λαγό, χοίρους και βοοειδή, ενώ στις μεταγενέστερες μινωικές περιόδους κατανάλωναν και άγρια ελάφια. Οι ανασκαφές έφεραν επίσης στο φως πολλά όσπρια, όπως φακές και φάβα, δημητριακά, όπως ζέα και κριθάρι, φρούτα και καρπούς, όπως σύκα και αμύγδαλα και, φυσικά, αποδείξεις για παραγωγή ελαιολάδου και κρασιού! Πιστεύω ότι η διατροφή στην Κρήτη πριν από 100 χρόνια έμοιαζε περισσότερο με αυτή της μινωικής εποχής, από ό,τι της σύγχρονης. Γι’ αυτό ευθυνόταν η έλλειψη ψυγείων, που ανάγκαζε τους κατοίκους του νησιού να χρησιμοποιούν διάφορες παραδοσιακές μορφές συντήρησης των τροφίμων, αλλά και οι μικρής, μόνο, κλίμακας καλλιέργειες λαχανικών, που διαμόρφωναν διατροφικές συνήθειες, ενδεχομένως να ήταν παρόμοιες με αυτές του μινωικού πολιτισμού», σημειώνει.

Ποιες ήταν οι συνήθειες των αρχαίων Κρητικών την ώρα του φαγητού;

«Αυτή είναι η συναρπαστική και δημιουργική πλευρά των αρχαιολογικών μελετών! Ο μινωικός πολιτισμός ήταν προϊστορικός και δεν έχουμε γραπτές μαρτυρίες σε σχέση με τις συνήθειες των συνδαιτυμόνων, ούτε έχουν βρεθεί τοιχογραφίες ή αγγειογραφίες που να απεικονίζουν σκηνές μαγειρικής ή δείπνου. Ενώ μπορούμε να μάθουμε τι έτρωγαν οι Μινωίτες και πώς μαγείρευαν, έχουμε περιορισμένη γνώση για το ποιες ήταν οι κοινωνικές τους συνήθειες και τα έθιμα σε σχέση με το φαγητό και την οργάνωση του σπιτιού. Για παράδειγμα, ξέρουμε ότι μαγείρευαν και έτρωγαν τόσο μέσα στο σπίτι όσο και έξω από αυτό, ενώ έστηναν τα τραπέζια τους και σε συγκεκριμένους χώρους στην ταράτσα των κατοικιών, αλλά δεν έχουμε ακόμη στοιχεία για το πόσα διαφορετικά πιάτα προσφέρονταν σε ένα δείπνο, την ποσότητα του φαγητού που σερβιριζόταν ανά συνδαιτυμόνα, ούτε για το πόσες φορές ημερησίως ή εβδομαδιαίως μαγείρευαν. Δεν γνωρίζουμε αν προτιμούσαν τις αλμυρές, γλυκές ή ξινές γεύσεις», επισημαίνει η κα Μόρισον.

Η κυρία Μόρισον βαδίζει εδώ και χρόνια πάνω στα ίχνη των αρχαίων Μινωιτών μαγείρων και, βασισμένη στην τρέχουσα επιστημονική γνώση, δημιουργεί γαστρονομικές εμπειρίες που «μεταφράζουν» την αρχαία γλώσσα του φαγητού στον σύγχρονο συνδαιτυμόνα ανά τον κόσμο. Χάρη σε αυτήν, οι «μινωικές γεύσεις» (Μinoan Tastes) ταξιδεύουν σε ολόκληρο τον κόσμο μέσα από τις σελίδες εξειδικευμένων περιοδικών και εκδόσεων στις ΗΠΑ και την Ευρώπη,

«Συνολικά, το feedback είναι θετικό και η ιδέα για το άνοιγμα μιας τέτοιας αγοράς, μινωικών γεύσεων, έγινε καλά δεκτή. Η πρόκληση είναι ότι η τυπική επιχείρηση εστίασης σήμερα εστιάζει κυρίως στη μαζική παραγωγή και τη χρήση φθηνότερων υλικών, ώστε να παρασκευάσει ένα φθηνότερο φαγητό, που θα το πουλήσει ακριβότερα στον πελάτη κι έτσι θα έχει μεγαλύτερο κέρδος στην επένδυσή της. Αυτό δεν είναι πρόβλημα, όταν είσαι στην αγορά μαζικής παραγωγής, αλλά δεν ταιριάζει με τη φιλοσοφία της Minoan Tastes. Το είδος της δουλειάς που είναι απαραίτητο για τις Μινωικές Γεύσεις, απαιτεί χρόνο και προϊόντα υψηλής ποιότητας, κατά προτίμηση τοπικά, κάτι που σημαίνει ότι μια επένδυση σε αυτές συνεπάγεται χρόνο και χρήμα. Βρίσκω πελάτες που συμμερίζονται αυτή τη φιλοσοφία και πιστεύω ότι οι “Μινωιτών γεύσεις” θα συνεχίσουν!» προσθέτει.

Για την Τζέρολιν Μόρισον, μινωική μαγειρική δεν σημαίνει πάντως μόνο διαλεχτές πρώτες ύλες, αλλά και παρασκευή του φαγητού στα ίδια σκεύη, που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Κρήτες. Για την ακρίβεια, σε αντίγραφα αυτών, που κατασκευάζει η ίδια, με βάση τα ευρήματα των αρχαιολογικών ανασκαφών και με πολύ κόπο.

Το ιδιαίτερο αυτό ταξίδι στον χρόνο και την τέχνη ξεκίνησε το 1997, όταν η Τζέρολιν βρέθηκε για πρώτη φορά στην Κρήτη, προκειμένου να δουλέψει ώς κεραμίστρια στο πλευρό της αρχαιολόγου Jennifer Moody. Εργάστηκε δίπλα της στα σκάμματα αρχαιολογικών ανασκαφών της Κρήτης για πολλά καλοκαίρια, μέχρι που αποφάσισε και η ίδια να κάνει μεταπτυχιακό στην ανθρωπολογία και διδακτορικό στην αρχαιολογία. Αντικείμενο της διπλωματικής της εργασίας ήταν η μελέτη των μαγειρικών σκευών των Μινωιτών στις αρχαιολογικός ανασκαφές του Μόχλου (όπου η ανασκαφή γινόταν από τους Κώστα Δαβάρα και Jeffrey Soles) και Παπαδιόκαμπου (Χρύσα Σοφιανού).

Στον Παπαδιόκαμπο, οι αρχαίοι Κρήτες χρησιμοποιούσαν πολύ τις χύτρες και τα πλάθανα, μινωικά «γουόκ». Στο Μόχλο μαγείρευαν κυρίως σε τριποδικές χύτρες, αλλά και σε πλάθανα.

«Το πειραματικό κομμάτι της εργασίας μου ήταν να κατασκευάσω τέτοια σκεύη με τον ίδιο πηλό που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι τεχνίτες κεραμικών. Αυτό χρειάστηκε τεράστια προσπάθεια! Χρειάστηκε να συγκρίνω τους τοπικούς πηλούς της σύγχρονης Κρήτης με αρχαιολογικό υλικό από τις ανασκαφές, με μακροσκοπικές και πετρογραφικές μεθόδους ταυτοποίησης και μετά να διαλέξω αυτούς που έκαναν την καλύτερη δουλειά. Βρήκα δύο πολύ καλά δείγματα πηλού στο Μόχλο. Τα ξέθαψα, τα καθάρισα, τα αποθήκευσα σε ειδικό χειροποίητο πιθάρι που έφτιαξε ένας φίλος στο Θράψανο και μετά άφησα τον πηλό να “καθίσει” σε νερό για αρκετούς μήνες, μέχρι να βεβαιωθώ ότι έχει πλήρως κορεστεί και είναι έτοιμος να δουλευτεί. Στη συνέχεια τον έπαιρνα από εκεί τμηματικά, τον άφηνα να στεγνώσει, τον δούλευα με τη σφήνα και μετά άρχιζα να τον δουλεύω σε τροχό κεραμικής», εξηγεί.

Για τη διοργάνωση των ιστορικών συμποσίων χρειάζονται πολλά σκεύη, τα οποία η Τζέρολιν φτιάχνει στην πλειοψηφία τους μόνη της, έχοντας όμως και συνεργασίες με τεχνίτες της περιοχής. «Στο μέλλον, θα ήθελα να δουλέψω περισσότερο με σπουδαστές κεραμικής από την Κρήτη, να τους εκπαιδεύσω να φτιάχνουν μαγειρικά σκεύη, ώστε να δημιουργηθεί ένα εργαστήριο, που θα προσφέρει στην τοπική κοινωνία ένα εισόδημα. Πιστεύω ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας στην Ελλάδα σήμερα και αυτό το είδος εξειδικευμένης εργασίας μπορεί να δημιουργήσει μια μικρή βιομηχανία» λέει. Ίσως να είναι κι αυτή μια ευκαιρία εν μέσω κρίσης…