Στις 13 Δεκεμβρίου 2012 το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης εγκαινίασε την έκθεση «“Πριγκίπισσες” της Μεσογείου στην αυγή της Ιστορίας» η οποία έχει σημειώσει μεγάλη επιτυχία. Απόδειξη η πρόσφατη παράταση που ανακοινώθηκε από το Μουσείο.

Η Έκθεση απλώνεται σε έξι cozy, σκουρόχρωμες αίθουσες του ισογείου. Μέσα στο ημίφως τους, η προσοχή του επισκέπτη κατευθύνεται αυτόματα στις φωταγωγημένες προθήκες με τα πολλαπλά εκθέματα. Στις περισσότερες άλλωστε λάμπει ο χρυσός των κοσμημάτων.

Κάθε «πριγκίπισσα» έχει τη βιτρίνα της. Από χαρτόνι, το πάνω μέρος μιας ανθρώπινης μορφής. Πάνω της στερεώνονται τα κοσμήματα: ενώτια, περιδέραια, περίαπτα, πόρπες, περόνες, επιστήθια.

Αναλυτικά, τα επεξηγηματικά κείμενα στους τοίχους ενημερώνουν τον επισκέπτη, στον οποίο όμως προσφέρονται, διακριτικές και υποβλητικές, σχεδιαστικές αναπαραστάσεις. Πάνω σε μαύρο φόντο λεπτό λευκό περίγραμμα διαγράφει τη γυναικεία σιλουέτα. Κάποιες φορές, το λευκό γίνεται απλόχερο και φωτίζει τα μαλλιά ή τμήμα του ενδύματος. Πάντα όμως η γυναίκα που αχνά αναδύεται από το σκοτάδι δείχνει να ανήκει σε αυτό. Το παιχνίδι της φωτοσκίασης διακόπτουν εντυπωσιακά τα χρυσά ή πολύχρωμα κοσμήματα, «φορεμένα» πάνω στο είδωλο της νεκρής.

Κατατοπιστικό, το φυλλάδιο που διανέμεται δωρεάν βάζει τον επισκέπτη στο πνεύμα της Έκθεσης. Όσο για τον κατάλογο, είναι απλά εξαιρετικός.

Εντυπωσιασμένη, η «Αρχαιολογία» θέλησε να έρθει σε επαφή με τον Διευθυντή του Μουσείου και βασικό επιμελητή της έκθεσης, Ν. Σταμπολίδη, και να του θέσει ορισμένα ερωτήματα.

Αγγελική Ροβάτσου: Μας παρουσιάζετε με χρονολογική σειρά, από τον 10ο έως και τον 6ο αιώνα π.Χ., 24 παραδείγματα «πριγκιπισσών» από την Κύπρο, την Ελλάδα και την Ιταλία, δηλαδή από την ανατολική και κεντρική Μεσόγειο. Διευκρινίζετε ότι ο όρος «πριγκίπισσες» δεν είναι κατ’ ανάγκη κυριολεκτικός, αλλά περιλαμβάνει και όσες γυναίκες ξεχώριζαν μέσα στην κοινωνία στην οποία ζούσαν επειδή ήταν από αρχοντική γενιά, εκτελούσαν ιερατικά καθήκοντα, ήταν εύπορες κ.ο.κ. Ξεχωριστές χωρίς όμως να ανήκουν στη σφαίρα του μύθου, οι «πριγκίπισσές» σας είναι γυναίκες πραγματικές, που ανήκουν στο ορατό μέρος της ιστορίας. Όλες τους τις γνωρίσαμε λοιπόν στους τάφους τους, κάποιους μνημειακούς, και γι’ αυτές μας μίλησαν τα ταφικά τελετουργικά τους έθιμα, τα κτερίσματα και το σκελετικό τους υλικό.

Θα θέλατε να μας μιλήσετε πρώτα για τη συμβολή της φυσικής ανθρωπολογίας στην ανασκαφή ενός τάφου; Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση πόσο εσείς, σε σύγκριση με τους συναδέλφους σας, την αναδείξατε στον Κατάλογο, παραχωρώντας το βήμα στον καθηγητή Αναγνώστη Αγελαράκη για να διηγηθεί από τη σκοπιά του τη δική σας ανασκαφή στην Ελεύθερνα.

Νίκος Σταμπολίδης: Η συμβολή της φυσικής ανθρωπολογίας στην μελέτη και ερμηνεία αρχαιολογικού υλικού ειδικά αυτού που προέρχεται από ταφές θεωρώ ότι είναι όχι μόνο σημαντική αλλά πολλές φορές καθοριστική. Θα σας πω ένα και μόνο χαρακτηριστικό παράδειγμα που επιβεβαίωσε αυτή την πεποίθησή μου και στο πλαίσιο αυτής της έκθεσης. Ειδικά για πρώιμες ταφές πολλά είδη κτερισμάτων μπορεί να είναι σε πολλές περιπτώσεις κοινά στις ανδρικές και στις γυναικείες ταφές. Για παράδειγμα εγχειρίδια συναντάμε και σε ανδρικές και σε γυναικείες ταφές. Όταν πρόκειται μάλιστα για τάφους που ήρθαν στο φως στο πλαίσιο σωστικών ανασκαφών και λείπουν στοιχεία από το ευρύτερο οικιστικό και εν τέλει αρχαιολογικό περιβάλλον μιας θέσης, τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο. Έτσι για μια πρώιμη ταφή τέτοιου χαρακτήρα που θέλαμε να παρουσιάσουμε στην έκθεση και είχαμε αμφιβολίες από τα κτερίσματά της εάν είναι γυναικεία ή ανδρική απευθυνθήκαμε και πάλι στους ειδικούς ανθρωπολόγους, που ουσιαστικά κάνουν ιατροδικαστική, για να εξετάσουν το οστεολογικό υλικό και κατέληξαν ότι πρόκειται για ανδρική ταφή. Πέραν όμως από αυτό ακόμη και για ταφές μεταγενέστερες που είμαστε σίγουροι από τα κτερίσματα ότι είναι ανδρικές ή γυναικείες, προκειμένου να προσδιορίσουμε περαιτέρω την κοινωνική θέση ενός νεκρού, την ηλικία, τις διατροφικές συνήθειες μιας κοινωνίας, τις ασθένειες και τις καταπονήσεις που συνδέονται με τις δραστηριότητες των ανθρώπων, και πλήθος άλλων ανάλογων πληροφοριών, η συμβολή της ανθρωπολογίας είναι απαραίτητη. Εκτός από το εύγλωττο παράδειγμα της Ελεύθερνας, δεν θα γνωρίζαμε για παράδειγμα ότι η Εύπορη Αθηναία ήταν περίπου 30 ετών στον 9ο μήνα της κυήσεώς της και με μικρές καταπονήσεις στον σκελετό της, γεγονός που μαζί με τον κτερισματικό πλούτο ενισχύει την άποψη της αριστοκρατικής της ιδιότητας. Τέτοια στοιχεία, εκτός των πληροφοριών επιστημονικού ενδιαφέροντος, κάνουν αυτές τις γυναίκες περισσότερο οικείες και γνώριμες προς εμάς. Είναι σημαντικό λ.χ. να γνωρίζει κανείς από τις καθημερινές καταπονήσεις (habitual stress), που «εγγράφουν» επάνω στα οστά με διαφορετικούς τρόπους την ανθρωπολογική πραγματικότητα, αν κάποιος/α εργαζόταν, τι είδους εργασίες εκτελούσε κ.λπ. κ.λπ.

Α.Ρ.: Την έκθεσή σας «Πλόες» μου θύμισαν η κινητικότητα και η πολιτισμική επαφή που μαρτυρούν αρκετά κτερίσματα. Αντικείμενα εισαγωγικού εμπορίου (όπως οι λέοντες «μιας αινιγματικής γυναικείας ταφής» του 735-720 π.Χ.), ντόπια αντικείμενα που μιμούνται ανατολικά πρότυπα, Φοίνικες πιθανόν εγκατεστημένοι στην Αττική, όπως δηλώνουν τα ενώτια με συρματερή τεχνική και κοκκίδωση («τάφος α΄», τέλη 9ου αι., Ελευσίνα), «ανατολίζουσα» περίοδος. Πώς θα συνδέατε τις δυο εκθέσεις για να μας περιγράψετε μια τέτοια πολυκύμαντη Μεσόγειο;

Ν.Σ.: Η κινητικότητα των πολιτισμών της Μεσογείου είναι κάτι που με απασχολεί συνεχώς, όπως και οι πολιτισμικές αλληλεπιδράσεις των λαών, όπως αυτές διαγράφονται μέσα από τις εμπορικές σχέσεις, τις μετακινήσεις πληθυσμών και, φυσικά, την τέχνη. Αυτό ήταν το κατεξοχήν θέμα στην έκθεση Πλόες, αλλά και ένα κεντρικό ζητούμενο και από αυτήν την έκθεση, καθώς στόχος δεν ήταν μόνο να αναστηθούν γυναίκες με έναν εξέχοντα ρόλο στις κοινωνίες που έζησαν, αλλά και να ανιχνευθεί το πώς μέσα από αυτές και τα κτερίσματά τους, ντόπια ή εισηγμένα, εξυφαίνεται ο ιστός της ιστορίας και των πολιτισμών της Μεσογείου σε ένα ιδιαίτερα κρίσιμο πέρασμα από την Εποχή του Χαλκού στην Εποχή του Σιδήρου, σε περιόδους δηλαδή που σημειώθηκαν σημαντικά γεγονότα, όπως η δημιουργία της πόλης-κράτους, οι αποικισμοί Δύσης και Ανατολής, η γραφή, η επινόηση του νομίσματος και σπουδαίες αλλαγές στην τέχνη που θα οδηγήσουν στην Κλασική περίοδο. Όμως, εδώ, όλα αυτά ιδωμένα μέσα από τη γυναίκα και τους ρόλους, τις ιδιότητές της.

Α.Ρ.: Εκτός από την Ελεύθερνα, ποια/ποιες «πριγκίπισσα/-ες» ελκύουν το ενδιαφέρον σας και γιατί;

Ν.Σ.: Η κάθε μια από τις 24 «πριγκίπισσες» επιλέχτηκε για κάποιο ιδιαίτερο λόγο και διότι προσθέτει κάτι νέο στις γνώσεις μας για τον χρόνο και τον τόπο που έζησε. Ως εκ τούτου όλες τις αγάπησα εξαρχής, την κάθε μια για διαφορετικούς λόγους. Όλες έχουν να διηγηθούν μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα προσωπική ιστορία, είτε σε συνάφεια με κάποιον δυνατό και σημαντικό άνδρα, όπως η αρχόντισσα του Λευκαντιού, της Σαλαμίνας της Κύπρου, της Τοσκάνης, είτε νεαρές μη έχοντας προλάβει να ζήσουν, όπως η μικρή Πριγκίπισσα του Βερούκκιο, είτε ως ισχυρές βασίλισσες, ιέρειες, μάγισσες, όπως αυτές του Sirolo-Numana, της Σίνδου και της Δέσποινας των Αιγών.

Α.Ρ.: Αν θυμάμαι καλά, μνημειακό χαρακτήρα έχει ο τάφος στην Ελεύθερνα και η ταφή της Πικηνής βασίλισσας του Sirolo-Numana, μόνο. Δεν είναι περίεργο αυτό;

Ν.Σ.: Δεν είναι περίεργο, καθώς μνημειακό χαρακτήρα έχουν και άλλες ταφές και μάλιστα πρωιμότερες, όπως αυτή από το Λευκαντί της Εύβοιας.

Ανεξάρτητα από τις ερμηνείες για τη χρήση του, το αψιδωτό κτήριο στη νεκρόπολη της Τούμπας στο Λευκαντί είναι μοναδικό σε πολλαπλά επίπεδα: αρχιτεκτονικό-κατασκευαστικό, μεγέθους, κοινωνικό, συμβολικό κ.λπ. Η ταφή σε ένα κτήριο, που όμοιό του δεν υπάρχει προς το παρόν – σε μια περίοδο (10ος αι. π.Χ.) που σε άλλες περιοχές της μητροπολιτικής και νησιωτικής Ελλάδας απουσιάζει (μολονότι ενδέχεται να υπάρχουν κάποια που, ίσως, δεν έχουν ακόμη εντοπισθεί). Δύο αιώνες αργότερα, μέσα στο β΄ μισό του 8ου αι. π.Χ., χρονολογείται η κατασκευή του «βασιλικού» τάφου 1 στη Σαλαμίνα της Κύπρου. Πρόκειται για ένα από τα συνολικά εννέα ανάλογα κτίσματα της «βασιλικής» νεκρόπολης του 8ου-6ου αι. π.Χ.

Και ακόμη ένα παράδειγμα ο τάφος Regolini Galassi, ο οποίος συνιστά ένα από τα πλουσιότερα και σημαντικότερα ταφικά σύνολα της Πρωτοαρχαϊκής περιόδου στην Ετρουρία (675-650 π.Χ.).

Πρόκειται για ταφικό κτήριο μερικώς λαξευμένο στον βράχο και μερικώς λιθόκτιστο, που καλυπτόταν από μνημειακό τύμβο. Αποτελείται από προθάλαμο, πλαισιωμένο από δύο πλευρικές κόγχες πριν οδηγηθεί κανείς στον θάλαμο, όπου εντοπίστηκε η κύρια γυναικεία ταφή. Θα μπορούσαμε βέβαια να αναφερθούμε και σε μνημειώδη ταφικά κτήρια και άλλων ταφών διαφόρων περιόδων από ταφές που δεν παρουσιάζονται σε αυτήν την έκθεση.

Α.Ρ.: Τα κοσμήματα σώματος και ενδύματος, παρ’ ότι δηλώνουν τον πλούτο, το εισαγωγικό εμπόριο κ.λπ., καθώς και τα εργαλεία υφαντικής (άτρακτος, πηνία, σφοντύλια, πήλινοι κάλαθοι) μπορούμε να τα θεωρήσουμε «αναμενόμενα» αντικείμενα σε μια γυναικεία ταφή; Και να επικεντρωθούμε, επομένως, στα υπόλοιπα ευρήματα;

Ν.Σ.: Θα έλεγα ότι όλα τα ευρήματα αυτών των ταφών είναι «αναμενόμενα» εάν τα συσχετίσει κανείς με την εκάστοτε χρονολογική περίοδο και το πολιτισμικό περιβάλλον. Για παράδειγμα, σε γυναικείες ετρουσκικές ταφές απαντούν αντικείμενα που σχετίζονται με το συμπόσιο. Αυτά είναι αντικείμενα που είναι συμβατά με τις πληροφορίες που έχουμε από τις ιστορικές πηγές που μας μαρτυρούν για παράδειγμα ότι οι Ετρούσκες αρχόντισσες συμμετείχαν στο συμπόσιο. Επίσης σε ετρουσκικές ταφές είναι συχνή η εύρεση στοιχείων ιπποσκευής. Μάλιστα, ο αριθμός των γυναικών στις οποίες αναγνωρίζεται η χρήση του άρματος είναι υψηλότατος, της τάξης που δεν απέχει ιδιαίτερα από την αντίστοιχη των ανδρικών τάφων. Πρόκειται για δύο ειδών άμαξες, currus και carpentum, που είναι για μετακίνηση και για παρελάσεις αλλά και για μεταφορά οικοσκευής ή ακόμα και της νεκρής αρχόντισσας. Επίσης, σπονδικές φιάλες που βρίσκονται τόσο σε ελληνικές όσο και σε ετρουσκικές ταφές από διάφορα υλικά, γυαλί, χαλκό, ασήμι, είναι επίσης αντικείμενα που επαληθεύουν τη γνώση μας για το ότι οι γυναίκες ανώτερων κοινωνικών τάξεων ασκούσαν και ιερατικά καθήκοντα, κάποιες μάλιστα είχαν ως κύρια ιδιότητα αυτήν της Ιέρειας, όπως για παράδειγμα η Ιέρεια της Σίνδου. Άλλου τύπου ευρήματα, όπως τα πριονάκια και το κοχλιάριο από την ταφή της Ελεύθερνας, τα οποία σχετίζονται με την προετοιμασία φαρμακευτικών ουσιών, μας οδηγούν να αποδώσουμε σε αρχόντισσες και την ιδιότητα της θεραπεύτριας, ενώ η ύπαρξη σφραγιδόλιθων στον ίδιο τάφο δεν αποκλείει και έναν ακόμη ρόλο με χαρακτήρα γραφειοκρατικό-αρχειακό ή συμβολαιογραφικό. Τέλος, τα αττικής και ευβοϊκής προέλευσης αγγεία της ταφής της Σαλαμίνας οδηγούν τους αρχαιολόγους στην πεποίθηση ότι πρόκειται για Ελληνίδα που, για λόγους πολιτικούς, οικονομικούς ή άλλους, στάλθηκε στη Σαλαμίνα για να παντρευτεί έναν τοπικό άρχοντα. Υπάρχουν περιπτώσεις βέβαια, όπως αυτή της ταφής Σαπουντζάκη από την οδό Πειραιώς, που η παρουσία των ελεφαντοστέινων γυναικείων ειδωλίων στον τάφο δεν μπορούν να έχουν μια ασφαλή ερμηνεία, για το λόγο αυτό την ονομάσαμε και μια «αινιγματική γυναικεία ταφή».

Α.Ρ.: Πώς πρέπει να εννοήσουμε τη «βαλκανική επιρροή» που προδίδουν τα κοσμήματα των «πριγκιπισσών» της Οινωτρίας του 8ου αιώνα (π.χ.: Guardia Perticara, τάφος 532, 730-720 π.Χ.);

Ν.Σ.: Οι ταφές της Οινωτρίας του 8ου αι. π.Χ. επαναφέρουν στο νου τις πρώιμες ταφές της Βεργίνας του 9ου αι. π.Χ. και των Βαλκανίων, όχι μόνο σε μια πλουσιότατη χαλκοφόρα εκδοχή αλλά και στα στοιχεία που διασώζονται σχετικά με την ένδυση: χάλκινες οκτώσχημες πόρπες, που εδώ συνδέονται με δακτυλίους σε μορφή αλυσίδας και χάλκινοι δίσκοι διατεταγμένοι σε μορφή ζώνης στο ύψος της μέσης (Guardia Perticara, San Vito, τάφος 392) και άλλα συναφή κοσμήματα από άλλες ταφές της ίδιας περιοχής.

Α.Ρ.: Τι ειδικό βάρος έχουν τα αντικείμενα που θεωρούνται «κειμήλια», όπως, για παράδειγμα, το περιδέραιο από το Λευκαντί; Τι μας λένε;

Ν.Σ.: Το έξοχο περίαπτο και το περιδέραιο με τις χρυσές ψήφους, την φαγεντιανή και την ορεία κρύσταλλο, που κοσμούσε τον λαιμό της «πριγκίπισσας» στο Λευκαντί, βρίσκει τα παράλληλά του στη Συρία και τη Μεσοποταμία του 18ου αι. π.Χ. Αν το περιδέραιο ολόκληρο –και όχι μόνο το περίαπτο– ήταν από την αρχή έτσι κατασκευασμένο, θα μπορούσε κανείς να σκεφθεί ότι έφθασε στα χέρια της νεκρής είτε ως κειμήλιο από γενιά σε γενιά –πράγμα δύσκολο εάν υπολογίσει κανείς τη χρονολογική διαφορά οκτώ αιώνων– είτε ως δώρο «αντίκα», ατόφιο ή επισκευασμένο και συναρμολογημένο σε κάποια προγενέστερη χρονική στιγμή της απόθεσής του στον τάφο. Εάν το δώρο παραδόθηκε σ’ αυτήν από τον σύζυγο ή συγγενή της, που ο ίδιος το αγόρασε από κάποιον ανατολίτη έμπορο, ή το δέχθηκε ως δώρο από κάποιον επιφανή φίλο, συνεργάτη ή εμπορικό συνεταίρο ή αν –διόλου απίθανο– το αντικείμενο ανακαλύφθηκε τυχαία σ’ έναν παλαιότερο τάφο και κατέληξε στην κατοχή του άρχοντα του Λευκαντιού, όλα είναι υποθέσεις εργασίας και σενάρια που μπορούν να ισχύουν –άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο– φανερώνοντας αφ’ ενός τη δυσκολία που έχει να αντιμετωπίσει ο εκάστοτε ερευνητής και αφ’ ετέρου την πολλαπλότητα των οδών ερμηνείας. Ωστόσο, το περιδέραιο αυτό, σε συνδυασμό μάλιστα με τον χάλκινο λέβητα –που περιείχε τα αποτεφρωμένα οστά του νεκρού άνδρα πλάι στον οποίο τάφηκε η «πριγκίπισσα» και ο οποίος -λέβης- χρονολογείται τουλάχιστον μια εκατονταετία νωρίτερα από την καύση– μαζί και με τον υπόλοιπο πλούτο που, ως υλικό (χρυσός, σίδηρος) αλλά και ως έργα (αγγεία, φαγεντιανά κ.λπ.), εισάγεται στο Λευκαντί, αποτελούν αντικείμενα κύρους και πλούτου, που δηλώνουν την κοινωνική θέση των νεκρών.

Αντίστοιχα κειμήλια, «αντίκες», που αποτελούν αντικείμενα κύρους των νεκρών «πριγκιπισσών», είτε αυτά συνδέονται με τις ίδιες είτε με τις οικογένειές τους, επανέρχονται σε δύο τουλάχιστον χρονολογικά μεταγενέστερες περιπτώσεις. Πρόκειται για εξαιρετικά τέχνεργα, πολύ παλαιότερα από τα σύγχρονα με την κηδεία αντικείμενα του τάφου της νεκρής, όπως λ.χ. το χάλκινο «αγγείο της γιαγιάς» στον πριγκιπικό τάφο Regolini Galassi του Cerveteri ή ο ετρουσκικός τρίπους στην ταφή της βασίλισσας του Sirolo-Numana, έργα που χρονολογούνται τουλάχιστον δύο ή τρεις γενιές παλαιότερα από την ταφή, για να μην αναφερθώ εδώ στην οικειοποίηση του μινωικού παρελθόντος στις αριστοκράτισσες του 700-650 π.Χ. από την Ελεύθερνα με τους υστερομινωικούς σφραγιδόλιθους.

Το γεγονός ότι παρόμοια κειμήλια –όπως λ.χ. ο χάλκινος νικητήριος τρίπους από τα Ηραία του Άργους στον τάφο του Φιλίππου της Βεργίνας– εξακολουθούν να εντοπίζονται σε τάφους βασιλικούς, αποτελεί ισχυρή ένδειξη για το status και το πρόσωπο που επιθυμούσε να προβάλει ο εκάστοτε βασιλεύς/άρχων ή οι σύζυγοι και οι πρώτου βαθμού συγγενείς του σε σχέση με την επίκληση και χρησιμοποίηση του παρελθόντος, είτε αυτά κοσμούσαν τους οίκους και τις αυλές τους ή τα συμπόσια, είτε, τέλος, την τελευταία τους κατοικία.

Α.Ρ.: Γιατί οι δυο οστέινοι σφραγιδόλιθοι μας κάνουν να υποθέτουμε ότι η Εύπορη Αθηναία υπήρξε δέσποινα σημαντικού οίκου;

Ν.Σ.: Μαζί με τα οστά της Εύπορης Αθηναίας όντως βρέθηκαν επίσης δύο οστέινοι σφραγιδόλιθοι και ένας οστέινος δίσκος, αποσπασματικά διατηρημένα και τα τρία, που όμως δεν εκτίθενται εδώ αλλά υπάρχουν στον κατάλογο της έκθεσης. Ο καλύτερα διατηρημένος σφραγιδόλιθος, πυραμιδοειδής με τετράγωνη σφραγιστική επιφάνεια, διατηρεί χαρακτό γεωμετρικό διάκοσμο σε όλες τις επιφάνειες. Στην άνω απόληξή του έχει διαμπερή οπή που θα χρησίμευε για την ανάρτησή του, ίσως σε κάποιο περιδέραιο. Οι σφραγίδες από ελεφαντόδοντο, στεατίτη, φαγεντιανή ή άλλους πολύτιμους λίθους συνδέονται συνήθως με την Ανατολή και την Αίγυπτο από την Εποχή του Χαλκού και εμφανίζονται στο Αιγαίο από τον 9ο αι. π.Χ. Η παρουσία των δύο πολύτιμων σφραγίδων ίσως υποδηλώνει ότι η νεκρή ήταν δέσποινα σημαντικού οίκου και συνοδεύτηκε στην ταφή από τα αντικείμενα που ήταν απαραίτητα στην εκτέλεση των καθηκόντων της. Τα εξωτικά αυτά είδη που αποκαλύφθηκαν στον τάφο του Αρείου Πάγου επιβεβαιώνουν τις επαφές και την υιοθέτηση πολιτισμικών στοιχείων από την Ανατολή. Ορισμένες αρχόντισσες δεν αποκλείεται να επιτελούσαν και άλλα καθήκοντα που συνδέονται με πράξεις συμβολαιογραφικού γραφειοκρατικού χαρακτήρα, όπως η σφράγιση συμφωνιών (ιδιωτικών ή δημόσιων), συμβολαίων γάμου, συμβολαίων εμπορικής ή άλλης φύσεως, κάτω από την προστασία όχι μόνον της θεότητας αλλά και αυτής που τους εξασφάλιζε η καταγωγή και η κοινωνική τους θέση, εν τέλει ο «οίκος» τους.

Α.Ρ.: Τα μαχαιρίδια της Ιέρειας της Σίνδου, τα δύο πριονάκια για την επεξεργασία φαρμάκων ή βοτάνων από την Ελεύθερνα, τι μας επιτρέπουν να φανταστούμε;

Ν.Σ.: Με τη θεραπευτική πρακτική φαίνεται να συνδέονται κάποια από τα ευρήματα του κτηρίου Μ της Ελεύθερνας, όπως το χάλκινο κοχλιάριο-μεζούρα και τα πριονάκια για τον τεμαχισμό φυτών και βοτάνων, αλλά και τα μικρά σιδερένια μαχαιρίδια στον τάφο της ιέρειας της Σίνδου.

Επίσης τα μικροσκοπικά χάλκινα σκεύη, που εντοπίστηκαν στις πρώιμες ταφές γυναικών στις Αιγές, δεν αποκλείεται να περιείχαν αποστάγματα βοτάνων ή φάρμακα. Η ανεύρεση τμημάτων ζυγαριάς ή κλειδιού, πήλινων ή μετάλλινων (μικκύλων) αγγείων ή μετάλλινων εργαλείων, που μπορούν να συνδεθούν με φάρμακα ή βότανα, διευρύνει τη σφαίρα των δραστηριοτήτων των «πριγκιπισσών»-ιερειών και σε άλλες περιοχές που συνδέονται με τον ανθρώπινο πόνο και, επομένως, με τη θεουργική παρέμβαση.

Α.Ρ.: Η παρουσία κρατευτή και/ή οβελού στις ταφές εμφανίζεται μόνο στην Ιταλία; Και τι δηλώνει; (Κρατευτής και οβελός: Μπολόνια, ταφή 22, Νεκρόπολη Melenzani, 750-720 π.Χ. / οβελός: Ετρούσκα πριγκίπισσα της Τοσκάνης, τάφος ΙΙ, Νεκρόπολη Banditella, 700-675 π.Χ. / οβελός: Βετουλωνία, ο κύκλος των Acquastrini, 675 π.Χ.)

Ν.Σ.: Στη σφαίρα της εστίας του οίκου –και, επομένως, της ιδιωτικής θυσίας ή και του συμποσίου (χωρίς να αποκλείεται και ο χώρος των δημόσιων τελετουργιών, όταν στον ίδιο τάφο αναφέρεται και η συνεύρεση τελετουργικών αγγείων ή ειδωλίων)– φαίνεται ότι ανήκουν οι κρατευτές και ο οβελός από τον τάφο 22 της νεκρόπολης Melenzani στην Bologna, ο οβελός από τον τάφο ΙΙ της νεκρόπολης Banditella της Marsiliana d’Albegna, καθώς επίσης ο οβελός και ο πέλεκυς από τον Κύκλο των Acquastrini στη Βετουλωνία. Οι κρατευτές και οι οβελοί, που συνήθως ανευρίσκονται σε ταφές επιφανών ανδρών (πολεμιστών, ηγεμόνων κ.λπ.) ή ιερά στην Κύπρο και την Ελλάδα, διαδίδονται –κυρίως από το β΄ μισό του 8ου αι. π.Χ. και μετά– στην Ιταλία και ανευρίσκονται σπανιότερα και σε γυναικείους τάφους. Δηλωτικά στοιχεία του πλούτου και της υψηλής θέσης των κατόχων τους, η ανεύρεσή τους –και μάλιστα σε μικκύλη μορφή στην ταφή 22 της νεκρόπολης Melenzani– υποδηλώνει σαφώς τη σχέση με τη θυσία και τη διανομή του κρέατος στην ιδιωτική ή τη δημόσια σφαίρα και μάλιστα σε τάφους γυναικών, που μπορεί να δηλώνει και υιοθέτηση διατροφικών συνηθειών.

Α.Ρ.: Ιδιαίτερα με εντυπωσίασε το σύνολο των εργαλείων γραφής (πινακίδα, γραφίδες, ξέστρα) από τη Νεκρόπολη Banditella, κύκλος των ελεφαντοστέινων (675-650 π.Χ.) και το «μελανοδοχείο» με το εγχάρακτο αλφαβητάριο που συνόδευε την Ετρούσκα πριγκίπισσα του τάφου Regolini Galassi (675-650 π.Χ.). Μόνο στους Ετρούσκους βλέπουμε τη γραφή να συνδέεται με γυναίκες; Πώς να κατανοήσουμε αυτή τη σύνδεση; Να συσχετίσουμε τη γραφή με την υφαντική;

Ν.Σ.: Τα «μελανοδοχεία», τα πιτάκια και τα συνοδευτικά εργαλεία (γραφίδες και ξέστρα) από ξύλο ή ελεφαντοστό και μέταλλο που έχουν διασωθεί (και άλλα από υλικά που έχουν σήμερα χαθεί), ανήκουν στη σφαίρα της εγγραμματοσύνης, μια σφαίρα που φαίνεται αρχικά να ανήκει μόνον στους άνδρες, από την εποχή τουλάχιστον της διάχυσης του αλφαβήτου στη λεκάνη της Μεσογείου (9ος αι. π.Χ.) και ακολούθως της γραφής μέσα στον 8ο αι. π.Χ. Και τα δύο παραδείγματα ευρημάτων στην Έκθεση προέρχονται από την Ετρουρία του 7ου αι. π.Χ. Πρόκειται για το «μελανοδοχείο» του τάφου Regolini Galassi στην Καιρέα (Cerveteri) και την πινακίδα γραφής με τις γραφίδες και τα ξέστρα από τον Κύκλο των Ελεφαντοστέινων της νεκρόπολης Banditella στο Grosseto. Από πηλό impasto το πρώτο, διατηρεί μιαν ονομασία που τού δόθηκε από τον 19ο αιώνα χωρίς, ενδεχομένως, να ανταποκρίνεται στη χρήση του. Ωστόσο, γύρω από τη βάση του είναι χαραγμένο ένα αλφάβητο με την ακολουθία του ελληνικού αλφαβήτου της εποχής του (μέσα; του 7ου αι. π.Χ.).

Η μικρή πινακίδα από ελεφαντόδοντο –που φέρει στη μακρά ταινία του έξεργου περιθωρίου της 26 αριστερόστροφα γράμματα και συνοδευόταν από γραφίδες, που είχαν λαβές από ελεφαντόδοντο και μεταλλικές αιχμές, καθώς και από αντίστοιχου υλικού σπάτουλες-ξέστρα– μπορεί, λόγω του μικρού μεγέθους της, να ομοιάζει με σημειωματάριο στην κέρινη επιφάνεια του οποίου κρατούσαν σημειώσεις ή ασκήσεις γραφής – εάν δεν ήταν μικρό συμβολικό κτερισματικό στοιχείο, που προσδιορίζει γνώσεις και καθήκοντα του κατόχου του. Δυστυχώς, στην περίπτωση αυτή δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε σε ποιoν από τους ενοίκους του τάφου ανήκε το ελεφαντοστέινο σύνολο γραφής, μολονότι η G.C. Cianferoni διακινδυνεύει να το τοποθετήσει στο κτερισματικό υλικό της γυναίκας και όχι του άνδρα. Άλλωστε, σημαντικό μέρος της βιβλιογραφίας συνηθίζει να προσγράφει στον ανδρικό αριστοκρατικό πληθυσμό τη χρήση της γραφής είτε αυτή ασκείται από τους ίδιους τους αριστοκράτες είτε συνδέεται με συγκεκριμένους «ποινικαστάς» και γραφείς. Ανεξάρτητα από τις παρατηρήσεις για προσθήκες ή αφαιρέσεις γραμμάτων αλλά και την αμφιλεγόμενη ένταξή του στο κτερισματικό σύνολο του τάφου, η χρήση της γραφής σε ένα σύνολο κτερισμάτων μιας γυναικείας «πριγκιπικής» ταφής δεν μπορεί απαραίτητα να ξενίζει. Στα πρώιμα αυτά χρόνια, η μαγική ακολουθία των γραμμάτων του αλφαβήτου με τη δυνατότητα σχηματισμού και αποτύπωσης των λέξεων δεν θα φάνταζε πολύ διαφορετική από τα σύμβολα και τα μοτίβα σε έναν υφασμάτινο καμβά. Ιδιαίτερα μάλιστα εάν αυτή συνδεθεί, στη συγκεκριμένη περίπτωση ή και σε άλλες, με την ιερή σημασία της ίδιας της γραφής και με πρόσωπα που, όπως ανέφερα πιο πάνω, μπορούν –πέραν της αριστοκρατικής τους καταγωγής– να συνδέονται και με ιερατικά, γραφειοκρατικά και άλλα καθήκοντα. Ωστόσο, θα ήθελα να σημειώσω εδώ ότι στα ίδια πάνω-κάτω χρόνια του 7ου αι. π.Χ., στη βορειοανατολική άκρη του Αιγαίου, δραστηριοποιείται μια αριστοκράτισσα της Λέσβου, η Σαπφώ, της οποίας η φήμη της ποίησης παραμένει μεγάλη έως τις μέρες μας και θα ήταν δύσκολο να τη φανταστώ χωρίς γνώσεις γραφής και ανάγνωσης.

Και να προσθέσω κάτι ακόμα: ο κώδικας της γραφής, η σύνθεση των λέξεων ως εικόνων με ποικίλους συνδυασμούς γραμμάτων, σε τι θα μπορούσε να διαφέρει από τον κώδικα της ύφανσης με τεράστια ποικιλία ινών, χρωμάτων και σχημάτων ή με τους κώδικες που τυπώνονται σήμερα σε ετικέτες προϊόντων, ηλεκτρονικών εισιτηρίων κ.λπ. Άλλωστε και η κυρίαρχη λέξη σήμερα για το διαδίκτυο είναι ιστοσελίδα από τη λέξη ιστός.

Α.Ρ.: Οι τρεις τελευταίες «πριγκίπισσες» της έκθεσης, η Δέσποινα του Αρχοντικού (περ. 540-530 π.Χ.), η Ιέρεια της Σίνδου (510-500 π.Χ.) και η Δέσποινα των Αιγών (αρχές 5ουαι.), εμφανίζουν κάποια κοινά σημεία τέτοια, ώστε αφήνουν μετέωρη την αναλυτική διάκριση μεταξύ «δέσποινας» και«ιέρειας». Και οι τρεις «πριγκίπισσες» συνοδεύονταν από ομοίωμα 4τροχης άμαξας – την οποία οι κυρίες Ιγνατιάδου και Κοτταρίδη ερμηνεύουν διαφορετικά. Η Δ. Ιγνατιάδου τη συνδέει με την άμαξα εκφοράς του νεκρού, η Α. Κοτταρίδη θεωρεί ότι, «ως πρωθιέρεια, η βασίλισσα των Μακεδόνων είχε το δικαίωμα να εμφανίζεται δημόσια στις ιερές πομπές και λιτανείες». Ίσως η πιο εύγλωττη περίπτωση διπλής ερμηνείας είναι τα χρυσά ενώτια της Ιέρειας της Σίνδου που, αν και μεγαλύτερα, φαίνονται απολύτως όμοια με εκείνα της Δέσποινας των Αιγών. Η ανασκαφέας της Σίνδου βλέπει την εικονογραφία ροδιού και κωδίας/μήκωνος υπνοφόρου· η Α. Κοτταρίδη βλέπει μια χρυσή δαντέλα που καταλήγει σε μια πολύφυλλη «ολοζώντανη» μαργαρίτα, έναν ρόδακα, από το κέντρο του οποίου ανθίζει ένας νάρκισσος. Όλα είναι υποκειμενικά, όπως θα έλεγαν και οι μεταμοντέρνοι;

Ν.Σ.: Καταρχάς η μια ερμηνεία δεν αποκλείει την άλλη. Η κ. Ιγνατιάδου ερμηνεύει το περιβάλλον μιας ταφής που αποδίδεται σε Ιέρεια, ενώ η κ. Κοτταρίδη σχολιάζει την ταφή μιας βασίλισσας που τολμά μάλιστα να την ταυτίσει και με ιστορικό πρόσωπο, δηλαδή τη σύζυγο του Αμύντα Α΄. Οι συμβολισμοί ενός αντικειμένου είναι πολλαπλοί και οι ερμηνείες δεν μπορεί ποτέ να είναι μονοσήμαντες στην αρχαιολογία. Άλλωστε τι μπορεί να υποστηριχτεί στην αρχαιολογία με απόλυτη βεβαιότητα;

Α.Ρ.: Και μια τελευταία ερώτηση: Απαντώντας στο ερωτηματολόγιο του Proust (ΤΑ ΝΕΑ, 17/4/2010) είχατε πει ότι μότο σας είναι: «το περίσσιο χαλάει το ίσιο». Στον Κατάλογο της έκθεσης «Πριγκίπισσες» γράφετε πως «το καλύτερο είναι εχθρός του καλού», σχολιάζοντας τη συγκυριακή αδυναμία να εμπλουτιστεί η Έκθεσή σας και με «πριγκίπισσες» της Μ. Ασίας (Λυδίας, Φρυγίας, Ιωνίας), της Εγγύς Ανατολής (Ιράκ, Συρίας, Αιγύπτου), της Νότιας Γαλλίας, της Ιβηρικής χερσονήσου. Παρακαλώ, δώστε μας μια ιδέα: πώς θα εμπλούτιζαν τις γνώσεις μας, πώς θα εύφραιναν την όρασή μας οι ξένες «πριγκίπισσες» που δεν έφτασαν ώς την Αθήνα;

Ν.Σ.: Κάθε μια θα έθετε «το λιθάρι της είτε μικρό είτε μεγάλο», όπως λέει και ο ποιητής.

Α.Ρ.: Ευχαριστούμε για τον χρόνο σας.

* Η Αγγελική Ροβάτσου είναι ανθρωπολόγος – ιστορικός και συνεργάτιδα του «Archaeology & Arts».

 

Πληροφορίες

Η έκθεση θα παρουσιάζεται στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης (Βασ. Σοφίας και Ηροδότου 1) έως τις 8 Μαΐου 2013 (τηλ. 210 7228321-3, www.cycladic.gr). Επιμέλεια έκθεσης: Καθηγητής Νίκος Σταμπολίδης (Διευθυντής ΜΚΤ), σε συνεργασία με τη δρα Μιμίκα Γιαννοπούλου (Αρχαιολόγος ΜΚΤ).