Στον Τριακονταετή Πόλεμο (1618-1648), ο ιερέας Γκέοργκ Γιένατς (1596-1639) πήρε το όπλο του στο όνομα του προτεσταντισμού. Ύστερα άλλαξε στρατόπεδο και πήρε μέρος σε άλλες αιματοχυσίες ως Καθολικός. Μετά τη δολοφονία του, ο βίαιος κήρυκας αναπαύθηκε στον Καθεδρικό Ναό του Χουρ, στο ελβετικό καντόνι Γκράουμπύντεν. Πρόσφατα οι αρχαιολόγοι άνοιξαν τον τάφο του…

Ο ιερέας θεωρήθηκε ο σωτήρας του Γκραουμπύντεν κατά τον Τριακονταετή Πόλεμο. Στο ενεργητικό του είχε αρκετές δολοφονίες. Όταν το καντόνι (που τότε έφερε την ονομασία Drei Bünde) εισήλθε στον Πόλεμο, ο Γιένατς ξεκίνησε τη στρατιωτική του σταδιοδρομία, αρχικά ως ηγέτης ανταρτών, ύστερα ως λοχαγός του ιππικού. Αργότερα, άλλαξε θρήσκευμα και προσχώρησε στην Καθολική Εκκλησία, προκειμένου να διαπραγματευθεί με την Αυστρία και την Ισπανία την απελευθέρωση της πατρίδας του, που τότε βρισκόταν υπό την κυριαρχία της Γαλλίας. Πέτυχε, ανακηρύχθηκε στρατηγός και, με τη συνδρομή της Ισπανίας, κατόρθωσε να αναγκάσει τους Γάλλους να αποχωρήσουν, το 1637.

Έκτοτε ο Γιένατς αναγνωρίστηκε ως πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της χώρας του, απέκτησε πλούτη και τιμές, ενώ ο Φίλιππος Δ΄ της Ισπανίας του απένειμε τίτλο ευγενείας. Όμως, στις 21 Ιανουαρίου του 1639, κατά τη διάρκεια βραδινής ευωχίας στο Χουρ, τον πλησίασε μια ομάδα μεταμφιεσμένων συνωμοτών. Ο ηγέτης τους, ντυμένος με στολή αρκούδας, τον πυροβόλησε με πιστόλι, ενώ οι υπόλοιποι τον αποτέλειωσαν χτυπώντας τον με ρόπαλα και τσεκούρια.

Εκείνο που θέλουν τώρα να μάθουν οι αρχαιολόγοι είναι αν ο νεκρός που κείτονταν κάτω από το έδαφος του Καθεδρικού ήταν πράγματι ο Γκέοργκ Γιένατς. Ο επικεφαλής της ομάδας, Μάνουελ Γιάνοσα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας Γκραουμπύντεν αποφάσισε να εξεταστεί το κρανίο του ιερέα μέσω αξονικού τομογράφου του τοπικού νοσοκομείου και στη συνέχεια η «εικόνα» να παραβληθεί με πορτρέτα της εποχής που ο ιερέας ήταν εν ζωή. Οι ερευνητές σκοπεύουν να προχωρήσουν και σε αναλύσεις DNA. Έχουν προμηθευτεί ήδη δείγματα των σημερινών απογόνων του Γιένατς για σύγκριση.

Το έτος 1959, τα οστά του είχαν εκταφεί ξανά. Τότε, ο αρχαιολόγος Έρικ Χουγκ είχε αναγνωρίσει τον νεκρό βάσει μιας σοβαρής κάκωσης του κρανίου, αλλά και των σκελετικών χαρακτηριστικών. Οι βίαιοι τραυματισμοί, ωστόσο, ήταν συνηθισμένο φαινόμενο τον 17ο αιώνα, και επομένως δεν αποτελούν επαρκές αποδεικτικό στοιχείο για την ταύτιση του νεκρού με τον Γιένατς.

Όπως και να ‘χει, η αμφιλεγόμενη προσωπικότητα-θρύλος της Ελβετίας, η οποία έχει κυρίως επικριθεί από τους συγκαιρινούς και τους ιστορικούς, αλλά και αξιοποιηθεί καταλλήλως για εμπορικούς-διαφημιστικούς λόγους στο καντόνι, εξακολουθεί να απασχολεί τους μελετητές αιώνες μετά θάνατον…