Μουσείο της Ακρόπολης

Ο Ξανθός Έφηβος (αρ. 6478), Μουσείο της Ακρόπολης

Στις ανδρικές μορφές δεν έχουμε το αντίστοιχο των κορών της Ακροπόλεως, οι περισσότεροι αττικοί κούροι είναι επιτύμβιοι και η σειρά τελειώνει με τον Αριστόδικο.
Το γλυπτό αποτελεί ένα από τα ωραιότερα και πιο χαρακτηριστικά δείγματα της πλαστικής, στη λεγόμενη εποχή του αυστηρού ρυθμού» δηλαδή στο πρώτο μισό του 5ου αι. π.Χ., όταν η τέχνη περνά από την υστεροαρχαϊκή σχετικά τυποποιημένη ιλαρότητα των μορφών σε μια πιο πραγματιστική απόδοση των ανθρώπινων χαρακτηριστικών, στην προσπάθεια ανάδειξης του εσωτερικού «ήθους» με την αυστηρότητα που αρμόζει να συνυπάρχει στην έκφραση της μορφής. Το άγαλμα που είναι μάρτυρας αυτής της εξέλιξης στην πιο τέλεια μορφή της συνηθίσαμε να το αποκαλούμε «Ξανθό Έφηβο», κεφάλι αγάλματος εφήβου, αναθήματος στο ιερό της Αθηνάς στην Ακρόπολη. Οφείλει την ονομασία του στα υπολείμματα κίτρινου χρώματος που διατηρούσε στα μαλλιά του, ευδιάκριτα την εποχή της ανεύρεσής του. Η μορφή γέρνει ελαφρά προς τα δεξιά, έχει βαριά βλέφαρα, μύτη ίσια με πτερύγια ανεπτυγμένα και χείλη σχεδόν σφιγμένα, που επιτείνουν την κάπως μελαγχολική έκφραση του προσώπου. Η κυματοειδής κόμη απολήγει σε ελικωτούς βοστρύχους χαμηλά στο μέτωπο, οι οποίοι καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος του. Πίσω, επάνω από τον τράχηλο διασταυρώνονται δύο μεγάλες πλεξίδες που κάτω από τα αυτιά χάνονται μέσα στον υπόλοιπο όγκο των μαλλιών. Με το κεφάλι έχει συσχετισθεί το κάτω μέρος του κορμού ενός γυμνού νέου, πιθανόν αθλητή. Αισθητή είναι η διαφορετική λειτουργία των σκελών (χιασμός), όπως και στο ”παιδί του Κριτίου” (480-470 π.Χ.). Τα χαρακτηριστικά του προσώπου με τη σοβαρή, σχεδόν βαρύθυμη έκφραση, μαρτυρούν τη νέα αντίληψη στη γλυπτική την εποχή μετά την περσική καταστροφή του 480 π.Χ., όταν εμφανίζεται η πρώιμη κλασική τέχνη. Αντίθετα από το άγαλμα που αποκαλείται «Παιδί του Κριτίου», ο Ξανθός Έφηβος είναι σίγουρα πρωιμότερος από την καταστροφή της Ακρόπολης από τον Ξέρξη.
Ορισμένοι μελετητές αποδίδουν το έργο σε Πελοποννήσιο γλύπτη. Η εσωτερικότητα όμως που αποπνέει το νεανικό πρόσωπο, καθώς και η σχεδόν τέλεια επεξεργασία του οδηγούν σε κάποιον μεγάλο καλλιτέχνη Αθηναίο, ίσως, σύμφωνα με μερικές υποθέσεις, το Ηγία, δάσκαλο του Φειδία ( το όνομά του αναφέρεται σε μια επιγραφή στην Ακρόπολη). Ενώ ο Payne, υποστηρίζει ότι ο Ξανθός Έφηβος και η κόρη του Ευθυδίκου λόγω της πολύ σαφής ομοιότητας του προσώπου είναι έργα αν όχι από το ίδιο χέρι οπωσδήποτε από καλλιτέχνες που δούλευαν πλάι πλάι.
Πηγή :
• Φωτεινή Ν. Ζαφειροπούλου, «Αριστουργήματα της Αρχαίας Ελληνικής Γλυπτικής», Μέλισσα 2005
• Claude Rolley , «Η Ελληνική Γλυπτική», Ινστιτούτο του βιβλίου Α. Καρδαμίτσα, Αθήνα 2006