Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών

Ενότητα 4, Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών

Ενότητα 4: Η Εποχή του Χαλκού.

Η Εποχή του Χαλκού διαδέχεται αυτήν του Λίθου, χαρακτηρίζεται από την εντατικοποίηση της κτηνοτροφίας και της καλλιέργειας δημητριακών, οσπρίων, ελαιόδεντρων και αμπέλων, την πρόοδο της τεχνολογίας, την βαθμιαία ανάπτυξη της μεταλλουργίας με τη γενίκευση της χρήσης του χαλκού, αλλά και την επέκταση των επαφών με περιοχές της ανατολικής Μεσογείου και της Ευρώπης.

Χρονολογικά διακρίνεται στις ακόλουθες περιόδους, κάθε μία από τις οποίες προσδιορίζεται από τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά:

Πρώιμη (3200-2000 π.X.),

Μέση (2000-1700 π.Χ.)

και Ύστερη (1700-1050 π.Χ.).

Πρόκειται για μια χρονική περίοδο πολιτισμικής άνθησης στον ελλαδικό χώρο, κατά την οποία αναπτύχθηκαν τρεις από τους σημαντικότερους προϊστορικούς πολιτισμούς, ο κυκλαδικός, ο μινωικός και ο μυκηναϊκός, με επίκεντρο τις Κυκλάδες, την Κρήτη και την ηπειρωτική Ελλάδα, αντίστοιχα. Η Βοιωτία φαίνεται να πρωταγωνιστεί καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της εποχής.

Κατά την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού η ζωή συνεχίστηκε σε ορισμένους από τους παλαιούς νεολιθικούς οικισμούς, ενώ ιδρύθηκαν νέοι σε καίριες θέσεις, ώστε να ελέγχουν εύφορες εκτάσεις, περάσματα και τους δρόμους προς τα φυσικά λιμάνια του Κορινθιακού και του Ευβοϊκού κόλπου. Σημαντικότεροι ήταν οι οικισμοί της Θήβας, του Ορχομενού, της Eύτρησης και των Λιθαρών. Τα οικήματα ήταν συνήθως ορθογώνια, κτισμένα είτε με  λίθινη θεμελίωση και τοίχους από άψητες πλίνθους είτε με ξύλινους πασσάλους, κλαδιά και λάσπη. Στο εσωτερικό τους υπήρχαν πιθάρια για την αποθήκευση τροφών, εστίες και φούρνοι. Ιδιομορφία στην περιοχή του Ορχομενού αποτελεί η κατασκευή κτιστών κυκλικών οικοδομημάτων.

Στη Θήβα, η οποία θεωρείται από τους μεγαλύτερους οικισμούς της Στερεάς Ελλάδας τη συγκεκριμένη εποχή, είναι γνωστά μέχρι σήμερα τέσσερα μεγάλα αψιδωτά οικήματα, καθώς και ορθογώνια κτήρια του τύπου με διαδρόμους.

Τα τελευταία ξεχωρίζουν από τα υπόλοιπα, υποδηλώνοντας την ύπαρξη κοινωνικής διαφοροποίησης. Η αποθήκευση μεγάλου μέρους της γεωργικής παραγωγής, αλλά και οι σφραγίδες που βρέθηκαν στο εσωτερικό ξεχωριστών οικιών, δείχνουν την ανάγκη να περιφρουρηθεί ο πλούτος που δημιούργησε η οργανωμένη γεωργική καλλιέργεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα κατοικίας μιας εύπορης οικογένειας αποτελεί αυτή που σώζεται στα θεμέλια του μουσείου. Η πολεοδομική οργάνωση της Θήβας, η έκταση του οικισμού και τα μεγάλα κτήρια μαρτυρούν την έναρξη της διαδικασίας αστικοποίησης. Άλλοι οικισμοί, όπως οι Λιθαρές, είχαν μικρότερη έκταση, ενώ πολλοί αποτελούσαν δορυφόρους μεγαλύτερων.