Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών

Ενότητα 12, Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών

Ενότητα 12: Μεσοβυζαντινή περίοδος.

Μετά το τέλος της θρησκευτικής έριδας της Εικονομαχίας (726-843), το Βυζάντιο, περιορισμένο πλέον στις ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας, αποκτά μεγαλύτερη ομοιογένεια και φθάνει σε μεγάλη ακμή.

Η χριστιανική θρησκεία, η ελληνική γλώσσα και η ελληνορωμαϊκή παράδοση διέπουν την κρατική οργάνωση, τον καθημερινό βίο, την τέχνη και τον πολιτισμό.

Η Βοιωτία, από τα τέλη του 7ου αιώνα, υπάγεται στη μεγάλη διοικητική και στρατιωτική  περιφέρεια του «Θέματος της Ελλάδoς», που περιλαμβάνει την Αττική, την Εύβοια και άλλες περιοχές του κεντρικού ελλαδικού χώρου. Στα τέλη του 9ου αιώνα πρωτεύουσα του θέματος ορίζεται η Θήβα, η οποία αργότερα (τέλος 10ου – αρχές 11ου αι.), αναδεικνύεται και σε εκκλησιαστική μητρόπολη.

Ο επισκέπτης στην ενότητα 12 θα δει πρώτα το ιδιαίτερα σημαντικό αργυρό πινάκιο που βρέθηκε στη Θήβα (Προθ. 184) με σφραγίδες της αυτοκράτειρας Ειρήνης της Αθηναίας, της πρώτης γυναίκας που ανήλθε στο βυζαντινό θρόνο, και του ανώτερου κρατικού αξιωματούχου Ιωάννη, βασιλικού σπαθαρίου και χαρτουλάριου του σακελλίου, χρονολογούμενο στα 780-797. Ακολουθούν αντικείμενα που συνδέονται με τη δράση κρατικών και εκκλησιαστικών αξιωματούχων στη Βοιωτία, όπως η επιγραφή από το ναό του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της Θήβας (872/3) που κτίστηκε με δαπάνη του κρατικού αξιωματούχου, βασιλικού κανδιδάτου Βασίλειου (βάθρο 129).

Στην προθήκη 186 εκτίθενται μολυβδόβουλλα, από τα οποία ξεχωρίζει εκείνο του μητροπολίτη της Θήβας Ιωάννη Καλοκτένη (Προθ. 186), καθώς επίσης χαρακτηριστικά νομίσματα της περιόδου, που αντανακλούν την οικονομική ευμάρεια της περιοχής.

Στην Προθήκη 187 και στο βάθρο 130, παρουσιάζονται αντικείμενα που συνδέονται με το εμπόριο και την οικονομία της Βοιωτίας, όπως ζυγοί και αμφορείς. Ακολουθούν οι  προθήκες 188- 189 με περίτεχνα κοσμήματα, αντικείμενα καλλωπισμού και εξαρτήματα ένδυσης που αντανακλούν την αγάπη των Βυζαντινών για καλλωπισμό, παρά τους περιορισμούς που έθεταν συχνά οι Πατέρες της Εκκλησίας.

Στην τελευταία προθήκη εκτίθενται αντιπροσωπευτικά εργαλεία της διαχρονικής ενασχόλησης των γυναικών με τη ραπτική και την υφαντουργία, ενώ στο βάθρο 131 εργαλεία για τις αγροτικές ασχολίες, τη βάση της οικονομίας της εποχής.