Τοπία-Αρχαιολογικοί χώροι

Σίγρι Λέσβου, Υπηρεσία Φάρων

Ο λιθόκτιστος φάρος με τον στρογγυλό πύργο ύψους 20 μέτρων το δε εστιακό του ύψος είναι 55 μέτρα, κατασκευάστηκε το 1861 από την Γαλλική εταιρεία Φάρων. Ενώ η περιοχή ήταν υπό την κατοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Εντάχθηκε στο Ελληνικό Φαρικό Δίκτυο το 1915.

Μετά την απελευθέρωση της Λέσβου, παρελήφθη απ’ την Υπηρεσία Φάρων στις 12 Ιανουαρίου του 1916.

Τα μηχανήματα που υπήρχαν επισκευάστηκαν και ο Φάρος επανδρώθηκε με φαροφύλακες.

Το 1930 παραγγέλθηκαν νέα φωτιστικά μηχανήματα απ’ την αγγλική εταιρεία Chance, τα οποία λειτουργούσαν με λυχνία πετρελαίου διαμέτρου 85mm και το οπτικό, το οποίο περιστρεφόταν με τη βοήθεια χειροκίνητου ωρολογιακού μηχανισμού, αποτελείτο από 16 φακούς.

Το 1931 έγινε γενική επισκευή των κτιριακών εγκαταστάσεων.

Κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου παρέμεινε σβηστός και προκλήθηκαν σοβαρές ζημιές στο οίκημα, στον πύργο και στα φωτιστικά μηχανήματα.

Το 1945, στα πλαίσια ανασυγκρότησης του Φαρικού Δικτύου, επαναλειτούργησε με προσωρινή τοποθέτηση αυτομάτου πυρσού ασετιλίνης ενώ παράλληλα ξεκίνησαν οι εργασίες επισκευής του οικήματος και του πύργου.

Το 1949 ολοκληρώθηκαν οι εργασίες επισκευής του κτιρίου, τοποθετήθηκαν νέα φωτιστικά μηχανήματα. Στα τέλη της δεκαετίας του 80 ο φάρος ηλεκτροδοτήθηκε και λειτουργεί ως επανδρωμένος.

Από το 1991 ο Φάρος λειτουργεί με τον παλαιό μηχανισμό περιστροφής του οπτικού, το παλαιό οπτικό, εντός του οποίου έχει τοποθετηθεί ηλεκτρική λυχνία.

Αναγράφεται στον Ελληνικό Φαροδείκτη με αριθμό ΑΕΦ 7130, είναι τοποθετημένος σε στίγμα 39° 12,8′ Β, 25° 50,0Α, έχει χαρακτηριστικό 7′ φως και 23′ σκότος, δηλαδή περίοδο 30 δευτερόλεπτα. Βρίσκεται σε ύψος 53 μέτρων απ’ την επιφάνεια της θάλασσας και είναι ορατός από απόσταση 20 ναυτικών μιλίων.