Ο Στέφανος Μίλλερ (Stephen G. Miller) είναι γέννημα θρέμμα της Ιντιάνα των ΗΠΑ. Εκεί γεννήθηκε, εκεί φοίτησε στο Λύκειο, εκεί πήρε το πτυχίο του στα αρχαία ελληνικά. Στο Πρίνστον μετακινήθηκε για την εκπόνηση ενός διδακτορικού στην Κλασική Αρχαιολογία. Ο δεσμός του με την ιδιαίτερη πατρίδα του δεν είναι, όπως θα δούμε, ο μόνος λόγος για τον οποίο, συγγραφική αδεία, μετονομάστηκε σε «Ιντιάνα Μίλλερ» για τις ανάγκες ενός συναρπαστικού βιβλίου.

Έχοντας συμμετάσχει σε διάφορα ανασκαφικά προγράμματα, μεταξύ άλλων στην Ολυμπία και στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας, το 1973 ξεκίνησε στη Νεμέα τις δικές του ανασκαφές. Έφερε στο φως το Στάδιο όπου διεξάγονταν τα Νέμεα, κατασκεύασε αρχαιολογικό μουσείο και οργάνωσε την έκθεσή του, δημιούργησε αρχαιολογικό πάρκο. Επί των ημερών του αναστηλώθηκαν δύο κίονες του ναού του Νεμείου Διός.

Διετέλεσε Διευθυντής της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα (1982-1987). Με εξαίρεση τα χρόνια αυτά, παρέμεινε καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϋ. Οι πολλές του δημοσιεύσεις αφορούν κατά κύριο λόγο την ανασκαφή του στη Νεμέα αλλά και διάφορες όψεις των αθλητικών αγώνων στην αρχαία Ελλάδα.

Έχει ανακηρυχθεί επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών, έχει τιμηθεί με τον Ταξιάρχη του Τάγματος της Τιμής και, το 2005, με προεδρικό διάταγμα, πολιτογραφήθηκε Έλληνας υπήκοος.

Το 2009 απευθύνθηκε εγγράφως στον εκδότη του αμερικανικού περιοδικού Archaeology Magazine, αντιδρώντας έντονα στη δημοσίευση επιστολής με τίτλο «A Letter from Macedonia», μια χώρα που η Ελλάδα ονομάζει πΓΔΜ και ο Στέφανος Μίλλερ «αρχαία Παιωνία». Ακολούθως, υπερασπιζόμενος «την ελληνικότητα της Μακεδονίας,» απηύθυνε επιστολή στον Αμερικανό πρόεδρο Ομπάμα (http://Macedonia-evidence.org), την οποία ώς σήμερα έχουν υπογράψει περί τους 350 πανεπιστημιακούς.

Μετά τη συνταξιοδότησή του, ο Στέφανος Μίλλερ  και η γυναίκα του Έφη μοιράζουν το χρόνο τους ανάμεσα στις ΗΠΑ και το σπίτι τους στην αρχαία Νεμέα.

 

Αγγελική Ροβάτσου: Καθηγητά Μίλλερ, να σας ρωτήσω από περιέργεια. Πρόσεξα ότι, όποτε υπογράφετε στα ελληνικά, δεν κάνετε φωνητική μεταγραφή του ονόματός σας. Δηλαδή, δεν υπογράφετε «Στήβεν Μίλλερ», αλλά «Στέφανος Μίλλερ». Και αναρωτήθηκα: μήπως παραπέμπετε διακριτικά στους στεφανίτες αγώνες που έχετε μελετήσει τόσο διεξοδικά;

Στέφανος Μίλλερ: Στα ελληνικά το όνομά μου είναι Στέφανος, είναι το αντίστοιχο του Stephen, και έτσι αναγράφεται σε όλα τα επίσημα έγγραφα, αρχής γενομένης από την αστυνομική μου ταυτότητα. Κοντεύουν πενήντα χρόνια που ονομάζομαι Στέφανος στα ελληνικά, και έτσι με ξέρουν όλοι. Δεν υπήρξε, ούτε και υπάρχει, η παραμικρή παραπομπή στους στεφανίτες αγώνες. Όταν, το 1968, υιοθέτησα ως ελληνικό μου όνομα το Στέφανος, τους στεφανίτες αγώνες δεν τους είχα καν υπ’ όψη μου.

Α.Ρ.: Ο τίτλος του βιβλίου σας, Ο Ιντιάνα Μίλλερ και ο Ναός του Νεμείου Διός [Εκδόσεις του Φοίνικα, Αθήνα 2010 –και σε αγγλική έκδοση] παραπέμπει στα 38 χρόνια της δουλειάς σας στη Νεμέα. «Περιέχει με ακρίβεια», λέτε, «τη βιογραφία ενός αρχαίου ελληνικού ναού και την αυτοβιογραφία του συγγραφέα». Αυτήν ακριβώς την εντύπωση αποκόμισα κι εγώ. Ωστόσο, νομίζω ότι κάποιες από τις σελίδες σας ανήκουν επίσης στην ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας. Και θα επικαλεστώ δυο παραδείγματα:

α. Αναλάβατε τη διεύθυνση της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα την 1η Ιουλίου 1982. Την ίδια περίοδο έπρεπε να πάρετε έγκριση από το Υπουργείο Πολιτισμού για την αναστήλωση του Ναού του Νεμείου Διός. Ο αντιαμερικανισμός ήταν έντονος και το ακόμη ακατέργαστο Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα, που είχε έρθει στην εξουσία, προτίθετο «να διώξει από την Ελλάδα όλες τις ξένες αρχαιολογικές σχολές». Περιγράφετε καταπληκτικά την κατάσταση, τη βραδιά στο σπίτι της Μελίνας, τότε που κάλεσε τους διευθυντές όλων των ξένων αρχαιολογικών σχολών.

β. Από ακαδημαϊκή λεπτότητα, υποθέτω, δεν θελήσατε να κατονομάσετε τα άτομα που έκαναν τη ζωή σας δύσκολη, για να μην πω αφόρητη, στη διάρκεια του αρχαιολογικού σας έργου στην Ελλάδα. Που σας έκαναν να παραλληλίσετε τον εαυτό σας με τον κινηματογραφικό αρχαιολόγο Ιντιάνα Τζόουνς, ο οποίος χρειάστηκε να μπει σε λάκκους με φίδια και να αντιμετωπίσει τέρατα. Ίσως όμως κατάφερα να εντοπίσω δύο από αυτά τα άτομα: α) τον γενικό γραμματέα του Υπουργείου Πολιτισμού στα μέσα του 1982 και β) τον διευθυντή της ΔΑΑΜ (Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων) στα τέλη της δεκαετίας του ’90. Ο δεύτερος μάλιστα φάνηκε να σας τιμωρεί επειδή δεν διανοηθήκατε ότι σας ζητούσε να προσλάβετε τον ανιψιό του…

Χωρίς να αναφερθούμε σε στερεότυπα, που ούτως ή άλλως δεν σας αρέσουν, τι εντύπωση έκαναν η Ελλάδα και οι Έλληνες, συμπεριλαμβανομένων αυτών με τους οποίους οφείλατε να συνεργαστείτε, σ’ έναν αλλοδαπό; Θα σας παρακαλούσα μάλιστα να εντάξετε στην απάντησή σας και το σχόλιό σας για τη χορήγηση της ελληνικής υπηκοότητας από τον Κάρολο Παπούλια τον Αύγουστο 2005: «Ο Μίλλερ έχει αναρωτηθεί πολλές φορές πόσο διαφορετική θα μπορούσε να είναι αυτή η ιστορία, κι αν θα ήταν καλύτερη ή χειρότερη, αν είχε γίνει Έλληνας πολίτης 30 χρόνια νωρίτερα».

Σ.Μ.: Οι Έλληνες μου φαίνονταν, και εξακολουθούν να μου φαίνονται, σαν όλους τους ανθρώπους σε κάθε μέρος του κόσμου. Κάποιοι είναι καλοί, έντιμοι, πρόθυμοι να εξυπηρετήσουν, ενώ άλλοι είναι εγωιστές και δόλιοι. (Παραδείγματα των πρώτων, μπορείτε να βρείτε στο http://nemeangames.org/nemean-games-revival/history-of-society.html). Στον κόσμο της αρχαιολογίας, οι άνθρωποι της πρώτης ομάδας νοιάζονται κυρίως για τις αρχαιότητες, οι άλλοι κυρίως για τις θέσεις τους. Και αυτό σημαίνει ότι είχα δυσκολίες στη συνεργασία με τους τελευταίους, γιατί δεν υπήρχε κοινό πεδίο ενδιαφερόντων. Κατά τρόπο παράδοξο, το πρόβλημα μου φαίνεται ότι έχει επιδεινωθεί, λόγω της πληθώρας  πανεπιστημιακών θέσεων τα τελευταία τριάντα χρόνια. Αυτό αποστράγγισε την Αρχαιολογική Υπηρεσία από κάποιους μεταξύ όσων ήσαν ιδιαίτερα ευαίσθητοι στις συνθήκες των αρχαιοτήτων, όσοι όμως απομένουν είναι οι πιο άμεσα υπεύθυνοι για τη διατήρηση αυτής της μοναδικά ελληνικής κληρονομιάς.

Α.Ρ.: Στο βιβλίο σας για τους αθλητικούς αγώνες στην αρχαία Ελλάδα [Ancient Greek Athletics, Yale Univ. Press, 2004] συνοψίζετε αριστοτεχνικά τις σκόρπιες γνώσεις μας γι’ αυτό το θέμα. Κάνετε αρχικά τη βασική διάκριση μεταξύ στεφανιτών και χρηματικών αγώνων. Στην πρώτη ομάδα ανήκουν τα Ολύμπια (προς τιμήν του Δία), τα Νέμεα (προς τιμήν του Δία), τα Πύθια (προς τιμήν του Απόλλωνα) και τα Ίσθμια (προς τιμήν του Ποσειδώνα). Από τη δεύτερη ομάδα, οι σημαντικότεροι αγώνες είναι: τα Ελευθέρια στη Λάρισα (προς τιμήν του Δία), τα Ασκληπιεία στην Επίδαυρο, τα Παναθήναια, Μεγάλα και Μικρά, τα λακωνικά Κάρνεια και Υακίνθεια (προς τιμή του Απόλλωνα).

Διαβάζοντάς σας μου γεννήθηκαν μια σειρά από ερωτήσεις. «Οι αθλητικοί αγώνες» γράφετε «δεν ευδοκίμησαν μεταξύ των Ιώνων, που κρατούσαν από τους Μυκηναίους, και δεν υπήρξαν ποτέ τόσο δημοφιλείς στην ελληνική ανατολή όσο στη δύση. Επομένως, οι αρχαίοι ελληνικοί αγώνες γεννήθηκαν κάτω από έντονη δωρική επιρροή στη διάρκεια της γεωμετρικής περιόδου». Θα μπορούσατε να μας πείτε κάτι περισσότερο;

Σ.Μ.: Τα άμεσα τεκμήρια είναι πενιχρά, αλλά η χρονική σύμπτωση της «καθόδου των Δωριέων» με την πρώτη εμφάνιση αναγνωρίσιμων αθλητικών αγώνων (δηλαδή, των γυμνικών αγώνων) είναι η αφετηρία, το σημείο έναρξης, όπως αναφέρω στην ίδια σελ. 26, στην παράγραφο που προηγείται του αποσπάσματος που παραθέσατε. Τον 8ο αιώνα, καθώς η αρχαία Ελλάδα αναδύεται από τους Σκοτεινούς αιώνες, έχουμε τις πρώτες γραπτές περιγραφές αθλητικών αγώνων (ταφικοί προς τιμήν του Πατρόκλου στην Ιλιάδα, ρίψη δίσκου στην Οδύσσεια), εικονιστικές παραστάσεις (πάλης, για παράδειγμα, βλ. εικ. 29), και αυτούς καθαυτούς τους Ολυμπιακούς αγώνες (σημειωτέον ότι την παραδοσιακή χρονολογία 776 π.Χ. υποστηρίζει η αύξηση στα κεραμικά και άλλα ευρήματα από τις ανασκαφές στο χώρο). Γενικά όμως, είναι σημαντικό να διακρίνουμε ανάμεσα στους αθλητικούς αγώνες, όπως τους ορίζουμε εδώ, και τις σωματικές δραστηριότητες, όπως είναι ο χορός και τα ταυροκαθάψια, που απαντούν σε μυκηναϊκά συμφραζόμενα (το ρυτόν της Αγίας Τριάδας θα μπορούσε να συνιστά εξαίρεση αλλά έχει υποστεί πολύ μεγάλη συντήρηση και, αναμφίβολα, δεν απεικονίζει γυμνικόν αγώνα).

Α.Ρ.: Δύο από τους χρηματικούς αγώνες, αντί να είναι Πανελλήνιοι, έδιναν δικαίωμα συμμετοχής μόνο στους πολίτες – ή στους μελλοντικούς πολίτες. Αναφέρομαι στα ετήσια Μικρά Παναθήναια και τα Ελευθέρια στη Λάρισα. Ειδικά για τα Μικρά Παναθήναια, σημειώνετε ότι «όλοι αυτοί οι αγώνες είχαν αναμφισβήτητα στρατιωτική απόκλιση». Πώς θα μπορούσαμε να προσεγγίσουμε αυτούς τους «αγώνες πολιτών»;

Σ.Μ.: Κάθε πόλη-κράτος είχε τουλάχιστον ένα «γύρο» (set) από «αγώνες πολιτών» (και έφερα ως παραδείγματα τα Παναθήναια και τα Ελευθέρια μόνο και μόνο επειδή οι πληροφορίες μας γι’ αυτούς τους αγώνες είναι πληρέστερες) και, όπως γράφω (σ. 148), ο «απώτερος στόχος τους ήταν να εκπαιδεύσουν τα νιάτα της πόλης στο μελλοντικό τους ρόλο των πολιτών». Σε αντίθεση με τα αθλήματα των στεφανιτών αγώνων που ήταν ατομικά και δεν είχαν στρατιωτικό πρόσημο (ας σημειωθεί επίσης ότι ο οπλιτοδρόμος δεν έφερε επιθετικά όπλα), οι αγώνες πολιτών τόνιζαν την ομαδικότητα και κάποια γεγονότα που θα μπορούσαν να μεταφραστούν σε στρατιωτικές δραστηριότητες. Η πόλη-κράτος χρειαζόταν, για την προστασία και την ασφάλειά της, μια ομογενοποιημένη ένοπλη δύναμη που θα μπορούσε να λειτουργήσει μαζί ως φάλαγγα. Αυτή η βασική ανάγκη έχει συνήθως παρερμηνευτεί στο πλαίσιο αθλητικών αγώνων σαν εκείνους που λάμβαναν χώρα στην Ολυμπία, στους Δελφούς, στην Ισθμία, στη Νεμέα, και κάποιων άλλων όπως είναι τα Ασκληπιεία στην Επίδαυρο. Με δυο λόγια: άτομο στους δε, ομάδα στους μεν.

Θα ήθελα επίσης να λάβετε υπ’ όψη σας τις διάφορες εγκαταστάσεις για τους πανελλήνιους αγώνες και τους αγώνες πολιτών, τις οποίες, ίσως πιο περιεκτικά, παρουσιάζω στο άρθρο: “A Theater and a School:  The Ancient Greek Stadium as a Reflection of a Changing Society,” DOMES  International Review of Architecture 49 (2006), σ. 72-81.

Α.Ρ.: Γράφετε: «Ο μουσικός αγών ουδέποτε υπήρξε μέρος των Ολυμπιακών αγώνων, και αρχικά ούτε των Νεμέων, ενώ υπήρξε αναπόσπαστο μέρος των Πυθίων και των Ισθμίων». Εξ ου και δεν υπάρχουν θέατρα στην Ολυμπία και τη Νεμέα. Λέτε ακόμη ότι «η τήρηση αντικειμενικών κριτηρίων για την ανάδειξη του νικητή είναι ο θεμελιώδης λόγος που οι αρχαίοι Ολυμπιακοί αγώνες ευδοκίμησαν. Και πιο συγκεκριμένα: «Αν υπάρχει ένας και μόνο λόγος για τη μακροπρόθεσμη υπερίσχυση των Ολυμπιακών αγώνων, αυτός είναι η απουσία της υποκειμενικότητας [δική μου η υπογράμμιση] που ενυπήρχε στα Πύθια, τα Ίσθμια και, εν τέλει, στα Νέμεα». Μιας και, από την άλλη, «οι αθλητικοί αγώνες ήταν ανέκαθεν συνδεδεμένοι με τη θρησκεία», μήπως θα μας επιτρεπόταν να υποθέσουμε ότι ο Ζευς, προς τιμήν του οποίου διεξάγονταν οι «άμουσοι» αγώνες στην Ολυμπία, τη Νεμέα και τη Λάρισα, είναι, ας πούμε, «ασύμβατος» με τους μουσικούς αγώνες ή/και με την υποκειμενικότητα που αυτοί αφυπνίζουν;

Σ.Μ.: Θα ήμουν πολύ επιφυλακτικός ως προς ένα τέτοιο συμπέρασμα. Μην ξεχνάτε ότι ο Ολύμπιος Ζευς είναι ο Βασιλιάς των Θεών, κεραυνοβόλος, ο τύπος του φαλλοκράτη ερωτύλου, ενώ ο Νέμειος Ζευς είναι ο θεός των βοσκών και είναι, όπως θέλουμε να πιστεύουμε, ηπιότερος και πιο στοργικός.

Α.Ρ.: Ανάμεσα στα όσα πολλά μας μαθαίνετε, μας λέτε και ότι «υπήρχαν αγώνες ζωγραφικής που είχαν θεσμοθετηθεί στους Δελφούς και την Ισθμία στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ.». Θα θέλατε να μας πείτε κάτι περισσότερο;

Σ.Μ.: Σας παραπέμπω στο βιβλίο μου (σ. 86), όπου αναφέρω ότι μας έχει σωθεί μια μόνο αναφορά από τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο (Φυσική Ιστορία, Βιβλίο 35, §58): «Ακόμα και στην εποχή της ακμής του Πάναινου [440 π.Χ.] καθιερώθηκαν αγώνες ζωγραφικής στην Κόρινθο [δηλαδή, στην Ισθμία] και τους Δελφούς και πρώτος απ’ όλους αγωνίστηκε ο ίδιος εναντίον του Χαλκιδέα Τιμαγόρα και νικήθηκε από αυτόν στα Πύθια. Αυτό προκύπτει από ένα αρχαίο ποίημα που συνέθεσε ο ίδιος ο Τιμαγόρας». [Περί της αρχαίας ελληνικής ζωγραφικής, μτφ. Τάσσος Ρούσσος – Αλέκος Βλ. Λεβίδης, Άγρα, Αθήνα 2009, σ. 63]

Θα συμφωνήσω μαζί σας: μακάρι να ξέραμε περισσότερα.

Α.Ρ.: Στο κεφάλαιο 8, προτίθεστε να ξεπεράσετε το στερεότυπο σύμφωνα με το οποίο «γυναίκες και αθλητικοί αγώνες δεν πάνε μαζί». Επιτρέψτε μου να σας πω ότι, εδώ, δεν πείστηκα από την επιχειρηματολογία σας. Επικαλείστε τα Ηραία στην Ολυμπία, έναν αγώνα δρόμου που διεξαγόταν κάθε τέσσερα χρόνια προς τιμήν της Ήρας και στον οποίο συμμετείχαν παρθένοι αδιακρίτως ηλικίας, και τις μικρές Αθηναίες, τις άρκτους, στις τελετές του Ιερού της Αρτέμιδος στη Βραυρώνα, δυο περιπτώσεις όπου έχουμε να κάνουμε καθαρά, νομίζω, με διαβατήριο έθιμο. Στη συνέχεια, στο ερώτημα «γιατί η ανυπαρξία γυναικείων αθλητικών αγώνων έγινε κοινός τόπος» αναζητείτε την απάντηση στον όρο «δωρικός». Και εδώ, βέβαια, αναφέρεστε στις Σπαρτιάτισσες που γυμνάζονταν. Παραθέτετε μάλιστα το (ξεκαρδιστικό) απόσπασμα από τον Αριστοφάνη, εκεί όπου η Λυσιστράτη καλωσορίζει τη Σπαρτιάτισσα Λαμπιτώ.

ΛΥΣ.: «Χρυσή μου, καλωσώρισες! Τι θάμπος / ομορφιές είναι τούτες! Όλη αστράφτεις. / Τι χρώμα ροδοκόκκινο, τι σώμα / σφιχτοκρέατο! Και τάβρο βάνεις κάτου».

ΛΑΜ.: «Και ναι, μα το ζεβγάρι των Διοσκούρων! / Γυμνάζομαι πολύ κι άμα πηδάω, / οι φτέρνες μου χτυπάν στον πισινό μου».

[Λυσιστράτη, 78-82, απόδοση Κώστα Βάρναλη, Κέδρος (3η έκδ.), Αθήνα 1977].

Θα σας ομολογήσω ότι εγώ βλέπω τη Λυσιστράτη να ειρωνεύεται τη Λαμπιτώ, που εμφανίζεται, ας μου επιτραπεί η έκφραση, σχεδόν ως bodybuilder. Η Λυσιστράτη κρίνει, νομίζω, με πρότυπα μάλλον αισθητικά παρά ηθικά, ενώ εσείς πιστεύετε ότι «η στιχομυθία διαιωνίζει, για το αθηναϊκό κοινό της εποχής όπως και για μας σήμερα, την εικόνα των γυναικών της Σπάρτης ως αθλητριών παρά ως ενάρετων γυναικών, όπως οι Αθηναίες». Δεν διατείνομαι, επ’ ουδενί, ότι λόγος περί «ετερότητας» των γυναικών της Σπάρτης ήταν ανύπαρκτος στην Αθήνα, δεν ξέρω όμως αν το επίκεντρό του ήταν η σωματική άσκηση, η άθληση, που άλλωστε στη Σπάρτη απέβλεπε στην ευγονία. Όμως, και για να ενισχύσω πιθανώς το δικό σας επιχείρημα περί ηθικής, θα παρατηρήσω ότι η άσκηση που περιγράφεται από τη Λαμπιτώ, ενδείκνυται στις εγκύους που επιθυμούν να αποβάλουν. Και, σε περίπτωση που ο Αριστοφάνης και το ανδρικό κοινό του διέθεταν αυτή τη γνώση, η φράση της Λαμπιτούς προσθέτει άλλο ένα επίπεδο στο κωμικό.

Σ.Μ.: Έχετε κάθε δικαίωμα να έχετε τη γνώμη σας, αλλά οι αρχαίες πηγές μας για τις γυναίκες είναι τόσο σχετικά πενιχρές και τα υλικά τεκμήρια πιο συντριπτικά απ’ όσο τα παρουσίασα, ώστε νιώθω ότι η θεωρία μου είναι υπερασπίσιμη αν όχι αποδεδειγμένη. Εμμένω στο ερώτημα που έθεσα στο τέλος αυτού του κεφαλαίου, θίγοντας το πρόβλημα της αξιολόγησης των γραπτών πηγών. Γράφω, λοιπόν, ότι από το 1987 ώς το 2003, όποτε δίδασκα το μάθημα για τους αρχαίους αθλητικούς αγώνες, μετρούσα πόσο χώρο διέθετε σε διάφορα θέματα το αθλητικό έντυπο της εφημερίδας San Francisco Chronicle. Ο μέσος όρος κάλυψης αποδείχθηκε να είναι ο εξής: διαφημίσεις 29,37%, ιπποδρομίες 5,04%, αγώνες ανδρών 64,10%, αγώνες γυναικών 1,49%. Και το τελικό μου ερώτημα ήταν: αν μετά από δυο χιλιάδες χρόνια αυτές είναι οι μόνες αθλητικές καταγραφές που έχουν διασωθεί, τι συμπεράσματα θα βγάλουν οι ιστορικοί για τη σχετική σπουδαιότητα του γυναικείου αθλητισμού σήμερα;

Α.Ρ.: Στην αρχή του βιβλίου σας επισημαίνετε την έλλειψη σχετικής βιβλιογραφίας. Ωστόσο, ήδη από τη δεκαετία του ’80, το «σώμα» αναδείχθηκε σε ευνοούμενο ερευνητικό πεδίο στις Κλασικές σπουδές, στην Ανθρωπολογία, στις Σπουδές Φύλου κ.λπ. Πώς μπορούμε να ερμηνεύσουμε την έλλειψη που διαπιστώνετε;

Σ.Μ.: Αυτό που λέω εγώ είναι ότι από τη σύγχρονη βιβλιογραφία απουσιάζει η ανάλυση των γραπτών πηγών και των αρχαιολογικών τεκμηρίων που αφορούν τον αθλητισμό, κάτι που ίσχυε μέχρι πριν από τριάντα χρόνια.

Α.Ρ.: Η επόμενή μου ερώτηση, αν και αφορά πάλι το ίδιο βιβλίο σας, ελπίζω να μας ανοίξει ένα παράθυρο στο υπόλοιπο έργο σας. Στο κεφάλαιο 6, «αναστηλώνετε» μια πανήγυρη, τους Ολυμπιακούς αγώνες του 300 π.Χ. (120ή Ολυμπιάδα).

Καθηγητά Μίλλερ, μήπως έχετε έφεση στις αναστηλώσεις;

Σ.Μ.: Δεν ξέρω αν πρόκειται για έφεση, αλλά επιδιώκω να καταλάβω τι έκαναν οι αρχαίοι Έλληνες, και πότε, και γιατί. Προσπαθώ να φανταστώ εκείνα τα γεγονότα στηριζόμενος στα τεκμήρια που διαθέτουμε, και νιώθω ότι καταλαβαίνω κάπως καλύτερα αν καταφέρω να σχηματίσω μια εικόνα του τι συνέβη. Αυτή η εικόνα δεν θα είναι ασφαλώς σωστή σε όλες της τις λεπτομέρειες, και τα πράγματα είχαν πιθανόν πολύ μεγαλύτερη ποικιλία, περισσότερες αποχρώσεις από αυτές που εγώ μπορώ να «αναστηλώσω», αλλά βοηθάει εμένα και –θέλω να ελπίζω- και άλλους.

Α.Ρ.: «… Κι αν ακολουθήσεις αυτές τις αρετές, όλη σου η ζωή θα είναι πάντοτε άξια για την κορδέλα της νίκης». Μ’αυτά τα λόγια του Σωκράτη προς τον Πλάτωνα κλείνετε το βιβλίο σας Ο Πλάτωνας στην Ολυμπία [εικονογράφηση Αθηνά Σταμάτη, εκδόσεις Λούσυ Μπρατζιώτη, Αθήνα 2008 – και αγγλική έκδοση], ένα παιδικό βιβλίο που περιγράφει πώς ο μικρός Πλάτων αποφασίζει ότι θέλει να γίνει Ολυμπιονίκης και μιλάει για την πορεία του προς αυτό το στόχο, στην οποία περιλαμβάνεται και η επίσκεψή του στην Ολυμπία το 412 π.Χ. Το βιβλίο αυτό συνδέεται με ένα άλλο σας βιβλίο, τον Πλάτωνα στο Μπέρκλεϋ [The Berkeley Plato. From Neglected Relic to Ancient Treasure. An Archaeological Detective Story, Univ. of California Press, 2009], στο οποίο αποδεικνύετε τη γνησιότητα μιας προτομής του Πλάτωνα που είχε θεωρηθεί πλαστή το 1902 και είχε παραχωθεί στο υπόγειο του γυμναστηρίου θηλέων στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϋ. Εντοπίσατε αυτόν τον Πλάτωνα και είδατε σ’ αυτόν «μια αυθεντική αρχαία ερμαϊκή στήλη, πιθανόν από το δεύτερο τέταρτο του 2ου αιώνα μ.Χ., που πιθανότατα», όπως λέτε, «βασίζεται απ’ ευθείας και αντανακλά ένα πρωτότυπο του 370-365 π.Χ.». Ο Πλάτων αυτός έχει δεμένη στο κεφάλι ταινία που πέφτει στους ώμους του. Αυτή η «κορδέλα της νίκης» λέτε «μας συνδέει απ’ ευθείας με τον κόσμο των αθλητικών δραστηριοτήτων, τον κόσμο του γυμνασίου και της ακαδημίας, αλλά ακόμη ειδικότερα με το τέλος της Πολιτείας (614Β-621D)». Θα θέλατε να μας μιλήσετε για τον μικρό Πλάτωνα και για τον νικηφόρον Πλάτωνα με την «κορδέλα της νίκης»;

Σ.Μ.: Μακάρι να μπορούσα να σας πω περισσότερα. Ακόμη μια φορά, στον Πλάτωνα στην Ολυμπία, επιχείρησα μια «αναστήλωση», εν μέρει προσπαθώντας να εξηγήσω τις ταινίες του Πλάτωνα στο Μπέρκλεϋ, οι οποίες υφίστανται και απαιτούν μια εξήγηση. Και η προφανέστερη εξήγηση είναι ότι αναφέρονται σε κάποιο αθλητικό περιβάλλον, όπως προσπάθησα να τεκμηριώσω (Ο Πλάτων στο Μπέρκλεϋ, σ. 40-55 και εικ. 33-51 -ελάχιστες σε σχέση με τις απεικονίσεις που θα μπορούσαμε να παραθέσουμε).

Α.Ρ.: Σε ένα συλλογικό τόμο [Σταυρούλα Κουράκου-Δραγώνα (επιμ.), Νεμέα Διός και Διονύσου χώρα ερατεινή, Εκδόσεις του Φοίνικα, Αθήνα 2011], γράφετε πως θεωρείτε αρκετά πιθανή την ύπαρξη λατρείας του Διονύσου στη Νεμέα στηριζόμενος, αν κατάλαβα καλά, στα ευρήματά σας από το ιερό του Οφέλτη. Στον ίδιο τόμο, ο Γιάννης Πίκουλας αναφέρεται στους αμπελώνες του 1ου αιώνα μ.Χ. που ήταν φυτεμένοι κοντά στο ναό του Νεμείου Διός. Είναι ο Φλιάσιος οίνος ικανή απόδειξη του ότι η περιοχή της Νεμέας ήταν τόσο διάσημη για το κρασί της όσο είναι σήμερα;

Σ.Μ.: Λάβετε υπ’ όψη σας ότι τα ευρήματα δεν προέρχονται μόνο από το τέμενος του Οφέλτη αλλά και, υπό τη μορφή των διονυσιακών ακροκεράμων, από την αντίθετη πλευρά του Ναού του Διός, σε απόσταση που ξεπερνάει τα 300 μέτρα. Πιστεύω ότι ο Φλιάσιος οίνος ήταν πολύ γνωστός, αλλά για κακή μας τύχη επιζεί σε μία μόνο αρχαία πηγή, στον Αντιφάνη. Αφήστε που δεν σώζονται οξυπύθμενοι αμφορείς, όπως αντίθετα συμβαίνει με τη μεταφορά κρασιού από την Κόρινθο, τη Λέσβο, τη Μένδη, τη Θάσο, τη Χίο, την Κνίδο, τη Ρόδο κ.α.

Α.Ρ.: Νομίζετε ότι θα μπορούσαν να αναστηλωθούν και άλλοι κίονες του ναού του Νεμείου Διός, και πόσοι;

Σ.Μ.: Το μέλλον της αναστήλωσης του ναού βρίσκεται στα χέρια της Kim Shelton που με διαδέχθηκε. Η Αμερικανική Σχολή αναγκάστηκε να την πιέσει για να ολοκληρώσει την πιο πρόσφατη φάση, και η ίδια δεν έχει δώσει δείγματα προθυμίας να αναλάβει την απαραίτητη εξεύρεση χορηγιών ώστε να προχωρήσει.

Λεπτομερής μελέτη για πέντε ακόμη κίονες στη βόρεια πλευρά, που θα προεκτείνουν προς τα δυτικά τη γραμμή των τριών κιόνων που είναι ήδη εκεί, είναι έτοιμη προς υποβολή στο Υπουργείο. Αν και τέτοιες μελέτες δεν υπάρχουν για περαιτέρω αναστήλωση (εκτός από την προκαταρκτική μελέτη που έκανε ο Fred Cooper προ τριακονταετίας), οι 22 κίονες της εξωτερικής κιονοστοιχίας που υπολείπονται (7 όρθιοι, 5 στη λεπτομερή μελέτη=34) θα μπορούσαν να αναστηλωθούν. Στους τοίχους του σηκού και στην κορινθιακού ρυθμού εσωτερική κιονοστοιχία, η απώλεια υλικού είναι τόσο μεγάλη, ώστε η αποκατάστασή τους θα σήμαινε εκ νέου κατασκευή και όχι αναστήλωση.

Α.Ρ.: Στήσατε στη Νεμέα μια ευχαριστήρια μαρμάρινη στήλη «σε ανάμνηση της επιτυχημένης αναστήλωσης των δύο κιόνων του ναού του Νεμείου Διός σε δύο φάσεις: 1980-1984 και 1999-2002, από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϋ, υπό την αιγίδα της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα και την επίβλεψη του Υπουργείου Πολιτισμού της Ελληνικής Δημοκρατίας». Ακολουθεί κατάλογος χορηγών, τεχνικών συμβούλων κ.ά. συντελεστών του έργου. Περιλαμβάνοντας το όνομα του Άγγελου Δεληβορριά στους τεχνικούς συμβούλους, θέλατε μήπως να τον ευχαριστήσετε για εκείνη την αρχική έκθεση που διοργάνωσε για σας στο Μουσείο Μπενάκη;

Σ.Μ.: Χωρίς τη βοήθεια του Δεληβορριά, που οργάνωσε την έκθεση το 1983, δεν θα υπήρχε αναστήλωση. Την περίοδο εκείνη, όπως είπατε, υπήρχε έντονη αντιπάθεια προς τις ξένες αρχαιολογικές σχολές. Η έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη, υπό την αιγίδα της Μαργαρίτας Παπανδρέου, της Μελίνας και του Γεώργιου-Αλέξανδρου Μαγκάκη, μετέβαλε το πολιτικό κλίμα, τουλάχιστον τόσο ώστε να εγκριθεί η πρότασή μας. Η ιδέα για την έκθεση ήταν του Δεληβορριά, και στόχευε σ’ αυτό ακριβώς που πέτυχε. Παρεμπιπτόντως, ο Δεληβορριάς διατήρησε το ενδιαφέρον του, όπως μπορείτε να δείτε στη φωτογραφία που εμφανίζεται ως κριτής στην πρώτη αναβίωση των Νεμέων.

Α.Ρ.: Ας έλθουμε τώρα, αν συμφωνείτε, στην αναβίωση των αγώνων. Όταν εγκαινιάσατε το στάδιο (6 Ιουλίου 1994), ανακατασκευάστηκε ο μηχανισμός της ύσπληγος, που χρησιμοποιούνταν για την εκκίνηση των αρχαίων αγώνων, και έτσι υποβλήθηκαν σε δοκιμασία οι θεωρίες του Πάνου Βαλαβάνη [HYSPLEX. The Starting Mechanism in Ancient Stadia. A Contribution to Ancient Greek Technology. Translated from the Greek and with an Appendix by Stephen G. Miller. Univ. of California Press 1999]. Στους αγώνες πήραν μέρος μαθητές από τοπικά σχολεία και από το Σαν Φρανσίσκο. Ο ενθουσιασμός και οι πιέσεις των ντόπιων οδήγησαν στην ίδρυση της «Εταιρείας για την αναβίωση των Νεμέων αγώνων». Τα σύγχρονα Νέμεα ξεκίνησαν το 1996. Ποιοι έχουν δικαίωμα συμμετοχής και πόσοι είναι πρόθυμοι να συμμετάσχουν; Πώς θα τα αξιολογούσατε;

Σ.Μ.: Σε γενικές γραμμές, νομίζω ότι θα αποκτήσετε μια καλή εικόνα του τι έχει συμβεί, και του τι συμβαίνει, από το www.nemeangames.org. Αλλά για να έρθουμε στις ερωτήσεις σας, ο «Σύλλογος για την Αναβίωση των Νεμέων αγώνων» έχει δύο βασικές αρχές: αυθεντικότητα και συμμετοχή. Θέλουμε όλους και τον καθένα χωριστά, όποιον επιθυμεί να πάρει μέρος και να ξαναζήσει στο μέτρο του δυνατού τους αρχαίους αγώνες. Δεν μπορούμε να επιμείνουμε στη γυμνότητα και δεν αποκλείουμε τις γυναίκες, αλλά είναι μεγάλος ο αριθμός των ανθρώπων που, όπως δήλωσαν, ένιωσαν να μεταμορφώνονται: έχοντας αλλάξει τα ρούχα τους μ’ έναν «αρχαίο» χιτώνα στο αποδυτήριον, έχοντας περπατήσει ξυπόλητοι μέσα από τη θολωτή δίοδο του Σταδίου, τοποθετώντας τα δάχτυλα των ποδιών στις αρχαίες αυλακώσεις της αφετηρίας , γίνονταν για 10 λεπτά αρχαίοι Έλληνες. Στα πιο πρόσφατα Νέμεα, το 2012, έλαβαν μέρος 1.018 άτομα από 87 διαφορετικές χώρες. Φοβόμαστε ότι τα επίπεδα θα ανέβουν τόσο πολύ το 2016 που θα δυσκολευτούμε πολύ να τους δεχθούμε όλους.

Α.Ρ.: Η Εύα Πάλμερ παντρεύτηκε τον Άγγελο Σικελιανό το 1907. Το 1927 και το 1930 οι δυο τους οργάνωσαν τις Δελφικές Γιορτές. Ψυχή των εκδηλώσεων ήταν η Εύα που επέβλεπε προσωπικά και την παραμικρή λεπτομέρεια. Ακόμη και τα κοστούμια ήταν υφασμένα στους αργαλειούς της. Καθηγητά Μίλλερ, οργανώσατε την αναβίωση των Νέμεων αγώνων. Θεωρείτε σύμπτωση το γεγονός ότι τόσο η Εύα Πάλμερ όσο κι εσείς είστε Αμερικανοί;

Σ.Μ.: Νομίζω ότι οι δυο μας μοιραζόμαστε ένα κοινό γνώρισμα, όχι το γεγονός ότι γεννηθήκαμε Αμερικανοί, αλλά ότι για μας –και για πολλούς, για πάμπολλους άλλους ανθρώπους στον κόσμο– η Ελλάδα ζει και ζει εδώ και χιλιάδες χρόνια και μας έχει δώσει τις ρίζες μας.

Α.Ρ.: Η ανάγνωση του Ιντιάνα Μίλλερ μας αφήνει με μια πικρή γεύση. Η γραφειοκρατία του ελληνικού κράτους («Ένας καφές με τον Τζεδάκη δεν αρκούσε πια για να ξεπεράσουμε τα ζητήματα και τα προβλήματα») και «μια νέα μόδα της επιστημονικής σκέψης» στα αμερικανικά πανεπιστήμια (μια «νέα αναπτυσσόμενη αντίληψη για την απόδοση της αρχαιότητας ως εικονικής πραγματικότητας») σας οδήγησαν το 2003 στην απόφαση να συνταξιοδοτηθείτε. Έχουν περάσει από τότε πάνω από δέκα χρόνια. Με τι ασχολείσθε τώρα; Γράψατε στο μεταξύ το βιβλίο για τα αίτια της σκοτεινής περιόδου του Μεσαίωνα, στο οποίο είχατε δώσει τον προσωρινό τίτλο Into Darkness;

Σ.Μ.: Η αναβίωση των αγώνων και η ίδρυση μιας «Σχολής αρχαίων ελληνικών αθλητικών αγώνων» απαιτούν χρόνο, το ίδιο και τα άρθρα σε διάφορα Αφιερώματα/Festschrifts. Τώρα που οι συγγραφείς του συλλογικού τόμου Nemea IV, The Shrine of Opheltes and the Early Stadium, κατέθεσαν επιτέλους τα χειρόγραφά τους, η επόμενή μου υποχρέωση θα είναι η επιμέλεια αυτού του τόμου. Το Into Darkness περιμένει – συγκεντρώνω περισσότερα στοιχεία, αλλά πρέπει να μάθω να λέω «όχι» προκειμένου να εξασφαλίσω τον απαραίτητο χρόνο. Στο μεταξύ, η γυναίκα μου μού γκρινιάζει για να φτιάξω έναν άλλο Ιντιάνα Μίλλερ με όλες τις ιστορίες από τη ζωή μας σ’ αυτό εδώ το χωριό. Και οι ελιές μου προκόβουν – φέτος η σοδειά μας ήταν καλύτερη παρά ποτέ: 306 κιλά λάδι.

 

* Η Αγγελική Ροβάτσου είναι ανθρωπολόγος-ιστορικός και συνεργάτιδα του “Archaeology & Arts”.