Η Εθνική Οδός που συνδέει τα Τρίκαλα με τη Λάρισα δεν συνιστά πλέον έναν επικίνδυνο δρόμο. Συνδέει περιοχές με πλούσιο ιστορικό παρελθόν, διαμορφώνοντας μια πολύπλευρη, αρκετά αξιόλογη και προσπελάσιμη διαδρομή.

Η συγκεκριμένη διαδρομή είναι μία από τις εννέα που είχε προτείνει η πρώην νομαρχιακή αυτοδιοίκηση Τρικάλων σε συνεργασία με την 19η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων για κάθε επισκέπτη, προκειμένου να γνωρίσει την ιστορία και τον πολιτισμό του τόπου.

Στο Δ.Δ. Πηνειάδος, όπως αναφέρουν ιστορικά στοιχεία, τοποθετείται η πόλη του Άτραγος, με ιστορία που βεβαιώνεται από τον 5ο αι. π.Χ. –εποχή που κόβει το πρώτο γνωστό νόμισμα– και συνεχίζεται μέχρι τα βυζαντινά χρόνια. Από την άλλοτε ακμάζουσα πόλη σώζονται σήμερα, σε πολύ καλή κατάσταση αρχαία και βυζαντινά τείχη, τα οποία με τη διάνοιξη κατάλληλης οδού μπορεί να γίνουν επισκέψιμα.

Στην περιοχή του Ζάρκου, η ιστορία και ο πολιτισμός έχουν αφήσει έντονα τα σημάδια τους από τα αρχαία χρόνια έως και τα βυζαντινά. Στο Ζάρκο εντοπίζεται η αρχαία πόλις Φαϋττός, όπως μαρτυρεί μαρμάρινη επιγραφή που βρέθηκε στη θέση «Κρύα Βρύση». Η ανακάλυψη, επίσης, του σπουδαίου θησαυρού που θάφτηκε πιθανότατα το 264 π.Χ. και σήμερα φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Βόλου μαρτυρεί τη σχέση της πόλης με τους Μακεδόνες βασιλείς.

Επί της Εθνικής Οδού και στα αριστερά αυτής, αποκαλύφθηκαν τα ερείπια παλαιοχριστιανικής βασιλικής – σπάνιο αρχαιολογικό εύρημα για την περιοχή των Τρικάλων. Συνδυαστικά, η επίσκεψη αυτή μπορεί να εμπλουτιστεί με μια επίσκεψη στα μεταβυζαντινά μνημεία του χωριού: ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο κέντρο και πρωτίστως η Μονή Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου, από την οποία είναι ορατά τα ερείπια των φυλακίων που χρησιμοποιήθηκαν επί τουρκοκρατίας.

Στην ομώνυμη πρωτεύουσα του Δήμου, στη Φαρκαδόνα, η αρχαία θέση της οποίας εντοπίζεται μεταξύ της σημερινής κωμόπολης και του Κλοκωτού, υφίστανται βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία, όπως και στο γειτονικό χωριό Παναγίτσα, όπου η Αγία Παρασκευή είναι από τα λίγα σωζόμενα παλαιοχριστιανικά μνημεία, ενώ η Μονή της Ζωοδόχου Πηγής, ανακαινισμένη τα τελευταία χρόνια, συγκεντρώνει πλήθος κόσμου. Με τη διαδρομή αυτή μπορεί να συνδεθεί και η επίσκεψη στο βυζαντινό κάστρο του Γριζάνου, στο δε Αχλαδοχώρι θα συναντήσουμε τον ναό της Παναγίας με ένα σπάνιο για τον θεσσαλικό χώρο αρχιτεκτονικό τύπο.

Η περιοχή της Οιχαλίας οφείλει το όνομά της στην αρχαία Οιχαλία, για την οποία αναφέρει ο Όμηρος ότι συμμετείχε στον Τρωικό πόλεμο και όπου μπορεί κανείς να διαπιστώσει το έντονο κύμα της μετανάστευσης των κατοίκων και την οικονομική ανάπτυξη της περιοχής. Η Μονή Ορφανού, κτισμένη σε μια βουνοκορφή ύψους 700 μ., αποτελεί σήμα κατατεθέν για την Οιχαλία, ενώ στη γειτονική Κρήνη οι λιθόκτιστες βρύσες και ο ναός του Αγ. Νικολάου που χρονολογείται στα τέλη του 12ου αι.-αρχές 13ου αι., αποτελούν αξιόλογους χώρους επίσκεψης.

Στον Κλοκωτό και στα ΝΑ αυτού, η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως τα τελευταία χρόνια ναό των πρώτων βυζαντινών χρόνων, ενώ μεταβυζαντινοί ναοί, όπως ο ναός των Αγίων Αποστόλων, έχουν εντοπιστεί και μέσα στο χωριό. Η αρχαιολογική και ιστορική διαδρομή συνδυάζεται άριστα με τη μελέτη και παρακολούθηση της βιομηχανικής ανάπτυξης στην περιοχή του Πετρωτού με τα πολλά λατομεία σε ένα βουνό που προσφέρει άπλετα την πέτρα και το μάρμαρό του.

Στη διαδρομή προς την πρωτεύουσα του Νομού συναντά κανείς την περιοχή των Πελλινναίων, με πλούσια ιστορία κυρίως στα αρχαία χρόνια. Ήταν μία από τις πιο σημαντικότερες πόλεις της Θεσσαλίας, καθώς έκοβε δικά της νομίσματα και παρουσίαζε έντονη αθλητική δραστηριότητα. Στον Πετρόπορο, υπάρχει η Αγ. Παρασκευή, τρίκλιτη βασιλική με νάρθηκα και καλή τοιχοποιία, που παλιότερα διέθετε και τοιχογραφίες, σε δύο στρώματα, το αρχικό του 14ου αι. και το δεύτερο στον 17ο αι. Ο ναός αυτός, σήμερα, έχει δεχτεί πολλές νεότερες επεμβάσεις, που αλλοίωσαν τελείως την αρχική του μορφή, από την οποία απέμεινε μόνο η κόγχη της ανατολικής πλευράς.

Η περιοχή, σύμφωνα με περιηγητές, ονομαζόταν και Ζούρπαπα (τρελός παπάς) εξαιτίας ενός τραγικού μύθου-θρύλου: «Κάποτε, το Γαρδίκι ήταν μια σημαντική πόλη και επισκοπή. Στο σημείο, όπου σήμερα ανοίγεται το βάραθρο πλησίον του ναού, βρισκόταν η δημόσια πλατεία. Μια μέρα μεγάλης γιορτής, όλος ο πληθυσμός είχε συγκεντρωθεί εκεί. Οι γυναίκες χόρευαν, σχηματίζοντας έναν μεγάλο κύκλο, σύμφωνα με την τοπική συνήθεια. Ένας παπάς είχε μια εξαιρετικά όμορφη κόρη· την είδε στον χορό και του καλοάρεσε. Τότε ο παπάς πάει, παίρνει την κόρη του από τον χορό, την απαγάγει και ικανοποιεί την ανήθικη επιθυμία του. Την ίδια στιγμή, η πλατεία του χωριού με τους χορευτές και όλη η πόλη εξαφανίζονται με μια ξαφνική καθίζηση. Μόνο η εκκλησία μένει όρθια στην άκρη του ανοίγματος της αβύσσου».

Τα τελευταία χρόνια αποκαλύφθηκε στο χωριό Πετρόπορος κτιστός τάφος στο πρότυπο των μακεδονικών και βεβαίως η περιοχή δεν υστερεί σε μνημεία των μεταβυζαντινών χρόνων (Ταξιάρχες, Νομή κ.λπ.).

Τέλος, ο πρώην Δήμος Εστιαιώτιδας, όπως αναφέρουν τα ίδια στοιχεία, τιμά με το όνομά του ένα από τα τέσσερα φυλετικά κράτη, στα οποία ήταν χωρισμένη η αρχαία Θεσσαλία για την καλύτερη διοίκηση και με ιστορία έως και τα βυζαντινά χρόνια.