Η Lena Ratschl εφοδιάζει τις εικόνες με λέξεις. Ταξινομεί σκαναρισμένα slides αρχαιολογικών ευρημάτων σε κατηγορίες με συγκεκριμένες λέξεις-κλειδιά. «Η δουλειά μου γίνεται δύσκολη στην περίπτωση παλαιότερων διαφανειών, που δεν έχουν πια το αυτοκόλλητο με την ημερομηνία και τόπο εύρεσης. Και εκεί αρχίζει μια αναζήτηση στο παρελθόν, που επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις» εξηγεί η αρχαιολόγος.

Το Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο στη Βιέννη πρέπει να ταξινομήσει 120.000 φωτογραφίες, για να συμπληρώσει το ψηφιακό του αρχείο. Την Παρασκευή υπογράφηκε σύμβαση συνεργασίας με το αντίστοιχο γερμανικό ίδρυμα, το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο στο Βερολίνο. Τα δύο ινστιτούτα θα ενοποιήσουν τους ψηφιακούς τους θησαυρούς και θα τους διαθέσουν δωρεάν στο Διαδίκτυο. Στο πλαίσιο του προγράμματος «Europeana» που έχει στόχο τη διατήρηση της επιστημονικής κληρονομιάς, θα δοθούν και τα απαραίτητα κονδύλια στους δύο φορείς.

Εδώ και καιρό έχει αλλάξει ο τρόπος που η ίδια η αρχαιολογία αντιμετωπίζει τον εαυτό της. Οι επιστημονικές αξιώσεις έχουν αυξηθεί. Τεχνολογικά προηγμένες μέθοδοι ανοίγουν νέους ορίζοντες και δίνουν περισσότερες δυνατότητες, αλλά ταυτόχρονα επιβαρύνουν και τους προϋπολογισμούς. Η διευθύντρια του ÖAI (Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο), Sabine Ladstätter, φιλοδοξεί η νέα συνεργασία με το DAI (Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο) να οδηγήσει σε κοινή χρήση ερευνητικών υποδομών, όπως και σε μεγαλύτερη προώθηση και στήριξη της νέας επιστημονικής γενιάς. Η συνεργασία σε καμία περίπτωση δεν στοχεύει να οδηγήσει σε έναν γερμανόφωνο κλειστό κύκλο επιστημόνων, αλλά να ενσωματώσει τα ινστιτούτα στον «ευρωπαϊκό ερευνητικό χώρο», τονίζει η Ladstätter.

Μια και τα αρχαιολογικά ερωτήματα γίνονται ολοένα πιο πολύπλοκα, οι καιροί όπου μεμονωμένοι αρχαιολόγοι αφιέρωναν τη ζωή τους για να τα απαντήσουν και να λάβουν την αντίστοιχη αναγνώριση, έχουν περάσει προ πολλού. Το ζητούμενο πλέον είναι η διεθνής συνεργασία. «Θέλουμε να κατανοήσουμε πώς ζούσαν οι άνθρωποι και πώς άλλαξαν οι τόποι. Η αρχαιολογία επίσης αποκτά ολοένα περισσότερη σημασία στην έρευνα του κλίματος, επειδή είμαστε σε θέση να εξετάσουμε δέντρα, τα οποία δεν υφίστανται πλέον» λέει η διευθύντρια του DAI Friederike Fless. «Σήμερα, μια ανασκαφή είναι ένα εγχείρημα υψηλής τεχνολογίας». Επομένως, δεν αρκεί η προσπάθεια και οι γνώσεις ενός ανθρώπου ή ενός ιδρύματος. Όποιος θέλει να εξάγει συμπεράσματα για τις μεταναστεύσεις των λαών, στέλνει σκελετικά κατάλοιπα στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ ή για εξέταση ισοτόπων. Η Αίγυπτος, π.χ., στέλνει ευρήματα για να συντηρηθούν στο Μάιντς.

Πολιτιστικά αγαθά σε κίνδυνο

Εδώ και πολύ καιρό, το ζητούμενο δεν είναι να παρουσιάζει κανείς ευρήματα ανασκαφών από όλο τον κόσμο σε εθνικά μουσεία. Το DAI, που ανήκει στο Υπουργείο Εξωτερικών, δραστηριοποιείται έντονα σε χώρες όπου τα πολιτιστικά αγαθά έχουν υποστεί φθορές λόγω πολέμων, όπως το Αφγανιστάν ή το Ιράκ. «Είμαστε σε θέση να υποστηρίξουμε τους ανθρώπους σε αυτά τα μέρη να διατηρήσουν την πολιτιστική τους κληρονομιά. Και, ας μην ξεχνάμε, ότι οι ανασκαφές φέρνουν τουρισμό σε μια περιοχή» λέει η Fless. Αυτές τις δύο ανάγκες τις συναντάμε αυτή τη στιγμή στον βορειοαραβικό χώρο. Μετά την «αραβική άνοιξη» του προηγούμενου έτους, ο κόσμος άρχισε να μπαίνει «από περιέργεια» σε αποθήκες αρχαιοτήτων, χωρίς να κλέβει αντικείμενα. Σε άλλα μέρη, πάλι, οι ίδιοι οι κάτοικοι φύλασσαν με βάρδιες τους αρχαιολογικούς θησαυρούς τους. Και τι γίνεται με το θέμα του επαναπατρισμού; Η διαμάχη ανάμεσα στην υπηρεσία αρχαιοτήτων στο Κάιρο και το Νέο Μουσείο του Βερολίνου για την επιστροφή της κεφαλής της Νεφερτίτης κρατάει εδώ και δεκαετίες. Στους κύκλους των ειδικών αναφέρεται πλέον απλά ως το «θέμα Ν». «Δεν υπάρχει αξίωση επιστροφής ευρημάτων του αιγυπτιακού κράτους». Μόνο η Τουρκία συνέδεσε τον επαναπατρισμό αρχαιοτήτων με τις ανασκαφικές άδειες. «Μια τέτοια σύνδεση ωστόσο είναι μοιραία επειδή απωθεί το γεγονός ότι στο παρελθόν τα μουσεία ήθελαν να δώσουν μια γενική εντύπωση περασμένων εποχών και ότι όλοι όσοι συμμετείχαν σε αυτό ήταν σύμφωνοι. Υπάρχουν σχετικές συμβάσεις και διεθνείς συνθήκες, που ορίζουν από ποια χρονολογία και έπειτα η προέλευση δεν μπορεί να αποτελεί βάση για αξίωση επιστροφής», λέει η Fless. «Η ιδέα ότι όλα αυτά είναι παράνομα, είναι λανθασμένη».