Δεν φορούσαν μόνο σανδάλια και κοθόρνους οι αρχαίοι ημών πρόγονοι. Το περίτεχνο γυναικείο υπόδημα που βρέθηκε προ ημερών στο Ιερό της Βραυρωνίας Αρτέμιδος το αποδεικνύει περίτρανα. Είναι ξύλινο, με πολύ φαρδιά σόλα, που αρχαϊστί λέγεται κάττυμα, διακοσμημένη με ωραία, εγχάρακτα μοτίβα.

Άρα δεν πρέπει να είναι παπούτσι κοινό και φτωχό, όπως συνήθως περιγράφονται τα ξύλινα αρχαία υποδήματα. Η άγνωστη γυναίκα, που το πρόσφερε στην προστάτιδα των επίτοκων και των λεχώνων θεά, διάλεξε ένα ζευγάρι προσεγμένα και καλοδουλεμένα υποδήματα για να την ευχαριστήσει.

Το μοναδικό αυτό εύρημα, που σώθηκε από την αρχαιότητα χάρη στα αναβλύζοντα ύδατα του ποταμού Ερασίνου εντός του αρχαιολογικού χώρου της Βραυρώνας, μας οδήγησε στην αναζήτηση και άλλων αρχαίων υποδημάτων που μπορεί να εντοπίσει κανείς στα μουσεία της Αθήνας. Ετσι, με τη βοήθεια κάποιων αρχαιολόγων, όπως του Λεωνίδα Μπουρνιά, ανακαλύψαμε στις βιτρίνες του Μουσείου του Κεραμεικού ένα ζευγάρι δερμάτινα σανδάλια του 4ου αι. π.Χ., τα οποία ήταν στα πόδια ενός γυναικείου σκελετού στο αρχαίο νεκροταφείο του Κεραμεικού, όπου κατέληγαν οι πλούσιοι αστοί των Αθηνών.

Βρήκαμε επίσης δύο χάλκινες σόλες στη συλλογή των χαλκών του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, ένα ζευγάρι πήλινα παιδικά μποτάκια από παιδική ταφή στο Μουσείο της Αρχαίας Αγοράς (Στοά Αττάλου), γλυπτές και ζωγραφικές απεικονίσεις παπουτσιών από τη ζωφόρο του Παρθενώνα, μέχρι τα κόκκινα πασουμάκια μιας επαρχιώτισσας μικρόσωμης Κόρης στο Μουσείο Ακρόπολης. Στο μουσείο της οδού Πατησίων υπάρχουν και ομοιώματα υποδημάτων μυκηναϊκής εποχής που χρησίμευαν ως τελετουργικά αγγεία (ρυτά).

Η ποικιλία πάντως των υποδημάτων των αρχαίων είναι εντυπωσιακή. Φορούσαν τα γνωστά σανδάλια άνδρες και γυναίκες, δερμάτινα οι πλούσιοι, με ξύλινους πάτους οι φτωχοί. Απεικονίζονται όμως φορώντας και κνημίδες υφασμάτινες, δερμάτινες ή μεταλλικές, κρηπίδες που παραπέμπουν σε στρατιωτικά άρβυλα με καρφιά, ενδρομίδες ή εμβάδες, δηλαδή μπότες ιππασίας ή κυνηγίου, περιμήρια, που κάλυπταν τους μηρούς των πολεμιστών, και κοθόρνους, κλειστά παπούτσια με μαλακό δέρμα 8-10 πόντων ψηλά, που εισήγαγε ο Αισχύλος στην τραγωδία. Χρησιμοποιούνταν όμως και ως υπόδημα κοινό για άνδρες και γυναίκες, ίδιο για το δεξί και αριστερό πόδι.

Οι αρχαίοι σπανίως φορούσαν κλειστά παπούτσια και οι γυναίκες σχεδόν πάντα σανδάλια λεπτοκαμωμένα, καθ’ ότι περνούσαν τον περισσότερο χρόνο τους μέσα στο σπίτι. Το καθημερινό κοινό παπούτσι ήταν χρώματος μαύρου. Μπορούσαν όμως να φορέσουν και οι άντρες χρωματιστά (κόκκινα, κίτρινα ή λευκά) χωρίς να παρεξηγηθούν. Δεν θα διάλεγαν όμως σόλες από φελλό ή τσόχα ούτε οι άντρες ούτε οι γυναίκες γιατί τις φορούσαν οι εταίρες αποκλειστικά. Διαδεδομένες ήταν και οι παντόφλες τις οποίες, όπως λένε οι γυναίκες στη «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη, «δεν σκόπευαν να σηκώσουν προς το ταβάνι» μέχρι να επιτευχθεί ειρήνη.

Το διασημότερο ωστόσο σανδάλι είναι αυτό που σηκώνει η γυμνή Αφροδίτη για να τις «βρέξει» στον ερωτοχτυπημένο τραγοπόδαρο θεό Πάνα (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο). Και το ωραιότερο είναι της «σανδαλίζουσας». Το αριστούργημα γλυπτικής τέχνης της κλασικής εποχής από το κρηπίδωμα του ναού της Απτέρου Νίκης (Μουσείο Ακρόπολης).

Μήπως και ο Φειδίας δεν αρχίζει με έναν νέο που δένει το σανδάλι του την περιγραφή της πομπής των Παναθηναίων στη δυτική ζωφόρο του Παρθενώνα; Γιατί όμως δεν υποδηλώνεται στο ανάγλυφο τίποτα άλλο πέρα από τον λεπτό πάτο του παπουτσιού;

Η αρχαιολόγος Κορνηλία Χατζηασλάνη, που έχει ασχοληθεί με τις ενδιαφέρουσες αυτές λεπτομέρειες σχεδιάζοντας εδώ και 35 χρόνια τα εκπαιδευτικά προγράμματα της Ακρόπολης, μας λύνει την απορία: «Οι ιμάντες των σανδαλιών ήταν ζωγραφισμένοι, αποδίδονταν χρωματικά και δυστυχώς το ίχνος τους δεν έχει σωθεί».

Μας επισημαίνει επίσης ότι είναι δύο οι νέοι που δένουν τα σανδάλια τους στη δυτική ζωφόρο, όπως άλλοι δύο στη νότια ζωφόρο φορούν μπότες γυρισμένες στο επάνω σημείο προς τα έξω. Στην ανατολική ο Ερμής απεικονίζεται με χαμηλά μποτάκια και ο Δίας με υποδήματα που φέρουν διπλό πάτο. «Θαυμαστά όμως είναι και τα σανδάλια που φορούν οι αρχαϊκές Κόρες, ενώ αξίζει την προσοχή μας και η Κόρη red shoes, όπως λέγεται, με τα κόκκινα πασουμάκια».

Στην αναζήτηση επιστημόνων που έχουν ασχοληθεί ειδικά με την αρχαία υπόδηση ανακαλύψαμε τον αρχαιολόγο Κωστή Πασχαλίδη, που έχει μελετήσει το μυκηναϊκό υπόδημα.

«Απ’ όλο τον μυκηναϊκό κόσμο δεν έχουν σωθεί υποδήματα», μας είπε. «Οι γνώσεις μας αντλούνται αποκλειστικά από την εικονογραφία. Από την εικονιστική κεραμεική γνωρίζουμε τα σανδάλια των πολεμιστών, όπως αυτά αποδίδονται στον Κρατήρα των Πολεμιστών από τις Μυκήνες (1200 π.Χ.). Ένα δεύτερο ενδεικτικό παράδειγμα είναι οι περίφημες τοιχογραφίες του ανακτόρου της Πύλου (1250-1200 π.Χ.), όπου στην πολεμική σύνθεση βλέπουμε παρατεταγμένο δίπλα στο ποτάμι από τη μία το συντεταγμένο στρατό των Μυκηναίων να φορά υποδήματα και από την άλλη τους βαρβάρους γυμνόποδες. Είναι σαφής ο υπαινιγμός ότι για τους Μυκηναίους αποτελεί αξίωμα και ένδειξη πολιτισμού να φορά κανείς υποδήματα.

»Ας έρθουμε τώρα στο υπόδημα αυτό καθεαυτό ως εύρημα. Αν και δεν σώζονται, όπως είπαμε, τα ίδια τα υποδήματα, υπάρχουν ομοιώματα υποδημάτων απ’ όπου μπορούμε να αντλήσουμε πληροφορίες. Για παράδειγμα, στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο έχουμε τρία ακέραια ομοιώματα πήλινων υποδημάτων, που χρονολογούνται γύρω στο 1300 π.Χ., και ένα θραυσμένο. Είναι και τα τρία ρυτά, δηλαδή τελετουργικά αγγεία. Το σχήμα τους ταυτίζεται με το παραδοσιακό τσαρούχι. Είναι τσαρούχια με τη μύτη προς τα επάνω. Τα δύο από αυτά βρέθηκαν στην Αττική και το τρίτο στην πεδιάδα Ηρακλείου Κρήτης. Όλα σε τάφους. Το θραυσμένο είναι από τις Οικίες της Παναγίας στις Μυκήνες (στο λόφο απέναντι από την ακρόπολη των Μυκηνών)».

Το ωραίο είναι πως έχει βρεθεί και ένα υποδηματοποιείο. Την ευχάριστη έκπληξη είχαν οι αρχαιολόγοι της Αμερικάνικης Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αρχαία Αγορά. Βρήκαν ένα εργαστήρι υποδηματοποιού του 5ου αι. π.Χ. Και πώς το αναγνώρισαν; Το δάπεδο ήταν γεμάτο πλατυκέφαλα καρφιά ειδικά για υποδήματα. Υπήρχαν επίσης οστέινες ροδέλες, που χρησίμευαν για να περάσουν τα λουριά και σ’ ένα θραύσμα κρασοπότηρου έγραφε το όνομα του υποδηματοποιού. «Σίμων» το όνομά του.