Την πρώτη περίπτωση αρτηριοσκλήρωσης στην αρχαία Αίγυπτο εντόπισε στη μούμια μιας πριγκίπισσας του 16ου αι. π.Χ. ομάδα επιστημόνων με επικεφαλής τους Άντελ Αλάμ του Πανεπιστημίου Αλ Άζχαρ του Καΐρου και Γκρέγκορι Τόμας του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια.

Οι δύο επιστήμονες παρουσίασαν σε συνέδριο καρδιολογίας στη Νέα Ορλεάνη τα ευρήματά τους, που προκύπτουν από την εξέταση 52 ταριχευμένων σωμάτων αρχαίων Αιγυπτίων και φυλάσσονται στο Μουσείο του Καΐρου.
Από τα 52 σώματα που εξετάστηκαν, το 45 % έφερε δείγματα σίγουρης ή πιθανής στένωσης των αρτηριών. Τα ποσοστά αυτά, σε μια εποχή όπου δεν είχε εφευρεθεί το κάπνισμα και οι επεξεργασμένες τροφές εξηγούνται με βάση την πλούσια σε θερμίδες διατροφή των αρχαίων Αιγυπτίων της ανώτερης τάξης, όπως διάφορα αρτύματα με μέλι, και την έκθεση σε βακτηριακές λοιμώξεις και λοιμώδη νοσήματα όπως η ελονοσία. Τη σημασία του δεύτερου αυτού παράγονται καλούνται να ελέγξουν μέσα από μαγνητικές τομογραφίες στις μούμιες οι επιστήμονες, σε ένα δεύτερο τμήμα της έρευνάς τους.

Από τις γραπτές πηγές – ιατρικούς παπύρους – μας είναι γνωστά συμπτώματα στηθάγχης, εμφράγματος και καρδιακής ανεπάρκειας σε ασθενείς που ανάγονται μέχρι και το 1500 π.Χ.


Ζ.Ξ.