Το Σπήλαιο της Θεόπετρας αποτελεί το μεγαλύτερο και πιο ολοκληρωμένο έως σήμερα ερευνητικό πρόγραμμα της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας. Από τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο 1ο και στο 2ο μέρος του αφιερώματος προκύπτουν οι λόγοι για τους οποίους το σπήλαιο αποτέλεσε αντικείμενο ανάδειξης μέσω των κοινοτικών προγραμμάτων του Γ΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (Γ’ ΚΠΣ). Για μας ήταν ένα σοβαρό δίλημμα αν έπρεπε να αναδειχτεί, ξέροντας πως η ανάδειξη σημαίνει πολλές φορές επιβάρυνση του αρχαιολογικού χώρου με τα τεχνικά έργα που απαιτούνται. Από την άλλη όμως θεωρήσαμε ότι όλοι οι Θεσσαλοί αλλά και οι ξένοι επισκέπτες των Μετεώρων, που βρίσκονται πολύ κοντά, θα ’πρεπε να επισκεφθούν αυτόν το χώρο, που υπήρξε κοιτίδα του πολιτισμού μας (εικ. 1). Έτσι, στον εξωτερικό χώρο δημιουργήθηκαν προσβάσεις για όλους, ακόμη και για άτομα με προβλήματα κινητικότητας (εικ. 2-3), ενώ στο εσωτερικό οι επισκέπτες μπορούν να διέρχονται περπατώντας σε μεταλλικό διάδρομο πάνω από τα σκάμματα της ανασκαφής βλέποντας τα in situ διατηρημένα κατάλοιπα (εστίες φωτιάς διαφόρων περιόδων, τις μεταβολές του κλίματος όπως αποτυπώνονται στη στρωματογραφία, τα αποτυπώματα των ανθρώπινων πελμάτων, τα σημεία όπου βρέθηκαν οι ταφές, και μία εξ αυτών να εκτίθεται, κ.ά.). Επιπλέον, με αναρτημένες πινακίδες δίνονται περισσότερες πληροφορίες για τα ευρήματα (εικ. 4-5) και ειδικός διακριτικός φωτισμός αναδεικνύει το φυσικό περιβάλλον του σπηλαίου. Έτσι τα έργα ανάδειξης του σπηλαίου και των ανασκαφών του αποδείχτηκαν τελικά μια σωστή επιλογή, εφόσον κατάφεραν να διατηρήσουν αλώβητη την ατμόσφαιρα του σπηλαίου, σχεδόν όπως ήταν όταν πρωτοαρχίσαμε τις έρευνες, και την ίδια την ανασκαφή ορατή στα διάφορα στάδια όπου αυτή σταμάτησε, αναλόγως με τα ευρήματα. Άλλωστε ο συνεχώς αυξανόμενος αριθμός επισκεπτών συνηγορεί υπέρ της επιλογής της ανάδειξης.

Η δημιουργία του Μουσείου

Τώρα που γράφονται πλέον αυτές οι γραμμές έχουμε τη χαρά να έχει ολοκληρωθεί και το μουσείο, το αφιερωμένο αποκλειστικά στα ευρήματα των ανασκαφών του σπηλαίου υπό τον επίσημο τίτλο Κέντρο Τεκμηρίωσης και Εκπαίδευσης Σπηλαίου Θεόπετρας ύστερα από σχετική γνωμοδότηση του Συμβουλίου Μουσείων και ανάλογη Υπουργική Απόφαση (ΥΠΠΟ/ΓΔΑΠΚ/ΔΜΕΕΠ/Γ1/Φ21-ΕΠΣΝΕ/59037/1004/1.9.2009 &18.9.2009). Πεποίθησή μας ήταν και είναι ότι ο τόπος που έδωσε τόσο σημαντικά στοιχεία για την εξέλιξη του ανθρώπου στον ελλαδικό χώρο δικαιούται να έχει τον δικό του μουσειακό χώρο. Η δημιουργία του στάθηκε δυνατή, πέρα από τη δική μας προσπάθεια και πρόταση, χάρη στην παραχώρηση του κτίσματος-χώρου από την Κοινότητα Θεόπετρας και τον Δήμο Βασιλικής τότε, αλλά και χάρη στην άριστη συνεργασία που υπήρξε με τον τότε δήμαρχο κ. Βάιο Ζιάκα  (σήμερα ανήκει στον διευρυμένο Δήμο Καλαμπάκας). Σε υφιστάμενο λοιπόν πετρόχτιστο κτίσμα (εικ. 6) με καθαρές εσωτερικές διαστάσεις 188,41 τ.μ. (μεικτό 229,05 τ.μ.) που αρχικά ανήκε στον Γεωργικό Συνεταιρισμό Θεόπετρας και είχε ήδη ανακαινιστεί μέσω προγράμματος Leader με σκοπό να δημιουργηθεί εκεί λαογραφικό μουσείο, το Δημοτικό Συμβούλιο έκανε δεκτή την πρότασή μας να το παραχωρήσει για τη δημιουργία μουσείου για τα ευρήματα του σπηλαίου, αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητά τους για τον τόπο, την ιστορία του και την ανάπτυξη που θα επέφερε μια τέτοια δράση στο μικρό χωριό, που μάλιστα βρίσκεται σε μεγάλη εγγύτητα με τα Μετέωρα, γνωστό προορισμό πολλών επισκεπτπών.

Στο ανακαινισμένο λοιπόν υφιστάμενο κτίσμα, οι χώροι του είχαν ήδη εναρμονιστεί με σύγχρονες προδιαγραφές για μια τέτοια λειτουργία και περιλάμβαναν εγκαταστάσεις για την πρόσβαση ΑΜΕΑ. ΄Υστερα από μελέτη προστέθηκε επιπλέον χώρος 82 τ.μ. στην πίσω ΒΑ πλευρά, κατ’ αναλογίαν με το προϋφιστάμενο αντίστοιχο τμήμα της ίδιας πλευράς (ΒΔ),  ώστε να μην αλλοιωθεί η αρχική μορφή του κτιρίου (εικ. 7). Ο νέος χώρος έχει διαμορφωθεί για τη λειτουργία εκπαιδευτικών προγραμμάτων, κυρίως για μαθητές-φοιτητές αλλά και για ομάδες ενηλίκων εφόσον το ζητήσουν.

Η έκθεση (εικ. 8-9)

Η ιδέα της έκθεσης βασίζεται στην ανάδειξη της εξέλιξης του ανθρώπου της Προϊστορίας στο χώρο της Θεσσαλίας, από την Παλαιολιθική, την ενδιάμεση  Μεσολιθική έως και τη Νεολιθική περίοδο. Η τελευταία είναι γνωστή εδώ και πολλές δεκαετίες στη βιβλιογραφία, ενώ η Παλαιολιθική και η Μεσολιθική (δηλ. περίπου 130.000 χρόνια πριν από σήμερα έως το 6700 π.Χ. περίπου) εντοπίστηκαν στο σπήλαιο της  Θεόπετρας για πρώτη φορά στη Θεσσαλία.

Η παρουσία και η εξέλιξη του ανθρώπου αναδεικνύεται στο Κέντρο Τεκμηρίωσης και Εκπαίδευσης του Σπηλαίου Θεόπετρας με το παρακάτω σχήμα (εικ. 7):

Αριστερά της εισόδου, σε μικρή αίθουσα, έχει αναρτηθεί φωτογραφικό και πληροφοριακό υλικό για την ιστορία της ανασκαφής, τις πρώτες χειρόγραφες καταγραφές του υλικού, που αντικαταστάθηκαν στη συνέχεια με ηλεκτρονικές, κατάλογο των δημοσιεύσεων κ.λπ. Αναφέρονται επίσης όλα τα ονόματα των συνεργατών και μελετητών της ανασκαφής. Στον δυτικό τοίχο του ίδιου χώρου έχει εγκατασταθεί μεταλλικός αποθηκευτικός χώρος με διαπερατότητα ως προς το περιεχόμενό του, με αρχαιολογικό υλικό (κυρίως βαριά λίθινα εργαλεία, κεραμική, οστά κ.λπ.) αποθηκευμένο σε κιβώτια, καθώς και δείγματα των εργαλείων και λοιπού εξοπλισμού που έχουν χρησιμοποιηθεί στην ανασκαφή.

Η ίδια η αρχαιολογική έκθεση αρχίζει με ακριβές αντίγραφο μιας στρωματογραφικής τομής, ύψους περίπου 3,50 μ. από την ανασκαφή του σπηλαίου, που δημιουργήθηκε από τους συντηρητές της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας Ν. Ελλάδας (ΕΠΣΝΕ) Π. Πολυδωρόπουλο και Γ. Γκιώνη, με τη συνεργασία του αρχαιολόγου Ο. Αποστολίκα, και έχει αναρτηθεί σε τοίχο στην αρχή (δυτική περιοχή του βόρειου τοίχου) της κύριας αίθουσας του κτιρίου. Σε αυτήν αντιπροσωπεύονται όλες οι χρονολογικές φάσεις που περιέχονται στις επιχώσεις, αρχίζοντας από τη Νεολιθική και καταλήγοντας στα βαθύτερα παλαιολιθικά στρώματα. Διακρίνονται οι εναλλαγές του κλίματος, δείγμα των εστιών των 60.000 χρόνων, τα παχιά ιζήματα που κατέκλυζαν το σπήλαιο ύστερα από έντονα πλημμυρικά επεισόδια, το βαθύτερο στρώμα με κατάλοιπα φωτιάς χρονολογημένο στα 130.000 χρόνια,  κ.ά.

Στη συνέχεια της στρωματογραφίας, εκτίθενται ενδεικτικά: α) μία εστία φωτιάς της Παλαιολιθικής περιόδου από ένα σύνολο πολλών εστιών (τουλάχιστον 15) που έχουν χρονολογηθεί στα 60.000 χρόνια πριν από σήμερα και αντανακλούν ένα επεισόδιο βελτιωμένου κλίματος στη διάρκεια των παγετώνων, β) αντίγραφο της επιφάνειας με τα αποτυπώματα τεσσάρων ανθρώπινων πελμάτων που έχουν βρεθεί σε καμένη επιφάνεια ιζήματος που χρονολογείται στα 130.000 χρόνια πριν και αποτελούν παγκοσμίως πολύ σπάνιο εύρημα.

Επί της ίδιας μακράς, βόρειας πλευράς του κτιρίου στη συνέχεια, σε ειδικές ενότητες κατανεμημένες χρονολογικά (Μέση Παλαιολιθική, Ανώτερη Παλαιολιθική, Μεσολιθική και Νεολιθική) αναδεικνύεται μέσα σε μεγάλη προθήκη η εξέλιξη του ανθρώπου ως προς την τεχνολογία του λίθου και τις δραστηριότητές του, αρχίζοντας από πρώτες ύλες και πρώιμα λίθινα εργαλεία χρονολογημένα στα 130.000 χρόνια ή και παλαιότερα, συνεχίζοντας με εργαλεία σε συγκεκριμένους τεχνολογικούς τύπους που προορίζονταν για συγκεκριμένες χρήσεις (π.χ. κυνήγι, εκδορά ζώων, κ.λπ.) αναλόγως με την πολιτισμική περίοδο και το κλίμα που επηρέαζε την πανίδα, το κυνήγι κ.λπ., φθάνοντας έως τη Νεολιθική περίοδο με εργαλεία που εξυπηρετούσαν την καλλιέργεια, το θέρισμα σπαρτών, την κοπή δένδρων κ.ά. Η παρουσίαση αυτή υποστηρίζεται με εποπτικό υλικό στην «πλάτη» της εκθεσιακής επιφάνειας, που είναι πρωτότυπες ζωγραφικές δημιουργίες της Δήμητρας Μπακογιαννάκη, υπαλλήλου της ΕΠΣΝΕ, τελειοφοίτου της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών, όπου, ανάλογα με την περίοδο, αντιστοιχούν παραστάσεις που δείχνουν είτε την κατεργασία του λίθου είτε συγκεκριμένες χρήσεις του, καθώς και σκηνές από κυνήγι και από την «κοινωνική» ζωή των ενοίκων του σπηλαίου (βλ. ενδεικτικά εικ. 8-9), παραγωγή κεραμικής στον νεολιθικό τομέα κ.λπ. Στην ενότητα της Μεσολιθικής περιόδου αναδεικνύεται επίσης η εξέλιξη της χρήσης του πηλού σε άψητη μορφή κατ’ αρχήν, που οδήγησε εντέλει στην κεραμική τεχνολογία της Νεολιθικής περιόδου. Στην τελευταία (Νεολιθική) ενότητα δίνονται πληροφορίες για το επόμενο στάδιο αυτής της γνώσης που ήταν η κεραμική τεχνολογία με αντιπροσωπευτικά δείγματα κεραμικών ευρημάτων από το σπήλαιο. Ιδιαίτερα η Νεολιθική ενότητα είναι εμπλουτισμένη και με άλλα είδη, όπως εξοπλισμό για την υφαντική (σφονδύλια, υφαντικά βάρη), τριπτά λίθινα εργαλεία, οστέινα εργαλεία και ειδώλια.

Σε ιδιαίτερη προθήκη αναδεικνύονται τα κοσμήματα: αρχίζοντας από τα πρώτα παλαιολιθικά δόντια ελαφιών και ένα όστρεο γλυκού νερού από το κοντινό ποτάμι, που τρυπήθηκαν για να αναρτηθούν για αυτοδιακόσμηση, συνεχίζονται με χάντρες φτιαγμένες από ποικίλα υλικά (πέτρα, όστρεο, οστό, δόντια αγριόχοιρων), διαφόρων τύπων και μεγεθών όλων των υποπεριόδων της Νεολιθικής, καθώς και κοσμήματα που μιμούνται κάποια φυσικά πρότυπα (ανθρωπόμορφα, ζωόμορφα κ.ά.), για να καταλήξουμε σε μεγάλες χάντρες από το θαλασσινό όστρεο Spondylus Gaederopus, οι οποίες φαίνεται να είναι εισηγμένες από τα Βαλκάνια, καθώς και σε βραχιόλια φτιαγμένα από το ίδιο υλικό, που αποτέλεσαν ίσως αντικείμενο του πρώτου ευρωπαϊκού εμπορίου από το Αιγαίο προς την κεντρική Ευρώπη. Κορωνίδα αυτής της προθήκης είναι χρυσό δακτυλιόσχημο κόσμημα που χρονολογείται περίπου στο 4000 π.Χ. και είναι ένα από τα ελάχιστα που έχουν βρεθεί στην Ελλάδα, με καταγωγή του τύπου επίσης από τα Βαλκάνια.

Στο τέλος αυτών των ενοτήτων, στην ανατολική πλέον πλευρά της αίθουσας, σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο εν είδει τεχνητής κοιλότητας που να θυμίζει σκοτεινό χώρο σπηλαίου, τοποθετήθηκαν δύο ανθρώπινες ταφές, της Παλαιολιθικής και της Μεσολιθικής περιόδου αντίστοιχα, όπως έχουν βρεθεί μέσα στο σπήλαιο και έχουν χρονολογηθεί στο 14500 και το 7000 π.Χ. αντίστοιχα. Συνοδεύονται από σχετικά πληροφοριακά κείμενα που αφορούν στην παλαιοπαθολογία τους, στις συνθήκες ζωής τους, όπως προκύπτει από τη διατροφή τους που αποδεικνύεται με ειδικές αναλύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί. Αναφέρονται επίσης σε αναλύσεις DNA από τις οποίες αποδεικνύεται γονιδιακή συνέχεια του πληθυσμού (παλαιολιθικού-μεσολιθικού), από την οποία κατ’ επέκταση αποδεικνύεται η γηγενής ανάπτυξή του στο χώρο θέτοντας σε αμφισβήτηση παλαιότερη θεωρία για την προέλευση του νεολιθικού πληθυσμού και πολιτισμού του ελλαδικού χώρου από τη Μέση Ανατολή. Δίνονται επίσης πληροφορίες για την εξέλιξη των ταφικών πρακτικών στη διάρκεια της προϊστορίας.

Επιπλέον, σε αυτή την ενότητα έχει προταθεί να εκτεθεί αναπαράσταση των χαρακτηριστικών σε ένα από τα ευρεθέντα κρανία της Μεσολιθικής περιόδου, με ειδική επεξεργασία (σε εργαστήρια του εξωτερικού), ώστε να γίνονται πιο κατανοητά από τους επισκέπτες. (Δυστυχώς μέχρι στιγμής, αν και έχει αρχίσει η δημιουργία του, δεν κατέστη δυνατόν να παραδοδεί εντός του απαιτούμενου χρόνου του έργου και εκκρεμεί η έκθεσή του.) Στη θέση του εκτίθεται προς το παρόν, κρανίο της Ανώτερης Παλαιολιθικής.

Αφήνοντας την ανατολική περιοχή με τις ταφές, στη μακρά πλέον νότια πλευρά του κτιρίου, άλλη ενότητα είναι αφιερωμένη στην πανίδα και τη χλωρίδα των διαφόρων χρονολογικών περιόδων που βρέθηκαν στις ανασκαφές του σπηλαίου (βλ. ενδεικτικά εικ. 9): με οστά που βρέθηκαν στην ανασκαφή παρουσιάζονται τα είδη των ζώων, άγριων στην Παλαιολιθική περίοδο αλλά και εξημερωμένων πολύ αργότερα, στη Νεολιθική. Με εποπτικό υλικό στην «πλάτη» της ενότητας ή και δίπλα στα οστά παριστάνονται τα είδη των ζώων είτε σε φωτογραφίες, είτε σε αναπαραστάσεις από βραχογραφίες σε διάφορα σπήλαια της Ευρώπης είτε σχηματικά.

Σε άλλη προθήκη της ίδιας νότιας πλευράς, εν συνεχεία, εκτίθενται σπόροι φυτών, άγριων κατά την Παλαιολιθική περίοδο και καλλιεργημένων κατά τη Νεολιθική, από τους οποίους επίσης αποδεικνύεται η συνέχεια της γνώσης των ιδιοτήτων των φυτών από τον άνθρωπο, που οδήγησε σταδιακά στην καλλιέργειά τους κατά τη Νεολιθική περίοδο, και αυτός είναι ένας ακόμη παράγοντας που αποδεικνύει τη γηγενή ανάπτυξη της καλλιέργειας στον ίδιο χώρο. Η προθήκη αυτή υποστηρίζεται από πλούσιο εικονιστικό υλικό με τα είδη των φυτών στη σημερινή επιβίωση των ειδών, ενώ  δίνονται πληροφορίες για την εξέλιξη στη χρήση των φυτών, άγριων στην αρχή που τα συνέλεγαν οι τροφοσυλλέκτες και καλλιεργημένων στη συνέχεια, ως εξέλιξη των παρατηρήσεων των ίδιων ανθρώπων και των απογόνων τους.

Στο τέλος αυτής της νότιας πλευράς της έκθεσης επιχειρήθηκε αναπαράσταση νεολιθικού νοικοκυριού μέσα σε «καλύβα», βασισμένη σε πληροφορίες που προκύπτουν από την ανασκαφή στο σπήλαιο, όπου έχει βρεθεί πληθώρα σκευών διαφόρων χρήσεων, όσο και σε πληροφορίες από άλλους νεολιθικούς οικισμούς της Θεσσαλίας. Από συγκεκριμένα ευρήματα μέσα στο σπήλαιο, π.χ. πήλινες επιφάνειες με αποτυπώματα καλαμιών και ξύλων ή/και διαλυμένα πλιθιά, προκύπτει η ύπαρξη σε αυτό «ιδιωτικών» χώρων για την προστασία νοικοκυριών, βρεφών ή αρρώστων. Η διαφορετική κατανομή της κεραμικής στο χώρο του σπηλαίου επίσης υποστηρίζει ένα τέτοιο μοντέλο (Κατσαρού, στον προς έκδοση νεολιθικό τόμο).

Η έκθεση ολοκληρώνεται με πινακίδες αναρτημένες στο χώρο υποδοχής-αποχώρησης, όπου αναφέρονται τα ονόματα των συντελεστών του έργου του μουσείου.

Εκπαιδευτικά προγράμματα

Όπως προαναφέρθηκε στην αρχή της ενότητας για το Μουσείο, στο πίσω μέρος του κτιρίου (ΒΑ), δημιουργήθηκε προσθήκη χώρου 82 τ.μ., προκειμένου να λειτουργήσουν εκεί ψηφιακά και εκπαιδευτικά προγράμματα (Αίθουσα πολλαπλών χρήσεων), τα οποία θα απευθύνονται σε παιδιά όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων.

Οι εκπαιδευτικές εφαρμογές, που δημιουργήθηκαν σε δύο γλώσσες (ελληνικά και αγγλικά), υπό την επιμέλεια του αρχαιολόγου Δρος Ο. Αποστολίκα, ενσωματώθηκαν σε δύο αναρτημένες οθόνες πολλαπλής αφής εντός της αίθουσας πολλαπλών χρήσεων. Εκεί, οι επισκέπτες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε γενικά κείμενα για την προϊστορία και την αρχαιολογία, αλλά και σε ειδικότερες πληροφορίες που αφορούν στα αρχαιολογικά δεδομένα των ανασκαφών της Θεόπετρας. Με βάση τις πληροφορίες που προκύπτουν από τα κείμενα αυτά, οι επισκέπτες μπορούν στη συνέχεια να εξερευνήσουν τις εκπαιδευτικές εφαρμογές, που ως στόχο έχουν την πρόσληψη γνώσης μέσω του παιχνιδιού. Παίζοντας ατομικά ή και σε ομάδες μπορούν να εξασκήσουν τις γνώσεις τους σε σταυρόλεξα διαφόρων επιπέδων δυσκολίας, αλλά και σε ένα ανταγωνιστικό κουίζ γνώσεων. Στις οθόνες πολλαπλής αφής μπορούν επίσης οι επισκέπτες να δουν διάφορες φωτογραφίες από ευρήματα των ανασκαφών στη Θεόπετρα αλλά και από τους συντελεστές του προγράμματος που μετρά κάτι λιγότερο από 30 χρόνια ζωής. Οι εκπαιδευτικές εφαρμογές πλαισιώνονται από ένα ντοκιμαντέρ μικρής διάρκειας (περίπου 15 λεπτών) για το σπήλαιο της Θεόπετρας και την ανασκαφή του. Έχοντας ολοκληρώσει την «ψηφιακή» γνωριμία με τη Θεόπετρα, οι μαθητές μεγαλύτερων ηλικιών, αλλά και οι φοιτητές μπορούν να συζητήσουν με τους καθηγητές τους και να αναλύσουν τα ζητήματα που τίθενται στο ειδικά διαμορφωμένο εκπαιδευτικό φυλλάδιο που θα τους διανέμεται.

Η αίθουσα πολλαπλών χρήσεων έχει εξοπλιστεί με σύγχρονο οπτικοακουστικό και μικροφωνικό σύστημα, ούτως ώστε να μπορεί να φιλοξενήσει πέρα από τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες και άλλες εκδηλώσεις, όπως ομιλίες ή μικρής κλίμακας περιοδικές εκθέσεις κτλ.

Τέλος, για τους μικρότερους σε ηλικία επισκέπτες, δημιουργήθηκε στον αύλειο χώρο στο πίσω μέρος του κτιρίου μια εικονική ανασκαφή με ευρήματα από το σπήλαιο της Θεόπετρας, που στόχο έχει να αναδείξει στα παιδιά την ανασκαφική διαδικασία μέσω του παιχνιδιού: σε  τετράγωνο σκάμμα διαστάσεων 5,00×3,30 μ. οριοθετημένο και γεμισμένο με άμμο και ψιλό χαλικάκι θα εμφυτεύονται σπασμένα αντίγραφα αγγείων και άλλων μικρών ευρημάτων, όπου τα παιδιά θα εξασκούνται στη διαδικασία της ανασκαφής και θα έχουν τη χαρά και την ικανοποίηση της ανακάλυψης ευρημάτων. Έξω από το σκάμμα, υπάρχει αρκετός χώρος για δραστηριότητες, όπως κατασκευή λίθινων εργαλείων με την αρχαία διαδικασία, πλάσιμο πηλού, άναμμα φωτιάς κ.λπ.).

Η συμβολή των συνεργατών – Ευχαριστίες

Για το έργο ανάδειξης του σπηλαίου εργάστηκαν οι παρακάτω, στους οποίους εκφράζω θερμές ευχαριστίες για τη μελέτη, την επίβλεψη και για όλες τις εργασίες εφαρμογής αυτών. Σε μια σειρά λέξεων δεν μπορεί να χωρέσουν οι πραγματικές μου ευχαριστίες, τόσο για την ίδια την αρχιτεκτονική και τις συνακόλουθες στατικές, ηλεκρομηχανολογικές κ.λπ. μελέτες, που ήταν ακριβώς στο πνεύμα που θέλαμε να κρατήσουμε για τον ιδιαίτερο χώρο ενός σπηλαίου, όσο και για την εφαρμογή τους στην πορεία των εργασιών, τεχνικών και αρχαιολογικών. Ο αρχιτέκτων Γιώργος Παπαδάκης υλοποίησε με επιτυχία την εφαρμογή των μελετών, αντιμετωπίζοντας συχνά μεγάλες δυσκολίες, που είχαν να κάνουν με το ιδιαίτερο βραχώδες περιβάλλον του σπηλαίου, τόσο εξωτερικά όσο και στο εσωτερικό του, αλλά κάποιες φορές και με τη δική μου αγωνία για το αν ορθώς είχαμε ανοίξει ένα τόσο μεγάλο μέτωπο τεχνικών έργων. Οι αρχαιολόγοι Σοφία Ντάφου και Ορέστης Αποστολίκας, επιβλέποντες των ανασκαφικών σκαμμάτων που θα εξυπηρετούσαν την εγκατάσταση του διαδρόμου επισκεπτών, εργάστηκαν με συνθήκες παγετώνα τον πρώτο χειμώνα (2005-06) και με δυσκολίες που στη συνέχεια προέκυπταν από τους σφιχτούς χρόνους του έργου. Οι ίδιοι κατέγραψαν και αποτύπωσαν το σύνολο της ανασκαφής του έργου, που μάλιστα έδωσε ιδιαίτερα ενδιαφέροντα αποτελέσματα που σε πολλά σημεία άλλαξαν τα έως τότε δεδομένα. Η συμβολή των εργατοτεχνητών, Γιάννη Μπαντέκα και Νίκου Μπαντέκα, που είχαν εργαστεί όλα σχεδόν τα χρόνια και στην ίδια την ανασκαφή και την αγαπούσαν, είναι ανεκτίμητη. Ιδιαίτερες ευχαριστίες αξίζουν στον αρχιτεχνίτη Γιώργο Τζιαφέτα, έργο του οποίου είναι επιπλέον και τα μεταλλικά κατασκευστικά μέρη του έργου, που έμελλε δυστυχώς να είναι και το τελευταίο της ζωής του. Οι συντηρητές Πάνος Πολυδωρόπουλος και Γιώτα Γκιώνη ανέλαβαν και στερέωσαν με μεγάλη επιτυχία τόσο τις στρωματογραφίες των τομών όσο και τις εστίες και τις ταφές των διάφορων περιόδων ώστε να παραμείνουν σταθερές και ορατές στο σπήλαιο. Η γραφίστρια Αναστασία Τζάλλα  ανέλαβε τη γραφιστική εργασία δημιουργίας των ενημερωτικών πινακίδων και των φυλλαδίων που συνοδεύουν το έργο, ενώ τα κείμενά τους είναι έργο του αρχαιολόγου Ορέστη Αποστολίκα. Η εργατοτεχνίτρια ΄Ελενα Κερασιώτη υπό τον τίτλο Γενικά Καθήκοντα κάλυπτε όλα τα μη ορατά μέρη της δουλειάς. Τέλος, η γράφουσα είχε τη γενική επίβλεψη του έργου με 55 ταξίδια Αθήνα-Θεόπετρα κατά τη διάρκειά του και την αγωνία του αποτελέσματος.

Μελετητική ομάδα: Ευθύμιος Σαλιάχης και Νικολέττα Σαλιάχη (αρχιτέκτονες), Σπύρος Φουντής και Γεώργιος Διδασκάλου (πολιτικοί μηχανικοί), Βασίλειος Κακάτσιος (ηλεκτρολόγος μηχανικός), Έφη Καραγιάννη (πολιτικός μηχανικός Νομαρχίας Τρικάλων, επιβλέπουσα των μελετών).

Το έργο δημιουργίας του ΚΤΕΣΘ ήταν επίσης αποτέλεσμα ενός κοινού αγώνα μεταξύ των μελών της ομάδας εργασίας, που συντονισμένα, αν και με πολλές δυσκολίες κατά καιρούς (οικονομικές και γραφειοκρατικές), καταφέραμε να στήσουμε μια έκθεση πρωτότυπη, «ζωντανή», γιατί παρεμβάλλονται εικόνες προσώπων που δίνουν την αίσθηση του καθημερινού, εύληπτη πιστεύουμε από όλους τους επισκέπτες.

Ιδιαίτερα θέλω να ευχαριστήσω τον αρχιτέκτονα-μουσειολόγο Θωμά Τσουκαλά που αμέσως κατάλαβε το πνεύμα του ιδιαίτερου μουσειακού χώρου που θέλαμε να δημιουργήσουμε και συνεργαστήκαμε άριστα και παραγωγικά σε όλη την πορεία του έργου. Εξίσου, τους αρχαιολόγους Δρα Ορέστη Αποστολίκα, που υλοποίησε εδώ με έμπνευση και δημιουργικότητα τις εξειδικευμένες γνώσεις του στην απώτερη Προϊστορία και στην εξέλιξη του ανθρώπου, και την Αγγελική Καζνέση, που, πέραν της συμβολής της στη δημιουργία της Νεολιθικής ενότητας της κεραμικής μαζί με τη Δρα Στέλλα Κατσαρού, σήκωσε επάξια και όλο το βάρος της γραφειοκρατικής διαδικασίας ανάμεσα στο έργο, την Περιφέρεια Θεσσαλίας και το Υπουργείο Πολιτισμού. Η Δρ Ελένη Στραβοπόδη δημιούργησε το επιτυχημένο σύνολο των ταφών με τα αντίστοιχα κείμενα, η Δρ Κατερίνα Τρανταλίδου, αν και δεν συμπεριλαμβανόταν στην αρχική ομάδα των μελετητών της ανασκαφής, ανέλαβε τη σύνθεση των προθηκών της πανίδας όλων των περιόδων και είμαι υποχρεωμένη γι’ αυτό. Εκείνη και η Δρ Γεωργία Κοτζαμάνη κατάφεραν να «κλείσουν» μέσα σε μία προθήκη την ιστορία της πανίδας και των αρχαιοβοτανικών καταλοίπων αντίστοιχα, συντελώντας τα μέγιστα στο να δώσουν πλήθος πληροφοριών στο πνεύμα και την ατμόσφαιρα που επιδιώκαμε. Οι συντηρητές Πάνος Πολυδωρόπουλος και Γιώτα Γκιώνη και η ζωγράφος-σχεδιάστρια Δήμητρα Μπακογιαννάκη κυριολεκτικά «κέντησαν»!

Ο Γιάννης Μπαντέκας και η Έλενα Κερασιώτου ήταν πάντα εκεί για να υποστηρίζουν το έργο με κάθε δυνατό τρόπο. Και η γράφουσα, αν και συνταξιούχος λόγω της επελθούσας κρίσης, αγωνιζόταν να υλοποιηθεί η μελέτη που είχαμε σχεδιάσει και μας είχε εγκρίνει το αρμόδιο Συμβούλιο του Υπουργείου, που μαζί με την ανάδειξη του σπηλαίου αποτελούν την ολοκλήρωση του έργου των ανασκαφών του σπηλαίου Θεόπετρας.

Τη συνάδελφο Δρα Ελένη Παναγοπούλου, που ως διάδοχος προϊσταμένη της ΕΠΣΝΕ ανέλαβε την υλοποίηση ενός έργου, του μουσείου, που δεν ήταν στα σχέδιά της (όπως και άλλα έργα ΕΣΠΑ), την ευχαριστώ θερμά γιατί επωμίστηκε το διοικητικό βάρος εξ ολοκλήρου και καταφέραμε να φτάσουμε μαζί σε αίσιο τέλος.

Θερμές ευχαριστίες οφείλονται επίσης και πάλι στο Υπουργείο Πολιτισμού για την υποστήριξή του τόσο στο θέμα της ανάδειξης του σπηλαίου όσο και της δημιουργίας του μουσείου. Και τα δύο ήταν ιδιαίτερα εγχειρήματα και πέτυχαν χάρη και στην υποστήριξη του αρμόδιου κρατικού φορέα. Ιδιαίτερα τα δύο αυτά έργα είχαν την αμέριστη συνδρομή και των Διαχειριστικών Αρχών, τόσο του Υπουργείου όσο και της Περιφέρειας Θεσσαλίας. Στο επιτυχημένο αποτέλεσμα συνετέλεσαν λίγο ως πολύ όλοι και τους ευχαριστώ από βάθους καρδιάς.

 

Δρ Νίνα Κυπαρίσση-Αποστολίκα

Διευθύντρια των ανασκαφών του Σπηλαίου της Θεόπετρας