Το πλούσιο και πολυσήμαντο βιομηχανικό παρελθόν της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης αποτυπώνεται με τον πιο εξαιρετικό τρόπο μέσα από μια άκρως ενδιαφέρουσα έκθεση φωτογραφίας που διοργανώνει, στη Δράμα, η Υπηρεσία Νεοτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης του υπουργείου Πολιτισμού.
Η φωτογραφική έκθεση φιλοξενείται μέχρι τέλος Νοεμβρίου στον εντυπωσιακό εκθεσιακό χώρο του Αρχοντικού Αναστασιάδη, ή αλλιώς «Μαρμάρινο Σπίτι», στο πάρκο της Αγίας Βαρβάρας, και διοργανώνεται με την υποστήριξη της ΑμΚΕ ΚΥΚΛΩΨ και της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού – Συμβούλιο Βιομηχανικής Κληρονομιάς. Μέσα από εντυπωσιακές φωτογραφίες υψηλής αισθητικής και ανάλυσης από κάθε γωνιά της περιφέρειας ΑΜΘ, παρουσιάζονται τα προστατευόμενα από το υπουργείο Πολιτισμού νεότερα μνημεία βιομηχανικής κληρονομιάς του 19ου και 20ού αιώνα.
Από τους νερόμυλους και τον σιδηροδρομικό σταθμό της Δράμας μέχρι τα κουκουλόσπιτα και τα μεταξουργεία στο Σουφλί, και από τα συγκροτήματα των καπναποθηκών σε Καβάλα και Ξάνθη μέχρι τα μεταλλεία της Θάσου και τα λιθότοξα γεφύρια στους ορεινούς οικισμούς, αναδεικνύεται η ιστορική ταυτότητα των περιοχών. Ταυτόχρονα διατηρείται ζωντανή η αρχιτεκτονική ιστορία αυτών των βιομηχανικών κτισμάτων, που αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Η περιήγηση στη φωτογραφική έκθεση αναμφίβολα εντυπωσιάζει τον επισκέπτη καθώς αντικρίζει μπροστά του όλο αυτό τον αρχιτεκτονικό πλούτο. Την ίδια ώρα, όμως, τον γεμίζει με θλίψη για την εγκατάλειψη, την οποία δυστυχώς βιώνουν σήμερα τα περισσότερα από αυτά τα αρχιτεκτονικά στολίδια. Πρόκειται για εγκαταλελειμμένα πλέον βιομηχανικά κτίσματα, τα οποία στο διάβα των ετών φιλοξένησαν σημαντικές επιχειρηματικές δραστηριότητες, συμβάλλοντας καθοριστικά στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη πολλών ακριτικών και παραθαλάσσιων περιοχών της ΑΜΘ.
Οι φωτογραφίες προέρχονται από το αρχείο της Υπηρεσίας Νεοτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων ΑΜΘ και αποτελούν έργο του φωτογράφου και επιμελητή εκθέσεων, Στέργιου Καράβατου. Η έκθεση ταξινομείται σε πέντε θεματικές ενότητες, κάθε μία από τις οποίες αποτυπώνει και προβάλλει μέσα από τα στοιχεία του πρόσφατου τεχνικού πολιτισμού, την εικόνα που διαμόρφωσαν αυτά τα μνημεία και τον χαρακτήρα που καθόρισε τους τόπους όπου λειτούργησαν.
Μιλώντας στα εγκαίνια της έκθεσης, ο Θεόδωρος Πριγγόπουλος, προϊστάμενος της Υπηρεσίας Νεοτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων ΑΜΘ, υπογράμμισε πως η έκθεση αποτελεί ένα φωτογραφικό οδοιπορικό στα επιτεύγματα της βιομηχανικής αρχιτεκτονικής, της τεχνικής και της τέχνης της μηχανικής, όπως αυτά διαμορφώθηκαν και αναπτύχθηκαν κατά την εκβιομηχάνιση της περιοχής στα μέσα του 19ου αιώνα έως την αποβιομηχάνισή της μετά τα μέσα του 20ού αιώνα.
«Συνολικά 120 κτίρια, κτιριακά συγκροτήματα και τεχνικές κατασκευές σε αστικά κέντρα και στην ύπαιθρο της Περιφέρειας από τη δεκαετία του 1980 έως σήμερα καταγράφηκαν, ταξινομήθηκαν, αξιολογήθηκαν και χαρακτηρίστηκαν από το υπουργείο Πολιτισμού ως νεότερα μνημεία βιομηχανικής κληρονομιάς ώστε να προστατευθούν θεσμικά, καθώς αναγνωρίζονται ως τεκμήρια του ελληνικού πολιτισμού και ως σημαντικό πολιτιστικό κεφάλαιο το οποίο χρήζει προστασίας και ανάδειξης», συμπλήρωσε ο κ. Πριγγόπουλος.
Ο φωτογράφος και επιμελητής της έκθεσης, Στέργιος Καράβατος, μιλώντας στα εγκαίνια της έκθεσης δεν έκρυψε τη χαρά και την ικανοποίησή του για το τελικό αποτέλεσμα, κάνοντας λόγο για μια υπέροχη εμπειρία για τον ίδιο καθώς κατάφερε μέσα από αυτή τη δουλειά να συνδυάσει τη φωτογραφία με την αρχιτεκτονική.
«Το ευτύχημα ήταν», συμπλήρωσε, «ότι μπορούσαμε σε πάρα πολλά από αυτά τα μνημεία να έχουμε πρόσβαση στο εσωτερικό τους. Θα ήθελα, προσωπικά, να ευχαριστήσω τους ιδιώτες που μας άνοιξαν τους χώρους τους, πολλές φορές ήταν τα ίδια τους τα σπίτια, και μας έδωσαν πρόσβαση σε μνημεία, τα οποία ο κόσμος δεν έχει την ευκαιρία να τα δει. Σε αυτή την καταγραφή είναι όσα μνημεία έχουν χαρακτηριστεί μόνο από το υπουργείο Πολιτισμού, γιατί υπάρχουν και άλλα χαρακτηρισμένα από τις Περιφέρειες και από τους τοπικούς φορείς».
Τέλος, όσον αφορά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε για τη φωτογράφιση και την καταγραφή των μνημείων, ο κ. Καράβατος αναφέρθηκε στην πρόσβαση, καθώς πολλά από τα κτίρια ήταν επικίνδυνα, ενώ σε άλλα δεν ήταν δυνατή η πρόσβαση. «Οι ιδιαίτερα στενοί δρόμοι, κυρίως εντός των αστικών κέντρων όπου βρίσκονταν πολλά κτίρια, δυσκόλεψαν πολύ το έργο της φωτογραφικής αποτύπωσης. Ωστόσο, το πρόβλημα αυτό αντιμετωπίστηκε με πολλές λήψεις οι οποίες στο τέλος συνδυάστηκαν, παρουσιάζοντας ένα ιδανικό αποτέλεσμα», κατέληξε ο Στέργιος Καράβατος.