Η οινοχόη του Διπύλου (750-735 π.Χ.), που διαφύλαξε την αρχαιότερη μαρτυρία αλφαβητικής γραφής, πήρε το όνομά της από το υστερογεωμετρικό αττικό εργαστήρι του «τεχνίτη του Διπύλου». Ο αρχιτεχνίτης του ειδικευόταν στην κατασκευή μνημειωδών ταφικών αγγείων που στήνονταν ως σήματα σε τάφους του Κεραμεικού. Το σφαιρικό της σώμα φέρει γραπτό διάκοσμο από οριζόντιες ταινίες και στον ψηλό λαιμό της απεικονίζεται ραδινό ελάφι σε βοσκή. Στη σκούρα ζώνη του ώμου αρχίζει η επιγραφή, χαραγμένη και όχι γραπτή, που διαβάζεται από τα δεξιά προς τα αριστερά. 47 γράμματα, δάνειο βορειοσημιτικό, σχηματίζουν λέξεις που δεν διαχωρίζονται μεταξύ τους. Το γράμμα Χ, που απουσιάζει από το φοινικικό αλφάβητο, κάνει εδώ την πρώτη του εμφάνιση. Η πρώτη από τις δύο προτάσεις διαβάζεται εύκολα: «Όποιος τώρα από όλους τους χορευτές χορέψει με περισσότερη χάρη». Η κύρια πρόταση που έπεται είναι δυσανάγνωστη. Εύλογη φαίνεται η άποψη ότι το αγγείο αθλοθετήθηκε για τον δεινότερο χορευτή και αργότερα έγινε κτέρισμα στον τάφο του. Η επιγραφή απηχεί τον ομηρικό ποιητικό λόγο τόσο με το επικό της λεξιλόγιο όσο και με την έμμετρη μορφή της. Για την πρώτη πρόταση χρησιμοποιήθηκε το δακτυλικό εξάμετρο ενώ για την επόμενη το αδώνειο. Η στιχουργική της ποικιλία βρίσκει παράλληλο στη δεύτερη αρχαιότερη επιγραφή, τη χαραγμένη σε υστερογεωμετρικό σκύφο από τις Πιθηκούσες (Ίσχια, Κάτω Ιταλία), γύρω στο 720 π.Χ. Φαίνεται πως η αποδοχή του φοινικικού αλφαβήτου έγινε γύρω στα τέλη του 9ου αιώνα π.Χ. Ελεύθερη από τον όποιο ιερό χαρακτήρα, με την αυγή του 7ου αιώνα π.Χ. η γραφή θα γνωρίσει εξάπλωση εκρηκτική.