Community
  Exclusive Member
Το μουσείο της πόλης μας
Σκέψεις που γεννήθηκαν από ένα κείμενο στην εφημερίδα «Πρωινός Λόγος»
Τετάρτη, 22 Αυγούστου, 2012

Πρόσφατα τράβηξε την προσοχή μου ένα κείμενο στην εφημερίδα «Πρωινός Λόγος» της Ηπείρου. Ο τίτλος του κειμένου, το οποίο υπογράφει ο κ. Λευτέρης Καλογεράκης, ήταν «Οι Γιαννιώτες να γνωρίσουμε το Αρχαιολογικό μας Μουσείο!».

«Πριν από λίγες μέρες, συναντήθηκα με μία καλή μου φίλη. Η κοπέλα αυτή είναι τελειόφοιτη φοιτήτρια από την Τρίπολη και σπουδάζει στο τμήμα Χημείας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Είχα να τη δω καιρό και επικοινωνήσαμε για να ορίσουμε το σημείο συνάντησης. “Στην Μεραρχία, λίγο πιο πέρα από το Μουσείο”, της είπα. “Ποιο μουσείο;”, μου ανταπαντάει και της διευκρινίζω ότι μιλάω για το Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων. Η απάντησή της ήταν: “Έχει Μουσείο εκεί;”».

Έτσι ξεκινάει το κείμενο, το οποίο, από τις πρώτες γραμμές, μου έφερε στο νου ανάλογη προσωπική εμπειρία στα Ιωάννινα πριν από δύο χρόνια περίπου. Τότε είχαμε σκεφτεί ότι ο ευκολότερος τρόπος να βρούμε το Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων ήταν να ρωτήσουμε κάποιον περαστικό. Κάμποση ώρα και αρκετούς περαστικούς αργότερα, η απορία παρέμενε. Κανείς δεν μπορούσε να μας κατευθύνει και όλοι έδειχναν να αγνοούν την ύπαρξή του. Ανάλογη ήταν η εμπειρία μας και με την αναζήτηση του Αρχαιολογικού Μουσείου στην Καλαμάτα.

Τι συμβαίνει λοιπόν; Πώς είναι δυνατόν οι κάτοικοι μιας πόλης να αγνοούν την ύπαρξη ενός μεγάλου μουσείου της; Αυτό που εντυπωσιάζει είναι το γεγονός ότι σε μια πόλη της περιφέρειας δεν είναι σύνηθες να συναντήσει κανείς πάνω από ένα ή δύο μουσεία (αρχαιολογικό ή βυζαντινό συνήθως). Επομένως, η ύπαρξή τους θα έπρεπε να συνιστά κατά κάποιον τρόπο ένα «γεγονός» για την περιοχή. Γιατί δεν συμβαίνει αυτό;

Ας δώσουμε όμως το λόγο στον κ. Καλογεράκη και στη συνέχεια του κειμένου του, έχοντας κατά νου ότι τα γραφόμενά του ισχύουν σε γενικές γραμμές για όλα τα μουσεία της χώρας – και όχι μόνο αυτά της περιφέρειας.

Γράφει λοιπόν:

«Ομολογώ πως ξαφνιάστηκα από το γεγονός ότι μία κοπέλα που είναι πέντε χρόνια στα Γιάννινα, δεν ξέρει αν και πού βρίσκεται το Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης στην οποία φοιτεί.
»Η εισαγωγή αυτή δεν είχε σκοπό να αποδείξει τίποτε, αλλά να καταδείξει μια πραγματικότητα θλιβερή. Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων είναι ένα εξαίρετο δείγμα, σύγχρονου, επαρχιακού αρχαιολογικού μουσείου. Ένα μουσείο που μας έχει απασχολήσει και άλλες φορές, ένα κρατικό ίδρυμα “νοικοκυρεμένο”, όπου εργάζονται πολλοί νέοι και αξιόλογοι επιστήμονες.
»Για του λόγου το αληθές, το Αρχαιολογικό μας Μουσείο τον περασμένο Μάιο κατετάγη στα 10 καλύτερα ευρωπαϊκά μουσεία για το 2012 και απέσπασε και αρκετά κολακευτικά σχόλια από την αρμόδια επιτροπή! Προσωπικά, συνιστώ ανεπιφύλακτα μία επίσκεψη (και αν γίνεται με παιδιά). Σε αυτό το άρθρο ωστόσο, δεν θέλω να “παινέψω” το Μουσείο, ούτε να το διαφημίσω. Δεν του χρειάζεται. Αλλά έχω μία απορία-ένσταση. Πώς είναι δυνατόν, ένα πρότυπο επαρχιακό, αρχαιολογικό και διακριθέν μουσείο να αγνοείται από την τοπική τουλάχιστον κοινωνία;
»Σε μία εποχή όπου η εικόνα και η διαφήμιση πλήττονται μεν, αλλά εξακολουθούν να αποτελούν το κύριο μέσο ενημέρωσης, η γιαννιώτικη κοινωνία μοιάζει σε μεγάλο βαθμό να αγνοεί ένα κομμάτι της Ιστορίας της. Βασικά, είναι απόλυτα λογικό. Εάν δεν ξέρεις ότι υπάρχει κάτι κάπου, τότε δεν θα το επισκεφθείς ποτέ.
»Ποιος όμως φέρει ευθύνη για αυτό το γεγονός; Αναμφίβολα, οι υπεύθυνοι του Μουσείου έχουν κάνει μία πολύ ουσιαστική και ποιοτική δουλειά, αλλά δεν έχουν μεριμνήσει ούτως ώστε τη δουλειά τους αυτή να τη δει, να τη γνωρίσει και ο κόσμος. Όντως, σαν Γιαννιώτης, ομολογώ πως μόνο μία φορά είδα μια κάποια διαφήμιση του Μουσείου το 2008, μετά την επανέκθεση, και ακόμα μία το 2011, όταν και το Μουσείο φιλοξενούσε την έκθεση με τον Αστερίξ. Και λέγοντας διαφήμιση, εννοώ κάποιες απλές αφίσες σε 2-3 σημεία στην πόλη.
»Σε καμία περίπτωση δεν θέλω να αποδώσω ευθύνες, γιατί κατά πάσα πιθανότητα το θέμα είναι οικονομικό, δηλαδή κρατική χρηματοδότηση… Δηλώνω πως δεν ξέρω τα πλάνα που έχουν οι άνθρωποι του Αρχαιολογικού όσον αφορά την ανάδειξη και προώθησή του, αλλά με μεγάλη μου χαρά θα ήθελα να μάθω. Το θέμα στην προκειμένη είναι πως ο κόπος των υπευθύνων πάει χαμένος σε ένα μεγάλο ποσοστό, καθώς οι πολίτες δεν έχουν γνώση για τα δρώμενα του Μουσείου, άρα κατ’ επέκταση δεν μπορούν να θαυμάσουν τη δουλειά που γίνεται, ούτε να ενισχύσουν οικονομικά (μέσω εισιτηρίων, αγοράς βιβλίων ή ακόμα και χορηγιών) το Μουσείο της πόλης τους.
»Είναι ξεκάθαρο πλέον πως πρέπει να καταρτιστεί ένα σχέδιο, μια στρατηγική που μέλημά της θα έχει την επικοινωνιακή πολιτική του Μουσείου, να φροντίσει το image του. Άρα, απαιτείται η δημιουργία ενός πλάνου. Ο κόσμος πρέπει να δηλώσει τι θέλει από το Μουσείο και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω έρευνας. Συγχρόνως, το ίδρυμα πρέπει να αποτινάξει την εσωστρέφειά του και να δείξει στους πολίτες των Ιωαννίνων τι είναι και πού βρίσκεται.
»Εν συνεχεία, να αναπτύξει μία σταθερή σχέση με τους πολίτες και να τους ενημερώνει για τα πολιτιστικά δρώμενα. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω φυλλαδίων, τηλεόρασης, ραδιοφώνου, αφισών. Φυσικά υπάρχουν πολύ πιο εμπορικοί και μοντέρνοι τρόποι για την προώθηση του Μουσείου, αλλά αυτά είναι πράγματα απλά, δοκιμασμένα και με χαμηλό κόστος. Ίσως, σε συνεργασία με τον Δήμο και την Περιφέρεια, δημιουργηθούν χώροι (περίπτερα) σε κεντρικά σημεία της πόλης, όπου ο κόσμος θα μπορεί να πληροφορείται τα του Αρχαιολογικού. Ας μην ξεχνάμε και τους τουρίστες, οι οποίοι –εν αντιθέσει με άλλες πόλεις– μας επισκέπτονται σταθερά όλο τον χρόνο.
»Σταχυολογώντας, το Μουσείο σε αυτές τις δύσκολες για την κοινωνία εποχές, πρέπει να “βγει μπροστά”, να έρθει πιο κοντά στους πολίτες. Να γίνει ένας πυλώνας πολιτισμού όπου θα μπορέσει να στηριχθεί η κοινωνία και ενδεχομένως, σε κάποια δυσκολία, οι πολίτες θα στηρίξουν το Μουσείο. Internet, φυλλάδια, διαφημίσεις, μπλουζάκια, ενώ τα μέσα μικρό ρόλο παίζουν. Η ανάγκη για προβολή του Αρχαιολογικού είναι μεγάλη, αλλά δεν χρειάζεται να γίνει επιτακτική. Ένα άδειο μουσείο δεν είναι καλό μουσείο και όπως είχε πει ο John Cotton Down, “o κόσμος θα χρησιμοποιήσει το μουσείο, μόνο αν το ξέρει”».