Το τεύχος 123 τού, αποκλειστικά συνδρομητικού πλέον, περιοδικού «Αρχαιολογία και Τέχνες», μόλις κυκλοφόρησε και θα σταλεί σύντομα στους συνδρομητές του.

Με το τεύχος αυτό εγκαινιάζουμε την πολιτική του περιοδικού για δημοσίευση αποκλειστικά πρωτότυπου υλικού από το 2017, με μια σειρά από ενδιαφέροντα θέματα.

«Πρέπει να ομολογήσω, ότι η τύχη πάντοτε έπαιξε σημαντικό ρόλο στη ζωή μου. Γι’ αυτό και η αγάπη μου, το πάθος μου αν θέλετε, για την αρχαιολογία συμβάδιζε και με τυχαία περιστατικά, τυχαίες ανακαλύψεις, που ανταποκρίνονταν στα ιστορικά μου ενδιαφέροντα. Ας μην ξεχνούμε ότι είναι το τυχαίο περιστατικό εκείνο που συχνά προηγείται των αρχαιολογικών ανακαλύψεων» εξομολογείται, μεταξύ άλλων, ο Άδωνις Κ. Κύρου στη συνέντευξη που έδωσε στην Αγγελική Ροβάτσου.

Στη νέα ενότητα του περιοδικού «Ελλάδα εκτός Ελλάδος», η Odile Cavalier στο άρθρο της με τίτλο «Μουσείο Λαπιντέρ: Κλασικές αρχαιότητες σε ένα μπαρόκ παρεκκλήσι» παρουσιάζει τη συλλογή του μουσείου, «ένα πλούσιο πανόραμα – που αρχίζει από την Ελλάδα των αρχαϊκών χρόνων και φτάνει έως τη Ρωμαϊκή περίοδο, περιλαμβάνοντας ποικίλα έργα, όπως αγγεία, λυχνάρια, πήλινα ειδώλια και γυάλινα αντικείμενα. Ωστόσο το μεγάλο ενδιαφέρον και η ιδιαιτερότητα του μουσείου έγκειται στον πλούτο και τη σχετική ομοιογένεια των γλυπτών έργων και συγκεκριμένα των μαρμάρινων αφιερωματικών ή επιτύμβιων αναγλύφων» επισημαίνει.

«Η ανακάλυψη ενός μόνο πίνακα του τύπου των Κεγχρεών θα είχε προκαλέσει ενθουσιασμό μεταξύ των ειδικών στο γυαλί. Η ανακάλυψη εκατό πινάκων τοποθετεί το εύρημα ανάμεσα στα σπουδαιότερα του αιώνα» έγραφε ο R. Brill, το 1976. Η δρ Γεωργιάννα Μωραΐτου, στο άρθρο της «Εικόνες διάφανες, χρωματιστές» μας εξηγεί το γιατί.

Στην Κρήτη της 2ης χιλιετίας π.Χ., αφορμή για την οργάνωση συλλογικών εορτών  συμποτικού και συνεστιακού χαρακτήρα υπήρξε, μεταξύ άλλων, η θεμελίωση ή ανακατασκευή σημαντικών κτηρίων κοσμικού χαρακτήρα, όπως τα ανάκτορα. Τα υλικά κατάλοιπα αυτών των «κτηριακών εορτών» θησαυρίζονταν σε ειδικά διαμορφωμένους υπόγειους αποθέτες. Στο άρθρο της, «Γιορτές κάτω από τη γη» η Χριστίνα Παπαδάκη παρουσιάζει χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων αποθετών από τα ανάκτορα της Κνωσού, της Φαιστού,  του Γαλατά και της Ζάκρου, το Μέγαρο Νίρου Χάνι και το Ταφικό Κτήριο 4 στο Φουρνί Αρχανών.

«Η νήσος Κυρα-Παναγιά ή Πελαγονήσι των Βορείων ή Θεσσαλικών Σποράδων, παρότι παραμένει κατ’ ουσία μια αρχαιολογικά αχαρτογράφητη ακόμα περιοχή, βρέθηκε κατά τα τελευταία πενήντα χρόνια αρκετές φορές στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος για τα ενάλια ευρήματά της». Στο άρθρο «Αυτοψία σε ένα άγνωστο ναυάγιο», οι ερευνητές ενάλιας αρχαιολογίας Δρ Γιώργος Κουτσουφλάκης, Δρ Θεοτόκης Θεοδούλου και Δρ Brendan Foley μάς παρουσιάζουν ένα ναυάγιο «που παρέμεινε στη σκιά των υπολοίπων “επώνυμων” ναυαγίων της περιοχής και αναφέρεται μόνο υποτυπωδώς στη βιβλιογραφία».

Με τη βοήθεια των αρχαιολόγων Μανώλη Παναγιωτόπουλου και Τάνιας Χατζηευθυμίου, επισκεπτόμαστε την «Ακαδημία Πλάτωνος» μέσα από την ιστορία της, το αρχαιολογικό ιστορικό της αλλά και τα υλικά κατάλοιπά της.

«Ο Αρχαιολογικός Χώρος της Ακαδημίας Πλάτωνος σήμερα είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης των δύο αυτών κόσμων: του κόσμου της ανάγκης και του κόσμου ενός εκστατικού οράματος. Η δυνατότητα συνύπαρξης των δύο κόσμων όμως δεν χάθηκε ποτέ, γιατί οι διαστάσεις των επεμβάσεών τους στον τόπο ήταν ανεκτές, αφομοιώσιμες και υποφερτές και έτσι κατάφερε να διασωθεί μέχρι σήμερα η “ατμόσφαιρα” του τόπου ως συλλογικό συμβολικό κεφάλαιο και ως κοινό αγαθό» γράφουν στο άρθρο τους με τίτλο «Επιστροφή στην Ακαδημία».

«Δρώντας στην πρώτη γραμμή της πρωτοπορίας της εποχής του, ο Ψυχοπαίδης κατόρθωσε να εισαγάγει την αρχαιοελληνική παράδοση στην κουλτούρα της Ποπ Αρτ, “αποδιώχνοντας το βαρύ φορτίο της κληρονομιάς του ελληνικού ακαδημαϊσμού”». Η φιλόλογος και αρχαιολόγος Χαρά Θλιβέρη γράφει για μια «Ανοίκεια συγκατοίκηση με το παρελθόν», αναλύοντας το ρόλο της αρχαιολογικής μαρτυρίας στη ζωγραφική του Γιάννη Ψυχοπαίδη.

Το Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης άνοιξε τις πύλες του στη μόδα το 1983 με μια έκθεση για τον Yves Saint Laurent, εγκαινιάζοντας μια πρακτική που εξελίχθηκε σε τάση. Όσα μουσεία την υιοθέτησαν, είδαν τους επισκέπτες τους να πολλαπλασιάζονται. Μήπως όμως έτσι οι «ναοί του πολιτισμού» εμπορευματοποιούνται; Μήπως οι εκθέσεις τους αυτές προσφέρουν θέαμα αλλά στερούνται περιεχομένου, μας ζητάει να αναρωτηθούμε η Έλια Πετρίδου στο άρθρο της «Θέαμα ή περιεχόμενο; Εκθέσεις μόδας σε μουσεία».

«Τη νεότερη πόλη δεν μπορείς να την αποσπάσεις από την παλιά. Ασκείς όλη την αυτοπειθαρχία σου για να κινηθείς εντός των ορίων που ορίζει η νεότερη ιστορία της, αλλά εδώ ένα τυχαίο εύρημα, εκεί μια σωστική ανασκαφή, πιο πέρα τα θεμέλια ενός νέου σπιτιού, μια περιηγητική περιγραφή, ένα λογοτεχνικό κείμενο, μια λιθογραφία, ένας πίνακας ζωγραφικής, μια προφορική αφήγηση, ένας θρύλος, ανοίγουν ρωγμές σε ένα παρελθόν που σε καλεί να το γνωρίσεις για να γνωρίσεις καλύτερα και τον εαυτό σου — κι έτσι να το σεβαστείς, κι εκείνο κι εσένα» αναφέρει η Γεωργία Κακούρου Χρόνη στο άρθρο της «Σπάρτη: Μια νέα πόλη πάνω στην παλιά».

Η Χαρά Γιαννακάκη δίνει μια περιεκτική εικόνα του αρχαιολογικού χώρου και των μνημείων της αρχαίας Σπάρτης στον Οδηγό που έγραψε για το περιοδικό: «Η ακρόπολη της αρχαίας Σπάρτης υπήρξε για αιώνες η καρδιά μιας ένδοξης και μοναδικής πόλης, μαρτυρώντας την αδιάλειπτη ιστορική και πολιτιστική της συνέχεια και την πορεία της από την ακμή προς τη λήθη. Τα υλικά κατάλοιπα της Σπάρτης, εμψυχωμένα από τα έργα και τις ιστορίες απλών ανθρώπων και γενναίων ανδρών που έζησαν στον τόπο, καθιστούν την περιήγηση στον πρόσφατα αναμορφωμένο και κατά τον Παυσανία “θέας άξιον” αρχαιολογικό χώρο της ακρόπολης της αρχαίας Σπάρτης μια ανεπανάληπτη αισθητική και εκπαιδευτική εμπειρία».