Η αρχαία Άργιλος (η αρχαιότερη ελληνική αποικία στη θρακική ακτή), αλλά και τα τυχόν νεότερα ευρήματα των ανασκαφέων στη, χρονολογικά μεταγενέστερη, γειτονική πόλη της Αμφίπολης, τα ευρήματα των αρχαιολογικών ερευνών κατά μήκος των γραμμών του Μετρό στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, τα έργα συντήρησης και ανάδειξης στην Πέλλα, τη Βεργίνα, η εντυπωσιακή ανασκαφή της Τούμπας στην ομώνυμη περιοχή της Θεσσαλονίκης, συνολικά 89 ανακοινώσεις σχετικές με την αρχαιολογική έρευνα που διεξάγεται στον βορειοελλαδικό χώρο, συνθέτουν το «υλικό» της 30ής επιστημονικής συνάντησης που αφορά τη Μακεδονία και τη Θράκη.

Η συνάντηση, που φέτος έχει επετειακό χαρακτήρα, θα πραγματοποιηθεί από τις 9 έως τις 11 Μαρτίου 2017, στην αίθουσα τελετών του παλιού κτιρίου της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ.

Η αφίσα του 30ού Αρχαιολογικού Συνεδρίου –το οποίο όπως προαναγγέλθηκε μετά το πέρας της περσινής διοργάνωσης, «θα περιλαμβάνει κατά κύριο λόγο ανακοινώσεις που θα αποτελούν συνθετικές εργασίες με μελέτη των δεδομένων των ανασκαφών ή συνολικού αρχαιολογικού έργου της προηγούμενης δεκαετίας (2007-2016) και μόνο κατ’ εξαίρεση θα γίνει αποδεκτή η παρουσίαση αρχαιολογικών ευρημάτων του 2016, τα οποία παρουσιάζουν ξεχωριστό ενδιαφέρον»– απεικονίζει την ανασκαφή της αρχαίας Αργίλου. Συγκεκριμένα ένα εμπορικό κέντρο ηλικίας περίπου 2.700 ετών –από τον 6ο αι. π.Χ.– στην αρχαία πόλη, με αυτοσχέδια καταστήματα εκατέρωθεν της στοάς.

Η ανακοίνωση με τίτλο «Εμπορικά κτίσματα στην αρχαία Άργιλο» θα γίνει στο συνέδριο από τον εκ των ανασκαφέων Jacques Perreault. Να σημειωθεί ότι η ανασκαφή της Αργίλου είναι μια συστηματική ανασκαφική έρευνα στο πλαίσιο κοινού ελληνοκαναδικού προγράμματος, που ξεκίνησε το 1992 και συνεχίζεται για 25η χρονιά, με υπευθύνους των ανασκαφών –και εισηγητές στο συνέδριο– τον Καναδό καθηγητή Κλασικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Μόντρεαλ Jacques Perreault και τον αρχαιολόγο Ζήση Μπόνια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Καβάλας.

Η αρχαία Άργιλος, που απέχει τέσσερα χιλιόμετρα από την Αμφίπολη, οφείλει το όνομά της στο είδος του πηλού που αφθονεί στην περιοχή. Ήταν μία από τις τέσσερις αποικίες της Άνδρου στο Βόρειο Αιγαίο – οι υπόλοιπες τρεις βρίσκονταν στη Χαλκιδική (Σάνη της Ακτής, Στάγειρα, Ακανθος). Οι Έλληνες άποικοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή στα μέσα του 7ου αι. π.Χ. (654 π.Χ.), με σκοπό την εκμετάλλευση του μεταλλευτικού και γεωργικού πλούτου. Για περίπου 70 χρόνια, οι Ανδριώτες έζησαν μαζί με τον ντόπιο θρακικό πληθυσμό – συμβίωση που επιβεβαιώνουν τα πασσαλόπηκτα σπίτια που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη και τα κατάλοιπα της λεγόμενης θρακομακεδονικής κεραμικής. Η περιοχή σταδιακά εξελληνίζεται. Η πόλη ακμάζει κατά τον 6ο και τον 5ο αι. π.Χ., γεγονός που επιβεβαιώνουν τόσο τα αρχιτεκτονικά ευρήματα όσο και η συμμετοχή της πόλης στο ταμείο της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Η ακμή της συνεχίζεται αμείωτη ως την ίδρυση της Αμφίπολης (αποικία που ίδρυσαν οι Αθηναίοι το 437 π.Χ.). Η πόλη αρχίζει να χάνει σε σπουδαιότητα και δύναμη, όταν καταστρέφεται από το πέρασμα της στρατιάς του Φιλίππου το 357 π.Χ. Ο έλεγχος της περιοχής, μετά την καταστροφή της Αργίλου, περνάει σε έναν από τους Μακεδόνες εταίρους του Φιλίππου Β’ και η πόλη δεν κατοικήθηκε πλέον παρά μόνο στην ακρόπολη.

Οι περιορισμοί στη χρηματοδότηση των πανεπιστημιακών κυρίως ανασκαφών έχει μειώσει τα τελευταία χρόνια τις εντυπωσιακές ανακοινώσεις ευρημάτων – ειδικά στον βορειοελλαδικό χώρο. «Το συνέδριο είναι επετειακό – αντίστοιχη συνθετική μορφή και περιεχόμενο είχε και στην 20ή και τη 10η διοργάνωσή του. Πράγματι, οι ανασκαφές περιορίστηκαν τα τελευταία χρόνια, το νόημα όμως δεν βρίσκεται στην εντυπωσιακή ανακοίνωση ενός “μεγάλου” ευρήματος και την εγκατάλειψή του στη συνέχεια, αμελέτητου, στις “δάφνες” της προβολής του, αλλά στην επιστημονική και συνδυαστική του μελέτη με ιστορικές πηγές και άλλα σχετικά ευρήματα, και την εξαγωγή συμπερασμάτων. Αυτό επιχειρούμε να κάνουμε στο φετινό επετειακό συνέδριο”, λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η αρχαιολόγος-διευθύντρια του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης και μέλος της οργανωτικής επιτροπής του 30ού Αρχαιολογικού Συνεδρίου για το αρχαιολογικό έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη, Τζένη Βελένη.

Με ενδιαφέρον αναμένονται επίσης, στη διάρκεια του συνεδρίου, ανακοινώσεις για: «Το έργο της Εφορείας Αρχαιοτήτων όλης της Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο της κατασκευής του ΜΕΤΡΟ – Από τον προκασσάνδρειο οικισμό της Πυλαίας στο κέντρο της βυζαντινής Θεσσαλονίκης», «Βεργίνα 2007-2016. Αποτελέσματα και προσδοκίες της πανεπιστημιακής ανασκαφής στον τομέα της Αγοράς των Αιγών», «Ανασκαφή Τούμπας Θεσσαλονίκης 2007-2016» κ.ά., καθώς και η παρουσία της Αικατερίνης Περιστέρη και των συνεργατών της με νέα στοιχεία για τον «Μνημειακό μακεδονικό τάφο τύμβου Καστά Αμφίπολης (2014-2016) – οι φάσεις κατασκευής του και η πορεία των στερεωτικών και αναστηλωτικών εργασιών».

Εντύπωση, τέλος, προκαλεί η απουσία από το συνέδριο ανακοίνωσης από τον αρχαιολόγο Κώστα Σισμανίδη σχετικά με το ταφικό μνημείο στα Στάγειρα της Χαλκιδικής, το οποίο απέδωσε στον τάφο του φιλοσόφου Αριστοτέλη. Η ανακοίνωση του κ. Σισμανίδη είχε γίνει στο πλαίσιο διεθνούς συνεδρίου Φιλοσοφίας για τον Αριστοτέλη τον περασμένο Μάιο, ενώ στο φετινό επετειακό συνέδριο για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη αναμενόταν με ενδιαφέρον η κατάθεση των συμπερασμάτων του ενώπιον των συναδέλφων του αρχαιολόγων.