Το νέο τους βιβλίο, στη σειρά «Η Αρχαιολογία της Αρχαιολογίας» θα κυκλοφορήσουν σε λίγες μέρες οι Εκδόσεις Αρχείο. Πρόκειται για το βιβλίο «Ο Θεοδόσιος και το Στάδιο της Νεμέας» του Στέφανου Γ. Μίλλερ.

Στη σειρά «Η Αρχαιολογία της Αρχαιολογίας» οι εκδόσεις Αρχείο φιλοδοξούν να συγκεντρώσουν αναμνήσεις των αρχαιολόγων που εργάστηκαν στον ελληνικό χώρο, οι οποίες σχετίζονται με τα πρώτα χρόνια της επαφής τους με την Αρχαιολογία. Τα κείμενα είναι ανάλαφρα, μη αμιγώς αρχαιολογικά, με προσωπικό ύφος, με ντοκουμέντα από το παρελθόν, φωτογραφίες από τόπους, πρόσωπα και πράγματα που αλλιώς θα παρέμεναν άγνωστα.

«Ο Θεοδόσιος και το Στάδιο της Νεμέας»: προδημοσίευση

Των διαπραγματεύσεων για τις ιδιοκτησίες στην περιοχή του ναού και του Σταδίου, προηγήθηκε τοπογραφικό σχέδιο με τα όρια των οικοπέδων. Με τη βοήθεια των τοπικών αρχών, αγοράστηκαν πολλά χωράφια παρόλο που κάποιες αναγκαστικές απαλλοτριώσεις μετατέθηκαν για τον επόμενο χρόνο.

Το να γίνει αυτός ο παραμελημένος χώρος ορατός και επισκέψιμος ήταν απλά υπεραισιόδοξος στόχος. Τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 1973 είχαμε μόνο έναν ξένο επισκέπτη (το 2015 ήρθαν πάνω από 70.000). Παρόλα αυτά, κόψαμε τα χόρτα, βάλαμε πινακίδες και αρχίσαμε να ελπίζουμε. Τις εργασίες έκαναν γύρω στους έξι εργάτες, ντόπιοι, που έμελλαν να γίνουν ο «πυρήνας» του εργατικού δυναμικού. Ωστόσο, ένας ξεχώριζε. Πιο πολύ για τον ενθουσιασμό του παρά για τις ικανότητές του τις αρχαιολογικές…


Η πιο έντονη ανάμνησή μου του Θεοδοσίου από το 1973 ήταν όταν μια μέρα συγκεντρώναμε σκόρπιους αρχαίους λίθους δόμησης γύρω από το Λουτρό. Οι περισσότεροι ανήκαν στον σηκό του Ιερού του Διός και είχαν χρησιμοποιηθεί ξανά στην Πρωτοχριστιανική Βασιλική για να πέσουν από κει αργότερα. Zύγιζαν περίπου 500 κιλά ο καθένας και τους μετακινούσαμε με μικρές ερπύστριες που κυλούσαν πάνω σε ξύλινα μαδέρια. Κάποια στιγμή ένας εργάτης που ήταν στη μια άκρη του λίθου έδωσε μια απότομη σπρωξιά και τον έγειρε προς τη μια πλευρά, με αποτέλεσμα να βγει από τις ερπύστριες και να πλακώσει το πόδι μου. Παγιδευμένος από το βάρος και με τον Θεοδόσιο να πολεμά με τους φίλους του να τον σηκώσουν, άρχισα να τσιρίζω και να ξεστομίζω όλες τις ελληνικές βωμολοχίες που είχα μάθει τα χρόνια που εργαζόμουν στην ανασκαφή της Αγοράς των Αθηνών, ειδικά αυτές που αρχίζουν από το γράμμα «γ». Οι εργάτες σταμάτησαν απότομα και ο Θεοδόσιος είπε:

– Μη βρίζετε! Δεν είναι πρέπον!
– Μα θέλω να νιώσεις πόσο πονάω…
– Βρίστε στη γλώσσα σας, απάντησε ο Θεοδόσιος. Θα το νιώσουμε.

Τελικά μετακίνησαν τον λίθο και τότε συνειδητοποίησα ότι το πόδι μου πατούσε σε μια μικρή λακούβα και δεν είχε πάθει τίποτα. Εν τω μεταξύ όμως, ο Θεοδόσιος μου έδωσε ένα από τα πολλά μαθήματα που έμελλε να μάθω για τα τοπικά ήθη.