Τι συνδέει το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο με τους Δυτικοευρωπαίους περιηγητές που ταξίδεψαν στη χώρα μας πριν από την ίδρυση του ελληνικού κράτους; Η νέα ενδιαφέρουσα περιοδική έκθεση «Ένα όνειρο ανάμεσα σε υπέροχα ερείπια. Περίπατος στην Αθήνα των περιηγητών, 17ος-19ος αιώνας», που εγκαινιάστηκε την περασμένη Δευτέρα από την υπηρεσιακή πρωθυπουργό, Βασιλική Θάνου, παρουσία της υπηρεσιακής αναπληρώτριας υπουργού Πολιτισμού Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα. Η έκθεση, που σχεδιάστηκε για να προσφέρει ένα νοητό περίπατο στη μνημειακή Αθήνα της περιόδου από τον 17ο μέχρι και τον 19ο αιώνα, συνδέεται με το μεγάλο μουσείο και με ένα ακόμα γεγονός. Αποτελεί τον προάγγελο μιας σειράς δράσεων οι οποίες θα κορυφωθούν το 2016, έτος που συμπληρώνονται 150 χρόνια από τη θεμελίωση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.

Ως «εξαιρετικά ενδιαφέρουσα», αλλά και «επίκαιρη» χαρακτήρισε την έκθεση η κα Θάνου, «καθώς προβάλλει», όπως είπε, «την Ελλάδα μέσα από τα μάτια των ξένων επισκεπτών με τις ωραιοποιήσεις και τις προκαταλήψεις του χθες, με έναν ενθουσιώδη φιλελληνισμό –λατρεία για τα αρχαία μάρμαρα– παρά την άγνοια για τις ζωές των τότε κατοίκων της Ελλάδας. Σε μια εποχή σαν τη σημερινή, που και πάλι η Ελλάδα βρίσκεται στο επίκεντρο του ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, ίσως περισσότερο απ’ ό,τι θα της αναλογούσε με βάση το πληθυσμιακό ή οικονομικό μέγεθος της χώρας, αλλά ανάλογο με τη βαρύτητα της ιστορίας και του πολιτισμού της, ακριβώς επειδή, χάρη και στους περιηγητές του παρελθόντος, έγινε κοινή συνείδηση στην Ευρώπη ότι ο ελληνικός πολιτισμός είναι και κληρονομιά ολόκληρης της ευρωπαϊκής ηπείρου», συμπλήρωσε.

Για «μια έκθεση που μας επιτρέπει να κάνουμε ένα ρομαντικό περίπατο, όπως οι περιηγητές και να ταυτιστούμε και λίγο μαζί τους», έκανε λόγο η κα Λαμπράκη στη δική της ομιλία, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα μια από τις πολλές εκπλήξεις που τη συνοδεύουν, όπως η «συνομιλία» αρχαίων και νεότερων εκθεμάτων, καθώς πολλές φορές αρχαιότητες που απεικονίζονται μέσα στις ζωγραφικές αναπαραστάσεις των περιηγητών, εκτίθενται ακριβώς πλάι τους. «Είναι όμως κι ένας περίπατος αυτογνωσίας που μας χρειάζεται αυτή τη στιγμή που η χώρα περνάει δύσκολες στιγμές, γιατί η τέχνη και ο πολιτισμός είναι μια ευκαιρία να ξεφεύγουμε από τις δύσκολες στιγμές και ίσως αυτό μας επιτρέπει να γινόμαστε πιο νηφάλιοι και να παίρνουμε καλύτερες αποφάσεις για τη ζωή του τόπου μας», τόνισε.

«Η κατανόηση του γενεσιουργού πολιτισμικού περιβάλλοντος στο οποίο το μουσείο οφείλει την ίδρυσή του, θεωρούμε ότι επιτυγχάνεται με τον μνημειακό περίπατο, τις εικόνες, τις “αφηγήσεις” που προσφέρει η έκθεση, αλλά και με τις σημαντικές συμβολές που περιέχει ο κατάλογος που τη συνοδεύει», ανέφερε από την πλευρά της η Μαρία Λαγογιάννη, διευθύντρια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, που έκανε λόγο τόσο για τη φωτεινή όσο και για τη σκοτεινή πλευρά του περιηγητισμού, «την αρχαιομανία και την αρχαιοσυλία, φαινόμενα που ευαισθητοποίησαν τη νεοσύστατη ελληνική πολιτεία και οδήγησαν στη διαμόρφωση μιας εθνικής πολιτικής για την προστασία των αρχαιοτήτων και τη δημιουργία των αρχαιολογικών μουσείων», όπως είπε χαρακτηριστικά.

Η έκθεση πραγματοποιείται σε συνεργασία με τη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, που δάνεισε 22 εικονογραφημένες περιηγητικές εκδόσεις και 14 πρωτότυπα έργα τέχνης, ελαιογραφίες, υδατογραφίες και χαρακτικά από τις συλλογές της, δίνοντας την ευκαιρία στους επισκέπτες να γνωρίσουν τα τοπία, τις εικόνες, τα μνημεία και τις χρονικές στιγμές της Αθήνας των περιηγητών. Παράλληλα, και σε απόλυτη αρμονία και σύνδεση με τα παραπάνω, εκτίθενται 35 μαρμάρινα γλυπτά του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, πολλά από τα οποία παρουσιάζονται στην έκθεση για πρώτη φορά και τα οποία συνδιαλέγονται με τα έργα των περιηγητών.