Χαρμολύπη προκάλεσε η τελετή υποδοχής των 173 κειμηλίων (ψηφιδωτά, τοιχογραφίες, εικόνες) τα οποία κλάπηκαν από μονές και ναούς στο κατεχόμενο από την Τουρκία τμήμα της Κύπρου και επαναπατρίστηκαν από τη Γερμανία μετά από πολυετείς δικαστικούς αγώνες.

Η χαρά οφειλόταν στον επαναπατρισμό των κειμηλίων αυτών σχεδόν 40 χρόνια μετά την τουρκική εισβολή του 1974 και την εν συνεχεία σύλησή τους από τον Τούρκο αρχαιοκάπηλο Αϊντίν Ντικμέν. Τη λύπη εξηγεί αφενός το γεγονός ότι τα επαναπατρισθέντα κειμήλια έχουν υποστεί μεγάλες καταστροφές, και αφετέρου ότι δεν μπορούν ακόμη –λόγω της συνεχιζόμενης τουρκικής κατοχής–, να επιστρέψουν στον φυσικό τους χώρο: τις εκκλησίες από τις οποίες προέρχονται.

Όλοι όσοι πήραν μέρος στην τελετή υποδοχής των κειμηλίων αντίκρισαν τοιχογραφίες και ψηφιδωτά κομματιασμένα και βίαια αποσπασμένα από την θέση τους και εικόνες οι οποίες είχαν κατατεμαχιστεί για να πωληθούν σε κομμάτια και να αυξηθεί η αξία πώλησής τους. Χαρακτηριστική περίπτωση τα βημόθυρα από το Καθολικό της μονής της Παναγίας του Τοχνίου από τις Μάντρες Αμμοχώστου, στα οποία, όπως επεσήμανε ο υπουργός Συγκοινωνιών, Τάσος Μητσόπουλος, ενώ δεν έφεραν ζωγραφικό διάκοσμο, επικολλήθηκαν τμήματα εικόνας για να αυξηθεί η αξία πώλησής τους.

Σε χαιρετισμό του στην τελετή ο κ. Μητσόπουλος κατέθεσε τη μαρτυρία λειτουργών του Τμήματος Αρχαιοτήτων, οι οποίοι είδαν πρώτοι τα κειμήλια. « Όταν άνοιξαν τα κιβώτια, μέσα στα οποία μεταφέρθηκαν (τα κειμήλια) από τη Γερμανία, χρειάστηκαν αρκετή ώρα να συνέλθουν από το μέγεθος και την έκταση της καταστροφής» , είπε ο υπουργός.

Η τελετή της υποδοχής των κειμηλίων συνέπεσε με την παραμονή της ονομαστικής εορτής του αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσοστόμου. Ο Μακαριότατος ευχαρίστησε όλους εκείνους, οι οποίοι συνέβαλαν στην επιστροφή των κειμηλίων: το υπουργείο Εξωτερικών, το υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων, το Τμήμα Αρχαιοτήτων, τη Νομική Υπηρεσία, την κυβέρνηση της Γερμανίας, το Βατικανό και ειδικά τον τέως Πάπα Βενέδικτο 16ο, ο οποίος, όπως επεσήμανε ο αρχιεπίσκοπος «ενήργησε προς την κατεύθυνση του επαναπατρισμού των κειμηλίων».

Επίσης, ο αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι θα ακολουθήσουν και άλλες, παρόμοιου τύπου, τελετές για υποδοχή επαναπατρισθέντων εκκλησιαστικών και αρχαιολογικών κειμηλίων, τα οποία, όπως είπε, «πρέπει να επιστραφούν, αν θέλουν οι ευνομούμενες χώρες να είναι δίκαιες, δημοκρατικές και να απονέμουν δικαιοσύνη στους μικρούς».

Ανάμεσα στα κειμήλια είναι και τρεις εικόνες της θρησκευτικής ομάδας των Μαρωνιτών Κύπρου. Ο αρχιεπίσκοπος Μαρωνιτών Ιωσήφ επεσήμανε ότι η Κύπρος είναι «ένα σημείο ειρήνης και ελπίδας και μπορεί να συμβάλει στην κοινωνική και πνευματική ανανέωση της Ευρώπης».

Ο πρέσβης της Ελλάδος στη Λευκωσία, Βασίλης Παπαϊωάννου, δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι παρακολούθησε με συγκίνηση την τελετή υποδοχής των ιερών κειμηλίων. Το μήνυμα είναι, είπε ο Έλληνας πρέσβης, ότι ο επιμένων στη διεθνή νομιμότητα νικά. Αυτό, σημείωσε, κατ’ επέκταση ισχύει και αναφορικά με τη συνεχιζόμενη τουρκική κατοχή. «Ελλάδα και Κύπρος συνεχίζουμε τις προσπάθειες για να αποκατασταθεί η διεθνής νομιμότητα σε όλο το έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας, πράγμα που σημαίνει τον τερματισμό της τουρκικής κατοχής», τόνισε ο Έλληνας πρέσβης.

Ο διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου Γιάννης Ηλιάδης ανέφερε ότι τα επαναπατρισθέντα κειμήλια θα εκτίθενται στο χώρο του Μουσείου τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2014, «για να μπορέσει ο κόσμος να τα δει, να αντιληφθεί το μέγεθος της καταστροφής», και παράλληλα θα συντηρούνται.

«Η έκθεση θα είναι ανοικτή για το κοινό και θα κρατήσει οπωσδήποτε μέχρι το τέλος του 2014, το οποίο έχει οριστεί και ως έτος κατεχομένων» είπε.

Επεσήμανε δε πως έχει συμφωνηθεί με το Τμήμα Αρχαιοτήτων, να καταβληθεί προσπάθεια, ειδικότερα σε ό,τι αφορά τις τοιχογραφίες από τις δύο μεγάλες συνθέσεις, τη «Ρίζα του Ιεσσαί» και τη «Δευτέρα Παρουσία» από το Μοναστήρι του Αντιφωνητή, αλλά και τα ψηφιδωτά της Κανακαριάς, να συντεθούν, έτσι ώστε «και καλύτερα να προστατεύονται και ο κόσμος να μπορεί να αντιληφθεί πως ήταν πριν το 1974».

Ανέφερε ακόμη πως οποιαδήποτε απόφαση για το τι μέλλει γενέσθαι με τα κειμήλια θα ληφθεί από τον Αρχιεπίσκοπο και την Ιερά Σύνοδο.

Από τα 173 κειμήλια ξεχωρίζουν:

– Ο Απόστολος Θωμάς, ψηφιδωτό, και άλλα τεμάχια ψηφιδωτών του 6ου αιώνα από την Παναγιά Κανακαριά.

– Σπαράγματα τοιχογραφιών από την Παναγία Αψινθιώτισσα στο Συγχαρί, όπως το κεφάλι του Αγίου Ιγνατίου.

– Σπαράγματα τοιχογραφιών από τον ναό της Παναγίας Περγαμηνιώτισσας στην Ακανθού, του 12ου αιώνα.

– Σπαράγματα τοιχογραφιών από τον ναό της Αγίας Σολομονής στη Γιαλούσα, του 9ου αιώνα.

– Τοιχογραφίες από τον ναό της μονής του Αντιφωνητή, που τοποθετούνται μεταξύ 12ου και 15ου αιώνα.

– Αριθμός εικόνων και παλαιά χειρόγραφα.

Πριν από την επίσημη τελετή υποδοχής των κειμηλίων οι πρώτοι που τα είδαν ήταν σαράντα Ισπανοί, στελέχη του Συνεργατικού Πιστωτικού Ιδρύματος Bandierra, οι οποίοι προηγουμένως είχαν γίνει δεκτοί από τον αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο. Ο επικεφαλής της ομάδας Χοσέ Αντόνιο προσέφερε στον αρχιεπίσκοπο ως δώρο αγαλματίδιο της Παναγίας της Θαραγόθα. Προσφωνώντας τον Αρχιεπίσκοπο ο Χοσέ Αντόνιο του είπε σε σπασμένα ελληνικά: «Θέλουμε να επισκεφθούμε τα ίδια μέρη, στα οποία περπάτησαν και κήρυξαν τον λόγο του Θεού οι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας και ο Άγιος Λάζαρος». Χαρακτήρισε την Κύπρο «αδελφή γη», η οποία, είπε, προσπαθεί να κρατήσει ζωντανή τη χριστιανική πίστη σε αυτό το απόμακρο κομμάτι της Ευρώπης. Καταλήγοντας, ο Χοσέ Αντόνιο διαβεβαίωσε τον αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο: «Από σήμερα η Κύπρος θα αποτελεί ένα ιδιαίτερο κομμάτι της καρδιάς μας».